Τελικά ήταν η ερώτηση που άρεσε στον κ. πρωθυπουργό. Βέβαια ήταν πολύ καλά «διαβασμένος» και απάντησε πάρα πολύ εύστοχα. Αλλωστε είναι καλό να είναι ερωτευμένος ένας πρωθυπουργός. «Επιτέλους μια ερώτηση που ταιριάζει στο κλίμα των ημερών…» και συνέχισε με τα γνωστά αστεία με τα οποία δεν γέλασε κανείς.
Θανάσης Βασιλείου
Από την άλλη το «κλίμα των ημερών» επιβάλλει πεισματικά μια διαφορετική ατζέντα την οποία, εξίσου πεισματικά, ο κ. πρωθυπουργός θέλει να παρακάμπτει επειδή δεν ταιριάζει στο αφήγημα της κυβερνητικής «επιτυχίας». Βοηθούντων των περισσότερων Μέσων η πραγματικότητα γίνεται κάτι ρευστό, η ακρίβεια εξαφανίζεται, όπως και η φτώχεια, η ενεργειακή κρίση και οι υψηλές τιμές του ηλεκτρικού αποδίδονται αποκλειστικά στον Πούτιν, η απόκλιση κόστους ζωής και μισθών στην Ελλάδα είναι σαν να μην υπήρξε ποτέ και οι παρακολουθήσεις πολιτικών αντιπάλων, δημοσιογράφων, στρατιωτικών, δικαστικών κ.λπ. έγιναν «για λόγους εθνικής ασφαλείας». Οι συνταξιούχοι στον δρόμο δεν αποτελούν μέρος του «κλίματος των ημερών». Ούτε προφανώς οι σπουδαστές των δραματικών σχολών και των παραστατικών τεχνών, ούτε οι καθηγητές τους και οι άνθρωποι της τέχνης οι οποίοι τους συμπαραστέκονται. Ολοι τους έχουν πέσει θύματα κακής κατανόησης, παραπληροφόρησης και αλέθονται στην όξυνση της προεκλογικής περιόδου. Η αλαζονεία, η οίηση, οι δικαιολογίες δίνουν ένα μέτρο της ανειλικρίνειας, της προσκόλλησης σε εμμονές και της μεταμόρφωσης του πολιτικού διαλόγου σε κάτι αποκρουστικό που δεν ενδιαφέρει τους πολίτες.
Για όλα φταίνε κάποιοι άλλοι – συνήθως απροσδιόριστοι άλλοι. Φταίει και η διεθνής κατάσταση, ο πόλεμος στην Ουκρανία, η κλιματική αλλαγή, οι φυσικές καταστροφές κ.ο.κ. Λόγου χάρη για την αύξηση των επιτοκίων δανεισμού ευθύνεται η νομισματική πολιτική που ακολουθούν όλες οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Θεωρούν ότι είναι ο μόνος τρόπος για να τιθασευτεί η άνοδος των τιμών (ο πληθωρισμός), παρότι είναι ξεκάθαρο σε όλους ότι αυτή η προσέγγιση δεν θα φέρει τα προσδοκόμενα αποτελέσματα. Η εμμονική και υπερβολική εξάρτηση από τις αυξήσεις των επιτοκίων είναι γνωστό ότι θα οδηγήσει σε οικονομική καταστροφή ορισμένες χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος (και μια τέτοια χώρα είναι η Ελλάδα). Ηδη κυοφορείται ένα νέο κύμα «κόκκινων» δανείων, ενώ την ίδια στιγμή η κυβέρνηση εξασφαλίζει το πράσινο φως εκποίησης εκατοντάδων χιλιάδων ακινήτων στους πλειστηριασμούς όχι με οικονομικά, αλλά καθαρά με πολιτικά κριτήρια. Οσο για την ακρίβεια, αυτή εξαφανίζεται, μαζί με τον πληθωρισμό, με τα περιβόητα «καλάθια» του υπουργού Ανάπτυξης.
Η κυβέρνηση με το άλλοθι του «υπερφορτωμένου κράτους», της γραφειοκρατίας και τη -μεταπολιτευτική υποτίθεται- ικανοποίηση συνδικαλιστικών συμφερόντων ή ομάδων λυμεώνων του δημόσιου ταμείου, επιδίδεται σήμερα σε «δημιουργική» μεταβίβαση του πλούτου στους ήδη πλούσιους. Αυτό το έχει αποδείξει έμπρακτα με τις απευθείας αναθέσεις και άλλοθι την πανδημία. Το τελευταίο γίνεται όχι με την ελάχιστη κρατική παρέμβαση -όπως θα υποστήριζε ένα οποιοδήποτε κλασικό φιλελεύθερο εγχειρίδιο-, αλλά με την ειδική μεταχείριση των κρατικών θεσμών. Η ειδικών συμφερόντων σίτιση από το Πρυτανείο δείχνει την άλλη πλευρά του φιλελευθερισμού. Ψίχουλα για τους πολλούς και παντεσπάνι για τους ημέτερους. Κι αυτό γίνεται με τη δημιουργία ενός «βολονταριστικού» ισχυρού και σχεδόν αυταρχικού κράτους που θα εγγυηθεί τη «στέρεη βάση ανάπτυξης» πολύ μεγάλων επιχειρήσεων με κατάργηση του ανταγωνισμού και του ευρύτερου πεδίου της ελεύθερης δράσης των πολιτών: των πολιτών που δεν έτυχε να είναι τραπεζίτες, μεγαλοεπιχειρηματίες, κληρονόμοι και γόνοι πολιτικών τζακιών. Σύμφωνα με τη διάσημη φράση του καθηγητή της Πολιτικής Επιστήμης, Ντέιβιντ Χελντ, «κατά βάθος η Νέα Δεξιά ενδιαφέρεται να προωθήσει την υπόθεση του “φιλελευθερισμού” ενάντια στη “δημοκρατία” με τον περιορισμό της δημοκρατικής χρησιμοποίησης της κρατικής εξουσίας».
Οσο για τον πολιτισμό, την τέχνη ή τα μουσεία; Χρόνια τώρα τα πράγματα του πολιτισμού εδράζονταν σε μια κατασκευή επιβαλλόμενη και αναπαριστάμενη από τα μίντια. Χρόνια τώρα τα πράγματα «της βαριάς ελληνικής βιομηχανίας» πλατσουρίζουν στα νερά του λάιφ στάιλ, των μεγάλων «πακέτων», των φεστιβάλ, του λαμέ και της καψούρας. Τα υπουργεία-χορηγοί, οι διάφοροι κρατικοί και ημι-δημόσιοι οργανισμοί, οι Α’ και Β’ βαθμοί τοπικής αυτοδιοίκησης μαζί με χορηγούς και ιδρύματα, μίντια και ατζέντηδες αμπαλάρουν τον δημόσιο χώρο δίχως πραγματικό θέμα, χωρίς έρμα, άτακτα, χωρίς καν διαίσθηση ή ένστικτο, χωρίς καμία ουσιαστική αποτίμηση της αυταξίας της τέχνης, του παιδευτικού ρόλου της, του ταλέντου και της έκπληξης. Δεν πουλάνε παρά μόνο την ελλειμματική δημόσια ξινίλα και την αξεστιά.
Βεβαίως όλοι απολαμβάνουν το λαϊκό θέαμα της φουστίτσας, του ξεκατινιάσματος, των φτερών του Sakis, του Lakis και των λοιπών καψούρηδων του κόσμου τούτου «των γραμμάτων και των τεχνών» με τα τσιφτετέλια, τα λαμέ, τους μόδιστρους, τους κομμωτές, τους σεφ, τις μάγισσες και χαρτορίχτρες. Είναι κι αυτό ένα μοντέλο πολιτισμού και ευρύτερα ένα μοντέλο δημοκρατίας.
efsyn.gr