Με το τέλος της χρονιάς έληξαν και οι επετειακές εκδηλώσεις για το 1821. Ατυχώς, αντί πάνδημης γιορτής είχαμε πάνδημη αγωνία για την εθνική μας υγεία.
Ειπώθηκαν ωστόσο και γράφτηκαν πολλά που μας επιτρέπουν να δούμε κάτω από σύγχρονο πρίσμα την επαναστατική μας αφετηρία. Όλα μαζί επιμαρτυρούν ότι στην Ελλάδα εκτός από την άμπελο, τη δάφνη και την ελαία, φύεται και η φαιδρά πορτοκαλέα. Στο δικό μου βιβλίο, επειδή με βάραινε ο καιρός κι είχα μεγάλη ανάγκη να ευθυμήσω, στάθηκα σ’ ένα σπαρταριστό, σχετικά άγνωστο διπλωματικό επεισόδιο του ελληνικού αγώνος που βρήκα στις μελέτες του Κωνσταντίνου Σάθα.
Αρχικά με προσέλκυσε το άρωμα των πρωταγωνιστών της ιστορίας και η ορμητική τους έφοδος προς το ανέφικτο. Ο συνδυασμός ασθμαίνουσας επιπολαιότητας και δόλιας βαθύτητας που διέπει τις ενέργειές τους. Εκείνο το μυστηριώδες όλον-τίποτε που απόκειται στο όριο συμπαθητικής δράσεως μεταξύ μιας κωμωδίας παρεξηγήσεων και του μελαγχολικού της επιμυθίου.
Αργότερα με τράβηξε επιτακτικά από το ένα μανίκι η προορατική αποτύπωση των γνωρισμάτων που συνέθεσαν τον εθνικό μας χαρακτήρα, κι από το άλλο η επικαιρότητα των διερωτήσεων που από τη σύσταση του κράτους μας και δώθε επανέρχονται ακατασίγαστες σε όλα τα στόματα, συνθέτοντας σε ενιαία στάση το δράμα και την ιλαρότητα.
Διαβάζοντας με τα γυαλιά μου την αφήγηση του Σάθα διαπίστωσα ότι έκτοτε, στον σπινθηρισμό της εύφλεκτης πολιτικής ατμόσφαιρας, στα βιτριολικά της πάθη αλλά και στην καθημερινή ψυχική βιωτή των νεοελλήνων, δεν έχουν αλλάξει και πολλά. Το πιστοποιεί η αντίδραση στην οικονομική κατάρρευση των τελευταίων ετών, που αντί να στραφεί στα βαθύτερα αίτια της κρίσης, περιορίστηκε σε αβαθή, παρορμητικά σκιρτήματα εξέγερσης και έληξε με τον χορό της υποταγής στα κελεύσματα των ισχυρών.
Είναι ο ίδιος χορός, με το ίδιο εσκεμμένο παραπάτημα ανάμεσα σε μενουέτο και τσάμικο, που εξακολουθεί να ταλανίζει και τη σημερινή, επίσης δανειοτραφή σαν και τότε, Ελλάδα. Και θα εξακολουθήσει να χορεύεται με τις ίδιες ιλαροτραγικές φιγούρες καιροσκοπικών απαιτήσεων και γελοίας επαιτείας — ώσπου ο χορευτής να πέσει ή ν’ αλλάξει τον σκοπό.