Η Αριστερά πέρα από το νεοφιλελεύθερο Ευρωπαϊσμό και τον συντηρητικό ευρωσκεπτικισμό

Η Αριστερά πέρα από το νεοφιλελεύθερο Ευρωπαϊσμό και τον συντηρητικό ευρωσκεπτικισμό

  • |

Ανέστης Ταρπάγκος

Φαίνεται πλέον καθαρά ότι το Brexit του καλοκαιριού 2016 όχι μόνον δεν αποτέλεσε την επίλυση μιας βρετανικής «ιδιαιτερότητας», που πάντοτε ενυπήρχε στις δομές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά σηματοδότησε ένα ολόκληρο συνεχώς διευρυνόμενο κύμα τάσεων αποδόμησης της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης.

Αυτό το ευ­ρω­σκε­πτι­κι­στι­κό ρεύμα εξα­πλώ­νε­ται σή­με­ρα πλέον σε ση­μα­ντι­κά τμή­μα­τα των πο­λι­τι­κών δυ­νά­με­ων στην Ιτα­λία, την ίδια τη Γερ­μα­νία, τη Γαλ­λία, την Ολ­λαν­δία, την Αυ­στρία κλπ., που και αν ακόμη δεν είναι πλειο­ψη­φι­κό, εντού­τοις επι­δρά κα­θο­ρι­στι­κά στην πο­ρεία των ευ­ρω­παϊ­κών πραγ­μά­των. Το εξαι­ρε­τι­κά ιδιαί­τε­ρο χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό του είναι ότι ηγε­μο­νεύ­ε­ται, υπο­κι­νεί­ται και εκ­φρά­ζε­ται από τις πλέον ακραία συ­ντη­ρη­τι­κές ευ­ρω­παϊ­κές δυ­νά­μεις, στον ίδιο βαθμό που άλλα τμή­μα­τα του ευ­ρω­παϊ­κού πο­λι­τι­κού και οι­κο­νο­μι­κού κα­τε­στη­μέ­νου, υπο­στη­ρί­ζουν με νύχια και με δό­ντια την συ­νέ­χι­ση της λει­τουρ­γί­ας της ευ­ρω­ζώ­νης και της ευ­ρω­παϊ­κής ένω­σης. Άλ­λω­στε η εκλο­γή Ν. Τράμπ στην προ­ε­δρία των ΗΠΑ, σε αντί­θε­ση με την προη­γού­με­νη αμε­ρι­κα­νι­κή πο­λι­τι­κή που επε­δί­ω­κε τη λει­τουρ­γία μιας ενιαί­ας και στα­θε­ρής ευ­ρω­παϊ­κής ολο­κλή­ρω­σης, ση­μα­το­δο­τεί την ενί­σχυ­ση της τάσης διά­σπα­σης και απο­χω­ρή­σε­ων από αυτήν.

 

Αντι­πα­ρά­θε­ση των δύο αστι­κών ευ­ρω­παϊ­κών πο­λι­τι­κών

Βε­βαί­ως στην ελ­λη­νι­κή πο­λι­τι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, και παρά την πα­ρα­τε­τα­μέ­νη κρίση υπερ­συσ­σώ­ρευ­σης του κε­φα­λαί­ου και την άσκη­ση δρα­κό­ντειων δη­μο­σιο­νο­μι­κών πο­λι­τι­κών και της επι­βο­λής των αλ­λε­πάλ­λη­λων μνη­μο­νί­ων, μπο­ρεί να διο­γκώ­νε­ται ένα, εκλο­γι­κού και όχι κι­νη­μα­τι­κού χα­ρα­κτή­ρα, ρεύμα αντί­θε­σης προς το κοινό ευ­ρω­παϊ­κό νό­μι­σμα, που δεν ταυ­τί­ζε­ται με την συ­νο­λι­κή απόρ­ρι­ψη της ευ­ρω­παϊ­κής κα­πι­τα­λι­στι­κής διε­θνο­ποί­η­σης, ωστό­σο αυτό δεν αντα­να­κλά­ται εντός του κοι­νο­βου­λευ­τι­κού πο­λι­τι­κού συ­στή­μα­τος. Η με­γά­λη πλειο­νό­τη­τα των αστι­κών μνη­μο­νια­κών πο­λι­τι­κών δυ­νά­με­ων, προ­ερ­χό­με­νες από τη συ­ντη­ρη­τι­κή πα­ρά­τα­ξη, την με­ταλ­λαγ­μέ­νη σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία και τον με­τα­σχη­μα­τι­σμέ­νο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, υπο­στη­ρί­ζει τη συ­νέ­χι­ση της λει­τουρ­γί­ας των ευ­ρω­παϊ­κών θε­σμών, με ευ­λα­βι­κή μά­λι­στα προ­σή­λω­ση σ’ αυ­τούς. Πο­λι­τι­κοί σχη­μα­τι­σμοί που προ­έ­τα­ξαν ως προ­οι­μια­κή αφε­τη­ρία και προ­ϋ­πό­θε­ση την απο­χώ­ρη­ση από την ευ­ρω­ζώ­νη (και εν­δε­χο­μέ­νως από την Ευ­ρω­παϊ­κή Ένωση), στις εκλο­γι­κές ανα­με­τρή­σεις που έχουν προη­γη­θεί, δεν κα­τόρ­θω­σαν καν να εξα­σφα­λί­σουν κοι­νο­βου­λευ­τι­κή εκ­προ­σώ­πη­ση (Σχέ­διο Β, Λαϊκή Ενό­τη­τα, Ανταρ­σύα, ΕΠΑΜ).

Προ­κύ­πτει ότι η ευ­ρω­παϊ­κή ενο­ποί­η­ση που ξε­κί­νη­σε μια δε­κα­ε­τία μετά το τέλος του Δευ­τέ­ρου Πα­γκο­σμί­ου Πο­λέ­μου, και που προ­βλή­θη­κε ως το κα­τάλ­λη­λο πλαί­σιο για την απο­φυ­γή της επα­νά­λη­ψης πο­λε­μι­κών συρ­ρά­ξε­ων στο ευ­ρω­παϊ­κό έδα­φος, ήταν βέ­βαια μια ηπει­ρω­τι­κή μορφή της διε­θνο­ποί­η­σης του κε­φα­λαί­ου, που είναι αντι­κει­με­νι­κή τάση στην ανά­πτυ­ξη των εθνι­κών κα­πι­τα­λι­σμών. Προ­φα­νώς στην πο­ρεία ανά­πτυ­ξής της η Ευ­ρω­παϊ­κή Ένωση ξε­πέ­ρα­σε κατά πολύ τον αρ­χι­κό της χα­ρα­κτή­ρα ως ενιαί­ου πε­δί­ου «ελεύ­θε­ρης» κυ­κλο­φο­ρί­ας εμπο­ρευ­μά­των, κε­φα­λαί­ων, υπη­ρε­σιών και ερ­γα­τι­κού δυ­να­μι­κού. Εξο­πλί­στη­κε με ση­μα­ντι­κές  πα­νευ­ρω­παϊ­κής ισχύ­ος Συν­θή­κες (λ.χ. Μά­α­στρι­χτ, Λι­σα­βό­νας, Σύμ­φω­νο Στα­θε­ρό­τη­τας), ορ­γα­νώ­θη­κε οι­κο­νο­μι­κά με κοινό ευ­ρω­παϊ­κό νό­μι­σμα και αυ­στη­ρούς δη­μο­σιο­νο­μι­κούς κα­νό­νες, φτά­νο­ντας μέχρι του ση­μεί­ου να σχε­διά­ζε­ται η ομο­σπον­δο­ποί­η­ση των κρα­τών μελών της κοι­νό­τη­τας.

Στις προη­γού­με­νες δε­κα­ε­τί­ες αυτό το θε­σμι­κό πλαί­σιο με τους αντί­στοι­χους μη­χα­νι­σμούς, που έκ­φρα­ζε μια ορι­σμέ­νη συμ­μα­χία των αστι­κών τά­ξε­ων των επι­μέ­ρους κρα­τών, είχε μια ορι­σμέ­νη λει­τουρ­γι­κό­τη­τα, τόσο από την άποψη ότι οι εθνι­κές επι­χει­ρή­σεις έβρι­σκαν τη δυ­να­τό­τη­τα απεύ­θυν­σης σε μια κατά πολύ με­γα­λύ­τε­ρη της εθνι­κής αγορά, όσο και από την  άποψη της στα­δια­κής επι­βο­λής μέ­τρων πε­ριο­ρι­σμού και απορ­ρύθ­μι­σης των ερ­γα­τι­κών δι­καιω­μά­των, ιδιαί­τε­ρα με την επι­κρά­τη­ση των νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρων πο­λι­τι­κών από την δε­κα­ε­τία του 1990. Εντού­τοις το συ­νο­λι­κό αυτό πλαί­σιο άρ­χι­σε να ει­σέρ­χε­ται σε μια κρίση που τα απο­τε­λέ­σμα­τά της είναι σή­με­ρα πε­ρισ­σό­τε­ρο από εμ­φα­νή, και της οποί­ας οι αι­τί­ες ανά­γο­νται σε πολ­λα­πλούς πα­ρά­γο­ντες :

Η έκρη­ξη της κρί­σης υπερ­συσ­σώ­ρευ­σης του κε­φα­λαί­ου από τα τέλη της δε­κα­ε­τί­ας του 2000, φαι­νό­με­νο διε­θνούς και όχι ει­δι­κά ευ­ρω­παϊ­κού χα­ρα­κτή­ρα, επέ­φε­ρε δυ­σμε­νέ­στα­τες κοι­νω­νι­κές επι­πτώ­σεις (λ.χ. διεύ­ρυν­ση της ανερ­γί­ας, επι­βρά­δυν­ση των ρυθ­μών ανά­πτυ­ξης κ.ά.) και επέ­βα­λαν την εφαρ­μο­γή μνη­μο­νια­κών πο­λι­τι­κών, κι’ αυτό όχι μόνον στην ελ­λη­νι­κή πε­ρί­πτω­ση (Ισπα­νία, Γαλ­λία, Πορ­το­γα­λία).

Η αντι­με­τώ­πι­ση αυτής της κρί­σης και η ανά­καμ­ψη της κα­πι­τα­λι­στι­κής κερ­δο­φο­ρί­ας έγινε με στρα­τη­γι­κό επί­κε­ντρο ακρι­βώς τους μη­χα­νι­σμούς και θε­σμούς της ευ­ρω­παϊ­κής Ιερής Συμ­μα­χί­ας, όπου πλέον επι­στρα­τεύ­τη­κε η επι­βο­λή εξα­γω­γής μορ­φών από­λυ­της υπε­ρα­ξί­ας, εντός ενός οι­κο­νο­μι­κού πλαι­σί­ου που βα­σί­ζο­νταν κυ­ρί­αρ­χα στην εξα­γω­γή μορ­φών σχε­τι­κής υπε­ρα­ξί­ας.

Η δια­φο­ρο­ποι­η­μέ­νη αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τα των ευ­ρω­παϊ­κών κε­φα­λαί­ων και εθνι­κών οι­κο­νο­μιών, πράγ­μα που με τη λει­τουρ­γία του ενιαί­ου ευ­ρω­παϊ­κού νο­μί­σμα­τος δη­μιουρ­γού­σε συ­στη­μα­τι­κά εμπο­ρι­κά πλε­ο­νά­σμα­τα στις βό­ρειο – ευ­ρω­παϊ­κές χώρες, με αντί­στοι­χα ελ­λείμ­μα­τα στις χώρες του ευ­ρω­παϊ­κού νότου.

Μέσα σ’ αυτές τις συν­θή­κες γι­γα­ντώ­θη­κε η κρίση χρέ­ους, που έγινε ένας επι­πλέ­ον μη­χα­νι­σμός για την απο­μύ­ζη­ση λαϊ­κών ει­σο­δη­μά­των των επι­μέ­ρους ευ­ρω­παϊ­κών χωρών από το το­κο­γλυ­φι­κό τρα­πε­ζι­κό κε­φά­λαιο, χρέος που δεν πε­ριο­ρί­στη­κε μόνον στην ελ­λη­νι­κό οι­κο­νο­μία, αλλά πε­ρι­λαμ­βά­νει και βα­σι­κές χώρες του ευ­ρω­παϊ­κού πυ­ρή­να (Γαλ­λία, Ιτα­λία).

Όλοι αυτοί οι πα­ρά­γο­ντες, με­τα­ξύ άλλων (δη­μο­σιο­νο­μι­κή πει­θαρ­χία, άτεγ­κτη λι­τό­τη­τα) είχαν ως απο­τέ­λε­σμα την ανά­δει­ξη δια­δι­κα­σιών απο­ψί­λω­σης των ει­σο­δη­μά­των, της απα­σχό­λη­σης και των δι­καιω­μά­των, ση­μα­ντι­κών με­ρί­δων των ευ­ρω­παϊ­κών λαϊ­κών τά­ξε­ων. Αυτό ήταν που επέ­φε­ρε πλέον ανοι­χτά φαι­νό­με­να κρί­σης νο­μι­μο­ποί­η­σης των ασκού­με­νων πο­λι­τι­κών του ακραί­ου νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού, σε ευ­ρω­παϊ­κό και εθνι­κό επί­πε­δο. Πρό­κει­ται για έναν συν­δυα­σμό επι­πτώ­σε­ων της κρί­σης υπερ­συσ­σώ­ρευ­σης του κε­φα­λαί­ου και των όρων και μορ­φών της διε­θνο­ποί­η­σης του κε­φα­λαί­ου σε ευ­ρω­παϊ­κό επί­πε­δο. Γι’ αυτό και κα­νείς δεν μπο­ρεί να αντι­με­τω­πί­ζει την ση­με­ρι­νή κα­τά­στα­ση μο­νο­διά­στα­τα ως προ­ϊ­όν της λει­τουρ­γί­ας των ευ­ρω­παϊ­κών μη­χα­νι­σμών, χωρίς τον συν­δυα­σμό των μνη­μο­νια­κών πο­λι­τι­κών ανά­καμ­ψης της κερ­δο­φο­ρί­ας του κε­φα­λαί­ου. Πρό­κει­ται για δύο δια­δι­κα­σί­ες που βρί­σκο­νται σε ορ­γα­νι­κή αλ­λη­λο­δια­πλο­κή με­τα­ξύ τους.

Το κύριο ζή­τη­μα που τί­θε­ται είναι ότι αυτή η απο­νο­μι­μο­ποί­η­ση εκλαμ­βά­νε­ται ως απο­τέ­λε­σμα της απο­τυ­χί­ας της λει­τουρ­γί­ας των ευ­ρω­παϊ­κών θε­σμών, σε πλήρη απο­σύν­δε­ση από την κα­πι­τα­λι­στι­κή κρίση υπερ­συσ­σώ­ρευ­σης, και μά­λι­στα από θέ­σεις υπε­ρά­σπι­σης των εθνι­κών κα­πι­τα­λι­σμών. Και το ακόμη ση­μα­ντι­κό­τε­ρο είναι ότι τα πο­λι­τι­κά ρεύ­μα­τα που επι­διώ­κουν την απο­χώ­ρη­ση και την εθνι­κή πε­ρι­χα­ρά­κω­ση, αξιο­ποιούν την κρίση νο­μι­μο­ποί­η­σης της αστι­κής πο­λι­τι­κής (των συ­ντη­ρη­τι­κών πα­ρα­τά­ξε­ων και των σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κών κομ­μά­των) και γί­νο­νται φο­ρείς έκ­φρα­σης μιας δυ­σα­ρέ­σκειας και απο­δο­κι­μα­σί­ας και ερ­γα­τι­κών λαϊ­κών στρω­μά­των. Το επί­τευγ­μα του γαλ­λι­κού Εθνι­κού Με­τώ­που, του βρε­τα­νι­κού Κόμ­μα­τος της Ελευ­θε­ρί­ας, του ιτα­λι­κού Κι­νή­μα­τος των Πέντε Αστέ­ρων, της Εναλ­λα­κτι­κής για την Γερ­μα­νία είναι ότι κα­τορ­θώ­νουν και συ­σπει­ρώ­νουν σε μια εθνι­κι­στι­κή, ρα­τσι­στι­κή, ξε­νο­φο­βι­κή, αντί-ευ­ρω­παϊ­κή πο­λι­τι­κή δυ­νά­μεις των λαϊ­κών στρω­μά­των, φέ­ρο­ντας στο επί­κε­ντρο την αντί­θε­ση στους ευ­ρω­παϊ­κούς θε­σμούς και θέ­το­ντας στο απυ­ρό­βλη­το (και τε­λι­κά στρα­τη­γι­κά υπη­ρε­τώ­ντας) την κα­πι­τα­λι­στι­κή κρίση υπερ­συσ­σώ­ρευ­σης που μα­στί­ζει τις ευ­ρω­παϊ­κές οι­κο­νο­μί­ες.

Η ει­δο­ποιός αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή δια­φο­ρά της Αρι­στε­ράς

Δια­μορ­φώ­νε­ται έτσι ένα πλαί­σιο αντι­πα­λό­τη­τας δύο μορ­φών της αστι­κής πο­λι­τι­κής, με τον ένα πόλο να απαρ­τί­ζε­ται από τα δεξιά και σο­σια­λι­στι­κά κόμ­μα­τα που το­πο­θε­τού­νται υπέρ της ευ­ρω­παϊ­κής ολο­κλή­ρω­σης, και τον άλλο πόλο να συ­γκρο­τεί­ται από σχη­μα­τι­σμούς της άκρας δε­ξιάς με σο­βα­ρή εκλο­γι­κή εμ­βέ­λεια, και κύριο επί­δι­κο την ενα­ντί­ω­ση ή την στή­ρι­ξη της ευ­ρω­παϊ­κής κα­πι­τα­λι­στι­κής ολο­κλή­ρω­σης. Αυτού του τύπου η αντι­πα­ρά­θε­ση ου­δό­λως έχει στο επί­κε­ντρό της τις κα­τα­στρε­πτι­κές συ­νέ­πειες της κα­πι­τα­λι­στι­κής κρί­σης, και άρα τη ρι­ζο­σπα­στι­κή αμ­φι­σβή­τη­ση των κε­φα­λαιο­κρα­τι­κών οι­κο­νο­μι­κών δομών, σε εθνι­κό και ευ­ρω­παϊ­κό επί­πε­δο. Και δυ­στυ­χώς αυτό το ευ­ρω­σκε­πτι­κι­στι­κό ρεύμα αντι­προ­σω­πεύ­ει κατ’ εξο­χήν πεδίο των ακραία συ­ντη­ρη­τι­κών πα­ρα­τά­ξε­ων, και σε καμία υπαρ­κτή πε­ρί­πτω­ση δεν ηγε­μο­νεύ­ε­ται από αρι­στε­ρές δυ­νά­μεις των ευ­ρω­παϊ­κών χωρών. Οι αρι­στε­ροί σχη­μα­τι­σμοί μιας ορι­σμέ­νης επιρ­ρο­ής (ισπα­νι­κό Podemos, Μπλό­κο + ΚΚ Πορ­το­γα­λί­ας, βρε­τα­νι­κό Ερ­γα­τι­κό Κόμμα), δεν ηγού­νται τέ­τοιων ευ­ρω­σκε­πτι­κι­στι­κών ρευ­μά­των, ενώ στην ελ­λη­νι­κή πε­ρί­πτω­ση η εμ­βέ­λεια των αντί-ευ­ρω­παϊ­κών αρι­στε­ρών κομ­μά­των ήταν 0,2% του Σχε­δί­ου Β, 0, 8% του ΕΠΑΜ, 0,8% της Ανταρ­σύα και 2,8% της Λαϊ­κής Ενό­τη­τας.

Συ­νε­πώς οι βα­θύ­τα­τες αντι­φά­σεις της ευ­ρω­παϊ­κής κα­πι­τα­λι­στι­κής διε­θνο­ποί­η­σης είναι αυτές που βρί­σκο­νται στην αφε­τη­ρία των ευ­ρω­σκε­πτι­κι­στι­κών ακρο­δε­ξιών ρευ­μά­των, και όχι οποια­δή­πο­τε συ­νει­δη­τή λαϊκή πα­ρέμ­βα­ση δυ­νά­με­ων της ευ­ρω­παϊ­κής Αρι­στε­ράς που θα ανα­δεί­κνυαν μια ταυ­τό­χρο­νη αντι­πα­λό­τη­τα στη λει­τουρ­γία της ευ­ρω­ζώ­νης και της Ευ­ρω­παϊ­κής Ένω­σης, όσο και στις ολέ­θριες συ­νέ­πειες της κα­πι­τα­λι­στι­κής κρί­σης υπερ­συσ­σώ­ρευ­σης. Μά­λι­στα το γε­γο­νός της θέσης του ζη­τή­μα­τος μιας πι­θα­νής στά­σης απο­χώ­ρη­σης από την ίδια την ελ­λη­νι­κή αστι­κή τάξη και τα ιδε­ο­λο­γι­κά της κέ­ντρα (ΣΕΒ, Κα­θη­με­ρι­νή κ.ά.), αφή­νει έκ­θε­τη όλη την αρι­στε­ρή αντί­λη­ψη που βα­σί­ζο­νταν πρω­ταρ­χι­κά και προ­οι­μια­κά στην απο­χώ­ρη­ση από την ζώνη του ευρώ: Πώς μια τέ­τοια μο­νο­διά­στα­τη επι­δί­ω­ξη μπο­ρεί να θε­ω­ρη­θεί από μόνη της έκ­φρα­ση της επα­να­στα­τι­κής πο­λι­τι­κής, τη στιγ­μή που υιο­θε­τεί­ται από πλα­τειά νε­ο­συ­ντη­ρη­τι­κά ευ­ρω­παϊ­κά ρεύ­μα­τα, και εν­δε­χο­μέ­νως από την ίδια την θε­ω­ρού­με­νη ως «εθε­λό­δου­λη», και «υπο­τα­κτι­κή» ελ­λη­νι­κή αστι­κή τάξη;

Όπως δεί­χνει με τον πλέον πε­ρί­τρα­νο τρόπο η απο­χώ­ρη­ση της Βρε­τα­νί­ας από την Ευ­ρω­παϊ­κή Ένωση, που πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε υπό μια ακρο­δε­ξιά, εθνι­κι­στι­κή και ξε­νο­φο­βι­κή ηγε­μο­νία, καμιά αλ­λα­γή ή δια­φο­ρο­ποί­η­ση προς όφε­λος των λαϊ­κών τά­ξε­ων δεν επήλ­θε, ούτε πρό­κει­ται να επέλ­θει, πα­ρό­λο που το Brexit ψη­φί­στη­κε και από λαϊκά ερ­γα­τι­κά στρώ­μα­τα. Και όχι μόνον αυτό, αλλά η συ­ντη­ρη­τι­κή κυ­βέρ­νη­ση, που συ­νε­νώ­νει όλα τα τμή­μα­τα της βρε­τα­νι­κής αστι­κής τάξης, είτε τάσ­σο­νταν με το Remain είτε με το Brexit, ακο­λου­θεί μια ακραία νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη πο­λι­τι­κή, με δυ­σμε­νείς συ­νέ­πειες, που με τόσο ρε­α­λι­στι­κό και γλα­φυ­ρό τρόπο ανέ­δει­ξε ο Κεν­Λό­ουτς στον πρό­σφα­το «Ντά­νιελ Μπλέ­ηκ». Η μο­νο­διά­στα­τη έτσι απο­χώ­ρη­ση από τους ευ­ρω­παϊ­κούς θε­σμούς, από μόνη της, και εφό­σον δεν συ­νο­δεύ­ε­ται από βα­θιές αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κές ανα­τρο­πές, όταν μά­λι­στα πραγ­μα­το­ποιεί­ται υπό την υπαρ­κτή ακρο­δε­ξιά ηγε­μο­νία, μόνον δεινά μπο­ρεί να επι­σω­ρεύ­σει στον ερ­γα­ζό­με­νο κόσμο, στον ίδιο τίτλο με τον νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρο ευ­ρω­παϊ­σμό.

Προ­κύ­πτει έτσι αβί­α­στα ότι η αρι­στε­ρή πο­λι­τι­κή στις επι­μέ­ρους ευ­ρω­παϊ­κές χώρες, στο μέτρο που μένει στο επί­πε­δο της απο­χώ­ρη­σης από την ευ­ρω­παϊ­κή ολο­κλή­ρω­ση και σε μο­νο­διά­στα­τα μέτρα νο­μι­σμα­τι­κών και δη­μο­σιο­νο­μι­κών ρυθ­μί­σε­ων, είναι ανα­πο­τε­λε­σμα­τι­κή, και εκ των πραγ­μά­των απο­λή­γει σε λο­γι­κές εθνι­κής κα­πι­τα­λι­στι­κής ανά­πτυ­ξης και ως εκ τού­του αδυ­να­μί­ας αντα­πό­κρι­σης στην κά­λυ­ψη των ζω­τι­κών λαϊ­κών ανα­γκών που έχουν δη­μιουρ­γή­σει οι μνη­μο­νια­κές πο­λι­τι­κές. Με τα υπάρ­χο­ντα δε­δο­μέ­να σε ευ­ρω­παϊ­κό επί­πε­δο, οι δυ­νά­μεις της Αρι­στε­ράς δεν μπο­ρούν να το­πο­θε­τού­νται στην ίδια τρο­χιά του νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρου ευ­ρω­παϊ­σμού (συ­ντη­ρη­τι­κοί +σο­σιαλ­δη­μο­κρά­τες)  με όλα τα ολέ­θρια απο­τε­λέ­σμα­τα που έχει προ­κα­λέ­σει, αλλά δεν μπο­ρούν εξί­σου να βρί­σκο­νται στο ίδιο όχημα με τα νε­ο­συ­ντη­ρη­τι­κά ευ­ρω­σπε­πτι­κι­στι­κά ρεύ­μα­τα, που αντι­προ­σω­πεύ­ουν ακόμη με­γα­λύ­τε­ρο κίν­δυ­νο για τα ερ­γα­τι­κά δι­καιώ­μα­τα και τα κοι­νω­νι­κά συμ­φέ­ρο­ντα των λαϊ­κών τά­ξε­ων. Ο ολο­κλη­ρω­τι­κός δια­χω­ρι­σμός της Αρι­στε­ράς από αυτές τις δύο αστι­κές πο­λι­τι­κές είναι όρος εκ των ων ουκ άνευ για την ίδια την υπό­στα­ση του ευ­ρω­παϊ­κού αρι­στε­ρού κι­νή­μα­τος.

Το πο­λι­τι­κό δί­λημ­μα που ανα­δει­κνύ­ουν οι νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ροι ευ­ρω­παϊ­στές και οι ακρο­δε­ξιοί ευ­ρω­σκε­πτι­κι­στές φαλ­κι­δεύ­ει την προ­ο­πτι­κή της Αρι­στε­ράς σε εθνι­κό και ηπει­ρω­τι­κό επί­πε­δο. Αντί της έντα­ξης με τον έναν ή τον άλλο τρόπο σε μία από τις δύο αστι­κές στρα­τη­γι­κές (αλ­λα­γές εκ­δη­μο­κρα­τι­σμού στις ευ­ρω­παϊ­κές δομές – διά­λυ­ση της ευ­ρω­παϊ­κής ολο­κλή­ρω­σης), οι αρι­στε­ρές δυ­νά­μεις χρειά­ζε­ται να ξε­φύ­γουν από αυτό τον εγκλω­βι­σμό, και να φέ­ρουν στο επί­κε­ντρό τους την κα­πι­τα­λι­στι­κή κρίση, τα μέτρα αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κών τομών (ρι­ζι­κή ανα­δια­νο­μή ει­σο­δή­μα­τος, γε­νι­κευ­μέ­νος ερ­γα­τι­κός έλεγ­χος στην οι­κο­νο­μία, δρα­στη­ριο­ποί­η­ση των πα­ρα­γω­γι­κών μο­νά­δων που η κρίση οδη­γεί στην εκ­κα­θά­ρι­ση, πρό­τα­ξη των εκρη­κτι­κών λαϊ­κών ανα­γκών ένα­ντι οποιασ­δή­πο­τε απο­πλη­ρω­μής του δη­μό­σιου χρέ­ους κλπ.), πράγ­μα που δη­μιουρ­γεί την ει­δο­ποιό δια­φο­ρά με τις δύο αστι­κές πο­λι­τι­κές στην Ευ­ρώ­πη.

Μόνον η πρω­ταρ­χι­κή προ­ώ­θη­ση ενός τέ­τοιου κι­νή­μα­τος μπο­ρεί να θε­με­λιώ­σει μια τρίτη εναλ­λα­κτι­κή λύση ικα­νής να οδη­γή­σει στο πε­ρι­θώ­ριο το αστι­κό πο­λι­τι­κό δίλ­λη­μα (ακραί­ος νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμός με προ­ώ­θη­ση της Ευ­ρώ­πης ή ακραί­ος νε­ο­συ­ντη­ρη­τι­σμός με διά­λυ­ση της Ευ­ρώ­πης;). Στο βαθμό που ένα τέ­τοιο κί­νη­μα ανα­πτύσ­σε­ται, με βα­θειά κοι­νω­νι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά, μπο­ρεί να αντι­με­τω­πι­στεί η στάση ένα­ντι των ευ­ρω­παϊ­κών θε­σμών από θέ­σεις ισχύ­ος και χει­ρα­φέ­τη­σης, αντι­πα­λό­τη­τας και απο­δό­μη­σης σε μια κα­τεύ­θυν­ση όπου η εθνι­κή κα­πι­τα­λι­στι­κή ανά­πτυ­ξη αντι­κα­θί­στα­ται από την σο­σια­λι­στι­κή οι­κο­νο­μι­κή ανα­διορ­γά­νω­ση. Μια τέ­τοια δια­δι­κα­σία επι­φέ­ρει την σύ­γκρου­ση με την ευ­ρω­ζώ­νη και  το ευ­ρω­παϊ­κό οι­κο­δό­μη­μα, ως απο­τέ­λε­σμα όμως μιας βα­θειάς σο­σια­λι­στι­κής κοι­νω­νι­κής αλ­λα­γής, ενώ το αντί­στρο­φο δεν ισχύ­ει: Η προ­οι­μια­κή απο­χώ­ρη­ση από την ευ­ρω­παϊ­κή ολο­κλή­ρω­ση, με την έντο­νη μά­λι­στα πα­ρου­σία των ακρο­δε­ξιών σχη­μα­τι­σμών, όχι μόνον δεν οδη­γεί στη χει­ρα­φέ­τη­ση των λαϊ­κών τά­ξε­ων, αλλά σε δρό­μους εθνι­κής κα­πι­τα­λι­στι­κής ανά­πτυ­ξης.

rproject.gr

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος