“Θα αναπαυτούμε..” | του Γιάννη Γιαπράκη

“Θα αναπαυτούμε..” | του Γιάννη Γιαπράκη

  • |

Δύο θεατρικές παραστάσεις, μέσα σε δυο ημέρες,στο Αγρίνιο αυτή την εβδομάδα που μας πέρασε: «Θείος Βάνιας» και «Ο κύκλος των “μάταιων” πράξεων»

“Θείος Βάνιας”

Ας ξεκινήσω από τη δεύτερη στο Παπαστράτειο, “Θείος Βάνιας” Άντον Τσέχωφ, από τα μεγαλύτερα έργα στην ιστορία του παγκόσμιου θεάτρου, διαχρονικό, επίκαιρο και κατ’ εμέ το πιο εμβληματικό του Τσέχωφ..

Κείμενο που από την αρχή βάζει τα πράγματα στη θέση τους. Ο άνθρωπος αντί να δημιουργεί σε αρμονία με τη φύση,αποξενώνεται από αυτή, αλλοτριώνεται και καταστρέφει εαυτόν και φυσικούς πόρους.

Κείμενο επίσης, ανατομία της ανθρώπινης φύσης και της ζωής, όπου συνυπάρχει το ρηχό με το βαθύ, το σπουδαίο με το ευτελές,το ορθολογικό με το αλλόκοτο, το κωμικό με το τραγικό. Η ανθρώπινη ψυχή στη δίνη της σύγκρουσης του νόμου με την επιθυμία. Στην αγωνιώδη προσπάθεια να βρει την ευτυχία, αλλά πότε την “μπερδεύει” με τον ευδαιμονισμό και τη φενάκη, όπως και με την “κατανάλωση” του πνεύματος προς τέρψιν του εγώ (εκκωφαντικό το παράδειγμα του καθηγητή όπου η γνώση και το πνεύμα χρησιμοποιούνται, όχι για να σε κάνουν πιο ευαίσθητο, πιο ταπεινό και ανθρωπινότερο αλλά ως ένα ακόμη ισχυρό εργαλείο επιβολής εξουσίας, ή ως μέσο εξαγοράς της ομορφιάς και της νεότητας, με αποτέλεσμα μια μόρφωση φούσκα, απάτη..στην υπηρεσία του κυνισμού,της έπαρσης και της αχαριστίας) και πότε την αφήνει να εκφυλίζεται στη “συνήθεια” ή να ολισθαίνει σε υποκατάστατα και στο τέλος να υποκύπτει στη μοίρα της… όπου το παρόν είναι ανούσιο. και το παρελθόν… ανύπαρκτο.

“θα αναπαυτούμε,θα αναπαυτούμε. Θα συνεχίσουμε να δουλεύουμε, να δουλεύουμε αγόγγυστα για τους άλλους και οι μέρες θα περνούν… Και οι νύχτες θα είναι ατέλειωτες… Και η ζωή θα λιγοστεύει χωρίς νόημα, μα θα ανταμειφθούμε, όταν συναντήσουμε τον λευκό άγγελο. Και τότε θα αναπαυτούμε.. Θα αναπαυτούμε… Θα αναπαυτούμε..!”, λέει η γλυκιά Σόνια προς το Βάνια, αλλά και με ελαφρό προφίλ προς τους θεατές, κλείνοντας τους νοερώς το μάτι, στο τέλος του έργου.

Και αυθόρμητα έρχονται στο νου οι στίχοι του ποιητή : Με πνίγει το παράπονο γιατί στον κόσμο αυτόνα/τα καλοκαίρια τα ‘χασα κι έφτασα στο χειμώνα/σαν το καράβι που άνοιξε τ’ άρμενα κι αλαργεύει/θωρώ να χάνουνται οι στεριές κι ο κόσμος λιγοστεύει.. (Μικρές Κυκλάδες-Οδ.Ελύτης)

Κατάμεστο το Παπαστράτειο Μέγαρο..ενθαρρυντικό τω όντι αυτό, όπου στους χαλεπούς αυτούς καιρούς που ζούμε, η Τέχνη εκτός από κατ’ουσίαν επαναστατική πράξη, λειτουργεί και ως παυσίλυπο.

Ίσως βέβαια κάποιος λόγος να ήταν τα μεγάλα ονόματα των ηθοποιών της παράστασης, τα οποία όμως- κατά την ταπεινή μου γνώμη-μαζί με την σκηνοθέτη Λ. Μελεμέ δεν στάθηκαν στο μέγα ύψος του έργου.

Αμήχανη και άτολμη σκηνοθεσία ίσως επηρεασμένη από το βάρος των συγκεκριμένων ηθοποιών (θυμίζω Βόγλης, Μάινας, Μαλικένζου, Φέρτης..), δείχνει να τη σέρνει το κείμενο. Μένει έτσι στο πρώτο επίπεδο, δεν διεισδύει στους ανθρώπινους χαρακτήρες κι έτσι δεν αναδεικνύει τις εσωτερικές συγκρούσεις, αλλά απλά τις καταγράφει.. Δεν στέκεται στις παύσεις και τη δυναμική τους.

Σε μια συνέντευξή του, ο σπουδαίος θεατράνθρωπος Λευτέρης Βογιατζής, έλεγε πως οι παύσεις στον Τσέχωφ έχουν ιδιαίτερη σημασία γιατί οι ήρωες μπορεί να μιλούν συνεχώς, αλλά συνήθως, άλλα λένε και άλλα σκέφτονται μέσα τους. Δυστυχώς ο Γιάννης Φέρτης με απογοήτευσε ως Βάνιας, δεν βγάζει πουθενά το τραγικό και την απόγνωση της ύπαρξης.. Και στις στιγμές έκρηξης βγαίνει περισσότερο μια τελετουργία υστερίας, παρά η απόγνωση και η εσωτερική καταβαράθρωση ως γενεσιουργές αιτίες του ξεσπάσματος..

Αλλά και οι υπόλοιποι ρόλοι κινούνται σε ρηχά και… “χλιαρά” νερά, με φωτεινές εξαιρέσεις τον Γιάννη Βόγλη (καθηγητής) την Αλεξία Καλτσίκη (Σόνια) και το δεύτερο μέρος του Στέλιου Μάινα (γιατρός Αστρόφ)

«Ο κύκλος των “μάταιων” πράξεων»

Η άλλη, ήταν την Κυριακή το βράδυ στο Δη.Θε. και πρόκειται βέβαια για το «Ο κύκλος των “μάταιων” πράξεων». Μια διασκευή από την ομάδα Πείρα(γ)μα πάνω στο ομώνυμο βιβλίο του Σπ. Τζόκα για τη ζωή και τη θυσία του Ναπολέοντα Σουκατζίδη, ενός από τους διακόσιους εκτελεσθέντες από τους Γερμανούς στο σκοπευτήριο της Καισαριανής το πρωί της 1ης Μαΐου 1944.

Και αυτή είχε κόσμο…

Σε αυτήν όμως είδαμε θέατρο με κεφαλαία γράμματα, τόσο σκηνοθετικά όσο και ερμηνευτικά..Τα σκηνικά απουσιάζουν ..μια βαλίτσα και μια καρέκλα.. μόνο.

Ο Λ. Βογιατζής πάλι, έλεγε πως τα σκηνικά δεν χρειάζονται, ένα λεπτό προσοχής αποσπούν όλο κι όλο.. και συμπλήρωνε πως: “όταν με δείτε να παίζω χωρίς σκηνικά σημαίνει πως έχω γίνει καλός, έχω ωριμάσει…”

Εδώ η σκηνοθεσία παίζει με το φως .. το οποίο είναι όλο πάνω στον ήρωα.. σαν φωτοστέφανο.. ενώ όλα τα υπόλοιπα είναι στο σκοτάδι.. Άλλωστε αυτό πραγματεύεται η παράσταση, τη διαμάχη των ιδεών, της ψυχικής δύναμης και του φωτός, με την κόλαση και το σκότος..και το καταφέρνει χωρίς να πέφτει σε μελοδραματισμούς από τη μια, και ούτε σε κραυγές ηρωισμού από την άλλη..

Ο άνθρωπος στις γήινες διαστάσεις του, αλλά σε αντίθεση με τον Τσεχωφικό ήρωα, ικανός να υψωθεί στο “ μεγάλο” και “υψηλότερο”, έτοιμος να διατηρήσει την αξιοπρέπειά του ακόμη και στην κόλαση, όπως χαρακτηριστικά λέει κάπου ο Ναπολέων Σουκατζίδης διά στόματος Γιάννη Καρούνη, υπηρετώντας αξίες και ιδανικά, όπως η αυταπάρνηση, η φιλία ,η αλληλεγγύη και τελικά η θυσία..
Ο Σουκατζίδης που θά ’λεγε κι ο Χατζιδάκις “ξεκινάει σαν ήλιος το πρωί και γίνεται φωτιά στη Δύση του”.

Ο Γιάννης Καρούνης μας δίνει μια συναισθηματικά φορτισμένη, αλλά ταυτόχρονα πολύ δουλεμένη με τις σωστές αποστάσεις από τον ρόλο, σπουδαία ερμηνεία. Το ίδιο πετυχαίνει δε, και η Ειρήνη Μελά στο γρήγορο αλλά πολύ ουσιαστικό και μεστό πέρασμά της… Η αγκαλιά της προς το μελλοθάνατο Σουκατζιδη, στάζει βάλσαμο στην ψυχή αυτού και αναδύεται σε χαμόγελο ικανοποίησης στο πρόσωπο του ήρωα αλλά και ως ανατριχίλα στο θεατή..

Δυο παραστάσεις σε “κόντρα” λοιπόν.. Σε κοντρα που καταδεικνύει πως το Θέατρο και η Τέχνη εν γένει, είναι αποκάλυψη.. Πόνημα, ένα ταξίδι στο οποίο διαρκώς δοκιμάζεις και δοκιμάζεσαι… Αλλάζεις… Κατασταλλάζεις… Αμφισβητείς και ξαναλλάζεις, όπως .. ακριβώς και στη ζωή… Δεν σταματάς και εφυσηχάζεσαι στο πρώτο επίπεδο… Όσο καλός σκηνοθέτης ή ηθοποιός κι αν είσαι.. Γιατί έτσι δυστυχώς κινδυνεύεις να την υποβαθμίσεις σε event.. Σε ένα ακόμη καταναλωτικό προϊόν, όπου ο θεατής βγαίνει από την παράσταση σε παρόμοιο πνευματικό και ψυχολογικό στάτους, όπως θα ήταν και άμα έβγαινε από… ταβέρνα…

Ο πολιτισμός δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως προϊόν ή με όρους τηλεόρασης, είναι βαθύτερη υπόθεση και έχει στόχο να αναστατώνει, να “ανησυχεί” και όχι να εφησυχάζει.. Γιατί αλλιώς όπως λέει ο Τσέχωφ στις σημειώσεις του «τα μεγάλα γεγονότα θα μας βρουν απροετοίμαστους σαν τις ωραίες Κοιμωμένες»..

Αυτά.

================================
Σημειώσεις. Στο “σαλόνι” του άρθρου μου φιλοξενήθηκε ο Μ.Χατζιδάκις (Μυθολογία-Σχέδιο για ένα δημοτικό τραγούδι), ο Οδ.Ελύτης (Του μικρού βοριά/Μικρές Κυκλάδες),ο Λ.Βογιατζής (ερτ-εκπομπή παρασκηνιο για τον “θείο Βάνια” στη “Νέα Σκηνή”) και τέλος το σημειωματάριο του Άντον Τσέχωφ.

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος