Για όσους ρωτούν – εσύ τώρα, με ποιούς είσαι;//του Ηρακλή Λογοθέτη

Για όσους ρωτούν – εσύ τώρα, με ποιούς είσαι;//του Ηρακλή Λογοθέτη

  • |

Είμαι με κείνους που με ελάχιστο απόθεμα ελπίδας επιδιώκουν να ξαναστήσουν το νεανικό τους όνειρο στην πρώτη του ομορφιά, με τους λαβωμένους που έλκονται ακατανίκητα από την αθετημένη υπόσχεση της έσχατης στράτευσης, με τους ανέστιους και τους αποσυνάγωγους. Είμαι κοντά σε όσους αφήνουν πίσω μικρούς καημούς και πικρά παράπονα, επιφυλάξεις και δισταγμούς, περιστροφές και προσχήματα, αναβολές, αναστολές και ματαιώσεις, για να παρουσιαστούν στο γενικό προσκλητήριο του καιρού.

Είμαι με όσους υποφέρουν από αίσθημα φυσικής αστεγίας, με τους βρεγμένους και τους πλάνητες με το τρύπιο καπέλο. Με κείνους που εγκατέλειψαν τα κομματικά τους βιβλιάρια γεμάτα μουτζούρες και διαγραφές, για να εμπλακούν με βαθύ φόβο κι ακόμα βαθύτερη ελπίδα σε μια νέα περιπέτεια, που είναι υπέρβαση της παλιάς.

Με τους άμοιρους που άλλοτε στριμώχτηκαν αμήχανα μπροστά στη νυφιάτικη πόρτα, διστάζοντας να την ανοίξουν μήπως τους μείνει η μπετούγια στο χέρι και πάνε χαλάλι οι ανθοδέσμες — αλλά τώρα βάζουν ξανά τα γαμπριάτικα.

Είμαι με τους χαμένους που χωρίς πιστωτική κάρτα αδιάβροχων ιδεών και δανειοληπτική αξιοπιστία σε νέες αυταπάτες, παραμένουν όντα πολιτικά, με το λογαριασμό τους ορθάνοιχτο στην αγορά του δήμου και το δελτίο των δημόσιων τοποθετήσεών τους ενήμερο.

Είμαι ανάμεσα σε όσους αποβιβάζονται ατάκτως, με συνοδεία τα αποσιωπημένα συνθήματα άλλων εποχών και τις επωμίδες τους ξηλωμένες, ανάμεσα σε κατεβασμένες αφίσες, κάπως αταίριαστες με τα επιπλέοντα υπάρχοντα — όσα έχουν γλυτώσει από το ναυάγιο του πλοίου χωρίς όνομα.

Είμαι με τους καψοκαλύβηδες και τους απροσάρμοστους που συρρέουν απ’ όλες τις πολιτείες της διασποράς τους, στο περιθώριο μιας ταξιδιωτικής οδηγίας που οι ίδιοι είχαν κάποτε συντάξει και μπορούν τώρα να την αθετήσουν πανηγυρικά.

Να σκίσουν το παλιόχαρτο που έλεγε ότι αφού είχαν αποτύχει τόσες φορές, οφείλουν πλέον να παραιτηθούν από κάθε κοινή πορεία προς τη δικαιοσύνη, κάθε εφόρμηση προς τον ουρανό, κάθε απόπειρα κατάκτησης του απείρου. Είμαι με κείνους που απόμειναν με σπασμένο δοξάρι αλλά κρατάνε το παλιό βιολί, το βάζουν πάνω στο τραπέζι και το γρατζουνάνε με τα δάχτυλα μέχρι να ματώσουν και να σπάσουν τα νύχια τους. Μ’ αυτούς είμαι!

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος