Το “Γρανάζι” για το Kυπριακό-Κείμενο θέσεων

Το “Γρανάζι” για το Kυπριακό-Κείμενο θέσεων

  • |

Οι μέρες που έρχονται είναι εξαιρετικά κρίσιμες και όλα θα κριθούν από το αν θα εκδηλωθούν σοβαρές κοινωνικές αντιστάσεις απέναντι στην κυβέρνηση που εφαρμόζει ένα εκρηκτικό πολιτικό μείγμα νεοφιλελεύθερου φονταμενταλισμού και (επι)στροφής στον εθνικισμό.

Στο πλαί­σιο των δια­βου­λεύ­σε­ων για το κυ­πρια­κό, πο­λι­τεύ­ε­ται με τρόπο που απο­δει­κνύ­ει και στον πιο δύ­σπι­στο ότι ο εθνι­κι­σμός και ο αστι­κός κο­σμο­πο­λι­τι­σμός είναι οι δύο πλευ­ρές του ίδιου νο­μί­σμα­τος. Όταν μά­λι­στα το κυ­βερ­νη­τι­κό κόμμα επι­λέ­γει να τις εφαρ­μό­ζει ταυ­τό­χρο­να, προ­κύ­πτουν εξαι­ρε­τι­κά επι­κίν­δυ­να απο­τε­λέ­σμα­τα. Με την άμεση στή­ρι­ξη του ακραί­ου κέ­ντρου και την έμ­με­ση του δησυ, οι ελα­μί­τες πα­νη­γυ­ρί­ζουν την υπερ­ψή­φι­ση της τρο­πο­λο­γί­ας τους για εορ­τα­σμό του «ενω­τι­κού δη­μο­ψη­φί­σμα­τος» στα σχο­λεία. Μαζί με τον τορ­πι­λι­σμό της επα­να­προ­σέγ­γι­σης και την ανα­γω­γή του φα­σι­στι­κού μορ­φώ­μα­τος σε ρυθ­μι­στή του πο­λι­τι­κού σκη­νι­κού και του… σχο­λι­κού προ­γράμ­μα­τος, οι βου­λευ­τές αυτών των κομ­μά­των κα­τά­φε­ραν και κάτι ακόμα: να λει­τουρ­γή­σουν ως πλυ­ντή­ριο για την χρυσή αυγή Κύ­πρου συ­ντασ­σό­με­νοι πίσω από τους ελα­μί­τες. Η δεξιά (όλων των απο­χρώ­σε­ων) όχι μόνο δεν μπο­ρεί και δεν επι­θυ­μεί να στα­θεί εμπό­διο στο φα­σι­σμό αλλά σε πε­ρι­πτώ­σεις σε και αυτή επι­διώ­κει να λει­τουρ­γή­σει ως μη­χα­νι­σμός συ­ντη­ρη­τι­κής με­τα­τό­πι­σης ολό­κλη­ρης της κοι­νω­νί­ας. Σε αυτές τις συν­θή­κες, μο­να­δι­κή μας επι­λο­γή είναι να αντι­πα­ρα­τά­ξου­με ένα ενιαίο ερ­γα­τι­κό-αντι­φα­σι­στι­κό μέ­τω­πο ντό­πιων και με­τα­να­στών ερ­γα­ζό­με­νων και στις δύο πλευ­ρές του νη­σιού.

Πο­λι­τι­κό σκη­νι­κό

Οι συ­νο­μι­λί­ες για το κυ­πρια­κό διε­ξά­γο­νται σε μια πε­ρί­ο­δο ρα­γδαί­ων κοι­νω­νι­κών και πο­λι­τι­κών εξε­λί­ξε­ων τόσο στο εγ­χώ­ριο όσο και το διε­θνές πε­ρι­βάλ­λον. Η κα­τά­στα­ση στην ευ­ρύ­τε­ρη πε­ριο­χή της ΝΑ Με­σο­γεί­ου, η αλ­λα­γή των συμ­μα­χιών και η αντι­δυ­τι­κή στρο­φή της Τουρ­κί­ας, η πο­λι­τι­κή και η οι­κο­νο­μι­κή κα­τά­στα­ση στις “μη­τέ­ρες πα­τρί­δες” σε συν­δυα­σμό με το θέμα της εκ­με­τάλ­λευ­σης των υδρο­γο­ναν­θρά­κων συν­θέ­τουν ένα ρευ­στό γε­ω­πο­λι­τι­κό σκη­νι­κό το οποίο επη­ρε­ά­ζει άμεσα και αντα­να­κλά­ται στη δια­δι­κα­σία των δια­πραγ­μα­τεύ­σε­ων.

Σε μια πε­ρί­ο­δο όπου στην ευ­ρύ­τε­ρη πε­ριο­χή κυ­ριο­λε­κτι­κά βρέ­χει πό­λε­μο, που οι ιμπε­ρια­λι­στι­κές φι­λο­δο­ξί­ες όλων των πο­λε­μι­κών μη­χα­νών του πλα­νή­τη είναι σε έξαρ­ση, που ολό­κλη­ροι λαοί ξε­κλη­ρί­ζο­νται και χι­λιά­δες άν­θρω­ποι πνί­γο­νται στη θά­λασ­σα ή πε­θαί­νουν από το κρύο, η λύση του κυ­πρια­κού δεν αφορά μόνο τους Κύ­πριους και τους με­τα­νά­στες που ζουν στο νησί αλλά όλους τους λαούς που ζουν και τρέ­φο­νται από τη Με­σό­γειο.

Το ψυ­χρο­πο­λε­μι­κό σκη­νι­κό που δη­μιουρ­γεί­ται το μαρ­τυ­ρούν τα ίδια τα γε­γο­νό­τα: Οι νέες λυ­κο­συμ­μα­χί­ες όπως αυτή Ρω­σί­ας – Τουρ­κί­ας και η σύ­μπρα­ξη Κύ­πρου – Ελ­λά­δας με δι­κτα­το­ρί­ες και εγκλη­μα­τι­κά κα­θε­στώ­τα (βλ. άξονα Κύ­πρου – Ελ­λά­δας – Αι­γύ­πτου – Ισ­ρα­ήλ), οι πιέ­σεις για λύση από τις ΗΠΑ και την Ε.Ε., όπως και οι αντι­πα­ρα­θέ­σεις Ελ­λά­δας – Τουρ­κί­ας στο Αι­γαίο, είναι ζη­τή­μα­τα που δεν πρέ­πει να μας αφή­νουν αδιά­φο­ρους ούτε να τα δια­χω­ρί­ζου­με από την δια­δι­κα­σία της λύσης του κυ­πρια­κού. Αντι­θέ­τως, είναι στον πυ­ρή­να της. Το πα­ζά­ρι που στή­θη­κε και η δια­δι­κα­σία του πά­ρε-δώ­σε στη Γε­νεύη έχει ακρι­βώς αυτό το χα­ρα­κτή­ρα, αφού μέσα από αυτήν, ο κάθε άμεσα ή έμ­με­σα εμπλε­κό­με­νος προ­σπα­θεί να προ­ω­θή­σει τα συμ­φέ­ρο­ντα και τις προσ­δο­κί­ες του στην πε­ριο­χή.

Πα­ράλ­λη­λα, η ενί­σχυ­ση του εθνι­κι­σμού και της ισλα­μο­φο­βί­ας στην Ευ­ρώ­πη σε συν­δυα­σμό με την εκλο­γή του ακρο­δε­ξιού – νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρου Τραμπ στις ΗΠΑ, το συ­νε­χι­ζό­με­νο μπα­ράζ εκ­κα­θα­ρί­σε­ων Ερ­ντο­γάν (Κούρ­δων, αρι­στε­ρών, γκιου­λε­νι­στών, κε­μα­λι­κών κ.ά.) όπως και η κρίση στις σχέ­σεις του τουρ­κι­κού κρά­τους με την Ε.Ε. και τις ΗΠΑ, και ο πα­ρο­ξυ­σμός του Πού­τιν για κυ­ριαρ­χία της Ρω­σί­ας στην ενερ­γεια­κή κά­λυ­ψη της Ευ­ρώ­πης συ­μπλη­ρώ­νουν τη συ­ντα­γή ενός θα­νά­σι­μα εκρη­κτι­κού μείγ­μα­τος του οποί­ου θύμα θα είναι μόνο οι λαοί.

Για να γί­νου­με ξε­κά­θα­ροι: η λύση του Κυ­πρια­κού και η θε­με­λί­ω­ση της ει­ρή­νης στο νησί είναι άμεσα συν­δε­δε­μέ­νη με τον τερ­μα­τι­σμό του πο­λέ­μου και την επι­κρά­τη­ση της ει­ρή­νης σε ολό­κλη­ρη την πε­ριο­χή. Γι’ αυτό σε­νά­ρια -που συ­νε­χώς δια­ψεύ­δο­νται αλλά συ­νε­χώς επα­νεμ­φα­νί­ζο­νται- όπως η δήθεν εγ­γύ­η­ση της ασφά­λειας της Κύ­πρου από το ΝΑΤΟ ή και η προ­σάρ­τη­ση της σε αυτό πρέ­πει να απορ­ρι­φθούν σε κάθε πε­ρί­πτω­ση. Μια τέ­τοια προ­ο­πτι­κή, όχι απλώς δεν εγ­γυά­ται την ει­ρή­νη και την ασφά­λεια στον τόπο αλλά αντί­θε­τα τις υπο­νο­μεύ­ει σ’ ολό­κλη­ρη την πε­ριο­χή. Ένα τέ­τοιο εν­δε­χό­με­νο, εφό­σον κα­τα­τε­θεί στο πλαί­σιο του σχε­δί­ου λύσης το επό­με­νο διά­στη­μα, θα πρέ­πει να ανα­δει­χθεί και να απο­τε­λέ­σει κόκ­κι­νη γραμ­μή για την αρι­στε­ρά. Αυτό απο­κτά με­γα­λύ­τε­ρη ση­μα­σία, αν ανα­λο­γι­στού­με όσα ζή­σα­με το προη­γού­με­νο διά­στη­μα, που, ενώ τα πο­λε­μι­κά αε­ρο­πλά­να εξορ­μού­σαν από τις βρε­τα­νι­κές βά­σεις για να σκορ­πί­σουν το θά­να­το στη Συρία, στην Κύπρο επι­κρα­τού­σε “σιγή ιχθύ­ος”.

Σ’ αυτό το πλαί­σιο οι αρι­στε­ρές ανα­λύ­σεις που δε λαμ­βά­νουν υπόψη τους το δυ­σμε­νές γε­ω­πο­λι­τι­κό πε­ρι­βάλ­λον ή που απο­φεύ­γουν για χάρη ευ­κο­λί­ας την ανά­λυ­ση των εν­δοϊ­μπε­ρια­λι­στι­κών αντα­γω­νι­σμών δεν είναι απλώς αφε­λείς αλλά πη­γά­ζουν από πο­λι­τι­κή αδυ­να­μία. Από την άλλη πλευ­ρά, οι ανα­λύ­σεις που προ­έρ­χο­νται από με­ρί­δα της αρι­στε­ράς και επιρ­ρί­πτουν (δια­χρο­νι­κά) ευ­θύ­νες για το Κυ­πρια­κό απο­κλει­στι­κά στον ξένο πα­ρά­γο­ντα και στις με­γά­λες δυ­νά­μεις δεν είναι απλώς ανε­παρ­κείς αλλά συ­γκα­λύ­πτουν τις ευ­θύ­νες και τις φι­λο­δο­ξί­ες της ντό­πιας αστι­κής τάξης. Μπρο­στά σε ένα τέ­τοιο σκη­νι­κό η πο­λι­τι­κή εκτί­μη­ση της αρι­στε­ράς για το εγ­χώ­ριο και διε­θνές πε­ρι­βάλ­λον εντός του οποί­ου θα οι­κο­δο­μη­θεί η επό­με­νη μέρα θα πρέ­πει να είναι προ­σε­κτι­κή, να ανα­λύ­ει σε βάθος τα δε­δο­μέ­να και να μην υπο­βαθ­μί­ζει την πο­λι­τι­κή ουσία των ζη­τη­μά­των σε τε­χνι­κής φύ­σε­ως επε­ξερ­γα­σί­ες. Άλ­λω­στε, η νωπή ακόμα εμπει­ρία της δε­κα­ε­τί­ας του ’60 απο­δει­κνύ­ει ότι ο μο­να­δι­κός εγ­γυ­η­τής για την ει­ρή­νη και την ασφά­λεια είναι η κί­νη­ση της ερ­γα­τι­κής τάξης και όχι οι τε­χνο­κρα­τι­κές επι­τρο­πές και οι διε­θνείς κη­δε­μό­νες.

Το πώς θα στα­θεί κα­νείς απέ­να­ντι σε αυτό το πο­λύ­πλο­κο και γε­μά­το εκ­πλή­ξεις τοπίο ιμπε­ρια­λι­στι­κών αντα­γω­νι­σμών είναι κρί­σι­μο, είτε οδη­γη­θού­με σε σχέ­διο λύσης είτε όχι. Η ρι­ζο­σπα­στι­κή/ αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή αρι­στε­ρά οφεί­λει να εκτι­μή­σει συ­γκε­κρι­μέ­να αυτήν την πο­λι­τι­κή κα­τά­στα­ση και να εκ­πο­νή­σει το δικό της σχέ­διο για τις μέρες που έρ­χο­νται. Σ’ αυτό το πλαί­σιο, η υπε­ρά­σπι­ση της δια­κρι­τής και αυ­τό­νο­μης πο­λι­τι­κής στά­σης απέ­να­ντι στα στρα­τό­πε­δα των εθνι­κι­στών και των φι­λε­λεύ­θε­ρων αστών που μο­νο­πω­λούν τον δη­μό­σιο διά­λο­γο, είναι όχι απλώς θε­μι­τή αλλά ζω­τι­κή.

Η κα­τά­στα­ση στην ε/κ πλευ­ρά

Η επα­νέ­ναρ­ξη των συ­νο­μι­λιών όπως ήταν ανα­με­νό­με­νο, ξα­νά­νοι­ξε τη συ­ζή­τη­ση και οδή­γη­σε σε όξυν­ση της πο­λι­τι­κής και της κοι­νω­νι­κής αντι­πα­ρά­θε­σης, που σι­γό­και­γε από την εποχή του σχε­δί­ου Ανάν. Αν και βρι­σκό­μα­στε σε δια­φο­ρε­τι­κή πε­ρί­ο­δο από το 2004, η αρι­στε­ρά βρί­σκε­ται και πάλι μπρο­στά σε προ­κλή­σεις που οφεί­λει να αντι­με­τω­πί­σει – ίσως μά­λι­στα από χει­ρό­τε­ρη θέση. Τέ­τοιου εί­δους ζη­τή­μα­τα αφο­ρούν στη δυ­να­τό­τη­τα της αρι­στε­ράς: α) να ξα­να­πά­ρει το προ­βά­δι­σμα στη δια­μόρ­φω­ση του πε­ριε­χο­μέ­νου της λύσης με τα­ξι­κούς όρους και β) να οξύ­νει την τα­ξι­κή πάλη απέ­να­ντι στην “εθνι­κή αφή­γη­ση”, η οποία κυ­ριαρ­χεί από το ’74 και μετά. Ο δρό­μος για να επι­τευ­χθούν ανοί­γει μέσω της ορ­γά­νω­σης των κοι­νω­νι­κών αγώ­νων και της ενί­σχυ­σης των κι­νη­μα­τι­κών δια­δι­κα­σιών αμ­φι­σβή­τη­σης των πο­λι­τι­κών σκλη­ρής λι­τό­τη­τας που εφαρ­μό­ζο­νται και στις δυο πλευ­ρές του συρ­μα­το­πλέγ­μα­τος και με τη λήψη πρω­το­βου­λιών για τη δη­μιουρ­γία δι­κοι­νο­τι­κού με­τώ­που απέ­να­ντι σε κα­πι­τα­λι­στές και εθνι­κι­στές.

Τα συ­γκε­κρι­μέ­να ζη­τή­μα­τα, αν και θα έπρε­πε να είναι στην κο­ρυ­φή της ατζέ­ντας δια­λό­γου και δρά­σης της αρι­στε­ράς (ε/κ και τ/κ), δυ­στυ­χώς μας βρί­σκουν σε μια πε­ρί­ο­δο ιδε­ο­λο­γι­κο­πο­λι­τι­κής υπο­χώ­ρη­σης και ηγε­μο­νί­ας της δε­ξιάς (όλων των απο­χρώ­σε­ων) στο πο­λι­τι­κό και στο κοι­νω­νι­κό πεδίο. Σαφώς, σ’ αυτή την κα­τά­στα­ση δεν οδη­γη­θή­κα­με τυ­χαία. Οι τα­κτι­κές και οι στρα­τη­γι­κές επι­λο­γές της ρε­φορ­μι­στι­κής αρι­στε­ράς έχουν δια­μορ­φώ­σει ένα ιστο­ρι­κό οδυ­νη­ρών συμ­βι­βα­σμών και ηττών.

Το δυ­σμε­νές πε­ρι­βάλ­λον, στο οποίο σή­με­ρα έχουν βρε­θεί τόσο η “απο­δε­δειγ­μέ­να απρό­θυ­μη” θε­σμι­κή αρι­στε­ρά όσο και οι μι­κρό­τε­ρες ρι­ζο­σπα­στι­κές δυ­νά­μεις που ανέ­κα­θεν πά­λευαν για την ει­ρή­νη και την επα­νέ­νω­ση της χώρας, έχει δια­μορ­φω­θεί από:

α) Την αμ­φί­ση­μη στάση που κρά­τη­σε η ηγε­σία του ΑΚΕΛ το 2004,

β) τη διά­ψευ­ση των προσ­δο­κιών της ερ­γα­τι­κής τάξης κατά την πε­ρί­ο­δο δια­κυ­βέρ­νη­σής του,

γ) την ανα­πτέ­ρω­ση της ελ­πί­δας για την εξεύ­ρε­ση μιας ευ­νοϊ­κής -για τα συμ­φέ­ρο­ντα των ερ­γα­ζο­μέ­νων- λύσης επί Χρι­στό­φια-Τα­λάτ που όμως κα­τέ­λη­ξε σε ναυά­γιο

δ) την ολο­κλη­ρω­τι­κή πα­ρά­δο­ση των πο­λι­τι­κών πρω­το­βου­λιών στην κυ­βερ­νώ­σα δεξιά.

Σή­με­ρα, ως απο­τέ­λε­σμα των πα­ρα­πά­νω, η δεξιά και οι κα­πι­τα­λι­στές έχουν σχε­δόν από­λυ­τη πρω­το­βου­λία κι­νή­σε­ων ως προς τη δια­μόρ­φω­ση της μορ­φής και του πε­ριε­χο­μέ­νου της υπό δια­πραγ­μά­τευ­σης λύσης. Ταυ­τό­χρο­να, η κυ­βέρ­νη­ση του Δη­μο­κρα­τι­κού Συ­να­γερ­μού συ­νε­χί­ζει την εφαρ­μο­γή των πο­λι­τι­κών λι­τό­τη­τας με αυ­ξα­νό­με­νη επι­θε­τι­κό­τη­τα. Οι ση­με­ρι­νοί ρυθ­μι­στές και δια­πραγ­μα­τευ­τές της λύσης, είναι οι ίδιοι που επι­τί­θε­νται λυσ­σα­λέα και με κάθε ευ­και­ρία στους ερ­γα­ζό­με­νους και στα λαϊκά στρώ­μα­τα της ε/κ πλευ­ράς κα­λώ­ντας τις πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις σε “εθνι­κή συ­ναί­νε­ση” και επι­δει­κνύ­ο­ντας μη­δε­νι­κή ανοχή στις οποιεσ­δή­πο­τε αντι­δρά­σεις. Απ’ αυτήν την ανα­μέ­τρη­ση νι­κη­τής προς το παρόν βγαί­νει ο Ανα­στα­σιά­δης ενώ οι νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρες πο­λι­τι­κές τεί­νουν ολο­έ­να και πε­ρισ­σό­τε­ρο να εμπε­δώ­νο­νται στη συ­νεί­δη­ση του κό­σμου έστω και ως ανα­γκαίο κακό. Παρά το χάος που επι­κρα­τεί σε επί­πε­δο κα­θη­με­ρι­νό­τη­τας (ανερ­γία, χα­μη­λοί μι­σθοί, ανα­σφά­λεια, πε­ριο­ρι­σμέ­νο κοι­νω­νι­κό κρά­τος, ιδιω­τι­κο­ποι­ή­σεις) η δεξιά κα­τα­φέρ­νει να χα­ράσ­σει σχε­δόν ανε­νό­χλη­τη την πο­λι­τι­κή της εις βάρος του κό­σμου της ερ­γα­σί­ας.

Στη δια­δι­κα­σία επί­λυ­σης του κυ­πρια­κού, ο Ανα­στα­σιά­δης εκ­προ­σω­πεί πρό­θυ­μα την ε/κ αστι­κή τάξη που έχει συν­δέ­σει τα συμ­φέ­ρο­ντα της με τη λύση και με τη συ­ναί­νε­ση του διε­θνούς πα­ρά­γο­ντα επι­τα­χύ­νει τις συ­νο­μι­λί­ες. Έχο­ντας το πρά­σι­νο φως ση­μα­ντι­κής με­ρί­δας της ε/κ αστι­κής τάξης και των με­γά­λων δυ­νά­με­ων η κυ­βέρ­νη­ση κάνει κι­νή­σεις για τη λύση παί­ζο­ντας το παι­χνί­δι της πλη­ρο­φό­ρη­σης όπως τη βο­λεύ­ει. Μετά την ανα­θέρ­μαν­ση των συ­νο­μι­λιών στο Μοντ Πε­λε­ράν Ι μι­λού­σε για με­γά­λη πρό­ο­δο και συ­γκλί­σεις ακόμα και σε δύ­σκο­λα θέ­μα­τα ενώ μετά την κα­τάρ­ρευ­ση των συ­νο­μι­λιών στο Μοντ Πε­λε­ράν ΙΙ, για αδιαλ­λα­ξία της άλλης πλευ­ράς, φορ­τώ­νο­ντας τις ευ­θύ­νες εξ ολο­κλή­ρου στην τ/κ κοι­νό­τη­τα και στην Τουρ­κία.

Οι όροι με τους οποί­ους διε­ξά­γε­ται η συ­ζή­τη­ση είναι βαθιά προ­βλη­μα­τι­κοί και δεν είναι ανε­ξάρ­τη­τοι από την κα­τά­στα­ση που πε­ρι­γρά­φη­κε πα­ρα­πά­νω. Ο Ανα­στα­σιά­δης είναι δια­τε­θει­μέ­νος να παί­ξει όλα του τα χαρ­τιά προ­κει­μέ­νου να δια­σφα­λί­σει τα μέ­γι­στα δυ­να­τά συμ­φέ­ρο­ντα της τάξης του. Φυ­σι­κά, σε πε­ρί­πτω­ση ναυα­γί­ου θα είναι και πάλι έτοι­μος να υπε­ρα­σπι­στεί τις επι­διώ­ξεις του κε­φα­λαί­ου παί­ζο­ντας το χαρτί του πα­τριω­τι­σμού και της υπε­ρά­σπι­σης της εθνι­κής κυ­ριαρ­χί­ας. Επει­δή όλα τα εν­δε­χό­με­να είναι ανοι­χτά, η αρι­στε­ρά δεν μπο­ρεί να εθε­λο­τυ­φλεί αντι­με­τω­πί­ζο­ντας τις κι­νή­σεις τα­κτι­κής του ως απο­δεί­ξεις άλ­λο­τε “θαρ­ρα­λέ­ας” και άλ­λο­τε “δει­λής” εκ­προ­σώ­πη­σης των ε/κ συ­νο­λι­κά.

Ταυ­τό­χρο­να, ένα άλλο κομ­μά­τι της ε/κ αστι­κής τάξης προ­κρί­νει τη δια­τή­ρη­ση του status quo ως εγ­γύ­η­ση για την κα­λύ­τε­ρη εξυ­πη­ρέ­τη­ση των συμ­φε­ρό­ντων του. Σε επί­πε­δο πο­λι­τι­κής εκ­προ­σώ­πη­σης οι δυ­νά­μεις του ακραί­ου κέ­ντρου (ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ, Συμ­μα­χία Πο­λι­τών) της κου­στου­μα­ρι­σμέ­νης ακρο­δε­ξιάς (Αλ­λη­λεγ­γύη) και των νε­ο­να­ζί με τη γνω­στή συ­ντα­γή του πα­τριω­τι­σμού ση­κώ­νουν το γάντι και προ­σπα­θούν να ηγε­μο­νεύ­σουν στο απορ­ρι­πτι­κό μέ­τω­πο. Γι’ αυτή τη με­ρί­δα των αστών η ευ­η­με­ρία του κε­φα­λαί­ου εξυ­πη­ρε­τεί­ται κα­λύ­τε­ρα εντός του υπάρ­χο­ντος κοι­νω­νι­κο­πο­λι­τι­κού συ­σχε­τι­σμού δυ­νά­με­ων και η απο­δο­χή της de facto δι­χο­τό­μη­σης, σερ­βί­ρε­ται με γαρ­νι­τού­ρα εθνι­κής πλειο­δο­σί­ας.

Αυτές οι πραγ­μα­τι­κές αντι­θέ­σεις με­τα­ξύ των δύο δε­ξιών μπλοκ ανα­φο­ρι­κά με τη στρα­τη­γι­κή δια­χεί­ρι­σης του κυ­πρια­κού, αντα­να­κλούν τις αντι­λή­ψεις και τους προ­βλη­μα­τι­σμούς του ση­με­ρι­νού ε/κ οι­κο­νο­μι­κού κα­τε­στη­μέ­νου ανα­φο­ρι­κά με τον τρόπο με τον οποίο θα μπο­ρέ­σουν να δια­τη­ρή­σουν και να αυ­ξή­σουν την κερ­δο­φο­ρία τους. Είναι σαφές πως δεν συ­γκλί­νουν όλες οι με­ρί­δες της ε/κ αστι­κής τάξης στις εκτι­μή­σεις ρί­σκου, στην ανά­γνω­ση του πο­λι­τεια­κού πε­ρι­βάλ­λο­ντος και στην αντι­κει­με­νι­κή δυ­να­τό­τη­τα των οι­κο­νο­μι­κών πα­ρα­γό­ντων της ε/κ πλευ­ράς να στα­θούν στη ση­με­ρι­νή συ­γκυ­ρία. Σε κάθε πε­ρί­πτω­ση όμως, τα πα­ρα­πά­νω πε­ρι­γρά­φουν μία εθνι­κή-τα­ξι­κή διερ­γα­σία. Τόσο η κο­σμο­πο­λί­τι­κη -υπο­στη­ρι­κτι­κή προς ένα σχέ­διο λύ­σης- πτέ­ρυ­γα του ΔηΣυ όσο και η απορ­ρι­πτι­κή πλευ­ρά θα συ­νε­χί­ζουν να υπε­ρα­σπί­ζο­νται τα συμ­φέ­ρο­ντα της ε/κ αστι­κής τάξης και αυτό θα το κά­νουν με όση έντα­ση χρεια­στεί, στα πλαί­σια ενός νέου ομό­σπον­δου κρά­τους αν αυτό προ­κύ­ψει, είτε όμως και εκτός αυτού.

Η ΔΔΟ ως μορφή λύσης

Σε ένα τέ­τοιο πε­ρι­βάλ­λον το μο­να­δι­κό ελ­πι­δο­φό­ρο μή­νυ­μα το στέλ­νουν και πάλι οι ερ­γα­ζό­με­νες τά­ξεις των δυο κοι­νο­τή­των που αντα­πο­κρί­νο­νται στα από κοι­νού -συμ­βο­λι­κά προς το πα­ρόν- κα­λέ­σμα­τα των συν­δι­κά­των. Τα πιο ση­μα­ντι­κά ζη­τή­μα­τα που είχαν, έχουν και μάλ­λον θα έχουν να αντι­με­τω­πί­σουν τόσο οι αγω­νι­στές της Αρι­στε­ράς όσο και οι υπό­λοι­ποι ακτι­βι­στές στο νησί είναι εκεί­να που πα­ρά­γει ο εθνι­κι­σμός και τα από­το­κά του, ο ρα­τσι­σμός και η μι­σαλ­λο­δο­ξία, ζη­τή­μα­τα που ιστο­ρι­κά απο­τε­λούν το κύριο πρό­βλη­μα και στις δύο κοι­νό­τη­τες του νη­σιού.

Η γραμ­μή της εκ­κλη­σί­ας, των εθνι­κι­στών και της Δε­ξιάς ήταν τόσο κυ­ρί­αρ­χη όλες αυτές τις δε­κα­ε­τί­ες που κρα­τού­σε στο πε­ρι­θώ­ριο, κάθε προ­σπά­θεια συ­γκρό­τη­σης αντί­θε­του πο­λι­τι­κού λόγου. Αυτό έχει πολ­λές φορές σαν απο­τέ­λε­σμα την απο­γο­ή­τευ­ση κό­σμου της Αρι­στε­ράς, αρ­κε­τοί από τους οποί­ους σή­με­ρα, έχουν δυ­στυ­χώς ενα­πο­θέ­σει πολ­λές από τις ελ­πί­δες τους στον Ανα­στα­σιά­δη. Με τους εθνι­κι­στές να συ­γκρο­τούν ευρύ μέ­τω­πο, τόσο στο κοι­νο­βού­λιο όσο και στην κοι­νω­νία, η Αρι­στε­ρά είναι ανά­γκη να ανα­λά­βει τις ευ­θύ­νες της απέ­να­ντι στο κυ­πρια­κό ζή­τη­μα, πιο επι­τα­κτι­κά μά­λι­στα από το προη­γού­με­νο διά­στη­μα.

Το σχέ­διο λύσης που δια­πραγ­μα­τεύ­ε­ται ο Ανα­στα­σιά­δης με τον Ακιν­τζί προ­φα­νώς δεν ταυ­τί­ζε­ται με τα συμ­φέ­ρο­ντα των ερ­γα­ζό­με­νων. Όπως όλα δεί­χνουν, ξα­να­φέρ­νει ΔΝΤ, νέα μνη­μό­νια και εν­δε­χο­μέ­νως το ΝΑΤΟ από την πίσω πόρτα, και ο κυ­πρια­κός λαός ξέρει καλά ποιος θα πλη­ρώ­σει το λο­γα­ρια­σμό, αφε­νός από την εμπει­ρία του με τους στρα­τούς και τους στρα­το­κρά­τες, και αφε­τέ­ρου από την εμπει­ρία των πρό­σφα­των μνη­μο­νί­ων. Ενώ όμως αυτά τα ζη­τή­μα­τα πρέ­πει να είναι στον πυ­ρή­να κάθε αρι­στε­ρής προ­σέγ­γι­σης, δεν θε­ω­ρού­με ότι είναι κα­λύ­τε­ρη η διαιώ­νι­ση της υπάρ­χου­σας κα­τά­στα­σης.

Σε ένα τέ­τοιο πλαί­σιο αντι­με­τω­πί­ζου­με θε­τι­κά την προ­ο­πτι­κή συ­νύ­παρ­ξης των δύο κοι­νο­τή­των στη βάση μίας Δι­ζω­νι­κής Δι­κοι­νο­τι­κής Ομο­σπον­δί­ας, αφού κα­τα­λα­βαί­νου­με πως στην πα­ρού­σα φάση κάτι τέ­τοιο μπο­ρεί να απο­τε­λέ­σει το έναυ­σμα για ου­σια­στι­κή επα­να­προ­σέγ­γι­ση. Μπο­ρεί να δη­μιουρ­γή­σει νέους χώ­ρους κοι­νής δρά­σης, μπο­ρεί να δώσει οξυ­γό­νο στην αρι­στε­ρά και να απα­ντή­σει στους εθνι­κι­στές, σπά­ζο­ντας την εκ­με­τάλ­λευ­ση, το ρα­τσι­σμό και τον εθνι­κι­σμό στη πράξη.

Επι­πλέ­ον, η ΔΔΟ είναι η λύση που προ­κρί­νουν οι Τουρ­κο­κύ­πριοι, ακρι­βώς επει­δή η προ­ο­πτι­κή ενιαί­ου κρά­τους σε αυτές τις συν­θή­κες θα είναι ξε­κά­θα­ρα εις βάρος τους. Η αρχή «ένας άν­θρω­πος – μια ψήφος» απο­τε­λεί εύ­λο­γα κόκ­κι­νο πανί για τους τουρ­κό­φω­νους συ­ναν­θρώ­πους μας, αφού οι μνή­μες τους από το κρά­τος του 1963-1967 είναι ακόμη νωπές. Οι εθνι­κι­στές πα­ρα­μο­νεύ­ουν στη γωνιά για να κε­φα­λαιο­ποι­ή­σουν την απο­γο­ή­τευ­ση του κό­σμου, τόσο από εν­δε­χό­με­νη απο­τυ­χία των συ­νο­μι­λιών, όσο και από «επι­τυ­χία», αφού τότε θα τρι­γυρ­νούν πα­ρου­σιά­ζο­ντας τους εαυ­τούς τους ως τους μό­νους πα­τριώ­τες κτλ.

Η ομο­σπον­δία ακόμα και στα πλαί­σια μιας αστι­κής δη­μο­κρα­τί­ας μπο­ρεί να δώσει τη δυ­να­τό­τη­τα στις δυο κοι­νό­τη­τες του νη­σιού να συ­νυ­πάρ­ξουν ξανά. Πα­ρό­λα αυτά, απο­τε­λεί πολύ δυ­σκο­λό­τε­ρο στοί­χη­μα για τις αστι­κές τά­ξεις η επι­τυ­χη­μέ­νη συ­νύ­παρ­ξη κα­πι­τα­λι­στι­κών συμ­φε­ρό­ντων που για δε­κα­ε­τί­ες ακο­λου­θού­σαν αυ­τό­νο­μη και αντι­θε­τι­κή πο­ρεία ανά­πτυ­ξης και που δεν έχουν κά­ποιο λόγο να πα­ραι­τη­θούν από αυτήν στα πλαί­σια μιας ομο­σπον­δί­ας, από ότι είναι για τους απλούς αν­θρώ­πους να ζουν ει­ρη­νι­κά. Για το λόγο αυτό, η εγκα­θί­δρυ­ση ΔΔΟ δεν απο­τε­λεί από μόνη της εχέγ­γυο ομα­λής σχέ­σης με­τα­ξύ των δύο συ­νι­στω­σών κρα­τι­δί­ων, ανε­ξάρ­τη­τα από την όποια διοι­κη­τι­κή από­στα­ση ασφα­λεί­ας. Η πα­ρα­τή­ρη­ση αυτή κάνει εύ­λο­γη την εκτί­μη­ση ότι έστω και με δια­φο­ρε­τι­κό πε­ριε­χό­με­νο ή πρω­τα­γω­νι­στές, θα συ­νε­χί­σει να υπάρ­χει πο­λι­τι­κός και οι­κο­νο­μι­κός χώρος δρά­σης εθνι­κι­στι­κών δυ­νά­με­ων.

Αυτό ση­μαί­νει ότι μόνο μέσα από τους αγώ­νες μας, με­τα­νά­στες, ελ­λη­νο­κύ­πριοι και τουρ­κο­κύ­πριοι ερ­γα­ζό­με­νοι μπο­ρού­με να ελ­πί­ζου­με ότι τα πράγ­μα­τα θα κα­λυ­τε­ρεύ­σουν. Η ομο­σπον­δία δεν θα μας απαλ­λά­ξει αυ­τό­μα­τα από αυτό που είναι στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα το «Κυ­πρια­κό πρό­βλη­μα»: από τον εθνι­κι­σμό, ως ερ­γα­λείο απο­προ­σα­να­το­λι­σμού της ερ­γα­τι­κής τάξης. Είναι όμως μια πόρτα που αν δεν την ανοί­ξου­με, μπο­ρεί να μεί­νει κλει­στή για τα καλά. Δεν θα κα­ταρ­γή­σει ως δια μα­γεί­ας ούτε το σε­ξι­σμό, ούτε την κυ­ριαρ­χία της Εκ­κλη­σί­ας, ούτε θα απο­τε­λέ­σει «πλήγ­μα στον ιμπε­ρια­λι­σμό». Αυτό είναι σαφές, αφού σχε­διά­ζε­ται και προ­τεί­νε­ται από τους από πάνω.

Μόνο εμείς μπο­ρού­με να επι­φέ­ρου­με πλήγ­μα σε όλα αυτά, εκ­με­ταλ­λευό­με­νοι τις ανα­βαθ­μι­σμέ­νες συν­θή­κες πάλης που ίσως μας προ­σφέ­ρει η ΔΔΟ. Αυτό που πραγ­μα­τι­κά χρεια­ζό­μα­στε στην πα­ρού­σα φάση δεν είναι ομά­δες πί­ε­σης, αλλά ένα υπο­λο­γί­σι­μο, μα­χη­τι­κό κί­νη­μα που θα κα­τα­φέ­ρει να κάνει τους Ανα­στα­σιά­δη – Ακ­κιν­τζί να φο­βού­νται. Οι συ­γκε­ντρώ­σεις χρειά­ζε­ται να εντα­θούν και να μα­ζι­κο­ποι­η­θούν πε­ρισ­σό­τε­ρο, τα αι­τή­μα­τα και οι δρά­σεις να είναι μα­χη­τι­κές, με πο­λι­τι­κό πε­ριε­χό­με­νο και να μην πε­ριο­ρί­ζο­νται σε προ­τρο­πές για μια αό­ρι­στη ομο­σπον­δία.

Στην επό­με­νη πε­ρί­ο­δο, η αρι­στε­ρά πρέ­πει να είναι έτοι­μη να αντι­με­τω­πί­σει τους εθνι­κι­στές και τους κα­πι­τα­λι­στές και να υπε­ρα­σπι­στεί τη συ­νύ­παρ­ξη και στα δύο εν­δε­χό­με­να με συ­στη­μα­τι­κό τρόπο φτιά­χνο­ντας μέ­τω­πα, χτί­ζο­ντας στην πράξη την κοινή ζωή.

Τα κα­θή­κο­ντα της αρι­στε­ράς

Σ’ αυτό το πλαί­σιο η προ­ο­πτι­κή δη­μιουρ­γί­ας ΔΔΟ, ακόμη και αν πα­ρά­σχει ου­σια­στι­κό­τε­ρες ευ­και­ρί­ες συ­νύ­παρ­ξης με­τα­ξύ των δύο κοι­νο­τή­των σε σχέση με το status quo, θέτει ταυ­τό­χρο­να την Αρι­στε­ρά μπρο­στά σε αυ­ξη­μέ­να κα­θή­κο­ντα: να πε­ρι­γρά­ψει το εγ­χώ­ριο και διε­θνές πο­λι­τι­κό και οι­κο­νο­μι­κό πε­ρι­βάλ­λον μέσα στο οποίο θα υλο­ποι­η­θεί το όποιο σχέ­διο λύσης (αν και εφό­σον προ­τα­θεί και υπερ­ψη­φι­στεί), να απα­ντή­σει στη νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη επί­θε­ση που ανα­μέ­νε­ται να εντα­θεί και να εκ­φρα­στεί συ­ντο­νι­σμέ­νη εντός των δύο κοι­νο­τή­των, καθώς και να αντι­με­τω­πί­σει τη δράση των εθνι­κι­στών, συ­γκα­λυμ­μέ­νων και απρο­κά­λυ­πτων. Αυτή η διά­στα­ση του ζη­τή­μα­τος, είτε απου­σιά­ζει εντε­λώς είτε είναι ατρο­φι­κή στην ανά­λυ­ση και στην τα­κτι­κή της Αρι­στε­ράς, συ­μπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων ση­μα­ντι­κών τμη­μά­των της ρι­ζο­σπα­στι­κής πτέ­ρυ­γάς της, η οποία ούτως η άλλως αριθ­μεί μι­κρές δυ­νά­μεις.

Σ’ αυτές τις συν­θή­κες όσοι και όσες αντι­λαμ­βα­νό­μα­στε το μέ­γε­θος των προ­κλή­σε­ων για την Αρι­στε­ρά και τον κόσμο της ερ­γα­σί­ας, έχου­με το κα­θή­κον να χα­ρά­ξου­με το δικό μας πο­λι­τι­κό σχέ­διο και να ανοί­ξου­με νέους δρό­μους κοι­νής πάλης για την άμεση απε­μπλο­κή από τους ιμπε­ρια­λι­στι­κούς σχη­μα­τι­σμούς, τη δια­σφά­λι­ση της πρό­σβα­ση σε δη­μό­σιο σύ­στη­μα παι­δεί­ας, υγεί­ας και κοι­νω­νι­κών ασφα­λί­σε­ων, την απο­στρα­τιω­τι­κο­ποί­η­ση του νη­σιού (συ­μπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων των βρε­τα­νι­κών βά­σε­ων) και την ανα­βάθ­μι­ση των ερ­γα­σια­κών δι­καιω­μά­των. Όλα εκεί­να τα θέ­μα­τα, δη­λα­δή που κα­νέ­νας εκ­πρό­σω­πος των αστών, όπως ο Ανα­στα­σιά­δης, δεν θέλει να λύσει. Αυτός είναι ο δικός μας ρόλος, πιο δύ­σκο­λος και πιο σύν­θε­τος από ποτέ.

Πε­ρι­μέ­νο­ντας την τε­λι­κή κα­τά­θε­ση του τε­λι­κού σχε­δί­ου της λύσης, για να το­πο­θε­τη­θού­με επί του συ­γκε­κρι­μέ­νου πλαι­σί­ου, ως θέση αρχής υπε­ρα­σπι­ζό­μα­στε ότι η μορφή και το πε­ριε­χό­με­νο της ΔΔΟ θα πρέ­πει να προ­ω­θεί την ει­ρη­νι­κή συ­νύ­παρ­ξη στην πε­ριο­χή και δεν θα πρέ­πει να στρέ­φε­ται ενά­ντια στα συμ­φέ­ρο­ντα του κό­σμου της δου­λειάς. Το να δια­χω­ρί­ζου­με το κυ­πρια­κό από το γε­ω­πο­λι­τι­κό σκη­νι­κό που δια­μορ­φώ­νε­ται στην πε­ριο­χή είναι ανεύ­θυ­νο ει­δι­κά για την αρι­στε­ρά που θέλει να σέ­βε­ται τον εαυτό της και την τάξη που (οφεί­λει να) υπη­ρε­τεί.

Το εν­δε­χό­με­νο λύσης, όσο και αν μας γε­μί­ζει με αι­σιο­δο­ξία, μας φορ­τώ­νει πα­ράλ­λη­λα και με με­γά­λες ευ­θύ­νες να υπε­ρα­σπι­στού­με τα συμ­φέ­ρο­ντα της τάξης μας, τις ιδέες μας και το διε­θνι­σμό με σθέ­νος, κάτω από οποιεσ­δή­πο­τε συν­θή­κες προ­κύ­ψουν. Η εν­δε­χό­με­νη επί­λυ­ση του κυ­πρια­κού δεν θα είναι το τέλος. Πρέ­πει όμως, να γίνει η αρχή για μια αρι­στε­ρά πιο συ­νε­πή, πιο μα­χη­τι­κή και πιο διεκ­δι­κη­τι­κή από ποτέ.

rproject.gr

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος