Να ξεκινήσουμε από την τελευταία παράσταση του Δημοτικού Περιφερειακού Θεάτρου Αγρινίου και ας φροντίσουμε να μην σταθούμε μόνο στην τελική εντύπωση, που μας άφησε αυτό καθ’ αυτό το αποτέλεσμα του ανεβάσματος της «Εκάβη, μία πρόσφυγας» στο Αρχαίο Θέατρο της Στράτου, που είδαμε[1], αλλά να επιχειρήσουμε να «φωτίσουμε» μέσα από την διαδικασία της επιλογής του έργου, καθώς και όσων κλήθηκαν να την υλοποιήσουν, εκείνες τις παραμέτρους που θα χρησιμεύσουν στην παραπέρα πορεία του θεσμού.
- του Λευτέρη Τηλιγάδα |
| red line
Η επιλογή του έργου
Μόνο εύσημα θα μπορούσε να επιφυλάξει κάθε κάτοικος της ευρύτερης περιοχής του Δήμου Αγρινίου για την ιδέα του καλλιτεχνικού διευθυντή του θεάτρου κ. Νίκου Καραγέωργου, η φετινή καλοκαιρινή παράσταση του ΔηΠεΘε να αναδείξει και να φωτίσει το προσφυγικό δράμα. Θα ήταν μάλιστα «ευχής έργον», αν η τελική υλοποίηση αυτής της ιδέας, είχε καταφέρει να υπηρετήσει αυτή την υπέροχη επιλογή. Όμως η υλοποίηση και η ολοκλήρωσή της, περισσότερο «ατυχής» μπορεί να χαρακτηρισθεί, παρά «ευτυχής».
Αντιλαμβάνομαι ότι η ευφορία της επικοινωνιακής προβολής, που έτυχε η παράσταση από παγκόσμια και εθνικά δίκτυα, όπως το Aljazeera, το ελληνικό τμήμα του CNN και την ΕΡΤ, καθώς και η ενδελεχής ενημέρωση της τοπικής κοινωνίας «περί τούτων», ενδέχεται, όσοι εμφορούνται από συναισθήματα τοπικού πατριωτισμού, να «στιγματίσουν» την παραπάνω άποψη ως «ὕβριν». Έχω την πεποίθηση όμως, ότι η τοπική «κοινή γνώμη», κυρίως οι άνθρωποι του ΔηΠεΘε, θα μου επιτρέψουν τα επιχειρήματα.
Από τη μια ο φόβος μιας παράστασης, που θα είχε ένα έντονο οικονομικό ρίσκο, αν επιλεγόταν το ανέβασμα μιας αρχαίας τραγωδίας και θα είχε σαφείς αναφορές στο προσφυγικό (π.χ. οι «Ικέτιδες» του Αισχύλου), κι από την άλλη η διαπροσωπική φιλική σχέση του κ. Καραγέωργου με την ασκημένη τραγωδό κ. Δέσποινα Μπεμπέδελη, οδήγησαν το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) του θεάτρου στο να υιοθετήσει και να αποφασίσει, άκριτα κατά την εκτίμησή μου, το ανέβασμα ενός έργου, με τον καταχρηστικό και αυθαίρετο τίτλο «Εκάβη, μία πρόσφυγας». Το γεγονός αυτό δεν άργησε να φορτίσει με αρνητική προδιάθεση τον δημόσιο διάλογο που αναπτύχθηκε γύρω από την παράσταση, πριν ακόμα αυτή υπάρξει.
Ως γνωστόν, η «Εκάβη», μαζί με την «Ανδρομάχη» και τις «Τρωάδες», συγκροτούν την ομάδα εκείνη των ευριπίδειων τραγωδιών, που θεματοποιούν τις συνέπειες του πολέμου από τη σκοπιά των ηττημένων. Σε καμιά περίπτωση όμως, και κατά την άποψη των φιλολόγων που ρωτήσαμε γι’ αυτό, δεν μπορεί να «διευρυνθεί» τόσο, ώστε να θεματοποιήσει και την προσφυγική σημερινή τραγωδία, αφού κάθε λέξη του κειμένου και των τριών παραπάνω τραγωδιών αφορούν σκλάβες γυναίκες και μελλοθάνατες, οι οποίες θρηνούν στα παράλια της κατεστραμμένης πατρίδας τους, αποδεχόμενες μοιρολατρικά την ήττα και την καταστροφή.
Αντίθετα, οι πρόσφυγες αναγκάζονται, εξ αιτίας ενός πολέμου που ακόμα δεν έχει τελειώσει, να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους και να αναζητήσουν έναν τόπο περισσότερο ασφαλή από τον δικό τους, για να στήσουν από την αρχή μια αξιοπρεπή ζωή, ξεπερνώντας μάλιστα γρήγορα τις όποιες τραγικές ή λιγότερο τραγικές συνθήκες, με τις οποίες βρίσκονται αντιμέτωποι.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε κάτι, που ο Ευριπίδης ποτέ δεν ξέχασε: Η Εκάβη δεν «φεύγει» ποτέ από την Τροία. Αποδέχεται παθητικά τη μοίρα της και τελικά εκτελείται από τους Αχαιούς στα παράλια της Τροίας, χωρίς «ποτέ να μπει σε καράβι», ούτε καν σ’ αυτό του Οδυσσέα, το οποίο, όπως αναφέρεται στο έργο, θα την οδηγούσε σκλάβα στην Ιθάκη.
Αντίθετα, ο/η κάθε πρόσφυγας επιχειρεί με τη φυγή του/της, να διαμορφώσει και να καθορίσει, την όποια μοίρα επιχειρούν να του ορίσουν ως ζωή, όχι οι θεοί, αλλά οι μέσα στους αιώνες «έμποροι των εθνών και του πολέμο» με έναν αγώνα συνεχή και επίπονο.
Την πρώτη αυτή απόφαση του Δ,Σ., συμπλήρωσε άλλη μια, η οποία όρισε ότι η καλοκαιρινή παραγωγή του ΔηΠεΘε θα παρουσιαστεί δύο φορές μόνο στο αρχαίο θέατρο της Στράτου, με ελεύθερη είσοδο για το κοινό και μία στο αρχαίο θέατρο της Δήλου, με ελεύθερη και εκεί είσοδο, αλλά περιορισμένο ταυτόχρονα αριθμό θεατών. Από τον άκριτο λαϊκισμό δηλαδή, στον άκριτο ελιτισμό, για μια παράσταση μάλιστα, που υποστηρίχθηκε από ερασιτέχνες, επειδή, όπως ειπώθηκε στο «περιθώριο» του δημόσιου διαλόγου, δεν «έφταναν τα χρήματα».
Όμως αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα. Από τη μια παραβιάζεται κατάφορα η παράγραφος 1 του άρθρου 9 της προγραμματικής σύμβασης, η οποία αναφέρει ότι «το ∆ΗΠΕΘΕ εκτός από την πόλη του Αγρινίου, καλύπτει θεατρικά και την ευρύτερη περιοχή του Δήμου Αγρινίου» (Δείτε σελίδα 7 ΕΔΩ), στερώντας το δικαίωμα των δημοτών των άλλων πόλεων του νομού, όπως το Μεσολόγγι, η Αμφιλοχία, η Ναύπακτος, ο Αστακός, αλλά και των γύρω χωριών απ’ αυτές, να «συναντηθούν» με ένα αξιόλογο καλλιτεχνικό γεγονός (όπως οφείλουν να είναι οι παραγωγές του ΔΗΠΕΘΕ) στον τόπο τους, κι από την άλλη «καταργήθηκε» η δυνατότητα του οργανισμού να διευρύνει το κοινό του, έτσι ώστε η ενίσχυση της λειτουργίας του να γίνει υπόθεση του συνόλου των κατοίκων του νομού.
Κύκλοι του ΔΗΠΕΘΕ υποστηρίζουν, ότι κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί, γιατί η κ. Μπεμπεδέλη είχε ανειλημμένες υποχρεώσεις, οι οποίες δεν της επέτρεπαν την συμμετοχή της σε περισσότερες παραστάσεις. Αν αυτό είναι αλήθεια (κατά την εκτίμησή μου είναι), τότε σε όλες τις παραπάνω λάθος αποφάσεις του Δ.Σ., θα πρέπει να προστεθεί και ένας εξαναγκασμός, ο οποίος καθόλου δεν τιμά, όσους υποχρεώθηκαν να αποφασίσουν, έτσι όπως αποφάσισαν. Είναι «εκ των ουκ άνευ»: Ο αριθμός των παραστάσεων που θα πραγματοποιήσει ένα έργο, το οποίο ανεβάζει το ΔηΠεΘε, δεν μπορεί να ορίζεται από την ατζέντα των υποχρεώσεων του οποιουδήποτε πρωταγωνιστή του.
(συνεχίζεται)
Η συνέχεια την επόμενη Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2016
- Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι η παράσταση στην οποία αναφερόμαστε είναι αυτή του Σαββάτου 27 Αυγούστου 2016.