Στις 23 Φεβρουαρίου 2023, το Ίδρυμα Μποδοσάκη παρουσίασε μία έκθεση που συνέταξε το Ίδρυμα Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ). Η πρώτη αυτή μελέτη για τη συμβολή της Κοινωνίας των Πολιτών στην ελληνική οικονομία τεκμηρίωσε ότι η οικονομική αποτύπωση της δράσης των οργανώσεών της αντιπροσωπεύει περίπου το 1,6% του ΑΕΠ (3 δισ. ευρώ) και το 1,9% της απασχόλησης (88.400 θέσεις εργασίας). Οι περίπου 6.500 Οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών (ΟΚΠ) στην Ελλάδα προσφέρουν ένα ευρύ φάσμα ιατρικών, εκπαιδευτικών, κοινωνικών και νομικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων της φροντίδας διαφόρων ευάλωτων ομάδων. Εργάζονται για την προστασία του περιβάλλοντος, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ελευθερίας του λόγου. Εάν, θεωρητικά, το κράτος αναλάμβανε τις υπηρεσίες που παρέχουν οι ΟΚΠ, το εκτιμώμενο κόστος για τον κρατικό προϋπολογισμό θα κυμαινόταν από 2,1 έως 3,2 δισ. ευρώ.
Jean-Christophe Delmas*, Aage Borchgrevink*
Αν και χαμηλότερη από ό,τι στα περισσότερα άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε., η οικονομική συνεισφορά της Κοινωνίας των Πολιτών στην Ελλάδα παραμένει σημαντική. Και ο κοινωνικός αντίκτυπος είναι βαθύτερος και ευρύτερος από ό,τι υποδηλώνουν τα οικονομικά ευρήματα. Το 24% του πληθυσμού είχε προσφέρει εθελοντική εργασία τον τελευταίο χρόνο και σχεδόν οι μισοί είχαν συνεισφέρει οικονομικά∙ ωστόσο, μόνο το 28% των ερωτηθέντων ήταν εξοικειωμένοι με τον όρο «Οργάνωση της Κοινωνίας των Πολιτών». Ίσως αυτό θα μπορούσε να είναι μια ένδειξη για μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση της ελληνικής κοινωνίας;
Σύμφωνα με τη μελέτη, η Ελλάδα κατατάσσεται σχετικά χαμηλή όσον αφορά την εμπιστοσύνη στην Κοινωνία των Πολιτών. Ανάμεσα στα 49 κράτη που μετρήθηκαν, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 33η θέση. Και ενώ η εμπιστοσύνη στην Κοινωνία των Πολιτών είναι χαμηλή, η εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση είναι ακόμη χαμηλότερη. Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ για το 2023, η Ελλάδα βρίσκεται στην προτελευταία θέση μεταξύ των 41 χωρών που περιλαμβάνονται στον «Δείκτη εμπιστοσύνης στη κυβέρνηση» (https://data.oecd.org/gga/trust-in-government.htm). Αυτή η έλλειψη εμπιστοσύνης αποτελεί πρόβλημα για την Ελλάδα.
Οι κοινωνικοί επιστήμονες θεωρούν γενικά την εμπιστοσύνη σημαντική για τις κοινωνικές σχέσεις σε όλα τα επίπεδα: από θεμέλιο των καλών γάμων έως θεμέλιο της καλής διακυβέρνησης. Η εμπιστοσύνη είναι σημαντική για την πραγματική ασφάλεια αλλά και την αντίληψή της, το αίσθημα του ανήκειν και την κοινωνική συνοχή. Καθιστά δυνατές τις συναλλαγές, τις διαπραγματεύσεις, τις συμβάσεις και τις αποφάσεις που συνθέτουν την κοινωνία. Είναι σημαντική για τη διαφάνεια και το κράτος δικαίου και ως τέτοια αποτελεί διασφάλιση απέναντι στη διαφθορά και την κατάχρηση εξουσίας. Η εμπιστοσύνη είναι το αόρατο νόμισμα της κοινωνίας.
Στην άλλη άκρη του πίνακα, η Νορβηγία βρίσκεται στην πέμπτη θέση, καθώς έχει σχετικά υψηλή εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση. Και αντίστροφα, η κυβέρνηση έχει εμπιστοσύνη στους Νορβηγούς: μέχρι πρόσφατα δεν ήταν υποχρεωτικό να έχεις ταυτότητα για να ψηφίσεις στις εκλογές. Η οικονομική κρίση, οι τρομοκρατικές επιθέσεις του 2011, τα μεταναστευτικά κύματα, η πανδημία και ο πόλεμος στην Ευρώπη δεν έχουν μειώσει τα επίπεδα εμπιστοσύνης. Θα μπορούσε βέβαια να υποστηρίξει κανείς ότι η νορβηγική κοινωνία είναι μακριά από τους κραδασμούς και τις απειλές που επηρεάζουν τις περισσότερες ευρωπαϊκές κοινωνίες, λόγω του πετρελαϊκού της πλούτου. Και επιπλέον, ότι καθώς έχει το μεγαλύτερο κρατικό επενδυτικό ταμείο στον κόσμο, εάν εμφανιστεί ένα πρόβλημα μπορεί να δαπανήσει χρήματα μέχρι να το ξεπεράσει. Ωστόσο, υπάρχουν πολλές χώρες με πετρέλαιο και οι πηγές του άνθρακα δεν εγγυώνται επιτυχία, ή πλούτο. Επιπλέον, στις περισσότερες περιπτώσεις, ο πλούτος του άνθρακα δεν έχει ωφελήσει γενικότερα την κοινωνία. Και συχνά οι πετρελαϊκοί πόροι συνδέονται με την οικονομική ανισότητα, την απολυταρχία, τη διαφθορά και μερικές φορές τη βία και τις ένοπλες συγκρούσεις και οι πλούσιες σε πετρέλαιο χώρες τείνουν να είναι πιο άνισες, άδικες, διεφθαρμένες και βίαιες. Τα χρήματα δεν είναι προϋπόθεση για την εμπιστοσύνη. Μάλλον είναι το αντίστροφο που συμβαίνει. Και ίσως να είναι η εμπιστοσύνη αυτή που έσωσε τη Νορβηγία από την «κατάρα» των πόρων.
Μπορεί η κοινωνία των πολιτών και η εμπιστοσύνη να συνδέονται;
Τα Σκανδιναβικά κράτη και η Ελβετία αναφέρουν τα υψηλότερα επίπεδα εμπιστοσύνης στην Ευρώπη. Η Κοινωνία των Πολιτών επίσης είναι ισχυρότερη σε αυτές τις χώρες. Διαφωτιστές ήδη από τον Alexis de Tocqueville έχουν τονίσει τη σχέση μεταξύ κοινωνικής εμπιστοσύνης και κοινωνίας των πολιτών. Η ευρεία συμμετοχή στην κοινωνία των πολιτών οδηγεί στη δημιουργία δεσμών μεταξύ των ανθρώπων. Περισσότεροι δεσμοί μεταξύ των ανθρώπων σημαίνει περισσότερο κοινωνικό κεφάλαιο που σημαίνει περισσότερη εμπιστοσύνη.
Θεμελιώδης στοιχείο για αυτήν την κοινωνική εμπιστοσύνη είναι η πίστη σε ένα λειτουργικό σύστημα δικαιοσύνης. Εάν κάποιος πιστεύει ότι η κοινωνία θα του φερθεί δίκαια, πιθανότατα να ανταποκριθεί με τον ίδιο τρόπο, συμβάλλοντας έτσι στον κύκλο εμπιστοσύνης. Στη Νορβηγία, τα δικαστήρια και η αστυνομία συγκαταλέγονται ανάμεσα στους πιο αξιόπιστους θεσμούς και μόνο η Κοινωνία των Πολιτών απολαμβάνει υψηλότερο βαθμό εμπιστοσύνης. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι αποτυχίες του κράτους δικαίου είναι επιβλαβείς, όχι μόνο για τα μεμονωμένα θύματα, αλλά γιατί απειλούν επίσης την εμπιστοσύνη στους βασικούς θεσμούς και στην κοινωνία.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πιο γνωστή κακοδικία στην πρόσφατη ιστορία της Νορβηγίας.
Στις 21 Μαΐου 2000, δύο κορίτσια, οκτώ και 10 ετών, βρέθηκαν βιασμένα και δολοφονημένα κοντά στο Kristiansand στη νότια Νορβηγία. Η λεγόμενη υπόθεση Baneheia, ένα από τα πιο διαβόητα εγκλήματα στη σύγχρονη Νορβηγία. Δύο νεαροί, πρώην φίλοι, καταδικάστηκαν αργότερα για τους φόνους. Ο ένας από τους άνδρες, ο Viggo Kristiansen, καταδικάστηκε σχεδόν αποκλειστικά με βάση τη μαρτυρία του άλλου. Κρίθηκε ένοχος για υποκίνηση και διάπραξη της δολοφονίας και καταδικάστηκε σε 21 χρόνια φυλάκιση, την πιο αυστηρή ποινή που επιτρέπεται από τον νορβηγικό ποινικό κώδικα, εκτός από εγκλήματα όπως η γενοκτονία, τα οποία επισύρουν μέγιστη ποινή 30 ετών. Αυτή η ποινή θα σήμαινε για τον Kristiansen μια ζωή πίσω από τα κάγκελα.
Ο Kristiansen υποστήριξε σταθερά ότι ήταν αθώος, ότι η κατηγορία διαμορφώθηκε από τον φίλο του με τη σιωπηρή υποστήριξη της αστυνομίας και των εισαγγελέων. Οι περισσότεροι δεν τον πίστεψαν, ίσως εν μέρει επειδή τα μέσα ενημέρωσης κατάφεραν να τον παρουσιάσουν ως τέρας. Ωστόσο, η υπόθεση παρέμεινε ανοικτή για το κοινό, καθώς λειτουργούσε διχαστικά τόσο στην τοπική κοινότητα όσο και σε εθνικό επίπεδο, διαβρώνοντας την κοινωνική εμπιστοσύνη μεταξύ των πολιτών και των πολιτών σε θεσμούς όπως τα μέσα ενημέρωσης, η αστυνομία και τα δικαστήρια.
Μόνο με τη δημοσίευση το 2017, των δύο τόμων της σχολαστικής έρευνας του ανεξάρτητου δημοσιογράφου Bjørn Olav Jahr που κατέρριπτε την υπόθεση του εισαγγελέα και την έρευνα της αστυνομίας, οι αντιλήψεις άρχισαν να αλλάζουν. Η υπόθεση άνοιξε ξανά και ανατέθηκε νέα έρευνα. Η καταδίκη εναντίον του Kristiansen ανατράπηκε τελικά τον Οκτώβριο του 2022. Αφέθηκε ελεύθερος και επέστρεψε στους γονείς του, απαλλαγμένος από όλες τις κατηγορίες, αφού είχε εκτίσει 21 χρόνια φυλάκισης.
Με αυτόν τον τρόπο, ο δημόσιος έλεγχος συνέβαλε στην αποκατάσταση ενός αθώου ανθρώπου. Συνέβαλε επίσης στην επίλυση ενός ζητήματος που δημιούργησε διχασμό, καχυποψία και σύγκρουση. Ο Γενικός Εισαγγελέας ζήτησε αυτοπροσώπως συγγνώμη από τον Kristiansen, συμβάλλοντας στην αποκατάσταση της δικαιοσύνης και της εμπιστοσύνης.
Είναι δύσκολο να μην εκτιμηθεί σε μεγάλο βαθμό η σημασία της συμβολής των δύο βιβλίων του Bjørn Olav Jahr. Για το έργο του δέχθηκε απειλές για τη ζωή του, επίθεση, λιθοβολήθηκε και επικρίθηκε από ένα ευρύ φάσμα ατόμων και ομάδων – την αστυνομία, το δικαστικό σώμα, τα μέσα ενημέρωσης και την τοπική κοινότητα. Ωστόσο, δεν ήταν εντελώς μόνος. Μια ομάδα εθελοντών και ιδεαλιστών δικηγόρων έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εξεύρεση νέων στοιχείων. Και η κοινωνία των πολιτών έπαιξε ρόλο επίσης.
Η Νορβηγική Κοινωνία των Πολιτών
Η Νορβηγική Κοινωνία των Πολιτών έχει τις ρίζες της στις συντεχνίες και κοινωνίες του 18ου αιώνα, όπως η Βασιλική Επιστημονική Εταιρεία που ιδρύθηκε στο Τρόντχαϊμ το 1760. Οι κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις ώθησαν την ταχεία ανάπτυξή της τον 19ο αιώνα. Είναι σημαντικό ότι η Κοινωνία Των Πολιτών εμφανίστηκε με τρόπο οριζόντιο μέσα στην κοινωνική διαστρωμάτωση. Ιεραποστολικοί σύλλογοι και άλλοι υπέρ της εγκράτειας, συνδικάτα και πολλές επαγγελματικές οργανώσεις ιδρύθηκαν κυρίως από αγρότες και εργάτες, ενώ οι πολιτιστικοί και φιλανθρωπικοί σύλλογοι κυριαρχούνταν από τους εύπορους. Οι ευρύτατες κοινωνικές ρίζες της Κοινωνίας των Πολιτών μπορεί να είναι ένα από τα πιο καθοριστικά χαρακτηριστικά της Νορβηγίας.
Οι Οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών υπήρξαν σχολεία δημοκρατίας, προετοιμάζοντας τα μέλη τους για συμμετοχή στην ευρύτερη εθνική πολιτική. Οι περισσότερες χτίστηκαν σε δημοκρατικές αρχές, με εκλογές στο διοικητικό συμβούλιο και ισότητα για όλα τα μέλη. Καλλιέργησαν τις δεξιότητες ανάγνωσης και γραφής, καθώς και τον δημόσιο διάλογο. Η συμμετοχή των γυναικών, και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και η γυναικεία ηγεσία, ήταν χαρακτηριστικό ορισμένων ενώσεων – και βοήθησε στο άνοιγμα του δρόμου για τις γυναίκες που διεκδικούσαν το γενικό δικαίωμα ψήφου το 1913. Βοηθούμενη από την ανάπτυξη του Τύπου, η Κοινωνία των Πολιτών συνέβαλε στην ελευθερία του λόγου και σε μια ενημερωμένη δημόσια σφαίρα.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Νορβηγική Ένωση συγγραφέων και μεταφραστών μη μυθοπλασίας (NFFO), όπου ένας από τους συγγραφείς (Borchgrevink) είναι ο πρόεδρος του συμβουλίου, της οποίας επιχορηγήσεις υπήρξαν πίσω από τα δύο βιβλία έρευνας του Bjørn Olav Jahr.
Η NFFO ιδρύθηκε το 1978 και αριθμεί περίπου 5.000 μέλη. Στόχος της είναι να προστατεύει τα πνευματικά και οικονομικά δικαιώματα των συγγραφέων και των μεταφραστών, να προωθεί τη μη μυθιστορηματική λογοτεχνία και την ελευθερία του λόγου. Η χρηματοδότησή της προέρχεται από δανεισμό σε βιβλιοθήκες υλικού που προστατεύεται από πνευματικά δικαιώματα και αναπαραγωγή υλικού (που προστατεύεται από πνευματικά δικαιώματα) για δημόσια και ιδιωτικά ιδρύματα, όπως σχολεία και πανεπιστήμια. Το μερίδιο της NFFO σε αυτά τα έσοδα ήταν περίπου 12 εκατομμύρια ευρώ πέρυσι, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων δαπανήθηκε σε επιχορηγήσεις σε συγγραφείς που έκαναν αίτηση για υποστήριξη συγγραφής νέων βιβλίων. Το 2022 η NFFO υποστήριξε περίπου 1.000 αιτήσεις. Στατιστικά, το 80% των αιτήσεων που υποστηρίζονται από την NFFO θα υλοποιηθούν, δηλαδή θα εκδοθούν ως βιβλία. Αυτό σημαίνει 800 νέα βιβλία, τα οποία και πάλι θα οδηγήσουν σε νέα έσοδα κι έτσι ο λογοτεχνικός κύκλος συνεχίζεται.
Το σημαντικό με την NFFO είναι ότι είναι μια συλλογική προσπάθεια. Συγγραφείς και μεταφραστές διαφορετικών ειδών ενώνουν τις δυνάμεις τους για να υποστηρίξουν την ανάπτυξη της νέας λογοτεχνίας, η οποία ωφελεί όλους – κυρίως τη δημόσια σφαίρα. Παράλληλα, η NFFO είναι μία από τις κύριες πηγές χρηματοδότησης για ανεξάρτητους συγγραφείς και ανεξάρτητους δημοσιογράφους. Το περασμένο φθινόπωρο, ο δημοσιογράφος Bjørn Olav Jahr ευχαρίστησε την NFFO για την παροχή οικονομικής «ασφάλειας» σε μια εποχή που ούτε τον υμνούσαν, ούτε τον επικροτούσαν, αλλά μάλλον ήταν ένας δημοσιογράφος που πηγαίνει ενάντια στο ρεύμα.
Δεν μπορείς ούτε να μεταφυτεύσεις μια ελιά από την Αττική στα δάση της Νορβηγίας και να περιμένεις μεγάλη σοδειά, ούτε να αντιγράψεις το μοντέλο της Νορβηγικής Κοινωνίας των Πολιτών στην Ελλάδα. Διαφέρουμε σε ιστορία, πολιτισμό, γλώσσα. Η Νορβηγία δεν είναι καν μέλος της Ε.Ε. Ωστόσο, η συνταγή είναι η ίδια, ανεξάρτητα από τις διαφορές: η Κοινωνία των Πολιτών είναι ζωτικής σημασίας για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης σε μια κοινωνία. Η ιστορία του δημοσιογράφου Bjørn Olav Jahr και η ανατροπή της ετυμηγορίας Baneheia, δείχνει ότι οι αποφασιστικές ατομικές συνεισφορές συνήθως προκύπτουν από ένα υπόβαθρο ισχυρών συλλογικοτήτων, που παρέχουν μια διόρθωση στις θεσμικές αποτυχίες. Τα υψηλά επίπεδα εμπιστοσύνης στις σκανδιναβικές κοινωνίες είναι συνάρτηση όχι μόνο των κρατικών θεσμών, αλλά και των ισχυρών κοινωνιών των πολιτών.
*Νορβηγική Επιτροπή του Ελσίνκι
efsyn.gr