Οι δικές μας ρεζέρβες

Οι δικές μας ρεζέρβες

  • |

Η Ελλη είναι νοσοκόμα. Οι εκλογές, μαντινάδα. Το πρωινό, ραγισμένο και φεύγει αόρατο αλλάζοντας ταχύτητες.
Τούμπα είν’ ο Γιάννης Ζουγανέλης, και κοντραμπάσο με δοξάρι ο Ροδουσάκης ο πολύς, αλλά «Αουντουαντάρια» ακόμα δεν ξέρουμε τι είναι. Ο πολιτευτής πάντως είναι ακόμα πονηρός και «ώρα κοκορεύεται επάνω στον εξώστη/και μιλά στο πόπολο σαν τον ναυαγοσώστη». Τα φράγκα είναι εξίσου δυσεύρετα κι εκείνος, φοιτητής, πηδάει από την έδρα της πολιτικής οικονομίας και ψάχνει, πάντα κι ακόμα, τον σοσιαλισμό. Κι ο Κοεμτζής είναι «Σαν μια θεότητα που λύει τον πανικό της και διαστέλλεται ξεσπώντας/Στ’ ανυποψίαστα μπουλούκια του γλεντιού, που βιάζουν το άσυλό της». Κι όλα αυτά και μερικά ακόμα είναι η «Ρεζέρβα» του ’79, όπως γράφτηκε τότε και όπως την κληρονομήσαμε κι εμείς σε μεταγενέστερες εφηβείες, ανήσυχες, ικανές ωστόσο να καταλάβουν γιατί ο Νίκος Κοεμτζής -που θα τον αποκαλούσαν τώρα κατευθείαν δολοφόνο και παραβατικό- και το μακρύ του ζεϊμπέκικο έγιναν κάποτε θρυλικό τραγούδι (και ταινία).

Ναταλί Χατζηαντωνίου

Αλλαξε κι ο Σαββόπουλος εν τω μεταξύ. Θα έγραφε άραγε τώρα εκείνο τον στίχο («Για τα παιδιά που ‘ναι στο κόμμα») «Κι όμως μες στης κόλασης τις λαύρες,/μες σε δακρυγόνα και περίπολα και αύρες/λάμπεις σαν το πιο πολύτιμο ορυκτό,/ναι, σαν ασημένιο υψώνεσαι φτερό/τούτη τη στιγμή που σπάζεις τον κλοιό»; Μ’ έναν τρόπο ωστόσο η ουσία όσων έλεγαν τραγούδια σαν κι αυτά, που έρχονταν από το ’60 και το ’70 ή και το ’80 να μιλήσουν για εμπειρίες και τραύματα συλλογικά, παραμένει. Αλλά πάλι σκέφτομαι αν σαν πείραμα ρωτήσουμε γύρω γύρω παιδιά στα 20 και, τι είναι η «Ρεζέρβα», πόσα από αυτά θα απαντήσουν πως είναι ο ελληνικός τίτλος της αυτοβιογραφίας του Πρίγκιπα Χάρι… Θα ανακαλύψουν άραγε αργότερα πως «ρεζέρβα» είναι πρώτα πρώτα ό,τι φυλάμε για να το χρησιμοποιήσουμε στο μέλλον σε αντικατάσταση άλλου που θα χαλάσει, θα φθαρεί και θα τελειώσει;

efsyn.gr