- του Ashraf Fayadh
———————————
Τεταμένες οι στιγμές μου,
κι ο ύπνος σαν πρώτη φορά ερωτοχτυπημένος έφηβος.
Ας παραβλέψω την καρδιά
και την αναστάτωση του νου σαν νερό που κοχλάζει
πέρα από το σημείο βρασμού.
–
Είμαι ένα κομμάτι σύμπαντος με το οποίο το σύμπαν οργίζεται,
ένα κομμάτι γης για το οποίο η γη αισχύνεται,
ένας άνθρωπος καταρρακωμένος απέναντι στον οποίο
οι άλλοι δεν τηρούν ουδετερότητα.
–
Ουδετερότητα: μια αυταπάτη
όπως όλες οι χάριτες για τις οποίες μιλούν οι άνθρωποι, τόσο ξεδιάντροπα θεωρητικά.
Η αλήθεια ένας όρος ανεπαρκής, όπως ο Άνθρωπος,
και η αγάπη χτυπιέται ‘δω και ‘κει,
μια δύστυχη μύγα
παγιδευμένη σε κουτί γυάλινο.
H ελευθερία κάτι το πολύ σχετικό:
ό,τι κι αν ειπωθεί ό,τι κι αν γίνει ζούμε σε μια φυλακή σε σχήμα μπάλας
με κάγκελα από όζον.
Απελευθερωθείτε, η μοίρα μας
ο βέβαιος θάνατος.
–
Ανίκανος να γελάσω.
Παντελώς ανίκανος ακόμη και να χαμογελάσω.
Ανίκανος, την ίδια στιγμή, να κλάψω.
Ανίκανος να λειτουργήσω ως άνθρωπος,
και δεν με αναστατώνει ούτε τόσο δα
κι όμως πονάει τόσο
να έχεις ένα κορμί σκεπασμένο με αδιόρατο χνούδι,
να περπατάς στα δυο,
να εξαρτάσαι πλήρως από τον νου σου,
να παρασύρεσαι από τις επιθυμίες σου ως τα άκρα,
να είναι η λευτεριά σου παγιδευμένη,
να αποφασίζουν άλλοι να σε σκοτώσουν,
να χάνονται οι δικοί σου
δίχως μιαν ευκαιρία να πεις Αντίο.
–
Tι το καλό κάνει ένα Αντίο
εκτός από το να αφήνει μια θλιβερή εντύπωση;
Τι το καλό έχει μια συνάντηση;
Τι το καλό έχει η αγάπη;
Τι το καλό έχει το να είσαι έτσι ζωντανός
όταν οι άλλοι πεθαίνουν από θλίψη
για σένα;
–
Τον πατέρα μου τον είδα για τελευταία φορά πίσω από ένα χοντρό τζάμι
κι ύστερα έφυγε, για πάντα.
Εξαιτίας μου, ας πούμε.
Ας πούμε επειδή δεν μπόρεσε να αντέξει στη σκέψη
πως θα πέθαινα πριν απ’ αυτόν.
Ο πατέρας μου πέθανε κι έμεινε ο θάνατος να με πολιορκεί
δίχως αρκετά να με τρομάζει.
Γιατί ο θάνατος μας φοβίζει έως θανάτου;
Ο πατέρας μου αναχώρησε αφού ξόδεψε
πολύ καιρό στην επιφάνεια αυτού του πλανήτη.
Δεν του είπα αντίο όπως έπρεπε
ούτε τον θρήνησα όπως έπρεπε
κι ήμουν ανίκανος για δάκρυα,
μια συνήθειά μου, που χειροτερεύει με τα χρόνια.
–
Αυτοί οι στρατιώτες με πολιορκούν σ’ όλα τα μέτωπα
με τις ξεθωριασμένες τους στολές.
Νόμοι και καθεστώτα και θεσμοί με πολιορκούν.
Η κυριαρχία με πολιορκεί,
ένα ένστικτο τόσο βαθύ που τα ζωντανά πλάσματα δεν μπορούν να διαταράξουν.
Η μοναξιά μου με πολιορκεί.
Η μοναξιά μου με πνίγει.
Στραγγαλίζομαι από κατάθλιψη, νευρικότητα, ανησυχία.
Η τύψη, να ανήκω στην ανθρώπινη φυλή, με σκοτώνει.
Στάθηκα ανήμπορος να πω αντίο σε όσους αγαπώ
και έχουν πια φύγει, ακόμη και προσωρινά.
Στάθηκα ανήμπορος να αφήσω μια καλή εντύπωση μιας τελευταίας συνάντησης.
Κι ύστερα ενέδωσα στα τουφέκια της νοσταλγίας
που ισοπέδωσαν τον δρόμο μου.
Αρνήθηκα να υψώσω τη γροθιά μου
κι έγινα ανίκανος.
Κι ύστερα δεσμεύτηκα από τη θλίψη
που απέτυχε να με εξαναγκάσει να δακρύσω.
Η Γνώση μου κατατρώει τα σωθικά,
σκοτώνοντας κάθε μου ευκαιρία επιβίωσης.
–
Η Γνώση με σκοτώνει αργά
και παραείναι πια αργά για θεραπεία.
Ο Ashraf Fayadh είναι ένας Παλαιστίνιος ποιητής, πρόσφυγας στη Σαουδική Αραβία (“Γη είναι η κόλαση που ετοιμάστηκε για τους πρόσφυγες”, όπως ο ίδιος γράφει) που καταδικάστηκε σε θάνατο δια αποκεφαλισμού από την κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας, ως αποτέλεσμα μιας σειράς διώξεων που του ασκήθηκαν επειδή “προωθούσε την αθεΐα” μέσα από την ποίηση και το έργο του.
“Οι προφήτες έχουν συνταξιοδοτηθεί. Οπότε μην περιμένεις κανέναν προφήτη να σταλεί για χάρη σου.” έγραψε ο Ashraf και στις 17 Νοεμβρίου 2015 καταδικάστηκε στην εσχάτη των ποινών…
Πρόσφατα, η ποινή του -μετά από το διεθνές κίνημα αλληλεγγύης που αναπτύχθηκε- κατέπεσε σε 8 χρόνια κάθειρξης και 800 μαστιγώματα αλλά απαιτείται και να αποκηρύξει την ποίησή του δημοσίως στα κρατικά Σαουδικά Μ.Μ.Ε..