Ποτέ όμως. Ούτε μία φορά. Είχα, βλέπεις, αρκετό μυαλό τότε (πολύ περισσότερο απ’ ο,τι σήμερα) ώστε να καταλαβαίνω πως δεν μ’ άρεσε καθόλου (καθόλου όμως!) να φανερώνω εντόνως εξωτερικευμένα, ή και όχι τόσο εντόνως, βασικά ούτε ανεπαίσθητα δεν ήθελα, την προτίμησή μου σε κάποιον τραγουδιστή ή ηθοποιό. Ποτέ δεν έβαλα αφίσα κάποιου στο δωμάτιό μου, ούτε ως παιδί ούτε ως έφηβη. Μία του Τσάπλιν είχα κι άλλη μία του Αϊνστάιν δίπλα (ήθελα, βλέπεις, να γίνω Φυσικός από τα επτά μου χρόνια) και αυτό επειδή ήταν ασπρόμαυρες και σαν να κοιτούσε ήτανε ο ένας τον άλλον. Μου άρεσε να σκέφτομαι πως συζητάνε μεταξύ τους κάτι τρομερά αστείο και μετά αποφάσιζαν να το δημοσιοποιήσουν με ασύλληπτη σοβαρότητα, ως το απαύγασμα της σοφίας! Διασκέδαζα τρομερά με αυτή τη σκέψη – ίσως γιατί από τότε είχα αποκαθηλώσει κάθε έννοια αυθεντίας μέσα μου. Ακόμα και η ιδέα του «αυθέντη» (αφέντη, όπως τον λέμε σήμερα) με απωθούσε. Ω, ναι – μεγάλο κωλόπαιδο ήμουν ως μούλικο και σαράντα πτυχία και άλλες τόσες εξουσίες και γαλόνια να είχες, για μένα ούτε καν. Η αξία σου θα αποδεικνυόταν ιδίοις όμμασι, κυρίως μέσω του χιούμορ. Ειδάλλως, απολύτως ούτε καν! Ευτυχώς, μεγαλώνοντας όλο αυτό χειροτέρεψε, δόξα να ’χει ο γιαραμπής (δεν ήταν εύκολο βλέπεις, ειδικά όταν ισχύει το εντελώς αντίθετο πανταχόθεν γύρω σου).
Νόρα Ράλλη
Είχα και κάτι ακόμα στο παιδικό μου δωμάτιο: το πρώτο Σύνταγμα της Ελλάδας. Πάνω απ’ το γραφείο μου. Είχαμε πάει εκδρομή στο Ναύπλιο με το Δημοτικό και μας είχαν μιλήσει για τα τότε. Δεν θυμάμαι τι με εντυπωσίασε και αγόρασα το συγκεκριμένο πόστερ (ήταν και μεγάλο, έβαλα και τη μητέρα μου να το κορνιζάρει – έως τα σήμερα εκεί είναι κρεμασμένο), αλλά θυμάμαι πως πολύ περίεργο το είχα βρει το ότι ενώ εμείς πολεμήσαμε, με Κολοκοτρώνηδες και Καραΐσκους, έως έναν αιώνα μετά την Επανάσταση, βασιλιά ακόμα είχαμε. Και μάλιστα ξένο! Μου ήταν απολύτως αδύνατον να καταλάβω πώς κάποιοι ξεκάλτσωτοι και αμόρφωτοι ραγιάδες αποφάσισαν μετά από 400 χρόνια να ελευθερωθούν απ’ τον κατακτητή τους και αφού τα κατάφεραν, δέχτηκαν έναν άλλο κατακτητή, για ακόμα έναν αιώνα, να διαφεντεύει τη νίκη τους. Μα και σχεδόν ολάκερο τον 20ό, βασιλιά είχαμε πάλι. Ξένοι, τυχάρπαστοι, προδότες και να μας κουνιούνται για βασιλάτορες; Οχι, μου ήταν αδύνατον να το καταλάβω.
Μεγαλώνοντας λίγο ακόμα, έμαθα (όχι από τα σχολικά βιβλία, μα από εμπνευσμένους, αριστερούς δασκάλους) πως η μοναρχική Δεξιά ήταν που μας οδήγησε στη Μικρασιατική Καταστροφή και η μοναρχική Δεξιά ήταν η ουσιαστικά κερδισμένη του Εμφυλίου, με τον βασιλιά να μου πίνει τσάγια στην Αγγλία επί Κατοχής και τον πρίγκιπα Ανδρέα να το σκάει μ’ ένα τρένο άδειο (κανέναν δεν έσωσε) από τη Μικρασία. Τι φάση;
Σχετικά πρόσφατα διώξαμε τους γλυξμπουργκάδες. Σχεδόν δηλαδή, καθώς και τους προικίσαμε και με κάτι φορτηγά, νύχτα, πλούτια αμέτρητα τους χαρίσαμε, μέσω του δημοκρατικά εκλεγμένου πατέρα/πρωθυπουργού του τωρινού δημοκρατικά εκλεγμένου δις γιου/πρωθυπουργού. Αυτό πάλι; Ξέρω πως γεννιούνται παιδιά μελαχρινά, μπιρμπιλομάτικα, ξανθά, χαρισματικά… Αλλά παιδιά πρωθυπουργοί και υπουργοί μόνο στην Ελλάδα γεννιούνται! Οπως οι βασιλείς, έτσι και τα σόγια: από κατακτητές σε βασιλιάδες κι από βασιλιάδες σε κυβερνάρχες από σόι το πάμε. Από αυθέντες σε αφέντες. Γιατί; Πώς γίνεται άλλοι να σ’ ελευθερώνουν, άλλοι ν’ αγωνίζονται κι άλλοι να σε κυβερνάνε; Και μάλιστα, με τη θέλησή μας;
Κι όμως. Από χθες, Παρασκευή 28/2/2025, όλα άλλαξαν. Ο λαός άλλαξε – πόνεσε κι άλλαξε. Για πρώτη φορά, σε καιρό ειρήνης και με δημοκρατικό πολίτευμα, οι πολίτες έγιναν πολίτες. Οχι υπήκοοι με αφέντη. Και μπορεί ο «εφέντης» τους να κανιβάλισε την Αριστερά, λέγοντας «Ραντεβού στα λουλουδάδικα» σαν φωτογραφιζόταν με τη σύζυγο κι αφέντρα μας δίπλα τους στη Βουλή, μα έχει ο καιρός γυρίσματα και, ναι ρε, εκεί το δώσαμε το ραντεβού. Στα λουλουδάδικα.
Για να διώξουμε τους χαλαστάδες και τους γκρεμιστάδες της χώρας.
Εκεί. Στα λουλουδάδικα.
https://www.efsyn.gr/stiles/hronografima/464778_halastades-kai-gkremistades