Διαφθορά και σκάνδαλα οδηγούν στην ακροδεξία στην Βραζιλία

Διαφθορά και σκάνδαλα οδηγούν στην ακροδεξία στην Βραζιλία

  • |

 

Η ανάπτυξη της Βραζιλίας κατά την δεκαετία του 2000 την οδήγησαν να κερδίσει μία θέση μεταξύ της παγκόσμιας ελίτ των αναδυόμενων οικονομιών, αποκαλούμενες και ως χώρες BRIC (Κίνα, Ινδία, Ρωσία, Βραζιλία). Παρόλα αυτά τα τελευταία χρόνια η θέση της στην παγκόσμια οικονομία δείχνει να εξασθενεί. Από ένα ευνοϊκό μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης για τις αναπτυσσόμενες χώρες, η Βραζιλία έχει γίνει ένα μάθημα για την σημασία της ανάπτυξης καλύτερων, πιο διαφανών και πιο υπεύθυνων διαδικασιών διακυβέρνησης για την αποφυγή σκανδάλων.

του Ανδρέα Βελισσάριου

Η Βραζιλία οδεύει προς τις κάλπες με τον λαό της να καλείται να εκλέξει τον πρόεδρο και το πολιτικό πρόγραμμα που προασπίζει ώστε η χώρα να βγει από μια πολύπλευρη κρίση. Ο αντίκτυπος μπορεί να είναι μεγάλος, αλλά η Βραζιλία δεν παρουσιάζει κανένα σημάδι μιας παλιάς τύπου κρίσης του ισοζυγίου πληρωμών. Δεν είναι το “έλεος” και το “κακό παιδί” του παγκόσμιου κεφαλαίου. Η κρίση της είναι, ουσιαστικά, μια μάχη με τον εαυτό της.
Συγκρίνετε τη Βραζιλία με την Αργεντινή και την Τουρκία, τόσο στο μάτι των καταιγίδων της αγοράς που τις έπληξαν φέτος. Ταιριάζουν με το πρότυπο μιας νομισματικής κρίσης. Και οι δύο είχαν μεγάλα ελλείμματα, ένα μεγάλο μέτρο του εμπορικού ισοζυγίου. Αυτά χρηματοδοτήθηκαν από εξωτερικό δανεισμό, μεγάλο μέρος του οποίου καλύφθηκε από τα δολάρια των ΗΠΑ. Και οι δύο υποφέρουν από υψηλό πληθωρισμό. Και οι δύο είχαν εξαιρετικά μεγάλο αποθεματικό ξένου συναλλάγματος.

Η Βραζιλία όμως είναι μια διαφορετική περίπτωση. Ο τρέχουσες συναλλαγές της είναι σε γενικές γραμμές ισορροπημένες. Ο πληθωρισμός βρίσκεται σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα με τα άφθονα νομισματικά αποθέματα να επιβαρύνουν τα χρέη της (σε δολάρια). Το πρόβλημα της Βραζιλίας είναι ότι τα δημοσιονομικά της να ακολουθούν μια επικίνδυνη πορεία. Το δημόσιο χρέος της αυξήθηκε από το 60% στο 84% του ΑΕΠ σε μόλις τέσσερα χρόνια. Ωστόσο, ο προϋπολογισμός της έχει κολακευτεί από τις απροσδόκητες εισπράξεις από την έκρηξη εξόρυξης, τον τεράστιο όγκο εξαγωγών (κυρίως σε Κίνα, Ινδία) και τις καταναλωτικές δαπάνες που τροφοδοτούνται με πιστωτικό όριο.

Η κρίση που μαστίζει την Βραζιλία έχει οδηγήσει τον λαό της να διαδηλώνει και να αντιδρά απέναντι 1) στα σκάνδαλα που ταλανίζουν δεκαετίες την χώρα, 2) στον διπλασιασμό της τιμής του ντίζελ (από το 2016) που έχει οδηγήσει στην καθίζηση του εμπορίου και των μετακινήσεων, αλλά και στις αλλαγές στο συνταξιοδοτικό με τον κυβέρνηση Τεμέρ να βάζει πλαφόν στις συντάξεις αυξάνοντας ταυτόχρονα τα όρια συνταξιοδότησης. Όλες αυτές οι δραματικές εξελίξεις έχουν δημιουργήσει μια “βόμβα” έτοιμη να εκραγεί με την φωτιά να έχει ήδη μπει, μιας και καθημερινά ο κόσμος της εργασίας καλείται να αντιμετωπίσει εκτός της φτώχεια και της ανεργίας, και την ασύλληπτες σε βία αστυνομική ενέργειες.

Επιπλέον συρρίκνωση υφίστανται και ο χώρος των πανεπιστημίων, της έρευνας και της ανάπτυξης. Οι εκλογές στη Βραζιλία, είναι μια ευκαιρία να αποκατασταθεί η δέσμευση για την επιστήμη και η διάσωση της χώρας από την περαιτέρω οικονομική κάμψη. Ο τρέχων προϋπολογισμός του Υπουργείου Επιστήμης, Τεχνολογίας, Καινοτομίας και Επικοινωνίας (MCTIC) είναι μόνο το 40% εκείνου του 2010, ακόμη και μετά τη συγχώνευσή του με το Υπουργείο Επικοινωνίας το 2016. Ταυτόχρονα, το νόμισμα έχει υποτιμηθεί κατά το ήμισυ. Φέτος, μια επιστολή που διαμαρτύρεται για περικοπές του προϋπολογισμού στην επιστήμη υπογράφηκε από 56 βραζιλιάνικες επιστημονικές εταιρείες και απεστάλη από τη βραζιλιάνικη ακαδημία επιστημών και την βραζιλιάνικη κοινωνία για την πρόοδο της επιστήμης στον πρόεδρο της Βραζιλίας Michel Temer. Το πρόβλημα είναι ότι η έρευνα και οι υποστηρικτικές της υποδομές εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την κρατική επιχορήγηση. Τα κεφάλαια για ερευνητικά έργα προέρχονται κατ ‘ανάγκη από τα MCTIC και κρατικές υπηρεσίες, όπως το Ίδρυμα Ερευνών του Σάο Πάολο (FAPESP). Υπάρχει επίσης μια προβληματική εσφαλμένη αντίληψη στη Βραζιλία ότι η επιστήμη και η τεχνολογία έχουν ελάχιστο αντίκτυπο στην οικονομία. Συγκριτικά, η Ένωση Πανεπιστημίων Έρευνας στην Ευρώπη εκτιμά ότι το 2016, η παραγωγή πανεπιστημίων με ένταση έρευνας ενίσχυσε την ευρωπαϊκή οικονομία, δημιουργώντας περίπου 100 δισ. ευρώ σε ακαθάριστη αξία καθώς και σε 1,3 εκατ. θέσεις εργασίας.

Σε όλα αυτά λοιπόν έρχεται να προστεθεί και ο κίνδυνος της ανάδειξης της ακροδεξιάς στις τρέχουσες εκλογές σε κινητήρια πολιτική δύναμη. Ο Μπολσονάρο, πρώην λοχαγός του στρατού και νοσταλγός της στρατιωτικής δικτατορίας, υποσχέθηκε να εφαρμόσει πολιτική σκληρής καταστολής του εγκλήματος και της διαφθοράς συνοδευόμενη από μια νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική αν κερδίσει τις εκλογές. Ο 63χρονος ακροδεξιός πολιτικός απέκτησε ακόμα μεγαλύτερη ορμή μετά την επίθεση με μαχαίρι που υπέστη πριν από έναν μήνα σε προεκλογική συγκέντρωση, η οποία ήταν σχεδόν μοιραία και τον εμπόδισε να συνεχίσει την εκστρατεία του. Ο Μπολσονάρο καβάλησε το κύμα της οργής προς το “πολιτικό κατεστημένο” μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου γύρω από ένα από τα μεγαλύτερα κυκλώματα διαφθοράς στον κόσμο αλλά και τη ραγδαία αύξηση της εγκληματικότητας στη Βραζιλία, το κράτος όπου διαπράττονται οι περισσότερες ανθρωποκτονίες στην υφήλιο. Στις πιο πολωμένες εκλογές στη Βραζιλία μετά το τέλος της στρατιωτικής χούντας το 1985, ο Μπολσονάρο υποστηρίχθηκε από μια ομάδα απόστρατων στρατηγών οι οποίοι κατηγορούν το PT για τη διαφθορά, την εγκληματικότητα και την ύφεση της οικονομίας και δεν διστάζουν να τάσσονται υπέρ της επέμβασης του στρατού στα πολιτικά πράγματα εάν η πολιτική και οικονομική κρίση συνεχιστούν.

Φυσικά το “αόρατο χέρι” τους σε όλη αυτή τη δραματική κατάσταση έχουν βάλει και οι αγορές με τον οικονομολόγο της Goldman Sachs, Αλμπέρτο Ράμος, να τονίζει πως πρέπει να γίνουν γενναίες οικονομικές μεταρρυθμίσεις (κυρίως δημοσιονομικά) που αφορούν το συνταξιοδοτικό με το “πιόνι” τους (Μπολσονάρο) να διαμορφώνει ένα ακραία ρατσιστικό και σεξιστικό προφίλ. Ο Χάμιλτον Μοουράου υποψήφιος για την θέση της αντιπροεδρίας με τον Μπολσονάρο είχε αναφέρει ότι είναι βάρος για τη Βραζιλία η κληρονομιά της «νωθρότητας των ιθαγενών» και της «ατιμίας των μαύρων», ή ότι οι μονογονεϊκές οικογένειες είναι «εργοστάσια για την παραγωγή απροσάρμοστων» που πληθαίνουν τις τάξεις «των λαθρέμπορων ναρκωτικών». Να τονίσουμε πως ο Μπολσονάρο υποστηρίζεται κυρίως από την φιλελεύθερη αστική τάξη, και τους σκληρούς υποστηρικτές της δικαιοσύνης. Επίσης απολαμβάνει την στήριξη του Εντίρ Μασέντο, ιδιοκτήτη του τηλεοπτικού σταθμού Record και επικεφαλή της Παγκόσμιας Εκκλησίας του Βασιλείου του Θεού, μιας από τις μεγαλύτερες ευαγγελικές εκκλησίες της Βραζιλίας…!

Από την άλλη μεριά, το PT φαίνεται να πληρώνει τις αμαρτίες τους παρελθόντος, με τον υποψήφιο Φερνάντο Αντάτζι να καταλαμβάνει την δεύτερη θέση με 28,37% (μερικά αποτελέσματα καταμέτρησης πρώτου γύρου). Συνολικά, ο Μπολσονάρου συγκέντρωσε το 46.7% των ψήφων κερδίζοντας στις 17 από τις 27 πολιτείες της χώρας, εξασφαλίζοντας πάνω από το 50% των ψήφων στις εννέα. Στο Σάο Πάολο, την πλουσιότερη και πολυπληθέστερη της Βραζιλίας, έλαβε το 53% των ψήφων. Στο Ρίο ντε Τζανέιρο, δεύτερη σε ΑΕΠ και τρίτη σε πληθυσμό, έλαβε σχεδόν το 60% των ψήφων. Ο Αντάτζι κέρδισε κυρίως φτωχές πολιτείες στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας, προπύργιο του μέντορά του, Λούλα ντα Σίλβα, ο οποίος έχει φυλακιστεί μετά την καταδίκη του για διαφθορά και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, κατηγορίες που αρνείται. Στην πολιτεία Μπαϊα, που έχει τον μεγαλύτερο πληθυσμό στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας και τον τέταρτο υψηλότερο σε εθνικό επίπεδο συγκέντρωσε σχεδόν 60%.

Στις 28 Οκτωβρίου θα πραγματοποιηθεί ο δεύτερος γύρος των προεδρικών εκλογών με το “μαύρο σύννεφο της ακροδεξιάς και τους φασισμού” να πλανιέται πάνω από την Βραζιλία με άγνωστες συνέπειες για την ίδια αλλά και ευρύτερα παγκοσμίως.

.nostimonimar.gr/

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος