Πολύ πριν ο ΣΥΡΙΖΑ σχηματίσει κυβέρνηση στην Ελλάδα, η αριστερά στην Κύπρο άρχισε να κυβερνά με δικό της κομματικό στέλεχος στην προεδρία της δημοκρατίας – τον Γενικό Γραμματέα του ΑΚΕΛ Δημήτρη Χριστόφια, το όνομα του οποίου συνδέθηκε με την αποτυχία του κόμματος να διαχειριστεί την εξουσία. Αντίθετα με τον ΣΥΡΙΖΑ, η αρχή εκείνης της διακυβέρνησης δεν αντιμετώπιζε το θέμα ‘κρίση’ και σε συνδυασμό με την ευνοϊκή συγκυρία επί του Κυπριακού, άφηνε μπόλικες ελπίδες για μια αριστερή στροφή σε πολιτειακό και όχι μόνο επίπεδο.
Αλλά η πενταετία του ΑΚΕΛ στην κυβέρνηση, μεταξύ 2008 και 2013, συνυπολογιζόμενου του παράγοντα ‘χρόνου’, αφού μέσω του τραπεζικού τομέα εξαπλώθηκε η κρίση στην Κύπρο το 2011, τιμωρήθηκε δύο φορές μέχρι τώρα: στις Ευρωεκλογές του 2014, όταν το κόμμα έχασε περίπου 30,000 ψήφους, και στις βουλευτικές του περασμένου Μαΐου, όταν έχασε περίπου 40,000 ψήφους, 7 τοις εκατό και 3 έδρες στην 56μελή βουλή. Οι ίδιες αυτές εκλογές είδαν τη διόγκωση του κέντρου και την εξασφάλιση δύο κοινοβουλευτικών εδρών από την άκρα δεξιά.
Το ΑΚΕΛ άρχισε την καθοδική πορεία του μετά τις βουλευτικές του 2011, και αυτή συνεχίστηκε με τις δημοτικές εκλογές του 2011, εντάθηκε στις προεδρικές του 2013 και επιδεινώθηκε περαιτέρω στις τελευταίες δύο εκλογικές αναμετρήσεις. Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι αυτή η πεντάχρονη κατρακύλα, που εξηγείται επαρκώς αλλά όχι εξαντλητικά με τη λογική της ευρύτερης συστημικής αναδιοργάνωσης του κομματικού ανταγωνισμού κατά τη διάρκεια της κρίσης, θα έπρεπε να οδηγήσει το κόμμα στην επανεκτίμηση των οργανωτικών του πρακτικών και των ιδεολογικό-πολιτικών του θέσεων. H εκλογική πορεία του ΑΚΕΛ, σε συνδυασμό με την αποτυχία του κόμματος να μπλοκάρει τις βασικές πτυχές της λιτότητας που ήδη υπονόμευσε τον κοινωνικό συμβιβασμό της μετά-1974 περιόδου, να τροχοδρομήσει τη λύση του Κυπριακού και να εμποδίσει την απομάκρυνση ηγετικών στελεχών, δείχνει έμπρακτα την ανάγκη για ένα συλλογικό κομματικό αναστοχασμό.
Έγινε αυτό; Μέχρι τώρα όχι ουσιαστικά, αφού επικρατεί μια εκλογικογενής λογική, που διέπεται από τον ακόμα σημαντικό κοινωνικό-πολιτικό διπολισμό, ιδιαίτερα ανάμεσα στις μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες, και προϋποθέτει ότι μια εφ’ όλης της ύλης συζήτηση θα ζημιώσει την ανταγωνιστική θέση του κόμματος απέναντι στη δεξιά και τις επιρροές της. Ως εκ τούτου, η πολιτική φυσιογνωμία της Κυπριακής αριστεράς είναι η ίδια εκ του αποτελέσματος. Η εκτίμηση για την προεδρία Χριστόφια παραμένει ήπια θετική, χωρίς να αναγνωρίζεται επίσημα το μερίδιο της ευθύνης που αναλογεί στο κόμμα, παρόλο που η κοινή γνώμη, συμπεριλαμβανομένων και πλείστων οπαδών του ΑΚΕΛ πιστεύει ότι είναι πολύ περισσότερα που βαραίνουν εκείνη την κυβέρνηση. Εν τέλει έγινε πολύ περιορισμένη αυτοκριτική που ορειβατεί ανάμεσα σε επιφανειακές υποσχέσεις για περισσότερο συλλογισμό και αναλύσεις που αποδίδουν το κύριο βάρος στην αντί-αριστερή προπαγάνδα, το βαθύ κράτος και την κρίση, αναλύσεις που ωστόσο δεν κοιτάζουν στον καθρέφτη. Δεν συζητείται καν το ζήτημα της Ευρωζώνης, έστω και αν ήταν η κυβέρνηση Χριστόφια, με έγκριση της Κεντρικής Επιτροπής του ΑΚΕΛ, αυτή που κάλεσε την τρόικα σε μια περίοδο μαζικών κινητοποιήσεων στην υπόλοιπη νότια Ευρώπη. Ενώ συνεχίζουν τα εσωτερικά παράπονα για εύνοιες συγκεκριμένων υποψηφίων στις βουλευτικές από την ηγεσία, η σχέση με τα μη κομματικά κινήματα και πλατφόρμες είναι μηδαμινή και απέχει πολύ από μια κατάσταση αλληλεπίδρασης.
Οι τελευταίες βουλευτικές εκλογές αποτέλεσαν κλιμάκωση της πτώσης της αριστεράς στην Κύπρο και τότε η ηγεσία του κόμματος, μέσα στα πλαίσια του εσωτερικού αναβρασμού και της δημόσιας κριτικής, αποφάσισε τα ακόλουθα: Πρώτο, να ξεκινήσει διάλογο για την αποτυχία του κόμματος στις βουλευτικές του 2016 στο επίπεδο της βάσης, αρχίζοντας από τις ΚΟΒ και φθάνοντας στην Κεντρική Επιτροπή, η οποία και θα συντάξει την απόφαση που θα εφαρμόσουν τα συλλογικά όργανα του κόμματος. Τι αλλάζει; Η συγκεκριμένη διαδικασία έγινε ξανά μετά την αποτυχία των πρόωρων τότε βουλευτικών του 1985, που έριξαν το κόμμα από πρώτο στην τρίτη θέση. Αυτή τη φορά, όμως, πέρα από τις συζητήσεις στη βάση, όλοι ανεξαρτήτως οι πολίτες (που θέλουν να βοηθήσουν το ΑΚΕΛ) έχουν το δικαίωμα να κάνουν σχόλια μέσω μιας ιστοσελίδας.
Τα οποία σχόλια θα διαβάσει ποιος; Ποια ζύμωση θα υπάρξει γύρω από νέες και διαφορετικές ιδέες από τα αριστερά; Με ποια διαδικασία θα ενσωματωθούν στην πολιτική απόφαση και πώς θα αποφασιστεί η ενσωμάτωσή τους ή όχι; Η απάντηση είναι ότι τα σχόλια θα συνθέσει μια υπό-επιτροπή που θα έχει καθημερινή επαφή με την ανώτατη ηγεσία και μετά θα τα παρουσιάσει με μια πιθανόν χωρισμένη σε θεματικές αναφορά στην Κεντρική Επιτροπή, η οποία με τη σειρά της θα τη διαμορφώσει ανάλογα με τις δυναμικές εντός και εκτός. Επιπλέον, ποιοι θα ασχοληθούν να κάνουν σχόλια, να πουν γνώμη στις κομματικές ομάδες και γενικότερα να συμμετέχουν στον διάλογο για το κόμμα και την πορεία του; Οι φίλοι του κόμματος είχαν από πριν δικαίωμα συμμετοχής σε τέτοιες συζητήσεις και σε μια εποχή πολιτικής απάθειας, στις ΚΟΒ συμμετέχουν κυρίως οι ‘συνήθεις ύποπτοι’ και ένα πολύ μικρό τμήμα της ευρύτερα αριστερής νεολαίας. Ταυτόχρονα, η συζήτηση, ή τουλάχιστον η κεντρικά οργανωμένη της διάσταση, αφορά συγκεκριμένα τις βουλευτικές του 2016 και όχι μια ενδεχόμενη κρίση ή παρακμή της Κυπριακής αριστεράς. Αυτή αποφεύγεται επιμελώς και η αποφυγή της διευκολύνεται από την υπενθύμιση ‘συμβαίνει παντού’.
Το μονοπάτι προς τον εκδημοκρατισμό θα μπορούσε να είχε ξεκινήσει αλλάζοντας το σύνολο των ανθρώπων που αποφασίζουν. Διευρύνοντάς το και μεταρρυθμίζοντας τη διαδικασία λήψης απόφασης. Κανένα από τα δύο δεν έχει γίνει, αφού συνέδριο προς το παρόν δεν έχει προγραμματιστεί και οι διαδικασίες ζύμωσης και ψηφοφορίας παραμένουν οι ίδιες σε όλα τα κομματικά όργανα. Αυτή η γραμμική πορεία είναι, εν μέρει, ζήτημα κομματικής κουλτούρας και του τρόπου με τον οποίο αυτή διαμορφώνεται αξιακά. Ένας σοβαρός λόγος που παρατηρείται συνέχεια, παρά αλλαγή ή τουλάχιστον ζύμωση εφ’ όλης της ύλης, είναι γιατί δεν υπάρχει πολυάριθμο τμήμα του ΑΚΕΛικού όλου, του λεγόμενου λαϊκού κινήματος και ιδιαίτερα των στελεχών του, που να είχε εκτεταμένη ιδεολογική επαφή με φαντασιακά που ξεπερνούν ή υπερπηδούν την ορθόδοξη αντίληψη για τον Λενινισμό και τον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό.
Ο οριζοντισμός, οι νέες μορφές πολιτικής συμμετοχής, η διευρυμένη διαβούλευση, η ανάμειξη και η όρεξη για θεωρητική εκμάθηση και ιδεολογική αναζήτηση, παραμένουν ύποπτα και επικίνδυνα στοιχεία για την πλειοψηφία της ηγεσίας του κόμματος και τα περισσότερα από αυτά δεν απαιτούνται με έντονο τρόπο από τη βάση. Ενώ ταυτόχρονα ούτε ο επαναστατισμός σαν δράση, που το ΑΚΕΛ είχε κληρονομήσει από την ορθόδοξη παράδοση, δεν είναι ορατός, αφού αποφεύγονται διαχρονικά οι έστω κατά καιρούς ‘ενοχλητικές’ κινητοποιήσεις στον δρόμο, τα καλέσματα για καταλήψεις και παναπεργίες. Από την μια ο οργανωτικός ιστός του κόμματος είναι σχεδόν μονολιθικός, από την άλλη οι περισσότερες από τις ενέργειές του είναι σχεδιασμένες με τρόπο που να εξυπηρετούν την επόμενη εκλογική αναμέτρηση.
Δεδομένου ότι οι μεταβάσεις σε μια νέα κομματική πραγματικότητα γίνονται αργά πολλές φορές, υπάρχει φυσιολογικά ακόμα η πιθανότητα ενσωμάτωσης νέων και καινοτόμων διαδικασιών, αναθεώρησης προγραμματικών ή πολιτικών θέσεων, ακόμα και εσωτερικής ρήξης. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια το άτυπο φόρουμ, AKELListen που υπάρχει στο Facebook για τη συζήτηση πάνω στο κόμμα έχει ενδιαφέρον, ενδεχομένως και κάποια προοπτική, αφού το ανέχεται η ηγεσία. Περισσότερο σημαντικές είναι και οι ανοικτές συνελεύσεις που διοργανώνουν οι Επαρχιακές Επιτροπές, με την παρουσία μελών του Πολιτικού Γραφείου. Αλλά το βραχυπρόθεσμο οργανωτικό αποτέλεσμα συνήθως προβλέπεται από την εσωτερική διαδικασία που καθορίζει την διοχέτευση του διαλόγου στην όποια πολιτική απόφαση. Συνεπώς, και να υπάρχει μετάβαση, τότε αυτή έχει αρχίσει πολύ δειλά.
Δεν προδιαγράφεται να αλλάξουν πολλά πράγματα σύντομα από μια ιστοσελίδα και τη μέθοδο που αυτή χρησιμοποιεί (ένα ανοικτό πεδίο για σχόλια για ένα περίπου μήνα), ακόμα και από τις (πολύ λίγες, σημειώστε) ανοικτές συνελεύσεις. Μετά από πέντε χρόνια κρίσης και οργανωτικών και εκλογικών απωλειών, το ΑΚΕΛ δεν έχει τίποτε καινούργιο να προσφέρει από εσωτερική δημοκρατία, κοινωνικούς συνδέσμους (linkage) ή ενδυνάμωση του ιδεολογικού πλουραλισμού που διέπει τις κομματικές πρακτικές στην ουσία και στη τεχνική. Και ο τρόπος που κάνει τώρα ένα ‘δημοκρατικό βήμα’ στην καλύτερη περίπτωση μπορεί να εκμαιεύσει κάποιες επιπλέον (παλιές ίσως) συμπάθειες, παρά να επαναπροσδιορίσει το χώρο της Κυπριακής αριστεράς.