Έφυγε πλήρης ημερών στις 6 Απριλίου, στα 84 χρόνια του, ο μεγάλος Ουρουγουανός συγγραφέας Ντανιέλ Τσαβαρία.
Γεννήθηκε το 1933 στο San José στην Ουρουγουάη, έζησε μια περιπετειώδη ζωή χωρίς όρια και συμβάσεις, ταξιδεύοντας και ζώντας σε πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής και της Ευρώπης.
Βιομηχανικός εργάτης στην Κολωνία, ξεναγός στο Πράδο, λιμενεργάτης στο Αμβούργο, χρυσοθήρας στον Αμαζόνιο, πωλητής βιβλίων, λαθρέμπορος ποτών και τσιγάρων, καθηγητής Πανεπιστημίου στην Αβάνα και συγγραφέας είναι ένα δείγμα των επαγγελμάτων που δοκίμασε στη ζωή του.
Το συγγραφικό του έργο ξεκίνησε μετά τα 45 του χρόνια. Περιλαμβάνει περίπου πάνω από 20 βιβλία (11 έχουν μεταφραστεί στην Ελλάδα) όπου συνυπάρχει το κατασκοπευτικό θρίλερ, το πολιτικό νουάρ και το ιστορικό μυθιστόρημα. Τόποι της μυθοπλασίας του η Ζούγκλα του Αμαζόνιου, η Αρχαία Αθήνα, η Αβάνα, το Μαϊάμι.
«Ακούμπησα την κάννη στον ώμο του Παλάσιος. Γύρισε, κοίταξε λοξά το πιστόλι, στράφηκε συνοφρυωμένος και με κοίταξε κατάματα.- Αυτή είναι πτήση για την Κούβα, καπετάνιε»
Εκ πρώτης όψεως, εντυπωσιάζει στο βιογραφικό του Ουρουγουανού συγγραφέα η μυθιστορηματική αεροπειρατεία που διέπραξε στην Κολομβία οδηγώντας το αεροπλάνο στο Σαντιάγο της Κούβας. Ήταν το 1969 και ο Τσαβαρία βρέθηκε σε άμεσο κίνδυνο, καθώς προδόθηκε η προσπάθεια σύστασης αντάρτικου κινήματος στην οποία συμμετείχε.
Όποιος ασχοληθεί όμως με το έργο του Τσαβαρία βρίσκεται πραγματικά μπροστά σε μια αποκάλυψη: Οι σελίδες των βιβλίων του ξεχειλίζουν με το αστείρευτο πάθος των ηρώων του, με περιγραφές και αναζητήσεις που απλώνονται σε όλα τα μήκη και πλάτη του ιστορικού χρόνου. Οι ήρωες του είναι κουβανοί επαναστάτες ή αντεπαναστάτες, πράκτορες της CIA, αρχαίοι Έλληνες, λαθρέμποροι, μαχαιροβγάλτες, οτιδήποτε μπορεί να σταθεί ικανό να ενσαρκώσει τις χορογραφίες χαρακτήρων που στήνει ο δαιμόνιος Ουρουγουανός. Η πλοκή των μυθιστορημάτων του πολυεπίπεδη, χωρίς να κουράζει, καταιγιστική, βαθιά και πυκνή σε νοήματα και ιστορικές αναφορές.
Αν προσπαθούσε -άδικα- κανείς να τον περιγράψει με βάση τις υπάρχουσες μεγάλες μορφές που δεσπόζουν στη λογοτεχνία θα έλεγε ότι ο Τσαβαρία ήταν ένας τυχοδιώκτης, αιχμαλωτιστής των εικόνων και της περιπέτειας σαν τον Τζακ Λόντον, παραμυθάς και μυθοπλάστης σαν τον Μάρκες και τον Καρπεντιέρ, με μεγάλες επιρροές από τον Ευρωπαϊκό διαφωτισμό, τη λατινική και αρχαία ελληνική γραμματεία (μίλαγε άπταιστα πέντε γλώσσες και δίδασκε Λατινικά και αρχαία Ελληνικά στο Πανεπιστήμιο της Αβάνας).
Ο ίδιος αναφέρει:
«Όταν υποδέχτηκε τον πρώτο πρόεδρο της Αλγερίας Μπεν Μπελά στην Αβάνα, ο Φιδέλ τον καλωσόρισε λέγοντας πάνω-κάτω τα εξής:
“Να ξέρετε κύριε Πρόεδρε ότι δεν ήρθατε σε ξένο έδαφος. Ο Χοσέ Μαρτί, ο καθοδηγητής μας, μας δίδαξε ότι οι αγωνιστές για την ελευθερία των λαών ανήκουν στην κληρονομιά της ανθρωπότητας”.
Την ίδια γνώμη έχω και εγώ για τους σπουδαίους διανοητές και τους μεγάλους καλλιτέχνες που είναι ικανοί να μεταδώσουν το φως, τη μεγάλη κληρονομιά αλήθειας και ομορφιάς που αποθησαυρίζει το είδος μας.
Γι’ αυτό, ο Βίκτορ Ουγκό, κληρονομιά της ανθρωπότητας, είναι τόσο δικός μου – τόσο Λατινοαμερικάνος και τόσο παγκόσμιος – όσο και κάθε Γάλλου. Με τον ίδιο τρόπο, μου ανήκουν επίσης ο Αριστοτέλης, ο Θερβάντες, ο Σαίξπηρ, ο Δάντης, ο Ομάρ Καγιάμ, ο Ντοστογιέφσκι, ο Νερούδα και εκατοντάδες λαμπροί φωτοδότες που γεννήθηκαν παντού σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας».
Πάνω απ’ όλα ο Ντανιέλ Τσαβαρία ήταν ταγμένος με τις κομμουνιστικές, επαναστατικές ιδέες και ήταν υπέρμαχος της Κουβανικής Επανάστασης. Γράφει χαρακτηριστικά για την επόμενη ημέρα απ’ όταν προσγειώθηκε στην Κούβα:
«Τι ωραία που ήταν η ζωή!…Φούσκωνε ο ενθουσιασμός μου στην ιδέα ότι στο εξής θα δούλευα μόνο για την Επανάσταση. Δεν θα χρειαζόμουν πια ατομική περιουσία ούτε θα πονοκεφάλιαζα για τα χρήματα. Θα ζούσα μια γεμάτη ζωή, αξιοπρεπή, σε μια κοινωνία δίκαιη και αταξική».
Καταλήγοντας με την προτροπή να διαβάσετε οπωσδήποτε αυτή την σπουδαία πένα της Λατινοαμερικάνικης (και όχι μόνο) λογοτεχνίας, παραθέτουμε το απολαυστικό κλείσιμο της αυτοβιογραφίας του Ν. Τσαβαρία Είδα να φτάνει ένας γέρος (Εκδ. Opera 2015):
«Ως τα μέσα της δεκαετίας του ‘90, η πίστη μου στο λαμπρό μέλλον της Επανάστασης είχε τα σκαμπανεβάσματα της, αλλά από τότε και μετά εδραιώθηκε η βεβαιότητα μου ότι πολλά από τα κακά που ακόμα δεν έχουν ξεριζωθεί κάποια μέρα θα εξαφανιστούν. Στην αρχή της Επανάστασης, για παράδειγμα, δεν έβλεπαν με καλό μάτι τους ομοφυλόφιλους. Δεν τους καταδίωξαν ούτε τους κακομεταχειρίστηκαν, όμως σίγουρα τους απομόνωναν, και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’80 δεν τους εμπιστεύονταν σημαντικά πόστα.
Σήμερα, όπως δικαιούνται, αξιολογούνται μόνο με βάση τις εργασιακές και πολιτικές τους ικανότητες και καταλαμβάνουν κάθε λογής ηγετικές θέσεις. Οι πολιτικοί ηγέτες του 2008 είναι λιγότερο δογματικοί και καλύτερα προετοιμασμένοι. Δεν συμβαίνουν πια οι αθλιότητες που άλλοτε έβλεπα συχνά, στα δεκατρία χρόνια που δούλεψα στο Πανεπιστήμιο της Αβάνας, όταν το Κόμμα και η Κομμουνιστική Ένωση Νεολαίας (ΠΙΟ) αποτελούσαν καταφύγιο καιροσκόπων με καπιταλιστικές ορέξεις.
Έμαθα να είμαι υπομονετικός και να εμπιστεύομαι τον Φιδέλ και αλλά ανώτατα στελέχη που υπηρετούν την επαναστατική διαδικασία. Αλλά, επίσης, έχω πειστεί ότι η μαζική βελτίωση ενός λαού απαιτεί πολύ χρόνο. Οι σημερινοί Γάλλοι, αν δε φτύνουν και δε ρεύονται πια στα εστιατόρια, το οφείλουν σε μια διαπαιδαγώγηση που ξεκίνησε γύρω στα 1789.
Πρέπει να παραδεχτώ ότι, παρόλο τον μισό αιώνα της Επανάστασης, υπάρχουν ακόμα στην Κούβα πολλές ελλείψεις, αφροντισιά, διεφθαρμένοι υπάλληλοι, έντονη παρουσία ηθών ηλιόλουστης χώρας, αμελή στελέχη, βολεμένοι κομμουνιστές, συνειδήσεις ωφελιμιστικές, όμως, οι αρετές του επαναστατικού ανθρωπισμού με επικεφαλής τον Φιδέλ δεν έχουν ανάλογό τους στον πλανήτη. Ετούτη είναι η μοναδική χώρα του κόσμου όπου αποφοιτούν γιατροί οι οποίοι πάνε να δουλέψουν μόνο για να προσφέρουν αλληλεγγύη μ’ έναν υποτυπώδη μισθό στις πλαγιές των Ιμαλαΐων, στις ζούγκλες της Κεντρικής Αμερικής και σε φυλές της Αφρικής.
Δεν ισχυρίζομαι ότι όλοι οι κουβανοί γιατροί είναι σαν τον Φιδέλ και τον Τσε, όμως, πάρα πολλοί απ’ όσους πηγαίνουν στις διεθνιστικές αποστολές που οργανώνει η κυβέρνηση αποτελούν τον ανθό του ανθρώπινου είδους. Υπήρξαν και πολλοί που συμμετείχαν με ευτελείς στόχους, και βλέποντας τη συγκινητική ευγνωμοσύνη των λαών που βοηθούσαν, έγιναν ικανότατοι επαγγελματίες και καλύτεροι άνθρωποι. Δεν αμφιβάλλω καθόλου ότι, αν η Κούβα δεν είχε στείλει τριακόσιες πενήντα χιλιάδες εθελοντές στρατιώτες να υπερασπιστούν την Αγκόλα, η κακοφορμισμένη πληγή του απαρτχάιντ δε θα είχε εκλείψει ακόμα από τη Νότια Αφρική – και δεν το λέω μόνον εγώ: το έχει δηλώσει δημοσίως ο Νέλσον Μαντέλα και πολλοί ηγέτες της Αγκόλας, της Ναμίμπια και της Ζιμπάμπουε.
Επίσης, όταν τελείωσαν την αποστολή τους νικώντας τον πανίσχυρο στρατό της Νότιας Αφρικής, οι Κουβανοί επέστρεψαν στην Κούβα χωρίς να πάρουν ούτε ένα διαμάντι, ούτε ένα λίτρο πετρέλαιο, κι ούτε ποτέ έστησαν κάποια επιχείρηση ή εμπόριο με την Αφρική. Το μόνο που έφεραν μαζί τους ήταν δύο χιλιάδες (και παραπάνω) νεκρούς στρατιώτες από τα πεδία των μαχών. Αντιθέτως, ήταν χιλιάδες οι Αφρικανοί φοιτητές που πήραν υποτροφία και σπούδασαν εδώ. Κι ο Φιδέλ, αφότου ανακήρυξε την Κούβα σε χώρα λατινο-αφρικανική, δήλωσε ότι όλη η Αμερική χρωστάει στην Αφρική που ξερίζωσε τα παιδιά της και τα κουβάλησε σκλάβους.
Ας συγκριθεί λοιπόν ο Φιδέλ -αυτός ο γίγαντας του αλτρουισμού- που τον λατρεύει ο λαός του ακολουθώντας τον στις μάχες του Κόλπου των Χοίρων, στην Αγκόλα, στην Αιθιοπία ή στους στίβους των Ηνωμένων Εθνών-, με τους λακέδες και τα γεράκια που κυβέρνησαν την Αμερική το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ αποκαλούν τύραννο τον Φιδέλ που φροντίζει για τη διατροφή, την παιδεία και την αξιοπρέπεια του λαού του, ενώ ταυτόχρονα προσφέρει αφειδώς αλληλεγγύη σε πάμπολους λαούς του Τρίτου Κόσμου. Η Κουβανική Επανάσταση που ξανάδωσε την όραση σε χιλιάδες άπορους και συνέβαλε στην εξάλειψη του αναλφαβητισμού σε πολλές χώρες, δέχεται κριτική από την Ευρωπαϊκή Ένωση που είναι ανίκανη να υψώσει τη φωνή της κατά της αδικίας και της κτηνωδίας των άθλιων νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων της Αμερικής.
Οι μεγάλες εφημερίδες του κόσμου τρέχουν να υποστηρίξουν κάθε ψέμα ή ανοησία που διαδίδει και ο τελευταίος πληρωμένος διανοούμενος εναντίον της Επανάστασης και κανείς δεν λέει τίποτα για την πείνα, την παιδική πορνεία, τη βία, το εμπόριο ανθρωπίνων οργάνων κι άλλες μάστιγες της λατινοαμερικανικής καθημερινότητας. Δε λένε ότι παρόλο το εμπάργκο και τις επιθέσεις των ΗΠΑ, η Κούβα είναι η μοναδική χώρα που τήρησε και τηρεί ακόμα, ύστερα από δεκαετίες, την υπόσχεση να φροντίζει τα παιδιά με καρκίνο από το Τσέρνομπιλ, το πυρηνικό εργοστάσιο της Ουκρανίας όπου συνέβη το ατύχημα το 1986.
Υπάρχουν ακόμα εκατοντάδες νοσηλευόμενοι σ’ ένα νοσοκομείο της Αβάνας εξοπλισμένο ειδικά γι’ αυτούς από το υπουργείο Δημόσιας Υγείας της Κούβας, όταν η ανεπτυγμένη Ευρώπη -κορυφαία του χορού της κυβέρνησης των πετρελαιοπειρατὡν και εγκληματιών του Μπους που υπέγραφε μανιφέστα κατά της Κούβας για παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων- δεν έκανε τίποτα. Εκτός από δύο δάνεια και ασήμαντες αποστολές φαρμάκων, δεν κούνησε ούτε δαχτυλάκι για τα παιδιά του Τσέρνομπιλ, κι όταν εγώ εγκωμιάζω την Κούβα και λέω τις αλήθειες, όταν μιλώ για τον ανθρωπισμό της και τα κατορθώματα της, μου αρέσει να το κάνω με όλη μου τη δύναμη, με βροντερή φωνή, με λόγια σταράτα και με όλα τα εγκώμια που αξίζει η Επανάσταση. Προσέχουν πολύ να μη μιλάνε έτσι ορισμένοι διανοούμενοι που ανήκουν στην Αριστερά. Τους βολεύει αυτό.
Ένας τέτοιος λόγος μπορεί να βλάψει το κύρος τους, την ευπρέπεια και τις προσωπικές τους επιτυχίες στην τέχνη, τις εκδόσεις και τα λοιπά. Για μένα είναι τιμή να φωνάζω τις αλήθειες της Κούβας, και λίγο με νοιάζει η επαναστατική αναιμία των συναδέλφων μου, όπως και η μανία του διεθνούς Τύπου, που βρίσκεται στα χέρια τραπεζιτών και πολυεκατομμυριούχων και κάνει επικύψεις στο στρατιωτικό και βιομηχανικό σύμπλεγμα συμφερόντων που κυβερνάει τον κόσμο. Είναι καιρός εμείς, οι υπερασπιστές της Κούβας, να μιλήσουμε χωρίς υπεκφυγές, κι ο κόσμος ας συνεχίσει την πορεία του.
Όσοι έρχονται εδώ με τις φωτογραφικές τους μηχανές να φωτογραφίσουν ξεφτισμένους τοίχους, αλάνες και ερείπια αναζητώντας την βαθιά Κούβα, έχουν πάρει λάθος δρόμο. Η αληθινή Κούβα βρίσκεται στα πανεπιστήμια, στις σχολές Καλών Τεχνών, στα επιστημονικά ινστιτούτα, στους τριάντα πέντε χιλιάδες γιατρούς τους που υπηρετούν στον Τρίτο Κόσμο, στις χιλιάδες δωρεάν οφθαλμολογικές επεμβάσεις στους φτωχούς της γης από τις πιο μακρινές γωνιές της, στη διδασκαλία της αγάπης για τον συνάνθρωπο χωρίς ωφελιμισμό, σ’ ένα μέλλον με ισότητα και αλτρουισμό. Αυτή την Κούβα δεν τη βλέπουν οι τουρίστες που περικυκλώνονται από πόρνες και νταβατζήδες, αλλά ούτε και αρκετοί ντόπιοι».
Κ.Μο.
.kommon.gr