«Να δείχνεις τόσο… άχρηστος, ώστε να μην αναλαμβάνεις ευθύνες αλλά και τόσο χρήσιμος, ώστε να κρατήσεις τη θέση σου», θα μπορούσε να είναι το σύνθημα.
Το όπλο της άρνησης απέναντι στην δουλειά φαίνεται να επιστρατεύουν παγκοσμίως οι νέοι. Όχι, δεν πρόκειται για «τεμπέληδες» ή «κακομαθημένους», οι οποίοι έχουν την οικογενειακή οικονομική δυνατότητα να μην εργάζονται.
Δημήτρης Κωστάκος
Εργάζονται, αλλά… διαφορετικά.
Σύμφωνα με ένα ανέκδοτο στην πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση, οι εργαζόμενοι εκμυστηρεύονταν: «Κάνουν ότι μας πληρώνουν και παριστάνουμε ότι δουλεύουμε». Στη σημερινή, νεοφιλελεύθερη Ευρώπη και Αμερική, οι νεότερης ηλικίας εργαζόμενοι το κάνουν πράξη!
Έρευνες εταιρειών αξιοποίησης ανθρωπίνου δυναμικού και εξαιρετικά δημοφιλείς αναρτήσεις στα social media, αποκαλύπτουν ότι την πρόσφατη «Μεγάλη παραίτηση» (μια από τις… επιπλοκές της υγειονομικής κρίσης), διαδέχθηκε η «Σιωπηλή παραίτηση».
Στην πρώτη περίπτωση, εργαζόμενοι αποχωρούσαν δηλώνοντας ευθαρσώς ότι ο προσωπικός χρόνος βρίσκεται σε προτεραιότητα έναντι της πολύωρης εργασίας. Στη δεύτερη – και πιο πρόσφατη – περίπτωση, οι εργαζόμενοι εξακολουθούν να απασχολούνται, αλλά… ελαφρά.
«Να δείχνεις τόσο… άχρηστος, ώστε να μην αναλαμβάνεις ευθύνες αλλά και τόσο χρήσιμος, ώστε να κρατήσεις τη θέση σου», θα μπορούσε να είναι το σύνθημα.
Μάλιστα, κάποιοι φθάνουν στο σημείο να πιάσουν και δεύτερη δουλειά, συνειδητοποιώντας ότι μπορούν να είναι μέτριοι σε δύο δουλειές αντί για αποτελεσματικοί και αφοσιωμένοι σε μία.
Καλό;
Το αρνητικό, βέβαια, στην όλη κατάσταση είναι ότι και στα δύο… εργασιακά ρεύματα, τον κοινό παρονομαστή αποτελεί η λέξη «παραίτηση» και όχι η «διεκδίκηση».
Προφανώς, η διαρκής απαξίωση της εργασίας από εργοδότες και κυβερνήσεις, σε συνδυασμό με τις διαδοχικές παγκόσμιες κρίσεις, οι οποίες με τρόπο μαγικό μετατρέπουν σταθερά τους πλούσιους σε πλουσιότερους και τους φτωχούς σε φτωχότερους, αλλά και τη συνεχή αποδυνάμωση των συνδικάτων, οδήγησαν τους εργαζόμενους σε ένα είδος παθητικής άμυνας.
«Εφόσον δεν μπορώ να ζήσω με τον μισθό ή τις εργασιακές συνθήκες, δεν θα πεθάνω από αυτές», ένα πράγμα.
Δημοσκόπηση της Gallup, για παράδειγμα, διαπιστώνει ότι η ασχολία των Αμερικανών εργαζόμενων με τη δουλειά τους μειώνεται, ειδικά στους νέους. Ανάμεσα σε εκείνους που έχουν γεννηθεί μετά το 1989, το 54% δηλώνει ότι κάνει το ελάχιστο απαιτητό και τίποτα παραπάνω στη δουλειά του.
Στη χώρα μας, σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας Randstad, μετά από τουλάχιστον μια δωδεκαετία οικονομικής κρίσης, υγειονομικής κρίσης και με το κύμα ανατιμήσεων σε πλήρη εξέλιξη:
Το 74% των εργαζομένων, δεν έχει λάβει αύξηση αποδοχών.
Το 85% των εργαζομένων, δεν έχει λάβει αυξημένες παροχές (χορήγηση ετήσιας άδειας, υγειονομική περίθαλψη, σύνταξη, κ.λπ.)
Το 88% των εργαζομένων, δεν έχει λάβει αυξημένη στήριξη για την οικογένεια και τα εξαρτώμενα μέλη (στήριξη για τη φροντίδα των παιδιών, γονική άδεια, άδεια φροντίδας), ενώ το
Το 79% των εργαζομένων δεν έχει αυξημένες ευκαιρίες επαγγελματικής κατάρτισης ή ανάπτυξης.
Παράλληλα, το 72% των Ελλήνων εργοδοτών δηλώνει ότι αντιμετωπίζει δυσκολία κάλυψης θέσεων εργασίας λόγω έλλειψης εξειδικευμένων ταλέντων.
Και το θέατρο του παραλόγου, κορυφώνεται:
Τα οικονομικά κίνητρα όπως υψηλότεροι μισθοί (39%) και μπόνους (29%), ως μέσο προσέλκυσης βρίσκονται στις χαμηλότερες θέσεις των επιλογών για τις επιχειρήσεις, ενώ το 33% των εργοδοτών δηλώνει το οικονομικό ως το βασικότερο εμπόδιο εφαρμογής προγραμμάτων ανάπτυξης δεξιοτήτων!
Υπερβολές;
Τότε πώς εξηγείται το γεγονός ότι τον Ιούλιο στη χώρα μας, εν μέσω θερινής τουριστικής περιόδου (της «ατμομηχανής της οικονομίας» και της «βαριάς βιομηχανίας της Ελλάδας»), οι εγγεγραμμένοι στα μητρώα της ΔΥΠΑ άνεργοι ανήλθαν σε 948.930, αυξημένοι κατά περίπου 27.300 σε σχέση με τον Ιούνιο;
Παράλληλα, σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα παραμένει η μακροχρόνια ανεργία, με το 55% του συνόλου των ανέργων να βρίσκεται εκτός αγοράς εργασίας για τουλάχιστον ένα έτος.
Δεν απορροφήθηκε μέρος τους από την… «ατμομηχανή της οικονομίας» ή μήπως προτίμησαν να μην πάρουν το τρένο;
Όσο για την ποιότητα της εργασίας και τη «Σιωπηλή παραίτηση» για όσους επιβιβάστηκαν στην αμαξοστοιχία της απασχόλησης, πρόκειται για ποιοτικό και όχι ποσοτικό στοιχείο, το οποίο όπως γίνεται αντιληπτό δεν μπορεί να αποτυπωθεί στατιστικά.
Οι εργοδότες, επιχειρηματίες και παράγοντες της αγοράς, θα πρέπει να αντιληφθούν ότι αξιώματα όπως «ό,τι πληρώνεις ,παίρνεις» ή «η φτήνια τρώει τον παρά», αφορούν όχι μόνο εμπορεύματα και υλικά, αλλά και τους ανθρώπους που απασχολούν….
*** Το Θέατρο του Παραλόγου είναι φράση που χρησιμοποιείται για συγκεκριμένα έργα γραμμένα από έναν αριθμό κυρίως Ευρωπαίων θεατρικών συγγραφέων στις δεκαετίες του 1940, 1950 και 1960, καθώς και στο στιλ θεάτρου που εξελίχθηκε από το έργο τους. Στην πράξη, το Θέατρο του Παραλόγου ξεφεύγει από τους ρεαλιστικούς χαρακτήρες, καταστάσεις και ό,τι είναι συνδεδεμένο με θεατρικές συμβάσεις.
Ο χρόνος, ο τόπος και η ταυτότητα είναι ασαφή και ρευστά, και ακόμη και η βασική αιτιότητα συχνά καταρρέει. Ασήμαντες πλοκές, επαναληπτικός ή χωρίς νόημα διάλογος και δραματικές ασυνέπειες χρησιμοποιούνται συχνά για να δημιουργήσουν ονειρικές, ή ακόμη και εφιαλτικές διαθέσεις.
kosmodromio.gr