Μια κορασίδα χαρωπή με κοτσιδάκια και ματογυάλια στρογγυλά και σκουλαρίκια, έρχονταν παίζοντας με τσολιάδες της Προεδρικής φρουράς . Καθώς πλησίασε ακούγονταν καθαρά πως τραγουδούσε το άσμα του Τσιτσάνη,
«Είσαι το καμάρι της καρδιάς μου
Θεσσαλονίκη όμορφη γλυκιά
κι αν ζω στην ξελογιάστρα την Αθήνα
για σένα τραγουδώ κάθε βραδιά
Ώ! όμορφη Θεσσαλονίκη
ώ! τα μαγικά σου βράδια νοσταλγώ».
Στην αυλόπορτα του καπιτώλιου Μελάθρου της Γιάννας, αξιωματούχοι και δημοσιογράφοι εξεπλάγησαν όταν διαπίστωσαν πως η αηδός η φαινόμενη ως κορασίδα έφηβος ήταν Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ονόματι Σακελλαροπούλου Αικατερίνη.
Ο Δένδιας ασθμαίνων έτρεχε να προλάβει να διορθώσει την εικόνα παιδικής χαράς, ότι κατά το πρωτόκολλο έπρεπε να είναι ο επίσημος συνοδός της κυρίας του Υπάτου Αξιώματος.
– Κυρία Πρόεδρε, Κυρία Πρόεδρε, φώναξε κυριευμένος από σοκ και δέος βλέποντας την κυρία Σακελλαροπούλου να δίνει στο θεσμό μια πρωτόγνωρη έκφραση.
– Νικολάκη είχαμε πάει εκδρομή στην ακρόπολη με την προεδρική φρουρά και βγάλαμε φωτογραφίες, είπε η Σακελλαροπούλου.
– Κυρία Πρόεδρε έτσι θα εμφανιστείτε στο καπιτώλιο της κυρίας Γιάννας, ρώτησε έντρομος ο Δένδιας;
– Γιατί τι έχω;, απάντησε με νάζι η κυρία Πρόεδρος
– Ό, όχι τίποτε, όπως θέλετε, ψέλλισε ο Δένδιας
Η Κυρία Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχοντας το Δένδια στα δεξιά της πέρασε την αυλόπορτα, αντικρίζοντας στο κεφαλόσκαλο του καπιτώλιου Μελάθρου τη Γιάννα με τον Κούλη, τον Τασούλα και τον Αλέξη να την αναμένουν για την υποδοχή.
Η Γιάννα κατέβηκε τα σκαλοπάτια και χαιρέτησε στιβαρά αλλά ψυχρά την Πρόεδρο, ότι ποτέ της δε χώνεψε ότι ο Κούλης πρότεινε αυτήν την κοντή για ΠτΔ κι όχι την ίδια.
– Καλώς ορίσατε κυρία πρόεδρε, της είπε.
– Αυτό το προεδριλίκι το αισθάνομαι ως πολιτική παρενόχληση, αλλά τέλος πάντων, αντέδρασε η Πρόεδρος.
– Δε σας καταλαβαίνω κυρία Πρόεδρε, απάντησε με απορία η Γιάννα.
– Ακούστε κυρία Αγγελοπούλου, εγώ ως πρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας είχα καταθέσει ολοκληρωμένη πρόταση στους θεσμούς, την τρόϊκα αν έχετε ακουστά, για τις αμοιβές των εργαζομένων, αλλά δε με άκουσαν, είπε η Πρόεδρος ζώντας μια πικρή ανάμνηση.
– Τι προτείνατε ακριβώς, ρώτησε με ενδιαφέρον η Γιάννα.
– Πρότεινα να κοπούν εντελώς οι αμοιβές των εργαζόμενων που δουλεύουν οκτάωρο και όσοι δουλεύουν με μειωμένο ωράριο να πληρώνουν μισό ημερομίσθιο στην επιχείρηση ή στο κράτος. Όμως φρόντισα για όσους κάνουν υπερωρία από τρεις ώρες και πάνω ημερησίως να τους χορηγείται ένα σάντουϊτς. Όλα αυτά τα πρότεινα από αγάπη προς την Πατρίδα και σεβασμό προς τους θεσμούς.
– Και τελικά τι έγινε, ρώτησε η Γιάννα.
– Οι θεσμοί μου απάντησαν ότι τα μέτρα είναι δική τους δουλειά κι από εμένα ζήτησαν απλώς να λέω ότι όσα αποφασίζουν οι θεσμοί πως είναι συνταγματικά. Έτσι με πολλή χαρά αποφάσισα ότι το κόψιμο των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα και το επίδομα άδειας πως είναι συνταγματικά. Τότε οι θεσμοί με χτύπησαν στην πλάτη και τότε ήταν που αισθάνθηκα την πολιτική παρενόχληση που σας είπα πριν. Αμέσως κατάλαβα πως κινδύνευα να γίνω Πρόεδρος της Δημοκρατίας, είπε ξεφυσώντας η Πρόεδρος.
– Πότε συνέβησαν αυτά Κυρία Πρόεδρε, απόρησε η Γιάννα!
– Το 1821, απάντησε με σκέρτσο η Πρόεδρος.
– Δε θα φτάσει το σκοινί, είναι πολλοί για δέσιμο, μουρμούρισε στον αέρα η Γιάννα.
(…συνεχίζεται)