«Φεύγουν» οι ΗΠΑ από την Ουκρανία κι αφήνουν πίσω τους συντρίμμια; του Αλέκου Αναγνωστάκη

«Φεύγουν» οι ΗΠΑ από την Ουκρανία κι αφήνουν πίσω τους συντρίμμια; του Αλέκου Αναγνωστάκη

  • |

Ζελένσκυ προς Μπάιντεν: «Χρειάζομαι πυρομαχικά, όχι βόλτα!

«Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση, ως σύνολο, ως ξεχωριστές κρατικές οντότητες αλλά και από κοινού, δεν μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες σε οβίδες πυροβολικού που εκτοξεύει η Ουκρανία ημερησίως προκειμένου να αντιμετωπίσει το ρώσικο στρατό στον αναμεταξύ τους πόλεμο.»

Αυτό είναι το συμπέρασμα του άρθρου «Ο αγώνας για τον οπλισμό της Ουκρανίας» των αναλυτών του CNN Joseph Ataman και την Clare Sebastian.

 

Μακριά από το μέτωπο, ο πόλεμος είναι ένα πρόβλημα αριθμών: ποιος μπορεί να κατασκευάσει drones, σφαίρες και, κυρίως, οβίδες πυροβολικού για να ανεφοδιάζει περισσότερα άρματα μάχης.

Κι αυτό γιατί ο σε εξέλιξη πόλεμος στην Ουκρανία είναι κατ’ εξοχήν πόλεμος πυροβολικού και drones.

Τα ουκρανικά όπλα λοιπόν, σύμφωνα με γενικά αποδεκτούς υπολογισμούς στρατιωτικών αναλυτών, εκτοξεύουν έως και 6.000 βλήματα καθημερινά.

Οι απαιτήσεις (ανικανοποίητες) όμως του Ουκρανικού στρατού ανέρχονται στις 10.000 ημερησίως (CNN, δήλωση της Ουκρανής βουλευτίνας Oleksandra Ustinova).

Ωστόσο ακόμη και αυτός ο αριθμός αποτελεί ένα κλάσμα των 60.000 οβίδων που χρησιμοποιεί η Ρωσία στο απόγειο των ημερησίων μπαράζ, σύμφωνα με τα δημοσιευμένα συμπεράσματα της εσθονικής και της ουκρανικής κυβέρνησης.

Συνολικά, το Κίεβο χρειάζεται περίπου 1,5 εκατομμύριο βλήματα πυροβολικού ετησίως, σύμφωνα με τον Armin Papperger, CEO της Rheinmetall, μιας από τις μεγαλύτερες κατασκευάστριες όπλων στην Ευρώπη,

Όμως, τον Φεβρουάριο του 2023 η πανευρωπαϊκή παραγωγή πυρομαχικών πυροβολικού είχε μέγιστη δυνατότητα μόνο 300.000 βλημάτων ετησίως, σύμφωνα με τους αξιωματούχους της Εσθονίας.

Και όλα αυτά παρά το γεγονός πως οι στρατιωτικές δαπάνες της Ε.Ε. έφθασαν το ποσό – ρεκόρ των 240 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 6% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. (Πρόκειται για την όγδοη διαδοχική χρονιά αύξησης των εν λόγω δαπανών για τις χώρες της Ε.Ε.)

Αλλά και οι αμερικανοί προμηθευτές αντιμετωπίζουν παρόμοιες δυσκολίες.

Οι κατασκευαστές τους, εκτός των άλλων, αντιμετωπίζουν προβλήματα σχετικά με τις προμήθειες πρώτων υλών και ηλεκτρονικών εξαρτημάτων που σχετίζονται με τις σπάνιες γαίες οι οποίες κατά μια «διαβολική σύμπτωση» βρίσκονται συγκεντρωμένες κυρίως στη Κίνα.

Το αποτέλεσμα είναι η παράδοση όπλων, μηχανημάτων αλλά και η εξασφάλιση ικανού αριθμού εκπαιδευμένου εργατικού δυναμικού να διαρκούν ανεπιθύμητα μεγάλο χρόνο.

Η συνολική παραγωγή των ΗΠΑ αναμένεται να φτάσει τις 100.000 οβίδες μηνιαίως (ή τις 1.200.000 ετησίως) μόλις το 2025(!), από 14.500 το μήνα (ή 200.00 ετησίως) στις αρχές του 2023, σύμφωνα με τον επικεφαλής των εξαγορών του Πενταγώνου, William LaPlante.

Από την άλλη η Ρωσία – με την παραγωγή της να υποστηρίζεται περισσότερο από το κράτος- φαίνεται να έχει πετύχει κάτι σημαντικό. Παρά τις διεθνείς κυρώσεις και το αυξανόμενο κόστος του πολέμου παράγει πυρομαχικά πυροβολικού, σύμφωνα πάντα με το υπουργείο Άμυνας της Εσθονίας, με ρυθμό επτά φορές φθηνότερο και οκτώ φορές ταχύτερο από τη Δύση.

Το Εσθονικό υπουργείο Άμυνας εκτιμά πως με τις υπάρχουσες κρατικές δεσμεύσεις πόρων της Ρωσίας για την παραγωγή πυρομαχικών οι Ρώσοι «θα συνεχίσουν να παράγουν πυρομαχικά πολύ πιο γρήγορα από ό,τι είναι ικανή η Ευρώπη».

Εξ ου και η απεγνωσμένη και πρωτοφανής έκκληση του Ζελένσκυ «Χρειάζομαι πυρομαχικά, όχι βόλτα (!)» στον Αμερικανό ομόλογό του.

Τα παραπάνω είναι μια από τις σοβαρές αιτίες που η Ουκρανία δεν μπορεί να νικήσει, είναι μια από τις αιτίες της πλήρους αποτυχίας της (περασμένης) εαρινής αντεπίθεσης.

Αλλά η αποτυχία της Ουκρανικής αντεπίθεσης δεν οδηγεί αυτόματα στο συμπέρασμα περί της άμεσης νίκης της ρώσικης πολεμικής μηχανής.

Κι αυτό επειδή όταν οι εξοπλισμοί είναι πάνω από ένα επίπεδο τότε η αριθμητική υπεροχή του ενός ως προς τον άλλο επιδρά ως ένα όριο στην συνολική έκβαση του πολέμου.

Και με τους συσχετισμούς που διαμορφώνονται, με τη συνολική «δυτική» υποστήριξη του ουκρανικού καθεστώτος, φαίνεται πως ο πόλεμος θα διαρκεί και θα διαρκεί όσο αυτός θα είναι το κύριο μέσο για την τελική έκβαση του. Εξ ου και η δήλωση του προέδρου της Λευκορωσίας Λυκουσένκο, του πλέον κοντινού σύμμαχου του Πούτιν, τον περασμένο Οκτώβρη περί αδιεξόδου του πολέμου και περί της ανάγκης να αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις.[1]

Ένα καίριο δεδομένο

Ωστόσο ένα ουσιαστικό δεδομένο που σχετίζεται με τους διαμορφωμένους συνολικούς συσχετισμούς στο μέτωπο του ουκρανικού πολέμου αξίζει προσοχής.

Ένα άρθρο των Financial Times (F.T.) στις 16 Νοεμβρίου 2023 που υπογράφει ο Gideon Rachman εστιάζει σε αυτό το δεδομένο.

Ο Gideon Rachman δεν είναι απλώς ένας κάποιος δημοσιογράφος των F.T.

Εντάχθηκε στους F.T. μετά από 15ετή καριέρα στο The Economist, και έγινε επικεφαλής αρθρογράφος εξωτερικών υποθέσεων για τους Financial Times τον Ιούλιο του 2006, εδώ και 16 ολόκληρα συνεχή χρόνια.

Το να υπογράφει λοιπόν άρθρο στο οποίο σημειώνει πως «Ο Τζο Μπάιντεν δεν είναι απλώς ένας γέρος. Είναι επίσης αντιπρόσωπος μιας γερασμένης ιδέας, μιας ιδέας που χρονολογείται από τη δεκαετία του 1940» δεν είναι και μικρό πράγμα.

«Η κοσμοθεωρία που άρθρωσε ο Μπάιντεν, υπογραμμίζει ο Rachman, πάει πίσω στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου – όταν η αμερικανική ελίτ συμπέρανε πως ο απομονωτισμός της δεκαετίας του 1930 είχε βοηθήσει στην άνοδο της Ναζιστικής Γερμανίας και της Ιμπεριαλιστικής Ιαπωνίας. Το καθεστώς ασφάλειας της Ουάσινγκτον αποφάσισε πως δεν θα ξανακάνει το ίδιο λάθος.

…Ως πρόεδρος, ο Μπάιντεν επέστρεψε στην παραδοσιακή αμερικανική προσέγγιση που βασίζεται στις συμμαχίες. Αλλά είναι πιθανό, επισημαίνει στο άρθρο του ο Rachman, ότι θα είναι ο τελευταίος Αμερικανός ηγέτης που θα ενστερνίζεται ολόψυχα την ιδέα της Αμερικής ως «φιλελεύθερου ηγεμόνα» – που είναι ο ακαδημαϊκός όρος για τον παγκόσμιο αστυνόμο».

Αυτό λοιπόν, η βαθμιαία αλλά σταθερή υποχώρηση των ΗΠΑ στην παγκόσμια σκηνή, είναι ένας σοβαρός παράγοντας όχι μόνο για την έκβαση του πολέμου αλλά και για τη συμπεριφορά των ΗΠΑ.

Στις ΗΠΑ η προοπτική της επιστροφής του Τραμπ στο Λευκό Οίκο το επόμενο έτος είναι κάτι πολύ πιθανό.

Ένα τέτοιο γεγονός περιπλέκει ιδιαίτερα την κατάσταση.

Στην πιο ακραία εκδοχή της τραμπικής ιδεολογίας «Πρώτα η Αμερική», μια δεύτερη κυβέρνηση Τραμπ θα μπορούσε να δει μια απομάκρυνση, μια απόσπαση από την πολιτική πως είναι προς το συμφέρον της Αμερικής να υποστηρίζει τις συμφωνίες ασφάλειας και στις τρεις από τις πιο στρατηγικές περιοχές του κόσμου ταυτόχρονα: στην Ευρώπη, την Βορειοανατολική Ασία και στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.

Κι αυτό επειδή, καθώς οι αντιθέσεις και οι εντάσεις που φτάνουν ως τις πολεμικές συρράξεις αυξάνονται σε όλο τον κόσμο, οι ΗΠΑ δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να παίξουν το ρόλο του αστυνόμου σε τρεις μεγάλες περιοχές ταυτόχρονα.

Να θυμίσουμε εδώ πως λίγα χρόνια πριν ο Ομπάμα αποσυρόταν διακριτικά από τη Μέση Ανατολή επικεντρώνοντας στο «δικαίωμα» των ΗΠΑ να επιχειρούν ηγεμονικά μόνο στην Άπω Ανατολή στο δε υπόλοιπο κόσμο επικέντρωναν στο «συμμαχικό επιμερισμό των υποχρεώσεων» τη συνοδεία οικονομικών κυρώσεων στους αντίπαλους.

Τώρα οι αδυναμίες πολλαπλασιάζονται.

Η απαιτούμενη αύξηση των αμυντικών δαπανών δεν είναι απλή υπόθεση, όταν οι ΗΠΑ εμφανίζουν δημοσιονομικό έλλειμμα 5,7% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος τους ανέρχεται στο 123% του ΑΕΠ.

Γι αυτό εξάλλου εδώ και καιρό σκάει μύτη όλο και εντονότερα μια σχολή σκέψης στον ακαδημαϊκό χώρο που υποστηρίζει ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να μειώσουν σοβαρά τις στρατιωτικές τους δεσμεύσεις στο εξωτερικό.

Οι καθηγητές Τζον Μίαρσαϊμερ και Στέφεν Γουολτ έχουν υποστηρίξει ότι όταν πρόκειται για τη διατήρηση της ισορροπίας ισχύος στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Ασία – «η Ουάσινγκτον θα πρέπει να περάσει την ευθύνη στις περιφερειακές δυνάμεις[2]».

Η περιπλοκή της κατάστασης

Αλλά οι περιφερειακές δυνάμεις στις οποίες η Αμερική θα μεταβίβαζε την ευθύνη είναι ανεπαρκώς εξοπλισμένες και οικονομικά πιεσμένες για να ελέγξουν τις φιλοδοξίες της Ρωσίας, της Κίνας και του Ιράν.

Για όλα αυτά μια συμμαχία του ΝΑΤΟ χωρίς τη σθεναρή και ηγεμονική παρουσία των ΗΠΑ θα φαινόταν στην καλύτερη περίπτωση αναποτελεσματική και στη χειρότερη θα μπορούσε να καταρρεύσει.

Εν ολίγοις το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία δίχως την ενισχυμένη παρουσία των ΗΠΑ θα δυσκολευόταν να περιορίσουν το Ιράν.

Η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, οι Φιλιππίνες και η Αυστραλία θα αντιμετώπιζαν παρόμοια προβλήματα με την Κίνα στην Ασία.

Σε κάθε μία από αυτές τις περιοχές, η Αμερική αντιμετωπίζει τώρα έναν ενεργό αμφισβητία – που ανυπομονεί να τη δει να αποχωρεί.

Στην Ευρώπη, αυτός ο αμφισβητίας είναι η Ρωσία, στην Ασία είναι η Κίνα, στη Μέση Ανατολή είναι το Ιράν.

Η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία.

Η Κίνα έχει κατασκευάσει στρατιωτικές βάσεις στη Νότια Σινική Θάλασσα και διεκδικεί την Ταϊβάν.

Το Ιράν χρησιμοποιεί αντιπροσώπους, όπως η Χεζμπολάχ, η Χαμάς και οι αντάρτες Χούθι στην Υεμένη για να αμφισβητήσει τους φίλους της Αμερικής σε όλη την περιοχή.

Εάν οι ΗΠΑ μείωναν σοβαρά τις στρατιωτικές τους δεσμεύσεις σε όλο τον κόσμο, η Κίνα, η Ρωσία και το Ιράν θα επωφεληθούν από το κενό ισχύος που θα προέκυπτε.

Εν τω μεταξύ, οι τρεις χώρες Κίνα, Ρωσία, Ιράν, συνεργάζονται στενότερα.

Όλες προωθούν πρόθυμα την ιδέα ενός «πολυπολικού κόσμου» – που είναι η κωδική ονομασία για το τέλος της αμερικανικής ηγεμονίας και τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο..

Η οπισθοχώρηση των ΗΠΑ, ορατά, υλικά, συμβαίνει ήδη στον πόλεμο στην Ουκρανία, εκδηλώνεται στη Μέση Ανατολή, παρουσιάζεται διαρκώς στο Ιράκ το Αφγανιστάν και στη Λιβύη, παίρνει άλλη χροιά από την «αυθάδεια» του Ερντογάν απέναντι στις ΗΠΑ και στη «Δύση».

Εδώ είμαστε λοιπόν.

Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοι τους υποχωρεί ως ηγεμόνας και στη θέση του σιγά αλλά σταθερά πλασάρεται η Κίνα με τους συμμάχους της.

Λοιπόν;

Στην Ιστορία σε τέτοια χρονικά μεταίχμια δρα «η Παγίδα του Θουκυδίδη».

Τότε, τον 5ο αιώνα π.Χ. που η Σπάρτη ήταν η κυρίαρχη δύναμη κυρίως στην Πελοπόννησο και η Αθήνα ανερχόμενη απειλούσε αυτή την κυριαρχία, η «Απέλλα», η συνέλευση των πολιτών της Σπάρτης, αποφάσισε να κηρύξει τον πόλεμο στην Αθήνα, αντίθετα προς την εισήγηση του βασιλιά Αρχίδαμου.

Η απόφαση της Απέλλας οφειλόταν στην πεποίθηση ότι η Αθήνα ισχυροποιείτο συνεχώς και πολύ σύντομα η Σπάρτη θα ήταν μία πόλη περικυκλωμένη από μία αχανή αθηναϊκή επικράτεια και δεν θα ήταν πλέον σε θέση να αντιδράσει.

Κι έτσι η Σπάρτη αποφάσισε να αρχίσει έναν ιδιότυπο προληπτικό πόλεμο για την «αποδυνάμωση» της Αθήνας.

Αθήνα και Σπάρτη αποδύθηκαν σε λυσσαλέο αγώνα αλληλοεξόντωσης μέχρις εσχάτων, με αποτέλεσμα την αμοιβαία αποδυνάμωσή τους, μετά μία βραχεία ηγεμονία της Σπάρτης και μία μεταβατική ηγεμονία της Θήβας, και τελικώς τη σαρωτική επέλευση του Φιλίππου της Μακεδονίας.

Κι έτσι έκλεισε ένας ολόκληρος κύκλος του αρχαίου ελληνικού κόσμου.

Η όλη αυτή δυναμική εξέλιξη, με λίγα λόγια η θεωρία που υποστηρίζει ότι

όταν μια ισχυρή κυρίαρχη δύναμη αντιλαμβάνεται την άνοδο μιας άλλης που απειλεί να την επισκιάσει, μοιραίως οδηγείται σε σύγκρουση μαζί της, ονομάσθηκε «παγίδα του Θουκυδίδη από τον Γκράχαμ T. Άλλισον (Graham Allison) στο βιβλίο του: Σε Τροχιά Πολέμου: Μπορούν οι ΗΠΑ και η Κίνα να αποφύγουν την παγίδα του Θουκυδίδη;

 

Ως «παγίδα του Θουκυδίδη» στη σύγχρονη πολιτική επιστήμη, καλείται η ανάλογη σημερινή θέση των ΗΠΑ έναντι της Κίνας.

Οι αμερικανοί αναλυτές θεωρούν ότι το πολύ σε μία δεκαετία η Κίνα θα έχει συσσωρεύσει τόση γεωπολιτική ισχύ, ώστε οι ΗΠΑ δεν θα μπορούν πλέον να αποτρέψουν μία παγκόσμια κινεζική κυριαρχία.

Επομένως, σύμφωνα με αυτήν την ανάλυση, οι ΗΠΑ πρέπει να επιχειρήσουν στο αμέσως επόμενο διάστημα να ματαιώσουν πάση θυσία αυτή την εξέλιξη, δηλαδή να εξασθενίσουν ή και να αποδημήσουν την Κίνα.

Αλλιώς τον επόμενο αιώνα οι ΗΠΑ θα αποτελούν μία χώρα αδύναμη και απομονωμένη σε έναν σινοκρατούμενο κόσμο. Ή, ακόμα χειρότερα, θα αποτελούν ένα κράτος μειωμένης κυριαρχίας στην κινεζική σφαίρα επιρροής.

Σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν εντάσσεται η δράση του ΝΑΤΟ, η νεόκοπη συμμαχία AUKUS, η επίσκεψη Πελότζι στην Ταϊβάν κ.α.

Λοιπόν;

Πάμε μοιραία σε μια εμπόλεμη, καταστροφική τελικά, αναμέτρηση ανάμεσα στο σημερινό ηγεμόνα, τις ΗΠΑ, και τον επίδοξο διάδοχο, την Κίνα;

Τα δεδομένα είναι ανησυχητικά.

Γίνεται πλέον πιο ευδιάκριτη η στρατιωτικοποίηση των καπιταλιστικών χωρών μέσω της πολεμικής τους οικονομίας.

Η Γαλλία, για παράδειγμα, τέθηκε σε τροχιά στρατιωτικού προγραμματισμού για την περίοδο 2024-2030, γεγονός που αντιπροσωπεύει 413 δισ. ευρώ και που είναι κατά 33% !!! μεγαλύτερος από τον προηγούμενο (2019-2025).

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Γερμανίας, με τη δημιουργία ειδικού στρατιωτικού ταμείου ύψους 100 δισ. ευρώ για την ανασυγκρότηση του στρατού της, πρώτη φορά μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.

Από την άλλη τεράστια είναι τα ποσά που δαπανούν οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Κίνα και άλλες πυρηνικές δυνάμεις για το πυρηνικό τους οπλοστάσιο.

Ειδικότερα, οι ΗΠΑ μόνο για το 2022 παρουσίασαν συνολικές στρατιωτικές δαπάνες 870 δισ. δολαρίων.

Ποσό που αντιστοιχεί στο 39% των συνολικών στρατιωτικών επενδύσεων στον πλανήτη ενώ οι στρατιωτικές τους βάσεις ανά τον κόσμο αγγίζουν τις 750.

Τα στοιχεία για τους διεθνείς στρατιωτικούς εξοπλισμούς που δημοσιεύθηκαν τον περασμένο Απρίλη από το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI), κατέγραψαν ένα εντυπωσιακό άλμα 3,7% στις ετήσιες παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες. Πρόκειται για ιστορικό υψηλό, σηματοδοτώντας την είσοδο σε μια νέα ψυχροπολεμική περίοδο σημειώνει το SIPRI.

Ναι, τα δεδομένα είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά αν λάβει κανείς υπόψη του και τις πολεμικές εστίες που καίνε.

Όμως η Ιστορία δείχνει πως σε ανάλογες περιόδους «παρακμής της μεν και ανόδου της δε» των παγκόσμιων δυνάμεων τα κράτη και οι λαοί έπεφταν αλλά όχι πάντα στην θουκυδίδεια παγίδα του αναμεταξύ τους πολέμου. (Αναμεταξύ τους, επειδή πόλεμοι γενικότερα συνέβαιναν).

Κάτι τέτοιο συνέβη (μη πολεμική αναμέτρηση μεταξύ τους) π.χ. όταν οι ΗΠΑ εκεί στο δεύτερο τέταρτο του 20ου αιώνα πήραν τη θέση της Μεγάλης Βρετανίας στην παγκόσμια ηγεμονία ή όταν η Ισπανία πήρε τη θέση της Πορτογαλίας.

Άρα μπορεί και να μη πάμε σε πόλεμο.

Αλλά για να συμβεί αυτό συντρέχουν πολλοί παράγοντες, ανάμεσα τους και η καταλυτική η παρουσία του λαϊκού παράγοντα. (π.χ. η απειλητική ενδυνάμωση των κομμουνιστικών κομμάτων το 1940 – 50 ήταν καθοριστικός παράγοντας αποτροπής, τότε, του πολέμου ανάμεσα στις ΗΠΑ- Μ. Βρετανία και ΕΣΣΔ).

Μόνο τότε το ευκταίο ενδεχόμενο της μη πολεμικής αναμέτρησης μπορεί να γίνει βεβαιότητα.

Μόνο τότε μπορεί να αξιοποιηθεί και η προς ώρας διακηρυγμένη θετική πολιτική της Κίνας και της Ρωσίας περί «εκδημοκρατισμού των διεθνών σχέσεων στη βάση του σεβασμού της ανεξαρτησίας και της ακεραιότητας των κρατών».

Εμείς δυσπιστούμε ως προς το αν οι χώρες αυτές που τη διακηρύσσουν μπορεί και να την προωθήσουν έμπρακτα.

Δυσπιστούμε αλλά δεν σφυρίζουμε αδιάφορα αφού ως τελικό κριτή έχουμε τη λαϊκή και νεανική πράξη για την αποτροπή του πολέμου και την ανθρώπινη ευτυχία.

 

[1] https://www.naftemporiki.gr/kosmos/1530486/loykasenko-se-adiexodo-o-polemos-stin-oykrania-na-archisoyn-diapragmateyseis/

[2] www.energia.gr › άρθρο › 212817Ο Μπάιντεν και το Τέλος του «Φιλελεύθερου Ηγεμόνα»

.kommon.gr/paremvaseis/item/7591-feygoun-oi-ipa-a

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος