Η «ρευστότητα», όπως θα έλεγε ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν (που μας άφησε την 9η Ιανουαρίου 2017), είναι μία από τις συνέπειες της παγκοσμιοποιημένης μορφής ζωής του σημερινού ανθρώπου. Σήμερα το περιεχόμενο τούτης της ρευστότητας δεσπόζει στις ζωές μας ως αβεβαιότητα στην υγεία, την οικονομία, την πολιτική, την ασφάλεια, την καθημερινότητα. Και, όπως είναι φυσικό, αντανακλάται και στην επικοινωνιακή συμπεριφορά μας, με τα μηνύματα και τις εκφορές να αλληλοαναιρούνται, να συγκρούονται, να αγνοούνται και να παρερμηνεύονται.
Γιώργης-Βύρωνας Δάβος*
Μια παρερμηνεία που τα τελευταία χρόνια ως μετα-αλήθεια, ως αποτέλεσμα της ανεξέλεγκτης πληθώρας από μηνύματα, διαφθείρει τη δομή και τους άξονες του, κατά Ντόναλντ Ντέιβιντσον, «τριγωνισμού» στην όποια αντικειμενικότητα παράγουμε και μοιραζόμαστε στη ζωή μας: τον νου, τη γνώση και την επικοινωνία.
Η ρευστότητα της μετα-αλήθειας αυτής, απότοκος του μεταμοντέρνου κοσμοπολιτισμού, που θέλοντας να ανατρέψει τις «μεγάλες αφηγήσεις» του καντιανού ηθικού κοσμοπολιτισμού ή της ανθρωπολογικής βελτίωσης Gattung του μαρξισμού, προέκρινε την απαξίωση όποιας αντικειμενικής γνώσης ή εμπειρίας, αποκεντρώνοντάς την διαρκώς σε επάλληλες και αυθαίρετες απόψεις. Θέτοντας τον εξατομικευμένο υποκειμενισμό στο κέντρο του «τριγωνιστικού» συστήματος της επικοινωνίας, ο νους αντικαθίσταται από το συναίσθημα, η γνώση από τη «δόξα» και η επικοινωνία από την οιηματική αυτοαναφορά και τον μονόλογο.
Ειδικά μέσα στην πανδημία η πανσπερμία των απόψεων που περνούσαν για περινούστατες αναλύσεις και «αποκαλύψεις» αποκάλυψε πόσο πολύ η γνωστή από τον Τζ. Ε. Μουρ «φυσιοκρατική πλάνη», που βασίζεται στην ταύτιση ενός εμπειρικού/φυσικού γεγονότος σε αξιολογικής (ακόμη και ηθικής) φύσης ιδιότητα, έχει υπερφαλαγγίσει κάθε αντικειμενική και ψύχραιμη κρίση. Ειδικά στην περίπτωση του εμβολιασμού μοιάζει να δεσπόζει ο γνωστός «νόμος της εξοικονόμησης (parsimony)»: «Δεν ερμηνεύουμε μια πράξη ως αποτέλεσμα μιας ανώτερης φυσικής ιδιότητας, όταν μπορούμε να το ερμηνεύσουμε ως αποτέλεσμα μιας κατώτερης ιδιότητας στην ψυχολογική κλίμακα».
Βρισκόμαστε έτσι στην επικράτεια της πλήρους εξατομίκευσης του περιεχομένου του μηνύματος: μιας εξατομίκευσης σε κοινωνικό/υπαρξιακό επίπεδο που αντανακλά και στο επίπεδο του περιεχομένου των πεποιθήσεων. Εκεί συγκρούονται δύο στάσεις ζωής. Η «επιστημική» (η επιστημονική είναι τμήμα της) εξατομίκευση του περιεχομένου, όπου ο εκφορέας του έχοντας αποκτήσει γνώση από τη διάδρασή του με τις εξωτερικές και γνωσιακές συνθήκες του περιβάλλοντός του γνωρίζει το τι σκέπτεται. Και η λεγόμενη «αυθεντία του πρώτου προσώπου», της αυθαιρεσίας και της συμβατικότητας, που μεταβάλλουν τη γνώση σε πληροφόρηση και «ως εξ αποκαλύψεως» γνώση. Μια αυθεντία, που με τη μονολιθική όπως θα έλεγε ο Πολ Ρικέρ «καθαυτότητα» («mêmeté») συντρίβει μέσα στον αυτο-εγκλωβισμό, στην κυκλικότητα των κοινωνικών μέσων, ακόμη και τη δυναμική «εαυτότητα» («ipséité»), που «μπορεί να συμπεριλάβει την αλλαγή, τη μεταβλητότητα, στη συνεκτικότητα μιας ζωής» μέσα από μια ποιητική του αφηγηματικού κειμένου. Ενα κείμενο που στα μέσα δικτύωσης ταυτίζεται με τον φενακισμό, την περιαυτολογία και την αυθαιρεσία.
Γιατί μία από τις «παρενέργειες» της κοινότητας της επικοινωνίας είναι ότι παρεισφρέουν οι παράλληλες και μη επίσημες διηγήσεις, που προσλαμβάνουν κύρος ισότιμο με την επιστημονική εξήγηση, διότι αναπαράγουν κοινούς τόπους, μια folk psychology, που οι εκλαϊκεύσεις και οι γενικότητες της πληροφόρησης -όχι της γενικής παιδείας- διηθίζουν στην κοινοτική επιλεκτικότητα και δράση. Είναι σε τούτες τις παρα-διηγήσεις που θεωρητικοί του σύγχρονου κράτους (Χομπς) έβλεπαν «το όπλο του θανάτου» ή για τους ιδαλγούς της «πεφωτισμένης» κοινωνικής γνώσης (Μπροντέλ) την «τύφλωση» της ζωής. Η «τύφλωση», που κατά τον Ντιρκέμ αποτελεί την ασθένεια της σύγχρονης ζωής, με τη μαυλιστική μαγική εικόνα για «υπερ-περίσσεια της ζωής». Π.χ., η σύγχρονη «κοσμητική» αντίληψη της υγείας (ομορφιά, παρατεταμένο νεανικό σφρίγος). Η κατάρρευση του επιφαινόμενου αυτού αποτελεί μια «πρόκληση» που εξαναγκάζει και τη διαθετική (affective) και όχι έλλογη ομιλία.
Είναι μια τυφλή έκφραση της μάζας απέναντι στις ισορροπίες που διαμορφώνουν το κοινωνικό σώμα και αποτελούν και το αντικείμενο της επιστήμης. Η υπερβολική έκλυση της έκφρασης τούτης ναι μεν αμφισβητεί (από άλλη έπαλξη) την εξουσία και απαλλοτριώνει τη θεσμική της νομιμότητα, απομακρύνει όμως τους ανθρώπους-πολίτες της δημοκρατίας από την ουσιαστική γνώση των νόμων, κρατικών και επιστημονικών, που διέπουν την κοινωνική και τη φυσική ζωή του.
* Δημοσιογράφος, διδάκτωρ Γλωσσολογίας, Φιλοσοφίας
.efsyn.gr