Ποιά απάντηση στην ολοκλήρωση των ιδιωτικοποιήσεων δημόσιων επιχειρήσεων; του ανέστη ταρπάγκου

Ποιά απάντηση στην ολοκλήρωση των ιδιωτικοποιήσεων δημόσιων επιχειρήσεων; του ανέστη ταρπάγκου

  • |

Δεν μπορεί κατά κανέναν τρόπο η Αριστερά να προτάξει την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων (αύξηση της καπιταλιστικής παραγωγής) παραπέμποντας στις ελληνικές καλένδες τα μέτρα μετασχηματισμού των αστικών σχέσεων παραγωγής, όπως επίσης και την λεγόμενη «παραγωγική ανασυγκρότηση» (αναδιάρθρωση του ελληνικού κεφαλαίου), πράγμα που άλλωστε προωθεί συστηματικά η σημερινή μνημονιακή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.

Προς το τέλος της κρα­τι­κής επι­χει­ρη­μα­τι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας

 

Φαί­νε­ται ότι στο διά­στη­μα που δια­νύ­ου­με για την συ­μπλή­ρω­ση της πρώ­της τε­τρα­ε­τί­ας μνη­μο­νια­κής δια­κυ­βέρ­νη­σης του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, ολο­κλη­ρώ­νο­νται οι δια­δι­κα­σί­ες ιδιω­τι­κο­ποί­η­σης και των τε­λευ­ταί­ων δη­μό­σιων επι­χει­ρή­σε­ων που έχουν απο­μεί­νει, μετά από μια ολό­κλη­ρη 25ε­τία συ­νε­χών και στα­θε­ρών επι­διώ­ξε­ων του νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού, για το άνοιγ­μα των αγο­ρών και τη λει­τουρ­γία μιας ενιαί­ας ιδιω­τι­κής κα­πι­τα­λι­στι­κής οι­κο­νο­μί­ας, χωρίς κρα­τι­κά μο­νο­πώ­λια και κρα­τι­κές επι­χει­ρή­σεις. Η με­τα­βί­βα­ση των πε­ρι­φε­ρεια­κών αε­ρο­δρο­μί­ων στην γερ­μα­νι­κή Fraport, η πώ­λη­ση του 66% του Ορ­γα­νι­σμού Λι­μέ­να Θεσ­σα­λο­νί­κης, η εκ­ποί­η­ση της βιο­μη­χα­νί­ας αμυ­ντι­κών συ­στη­μά­των ΕΛΒΟ προ­ω­θού­νται πλέον χωρίς κα­θυ­στε­ρή­σεις, αφού είχαν προη­γη­θεί η απο­κρα­τι­κο­ποί­η­ση του ΟΣΕ, του Ορ­γα­νι­σμού Λι­μέ­να Πει­ραιά, ενός μέ­ρους της ΔΕΗ, και μετά τους σχε­δια­σμούς για την ιδιω­τι­κο­ποί­η­ση των δι­κτύ­ων ύδρευ­σης και απο­χέ­τευ­σης (ΕΥΑΘ και ΕΥΔΑΠ). Σή­με­ρα πλέον ο το­μέ­ας των κοι­νω­φε­λών επι­χει­ρή­σε­ων έχει συρ­ρι­κνω­θεί σχε­δόν ολο­κλη­ρω­τι­κά και οι αρχές της νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρης αντα­γω­νι­στι­κής οι­κο­νο­μί­ας έχουν κυ­ριαρ­χή­σει στο σύ­νο­λο της κοι­νω­νι­κής πα­ρα­γω­γής.

Η Αρι­στε­ρά, στη δια­φο­ρε­τι­κό­τη­τα των εκ­φρά­σε­ών της, θε­ω­ρού­σε ιστο­ρι­κά ότι ο το­μέ­ας των δη­μό­σιων επι­χει­ρή­σε­ων, στα χέρια μιας προ­ο­δευ­τι­κής αρι­στε­ρής δια­κυ­βέρ­νη­σης, αντι­προ­σώ­πευε ένα κα­θο­ρι­στι­κό οι­κο­νο­μι­κό ερ­γα­λείο για την προ­ώ­θη­ση της ανά­πτυ­ξης σ’ ένα πλαί­σιο ανε­ξάρ­τη­το από το πλειο­ψη­φι­κό ιδιω­τι­κό κε­φά­λαιο, στην ιδιο­κτη­σία και στον έλεγ­χο του κρά­τους. Προ­ο­ρί­ζο­νταν δη­λα­δή να απο­τε­λέ­σουν «ανα­πτυ­ξια­κό μοχλό κί­νη­σης» της οι­κο­νο­μί­ας και πά­ρο­χο επαρ­κών και χα­μη­λού κό­στους υπη­ρε­σιών (με­τα­φο­ρών, επι­κοι­νω­νί­ας κλπ.). Βέ­βαια και σ’ αυτή την πε­ρί­πτω­ση οι επι­χει­ρή­σεις αυτές θα λει­τουρ­γού­σαν ως κρα­τι­κές μορ­φές πα­ρα­γω­γής, χωρίς δυ­να­τό­τη­τες επη­ρε­α­σμού του χα­ρα­κτή­ρα της κατά πολύ πλειο­ψη­φι­κής ιδιω­τι­κής οι­κο­νο­μί­ας. Σή­με­ρα, με βάση τις νέες πραγ­μα­τι­κό­τη­τες, των ούτως ή άλλως διεκ­πε­ραιω­μέ­νων απο­κρα­τι­κο­ποι­ή­σε­ων, τα δε­δο­μέ­να άσκη­σης της οι­κο­νο­μι­κής πο­λι­τι­κής τί­θε­νται με εντε­λώς δια­φο­ρε­τι­κούς όρους, εφό­σον οι δη­μό­σιες αυτές επι­χει­ρή­σεις έχουν εν­σω­μα­τω­θεί πλή­ρως στη λει­τουρ­γία των αρχών της ελεύ­θε­ρης αντα­γω­νι­στι­κής οι­κο­νο­μί­ας.

Στην ιστο­ρι­κή εξέ­λι­ξη των πραγ­μά­των οι δη­μό­σιες επι­χει­ρή­σεις δεν συ­γκρο­τή­θη­καν από το αστι­κό κρά­τος για να δια­δρα­μα­τί­σουν έναν ρόλο υπη­ρέ­τη­σης των λαϊ­κών συμ­φε­ρό­ντων. Το αντί­θε­το μά­λι­στα είχε συμ­βεί. Οι δρα­στη­ριό­τη­τες αυτές (λ.χ. σι­δη­ρό­δρο­μοι, επι­κοι­νω­νί­ες, ενέρ­γεια κλπ.) προ­σέ­λα­βαν κρα­τι­κή επι­χει­ρη­μα­τι­κή μορφή λόγω του με­γά­λου ύψους των επεν­δύ­σε­ων που απαι­τού­νταν για την πραγ­μα­το­ποί­η­σή τους, πράγ­μα στο οποίο δεν μπο­ρού­σαν να αντα­πο­κρι­θούν οι ιδιώ­τες κα­πι­τα­λι­στές. Και από την άλλη πλευ­ρά προ­ω­θή­θη­καν για να δια­σφα­λί­σουν γε­νι­κούς όρους της λει­τουρ­γί­ας της κα­πι­τα­λι­στι­κής οι­κο­νο­μί­ας (π.χ. οδική, θα­λάσ­σια και σι­δη­ρο­δρο­μι­κή με­τα­φο­ρά των εμπο­ρευ­μά­των, ορ­γά­νω­ση της πα­ρα­γω­γής ηλε­κτρι­κού ρεύ­μα­τος ανα­γκαί­ου για την με­γά­λη βιο­μη­χα­νι­κή πα­ρα­γω­γή κ.ά.). Δευ­τε­ρο­γε­νώς τα τι­μο­λό­γιά τους προ­σαρ­μό­στη­καν σε βα­σι­κές, γε­νι­κού χα­ρα­κτή­ρα, λαϊ­κές ανά­γκες, πράγ­μα που απο­σκο­πού­σε με τη σειρά του στη δια­μόρ­φω­ση ενός ερ­γα­τι­κού δυ­να­μι­κού χα­μη­λό­τε­ρου κό­στους. Στην αντί­θε­τη πε­ρί­πτω­ση της ελεύ­θε­ρης λει­τουρ­γί­ας υψη­λών τι­μο­λο­γί­ων (π.χ. στα σύγ­χρο­να μέσα αστι­κών με­τα­φο­ρών), θα οδη­γού­σε τους ερ­γα­ζό­με­νους στην διεκ­δί­κη­ση υψη­λό­τε­ρων απο­δο­χών για την κά­λυ­ψή τους. Τέλος, λει­τούρ­γη­σαν με ένα στα­θε­ρό, δη­μό­σιο σύ­στη­μα ερ­γα­σια­κών σχέ­σε­ων, και απο­τέ­λε­σαν το κατ’ εξο­χήν πα­ρα­γω­γι­κό πεδίο διο­ρι­σμών και προ­σλή­ψε­ων του αστι­κού δι­κομ­μα­τι­σμού, πράγ­μα που δια­μόρ­φω­σε έναν αστι­κό προ­σα­να­το­λι­σμό αυτών των ερ­γα­τι­κών δυ­νά­με­ων, με απο­τέ­λε­σμα η ση­με­ρι­νή τους απο­κρα­τι­κο­ποί­η­ση να μην συ­να­ντά την μα­ζι­κή και στα­θε­ρή  αντί­θε­ση και την  αντι­πα­λό­τη­τα αυτού του ερ­γα­τι­κού δυ­να­μι­κού.

 

Η ενιαία ιδιω­τι­κή κα­πι­τα­λι­στι­κή οι­κο­νο­μία

 

Κατ’ αυτό τον τρόπο οι απο­κρα­τι­κο­ποι­ή­σεις υλο­ποι­ή­θη­καν χωρίς μια απο­τε­λε­σμα­τι­κή αντι­με­τώ­πι­ση από την πλευ­ρά του αρι­στε­ρού ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος, γιατί :

Από τη μια πλευ­ρά, η πλειο­νό­τη­τα του ερ­γα­τι­κού δυ­να­μι­κού στις κοι­νω­φε­λείς επι­χει­ρή­σεις, επει­δή ακρι­βώς ανή­καν στη σφαί­ρα του ερ­γο­δο­τι­κού συν­δι­κα­λι­σμού, δεν προ­έ­βα­λαν παρά «τυ­πι­κές» αντι­στά­σεις, απέ­χο­ντας να δώ­σουν μάχη για την υπε­ρά­σπι­ση του δη­μό­σιου χα­ρα­κτή­ρα αυτών των πα­ρα­γω­γι­κών μο­νά­δων.

Από την άλλη πλευ­ρά οι όποιες αντι­στά­σεις προ­βλή­θη­καν δεν πλαι­σιώ­θη­καν από το ευ­ρύ­τε­ρο ερ­γα­τι­κό συν­δι­κα­λι­στι­κό κί­νη­μα και τις κοι­νω­νι­κές δυ­νά­μεις, λόγω της δια­φο­ράς των ερ­γα­σια­κών κα­θε­στώ­των στους δύο αυ­τούς το­μείς της οι­κο­νο­μί­ας (δια­σφά­λι­ση της απα­σχό­λη­σης ένα­ντι της μα­ζι­κής ανερ­γί­ας και ερ­γα­σια­κής απορ­ρύθ­μι­σης), αλλά και της γε­νι­κό­τε­ρης ηγε­μο­νί­ας του νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού της αγο­ράς και του αντα­γω­νι­σμού.

Κατά συ­νέ­πεια το ση­με­ρι­νό ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα και η Αρι­στε­ρά βρί­σκο­νται σε τε­λι­κή ανά­λυ­ση απέ­να­ντι σε μια ενιαία ιδιω­τι­κή κα­πι­τα­λι­στι­κή οι­κο­νο­μία που συ­μπε­ρι­λαμ­βά­νει πλέον κατά ενιαίο τρόπο και τις πρώην δη­μό­σιες επι­χει­ρή­σεις. Από την πλευ­ρά του κε­φα­λαί­ου αυτό επι­διώ­χθη­κε και έγινε εφι­κτό επει­δή πλέον τα τι­μή­μα­τα εξα­γο­ράς αυτών των επι­χει­ρή­σε­ων βρί­σκο­νταν σε πολύ χα­μη­λά επί­πε­δα, επει­δή δια­σφά­λι­ζαν μια στα­θε­ρή και σί­γου­ρη αγορά σχε­δόν μο­νο­πω­λια­κού χα­ρα­κτή­ρα, κι’ αυτό τους έδινε τη δυ­να­τό­τη­τα μιας εξα­σφα­λι­σμέ­νης κερ­δο­φο­ρί­ας, με την αυ­θαί­ρε­τη δια­μόρ­φω­ση των τι­μο­λο­γί­ων τους. Τα κε­φά­λαια που δια­τέ­θη­καν για την ιδιω­τι­κο­ποί­η­σή τους, δεν απο­τε­λούν «πα­ρα­γω­γι­κές επεν­δύ­σεις», όπως δια­τεί­νε­ται η ση­με­ρι­νή μνη­μο­νια­κή κυ­βέρ­νη­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, αλλά μορφή με­τα­βί­βα­σης της ιδιο­κτη­σί­ας (από δη­μό­σια σε ιδιω­τι­κή), τη στιγ­μή που τα πάγια κε­φά­λαια προ­ϋ­πήρ­χαν εφό­σον είχαν χρη­μα­το­δο­τη­θεί επί δε­κα­ε­τί­ες από τον κρα­τι­κό προ­ϋ­πο­λο­γι­σμό. Πρό­κει­ται πλέον για μια συ­νο­λι­κή οι­κο­νο­μία αμι­γώς κα­πι­τα­λι­στι­κού χα­ρα­κτή­ρα, απέ­να­ντι στην οποία έχει να δια­μορ­φώ­σει πο­λι­τι­κή η Αρι­στε­ρά, αφού πλέον ο κύ­κλος των απο­κρα­τι­κο­ποι­ή­σε­ων βα­δί­ζει προς την ολο­κλή­ρω­σή του.

Σή­με­ρα οι αρι­στε­ρές δυ­νά­μεις δεν μπο­ρούν πλέον να επι­κα­λε­στούν τις δη­μό­σιες επι­χει­ρή­σεις, οι οποί­ες με τις κα­τάλ­λη­λες επεν­δύ­σεις και προ­σα­να­το­λι­σμούς θα μπο­ρού­σαν να απο­τε­λέ­σουν τον «κι­νη­τή­ριο μοχλό» της οι­κο­νο­μι­κής ανά­καμ­ψης της χώρας, πράγ­μα που απο­τε­λού­σε κύριο χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό της αρι­στε­ρής πο­λι­τι­κής. Άρα απαι­τεί­ται η υιο­θέ­τη­ση μιας δια­φο­ρε­τι­κής αντι­με­τώ­πι­σης της λει­τουρ­γί­ας της οι­κο­νο­μί­ας η οποία πλέον να θέτει στο επί­κε­ντρό της την κα­τά­κτη­ση του θε­σμού του ερ­γα­τι­κού ελέγ­χου και την υλο­ποί­η­ση κοι­νω­νι­κο­ποι­ή­σε­ων ιδιω­τι­κών επι­χει­ρή­σε­ων, σε συ­νάρ­τη­ση προ­φα­νώς με τον κάθε φορά τα­ξι­κό συ­σχε­τι­σμό των δυ­νά­με­ων, πα­ράλ­λη­λα με μια ανα­δια­νε­μη­τι­κή ει­σο­δη­μα­τι­κή πο­λι­τι­κή με την ταυ­τό­χρο­νη ισχυ­ρή φο­ρο­λό­γη­ση της επι­χει­ρη­μα­τι­κής κερ­δο­φο­ρί­ας. Με τέ­τοιου εί­δους μέτρα μπο­ρεί να δρο­μο­λο­γη­θεί μια στα­θε­ρή «πο­λιορ­κία» του κε­φα­λαί­ου, τόσο στο άμεσο πα­ρα­γω­γι­κό επί­πε­δο, όσο και στο επί­πε­δο των συ­νο­λι­κών πο­λι­τι­κών και κοι­νω­νι­κών συ­σχε­τι­σμών.

Αυτή η οπτι­κή αντι­με­τω­πί­ζει την κοι­νω­νι­κή κα­πι­τα­λι­στι­κή πα­ρα­γω­γή στο σύ­νο­λό της, και προ­φα­νώς δεν «πρι­μο­δο­τεί» ορι­σμέ­νες πρώην δη­μό­σιες επι­χει­ρή­σεις, γιατί σε τε­λι­κή ανά­λυ­ση στο επί­κε­ντρο βρί­σκε­ται το σύ­νο­λο των πα­ρα­γο­μέ­νων προ­ϊ­ό­ντων και προ­σφε­ρο­μέ­νων υπη­ρε­σιών που έχουν κοι­νω­νι­κή χρη­σι­μό­τη­τα. Γιατί είναι με­γα­λύ­τε­ρης ση­μα­σί­ας η πα­ρα­γω­γή οπλι­κών συ­στη­μά­των ένα­ντι της πα­ρα­γω­γής γα­λα­κτο­κο­μι­κών προ­ϊ­ό­ντων, γιατί αντί­στοι­χα η εμπο­ρευ­μα­τι­κή και λι­με­νι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα ένα­ντι της ανα­γκαιό­τη­τας κοι­νω­νι­κο­ποί­η­σης της του­ρι­στι­κής οι­κο­νο­μι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας κλπ. ; Άλ­λω­στε αυτός ο δρό­μος είναι σε θέση να απο­φύ­γει το ολι­σθη­ρό έδα­φος του κρα­τι­κού κα­πι­τα­λι­σμού (επι­χει­ρή­σεις που λει­τουρ­γούν με ερ­γο­δό­τη το αστι­κό κρά­τος), που ιστο­ρι­κά εμ­φα­νί­ζο­νταν, εντε­λώς εσφαλ­μέ­να όπως απο­δεί­χθη­κε, ως μορφή ανά­πτυ­ξης και λει­τουρ­γί­ας του σο­σια­λι­σμού. Αυτός βα­σί­ζε­ται στην ίδια ιε­ραρ­χι­κή ορ­γά­νω­ση της ερ­γα­σί­ας, στην ίδια την ανά­δει­ξη μιας διευ­θυ­ντι­κής τε­χνο­κρα­τί­ας, και τε­λι­κά στον πα­ρα­γκω­νι­σμό της ίδιας της ερ­γα­τι­κής τάξης.

 

 

 

Ορό­ση­μα της πο­λι­τι­κής ένα­ντι του επι­χει­ρη­μα­τι­κού κε­φα­λαί­ου

 

Α) Η αρι­στε­ρή πο­λι­τι­κή, πέραν των δη­μο­σιο­νο­μι­κών και νο­μι­σμα­τι­κών της προσ­διο­ρι­σμών, έχει να αντι­με­τω­πί­σει έτσι έναν ενιαίο κα­πι­τα­λι­στι­κό τομέα της οι­κο­νο­μί­ας, και να βα­σι­στεί σε ορι­σμέ­να με­τα­βα­τι­κού χα­ρα­κτή­ρα ορό­ση­μα. Και κατ’ αρχήν πρω­ταρ­χι­κό της βήμα, εκ των ων ουκ άνευ, είναι η ρι­ζι­κή ανα­δια­νο­μή ει­σο­δή­μα­τος προς όφε­λος των λαϊ­κών τά­ξε­ων και σε βάρος της κερ­δο­φο­ρί­ας της αστι­κής τάξης (απο­κα­τά­στα­ση και αύ­ξη­ση μι­σθών και συ­ντά­ξε­ων, επι­δό­μα­τα ανερ­γί­ας για το σύ­νο­λο των ανέρ­γων κλπ.)  όπως αυτή πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε στην τε­λευ­ταία επτα­ε­τία και ση­μα­το­δο­τή­θη­κε από μια μα­ζι­κή με­τα­φο­ρά ει­σο­δή­μα­τος από την ερ­γα­τι­κή τάξη  προς το επι­χει­ρη­μα­τι­κό κε­φά­λαιο. Αυτός είναι ό πρώ­τος όρος για να αγκα­λια­σθεί μια τέ­τοια πο­λι­τι­κή από τον κόσμο της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας και της ανερ­γί­ας, ανα­γκαία κοι­νω­νι­κή προ­ϋ­πό­θε­ση για κάθε πα­ρα­πέ­ρα ρι­ζο­σπα­στι­κό πο­λι­τι­κό βη­μα­τι­σμό . Ταυ­τό­χρο­να  αυτό είναι και βα­σι­κή οι­κο­νο­μι­κή συν­θή­κη για την αύ­ξη­ση της κα­τα­νά­λω­σης και την κί­νη­ση της πα­ρα­γω­γι­κής βιο­μη­χα­νι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας.

Δεν μπο­ρεί κατά κα­νέ­ναν τρόπο η Αρι­στε­ρά να προ­τά­ξει την ανά­πτυ­ξη των πα­ρα­γω­γι­κών δυ­νά­με­ων (αύ­ξη­ση της κα­πι­τα­λι­στι­κής πα­ρα­γω­γής) πα­ρα­πέ­μπο­ντας στις ελ­λη­νι­κές κα­λέν­δες τα μέτρα με­τα­σχη­μα­τι­σμού των αστι­κών σχέ­σε­ων πα­ρα­γω­γής, όπως επί­σης και την λε­γό­με­νη «πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση» (ανα­διάρ­θρω­ση του ελ­λη­νι­κού κε­φα­λαί­ου), πράγ­μα που άλ­λω­στε προ­ω­θεί συ­στη­μα­τι­κά η ση­με­ρι­νή μνη­μο­νια­κή κυ­βέρ­νη­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Η πρω­ταρ­χι­κή ανα­δια­νο­μή ει­σο­δή­μα­τος είναι μέτρο κοι­νω­νι­κο­ποί­η­σης ενός μέ­ρους της πα­ρα­γό­με­νης υπε­ρα­ξί­ας, και μ’ αυτή την έν­νοια χα­ρα­κτη­ρί­ζει ολό­κλη­ρη τη με­τα­βα­τι­κή πε­ρί­ο­δο. Ούτε προ­φα­νώς η Αρι­στε­ρά μπο­ρεί να ανα­λά­βει τον ρόλο στή­ρι­ξης δια­φό­ρων κα­τη­γο­ριών επι­χει­ρή­σε­ων (π.χ. μι­κρο­με­σαί­ων), πράγ­μα που αντι­στοι­χεί στο ρόλο μιας αστι­κής οι­κο­νο­μι­κής πο­λι­τι­κής.

Β) Σ’ ένα δεύ­τε­ρο επί­πε­δο, και εφό­σον επι­τυγ­χά­νε­ται μια τα­ξι­κή και ρι­ζο­σπα­στι­κή ανα­γέν­νη­ση του ερ­γα­τι­κού συν­δι­κα­λι­στι­κού κι­νή­μα­τος (πράγ­μα που είναι στό­χος προς κα­τά­κτη­ση), και τρο­πο­ποιού­νται οι κοι­νω­νι­κοί συ­σχε­τι­σμοί των δυ­νά­με­ων, η επι­βο­λή του ενερ­γού ερ­γα­τι­κού ελέγ­χου στο σύ­νο­λο της επι­χει­ρη­μα­τι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας, στο επί­πε­δο των επι­μέ­ρους πα­ρα­γω­γι­κών μο­νά­δων και στους ευ­ρύ­τε­ρους θε­σμούς άσκη­σης κοι­νω­νι­κής και οι­κο­νο­μι­κής πο­λι­τι­κής, ση­μα­το­δο­τώ­ντας τον δρα­στι­κό πε­ριο­ρι­σμό της άσκη­σης του διευ­θυ­ντι­κού δι­καιώ­μα­τος του κε­φα­λαί­ου. Αυτό δίνει στον ερ­γα­ζό­με­νο κόσμο την δυ­να­τό­τη­τα επη­ρε­α­σμού των οι­κο­νο­μι­κών εξε­λί­ξε­ων, και απο­τε­λεί ου­σια­στι­κό πεδίο χει­ρα­φέ­τη­σης της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας, στην προ­ο­πτι­κή της κα­τά­κτη­σης της κοι­νω­νι­κής δυ­να­τό­τη­τας συ­νο­λι­κής διεύ­θυν­σης της πα­ρα­γω­γι­κής δια­δι­κα­σί­ας.

Πρό­κει­ται για ένα πεδίο οξύ­τα­της τα­ξι­κής έντα­σης, στο μέτρο που λει­τουρ­γεί η από­λυ­τα κα­τη­γο­ρη­μα­τι­κή αρ­νη­τι­κή στάση της κα­πι­τα­λι­στι­κής ερ­γο­δο­σί­ας. Ου­σια­στι­κά, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θέτει το ζή­τη­μα της εξου­σί­ας, δυα­δι­κής αρ­χι­κά μορ­φής, που εκ των πραγ­μά­των θα προ­σλά­βει μο­νο­διά­στα­τα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά (αστι­κής ή ερ­γα­τι­κής). Ωστό­σο η λει­τουρ­γία θε­σμών ερ­γα­τι­κού ελέγ­χου συμ­βά­λει στην τα­ξι­κή υπο­κει­με­νο­ποί­η­ση των λαϊ­κών τά­ξε­ων, πράγ­μα που τις προσ­δί­δει έναν πρω­τα­γω­νι­στι­κό πο­λι­τι­κό ρόλο στην  δια­μόρ­φω­ση των πραγ­μά­των, κατά τρόπο άμεσο και αδια­με­σο­λά­βη­το, πέραν των κοι­νο­βου­λευ­τι­κών εκ­προ­σω­πή­σε­ων. Είναι σε τε­λι­κή ανά­λυ­ση η ασφα­λέ­στε­ρη οδός που χα­ρα­κτη­ρί­ζει τον τρόπο ρι­ζο­σπα­στι­κής κοι­νω­νι­κής με­τά­βα­σης.

Γ) Τέλος, η κοι­νω­νι­κο­ποί­η­ση, με όλα τα στοι­χεία που μπο­ρούν να την προσ­διο­ρί­ζουν, αντι­προ­σω­πεύ­ει τον στρα­τη­γι­κό στόχο της ερ­γα­τι­κής χει­ρα­φέ­τη­σης, και αφορά τόσο την ιδιο­κτη­σία των μέσων πα­ρα­γω­γής, όσο και τον κα­τα­με­ρι­σμό της ερ­γα­σί­ας (ιε­ραρ­χι­κό ή ορι­ζό­ντιο), καθώς και τον τρόπο πα­ρα­γω­γι­κής λει­τουρ­γί­ας και κα­τα­νο­μής των απο­τε­λε­σμά­των της πα­ρα­γω­γής. Αυτή δεν μπο­ρεί να αφορά παρά το σύ­νο­λο των πα­ρα­γω­γι­κών δρα­στη­ριο­τή­των, και δεν μπο­ρεί να πε­ριο­ρι­σθεί σε κά­ποιες επι­χει­ρή­σεις «στρα­τη­γι­κής ση­μα­σί­ας», μέσα σε ένα ευ­ρύ­τε­ρο κα­πι­τα­λι­στι­κό πε­ρι­βάλ­λον, και με τον κίν­δυ­νο του κρα­τι­κού κα­πι­τα­λι­σμού να είναι υπαρ­κτός σε κάθε πο­λι­τι­κό βήμα. Φυ­σι­κά πρό­κει­ται για ανοι­χτή, άνευ όρων και ορίων δια­πά­λη για την εξου­σία, δια­πά­λη βέ­βαια που η τε­λι­κή της έκ­βα­ση εξαρ­τά­ται από τους όρους ηγε­μο­νί­ας της Αρι­στε­ράς, από τις συμ­μα­χί­ες των ερ­γα­τι­κών και λαϊ­κών με­ρί­δων και στρω­μά­των, από την ισχύ του ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος, από την λει­τουρ­γία ήδη μορ­φών ερ­γα­τι­κού πα­ρα­γω­γι­κού ελέγ­χου.

/rproject.gr

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος