Όσο πλησιάζουν οι βουλευτικές εκλογές η κλίμακα των διαβαθμίσεων μεταξύ αντιπάλου και εχθρού ισοπεδώνεται ενώ οι αποχρώσεις του πολιτικού λόγου ζορίζονται στα όρια μιάς ασφυκτικής παλέτας. Ο λεπτός υπαινιγμός περνά απαρατήρητος και η σκωπτική διάθεση ελέγχεται με κριτήρια ορθοπολιτικής αυστηρότητας.
Η λελογισμένη επιφύλαξη αντιμετωπίζεται ως υπεκφυγή και ο στοχαστικός δισταγμός λοιδορείται ως αναποφασιστικότητα. Η παραμικρή απόκλιση, από τη δεσπόζουσα σε κάθε σχήμα ιδεολογική οπτική, θεωρείται ύποπτη και η ελάχιστη αμφιλογία καταγγέλεται ως προδοτική΄από τους οσφυοκάμπτες του ηγετικού επιτελείου.
Οι υποψήφιοι επιλέγονται κατά κανόνα με γνώμονα το φανταχτερό όνομα κι όχι την ανεξάρτητη πνευματική χάρη, κατά συνέπεια οφείλουν να στοιχίζονται ευπειθώς και με στρατιωτική ακρίβεια στην κομματική γραμμή.
Παράλληλα, η δημόσια συμπεριφορά των περισσότερων πολιτευτών εκτραχύνεται προγραμματικά στις ψηφοθηρικές συγκεντρώσεις και τις τηλεοπτικές τους επιδείξεις. Εκεί, στην πανηγυριώτικη ατμόσφαιρα του χυδαίου κορδακισμού και της γελοίας κομπορρημοσύνης, τα νηπιώδη ελληνικούλια κυριαρχούν, η πολύπτυχη γλώσσα σιδερώνεται και η εκφραστική πολυμέρεια συρρικνούται σε άνευρη μονομέρεια.
Ο ήπιος λόγος επισκιάζεται από την κραυγή, το σύνθετο επιχείρημα καταρρίπτεται από την απλουστευτική φωνασκία και το μειδίαμα ωχριά μπροστά στον καγχασμό. Η επανεκτίμηση κι ακόμα περισσότερο η ανασκευή παλαιότερων θέσεων, αποφεύγεται για να μη στηλιτευτεί ως παλινωδία και τα ερωτήματα, ήδη υποβιβασμένα σε συμβολικά ερωτηματικά, κάμπτονται από το βάρος των λεγόμενων σταράτων απαντήσεων.
Το ίσως, το μπορεί ή το ενδέχεται, διαγράφονται από το λεξιλόγιο των αχθοφόρων της βεβαιότητας. Κάθε διατύπωση οφείλει να είναι κοφτή, κάθε κριτική σε αλλότρια πεπραγμένα απειλητική και κάθε χειρονομία παιδαγωγικώς επιτακτική. Η θωρακισμένη ευταξία κρύβει τα ασθενικά της πλευρά, το εισαγγελικό ύφος πλασάρεται ως αναμορφωτικό ήθος και η τρεκλίζουσα αυτοπεποίθηση προβάλει ως σταθερός βηματισμός. Έτσι η βουλιμική εξουσιοφρένεια μασκαρεύεται ως προσφορά ανένδοτης βουλήσεως – και οι πολίτες που τους αρέσει η μασκαράτα στρώνουν το τραπέζι στους χειρότερους υπηρέτες τους.