Μύθοι και πραγματικότητες στον λόγο του ΣΕΒ

Μύθοι και πραγματικότητες στον λόγο του ΣΕΒ

  • |

Δεν είναι η αύξηση των κερδών της παραγωγικότητας της εργασίας που αποκατέστησε την κλονισμένη κερδοφορία του ελληνικού κεφαλαίου, αλλά αντίθετα η προσφυγή στην εφαρμογή εξαγωγής μορφών απόλυτης υπεραξίας.

Ανέστης Ταρπάγκος

Μετά από μια βαθιά κρίση υπερ­συσ­σώ­ρευ­σης (2008 – 2015), που προ­κά­λε­σε εκα­το­ντά­δες εκ­κα­θα­ρί­σεις επι­χει­ρή­σε­ων, εκα­το­ντά­δες χι­λιά­δες απώ­λειες θέ­σε­ων ερ­γα­σί­ας, και την κα­τα­στρο­φή ση­μα­ντι­κών πα­γί­ων κε­φα­λαί­ων, και αφού επω­φε­λή­θη­κε από την εφαρ­μο­γή συ­νε­χών μνη­μο­νια­κών πο­λι­τι­κών, ο ελ­λη­νι­κός κα­πι­τα­λι­σμός έχει ανα­κάμ­ψει την τε­λευ­ταία διε­τία, πρω­τί­στως από την άποψη της εξα­σφά­λι­σης μιας επαρ­κούς κερ­δο­φο­ρί­ας στην πλειο­νό­τη­τα των επι­χει­ρή­σε­ων του εται­ρι­κού τομέα της οι­κο­νο­μί­ας, σε σχέση με την κυ­ριαρ­χία των ζη­μιο­γό­νων απο­τε­λε­σμά­των στην πρώτη πε­ρί­ο­δο της κρί­σης. Έτσι στη ση­με­ρι­νή συ­γκυ­ρία, όπου δια­πι­στώ­νει ότι ναι μεν έχει απο­φύ­γει τον κα­τα­πο­ντι­σμό του, ωστό­σο όμως χωρίς να έχει επι­τύ­χει μια σο­βα­ρή ανα­πτυ­ξια­κή ώθηση, επι­χει­ρεί να θέσει τους όρους της πο­λι­τι­κής του μέσα από την δια­τύ­πω­ση μιας «εθνι­κής στρα­τη­γι­κής για την απα­σχό­λη­ση», όπερ εστί με­θερ­μη­νευό­με­νο να απαι­τή­σει την συ­νέ­χι­ση και εμ­βά­θυν­ση της εφαρ­μο­γής ενός ερ­γα­σια­κού μο­ντέ­λου που έχει προ­κύ­ψει από μια δια­χεί­ρι­ση της κρί­σης που έγινε προς όφε­λος του κε­φα­λαί­ου και σε βάρος της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας.

Η ενο­χο­ποί­η­ση της ερ­γα­σί­ας για την κα­πι­τα­λι­στι­κή κρίση

          Μ’ αυτή την  έν­νοια ο ση­με­ρι­νός ΣΕΒ ανα­πτύσ­σει μια πα­ρέμ­βα­ση όπως εκ­φρά­ζε­ται από την αρ­θρο­γρα­φία και τις συ­νε­ντεύ­ξεις του προ­έ­δρου του, που επι­χει­ρούν να κα­θο­ρί­σουν τη στάση του επι­χει­ρη­μα­τι­κού κε­φα­λαί­ου απέ­να­ντι στις οι­κο­νο­μι­κές και κοι­νω­νι­κές εξε­λί­ξεις [ Θε­ό­δω­ρος Φέσ­σας «Εμπρός για μια εθνι­κή στρα­τη­γι­κή για την απα­σχό­λη­ση», Εφη­με­ρί­δα Συ­ντα­κτών 27-29 / Οκτω­βρί­ου / 2017 και επί­σης Θε­ό­δω­ρος Φέσ­σας «Δεν θα βγού­με από την κρίση από την ίδια πόρτα που μπή­κα­με», Οι­κο­νο­μι­κή Κα­θη­με­ρι­νή 28-29 / Οκτω­βρί­ου/ 2017 ]. Σ’ αυτές τις το­πο­θε­τή­σεις η ηγε­σία του βιο­μη­χα­νι­κού κε­φα­λαί­ου, υπό το πρό­σχη­μα της έγνοιας και της κοι­νω­νι­κής της φρο­ντί­δας για την στή­ρι­ξη και ενί­σχυ­ση της απα­σχό­λη­σης της ελ­λη­νι­κής ερ­γα­τι­κής τάξης, που έχει πλη­γεί όσο καμία άλλη στην Ευ­ρώ­πη από την υπερ­με­γέ­θη ανερ­γία και τη με­τα­νά­στευ­ση, ου­σια­στι­κά επι­διώ­κει να στα­θε­ρο­ποι­ή­σει τις συ­νέ­πειες των μνη­μο­νί­ων στις ερ­γα­σια­κές σχέ­σεις, να τις νο­μι­μο­ποι­ή­σει και να τις μο­νι­μο­ποι­ή­σει, αλλά και να επι­φέ­ρει νέες με­ταλ­λά­ξεις σε ένα κοι­νω­νι­κό σώμα που έχει υπο­στεί συ­ντρι­πτι­κά πλήγ­μα­τα , που δεν έχουν προη­γού­με­νο σε κοι­νο­βου­λευ­τι­κή δη­μο­κρα­τία εν καιρώ ει­ρή­νης.

Δια­πι­στώ­νει έτσι ευθύς εξ αρχής ότι η «δύ­σκαμ­πτη αγορά ερ­γα­σί­ας του 2009 ήταν μέρος του προ­βλή­μα­τος που μας οδή­γη­σε στη χρε­ο­κο­πία και όχι μέρος της λύσης». Γι’ αυτό άλ­λω­στε κρί­νει ότι «η επι­στρο­φή στο κα­θε­στώς ερ­γα­σια­κών ρυθ­μί­σε­ων που ίσχυε πριν από την κρίση είναι μια ανι­στό­ρη­τη ου­το­πία». Κι’ όλα αυτά όταν ήδη επί δύο συ­νε­χό­με­νες δε­κα­ε­τί­ες κυ­ριαρ­χί­ας του νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού στην ελ­λη­νι­κή πο­λι­τι­κή σκηνή (1990 – 2010) οι ερ­γα­σια­κές σχέ­σεις είχαν ήδη υπο­στεί ισχυ­ρές με­τα­μορ­φώ­σεις, όπως η νο­μι­μο­ποί­η­ση και γε­νί­κευ­ση της με­ρι­κής και προ­σω­ρι­νής απα­σχό­λη­σης με την προ­ώ­θη­ση της τότε «ελα­στα­σφά­λειας», και όταν το κοι­νω­νι­κό ασφα­λι­στι­κό σύ­στη­μα είχε δε­χθεί τις ανα­τρο­πές που είχαν επι­βάλ­λει οι νόμοι Σιού­φα της ΝΔ και Ρέππα του ΠΑΣΟΚ,  στις αρχές της δε­κα­ε­τί­ας του 1990 και του 2000 αντί­στοι­χα. Όταν η ελ­λη­νι­κή κοι­νω­νία ήταν η μο­να­δι­κή σε ευ­ρω­παϊ­κό επί­πε­δο που στε­ρού­νταν Κώ­δι­κα Ερ­γα­σί­ας, που να συ­στη­μα­το­ποιεί τις στοι­χειώ­δεις προ­στα­τευ­τι­κές δια­τά­ξεις του Ερ­γα­τι­κού Δι­καί­ου.

Και από την άλλη πλευ­ρά επι­χει­ρεί να συ­σκο­τί­σει τις πραγ­μα­τι­κές οι­κο­νο­μι­κές αι­τί­ες της κρί­σης, απο­δί­δο­ντάς την στην «ερ­γα­σια­κή δυ­σκαμ­ψία», όταν είναι από όλες τις πλευ­ρές γνω­στό ότι η κρίση προ­ήλ­θε από την στα­θε­ρή μεί­ω­ση του πο­σο­στού κέρ­δους ενός με­γά­λου μέ­ρους της ελ­λη­νι­κής κα­πι­τα­λι­στι­κής πα­ρα­γω­γής, από την πτώση της απο­δο­τι­κό­τη­τας του κε­φα­λαί­ου, από την αδυ­να­μία ση­μα­ντι­κών με­ρί­δων των επι­χει­ρή­σε­ων να μπο­ρούν να ανα­πα­ρα­χθούν με όρους κερ­δο­φο­ρί­ας, συσ­σω­ρεύ­ο­ντας απε­να­ντί­ας ση­μα­ντι­κά ζη­μιο­γό­να απο­τε­λέ­σμα­τα. Και μήπως σ’ αυτή την πε­ρί­πτω­ση το βιο­μη­χα­νι­κό και εμπο­ρι­κό κε­φά­λαιο εν­δια­φέρ­θη­καν για την δια­τή­ρη­ση της απα­σχό­λη­σης των ερ­γα­ζο­μέ­νων; Απε­να­ντί­ας έθε­σαν σε κί­νη­ση τους εκ­κα­θα­ρι­στι­κούς μη­χα­νι­σμούς της κρί­σης υπερ­συσ­σώ­ρευ­σης προ­κα­λώ­ντας την κα­τα­στρο­φή των ζω­ντα­νών πα­ρα­γω­γι­κών δυ­νά­με­ων. Άλ­λω­στε η χρε­ο­κο­πία της χώρας, που οδή­γη­σε στην υιο­θέ­τη­ση των μνη­μο­νια­κών πο­λι­τι­κών δεν είχε στην αφε­τη­ρία της παρά τον υπέρ­με­τρο δα­νει­σμό της ελ­λη­νι­κής αστι­κής τάξης, που και αυτός προ­ερ­χό­ταν, με­τα­ξύ των άλλων, από τις φο­ρο­α­παλ­λα­γές και τα κί­νη­τρα προς το επι­χει­ρη­μα­τι­κό κε­φά­λαιο.

Επι­πρό­σθε­τα προ­βάλ­λε­ται ο πά­γιος ισχυ­ρι­σμός ότι η «πο­ρεία των μι­σθών πρέ­πει να συν­δέ­ε­ται και να εξαρ­τά­ται από την πο­ρεία της πα­ρα­γω­γι­κό­τη­τας της ερ­γα­σί­ας … από την επι­χει­ρη­μα­τι­κή από­δο­ση και την επι­χει­ρη­μα­τι­κή με­γέ­θυν­ση, πέρα και πάνω από τον στενό προσ­διο­ρι­σμό του κα­τώ­τα­του μι­σθού». Μια τέ­τοια επί­κλη­ση έχει κυ­ριο­λε­κτι­κά μυ­θο­λο­γι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά, που αγνο­ούν τα δε­δο­μέ­να των οι­κο­νο­μι­κών εξε­λί­ξε­ων όλες τις τε­λευ­ταί­ες δε­κα­ε­τί­ες, μετά την «χρυσή εποχή» του ευ­ρω­παϊ­κού κα­πι­τα­λι­σμού (μέσα δε­κα­ε­τί­ας 1950 – μέσα δε­κα­ε­τί­ας 1980), ότι δη­λα­δή το κύριο πρό­βλη­μα που αντι­με­τω­πί­ζει ο κα­πι­τα­λι­σμός από εκεί και μέχρι σή­με­ρα σε διε­θνές επί­πε­δο, και που υπο­σκά­πτει τον κα­πι­τα­λι­στι­κό δυ­να­μι­σμό της οι­κο­νο­μί­ας είναι η στα­θε­ρή πτώση των κερ­δών της πα­ρα­γω­γι­κό­τη­τας της ερ­γα­σί­ας. Τόσο το επί­πε­δο της  ετή­σιας ανά­πτυ­ξης όσο και η πα­ρα­γω­γι­κό­τη­τα της ερ­γα­σί­ας, καθώς και το κατά κε­φα­λήν ει­σό­δη­μα κα­τα­γρά­φουν μια κα­θο­δι­κή πο­ρεία από το 1960 μέχρι το 2015. Κι’ αυτά γιατί, πράγ­μα­τα που απο­τε­λούν στοι­χειώ­δεις επι­στη­μο­νι­κές δια­πι­στώ­σεις της μαρ­ξι­στι­κής θε­ω­ρί­ας, η κρίση προ­έρ­χε­ται από την μεί­ω­ση του πο­σο­στού κέρ­δους και από την αύ­ξη­ση της ορ­γα­νι­κής σύν­θε­σης του κε­φα­λαί­ου  [ Μισέλ Χιου­σόν «Δέκα Χρό­νια κρί­σης …και μετά ο Μα­κρόν»,Defend Democracy Press ].

Κέρδη πα­ρα­γω­γι­κό­τη­τας και κα­τα­κρή­μνι­ση της ερ­γα­σί­ας

          Γι’ αυτόν ακρι­βώς το λόγο ο σύγ­χρο­νος φι­λε­λευ­θε­ρι­σμός, τόσο σε πα­γκό­σμιο όσο και σε ελ­λη­νι­κό επί­πε­δο, προ­σφεύ­γει πλέον συ­στη­μα­τι­κά στην συ­νε­χή μεί­ω­ση των μι­σθών, δη­λα­δή του με­τα­βλη­τού κε­φα­λαί­ου της κα­πι­τα­λι­στι­κής πα­ρα­γω­γής. Είναι η πτώση του πο­σο­στού των ερ­γα­τι­κών αμοι­βών στο ακα­θά­ρι­στο εθνι­κό προ­ϊ­όν από το 54,5 % στο 50,5%  [ με βάση τους ίδιους τους υπο­λο­γι­σμούς του ΔΝΤ του Απρι­λί­ου 2017 για την πε­ρί­ο­δο 1970 – 2014 ], που έχει κα­τορ­θώ­σει να αυ­ξή­σει το πο­σο­στό κέρ­δους στις χώρες της Ευ­ρω­παϊ­κής Ένω­σης κατά 50% με­τα­ξύ 1980 και 2015, και έχει σχε­δόν δι­πλα­σιά­σει αυτό το πο­σο­στό κέρ­δους στις Ηνω­μέ­νες Πο­λι­τεί­ες στην ίδια πε­ρί­ο­δο. Κατ’ αυτό τον τρόπο λει­τούρ­γη­σε και ο Λε­βιά­θαν του ελ­λη­νι­κού κα­πι­τα­λι­σμού στην επτα­ε­τία των μνη­μο­νί­ων, δη­λα­δή κα­ταρ­γώ­ντας την λει­τουρ­γία των συλ­λο­γι­κών συμ­βά­σε­ων και των αντί­στοι­χων αμοι­βών (Φε­βρουά­ριος 2012), επι­φέ­ρο­ντας ρι­ζι­κή μεί­ω­ση του κα­τώ­τα­του μι­σθού και των αντί­στοι­χων επι­δο­μά­των ανερ­γί­ας, απο­ψι­λώ­νο­ντας χωρίς όρια τις συ­ντά­ξεις, με απο­τέ­λε­σμα ο εται­ρι­κός το­μέ­ας της οι­κο­νο­μί­ας ( = 22.500 ελ­λη­νι­κές ιδιω­τι­κές επι­χει­ρή­σεις ) να πε­ρά­σουν από συ­νο­λι­κές ζη­μί­ες των 10 δισεκ. ευρώ το 2010 σε συ­νο­λι­κά κέρδη 13 δισεκ. ευρώ το 2015.

Δεν είναι δη­λα­δή η αύ­ξη­ση των κερ­δών της πα­ρα­γω­γι­κό­τη­τας της ερ­γα­σί­ας που απο­κα­τέ­στη­σε την κλο­νι­σμέ­νη κερ­δο­φο­ρία του ελ­λη­νι­κού κε­φα­λαί­ου, αλλά αντί­θε­τα η προ­σφυ­γή στην εφαρ­μο­γή εξα­γω­γής μορ­φών από­λυ­της υπε­ρα­ξί­ας (υπο­α­πα­σχό­λη­ση, εντα­τι­κο­ποί­η­ση, υπε­ρα­πα­σχό­λη­ση, κα­τε­δά­φι­ση ερ­γα­τι­κών δι­καιω­μά­των, προ­σω­ρι­νή ερ­γα­σία κλπ.). Κι’ είναι ακρι­βώς αυτό που επι­διώ­κει να δια­σφα­λί­σει τη μο­νι­μο­ποί­η­σή του ο ΣΕΒ: Την κα­τάρ­γη­ση της ισχύ­ος των όποιων κλα­δι­κών συλ­λο­γι­κών συμ­βά­σε­ων και την υπε­ρί­σχυ­ση των επι­χει­ρη­σια­κών (όπου η θέση των μι­σθω­τών ερ­γα­ζο­μέ­νων είναι ευά­λω­τη απέ­να­ντι στον ερ­γο­δο­τι­κό δε­σπο­τι­σμό), όπως άλ­λω­στε έπρα­ξε η γαλ­λι­κή προ­ε­δρία του Εμ­μα­νου­έλ Μα­κρόν με τα πέντε προ­ε­δρι­κά δια­τάγ­μα­τα του Σε­πτεμ­βρί­ου 2017 που απο­δε­κά­τι­σαν τον γαλ­λι­κό Κώ­δι­κα Ερ­γα­σί­ας  [ Σχε­τι­κά Οι­κο­νο­μία και Πο­λι­τι­κή, Δε­κέμ­βριος 2014 «Το νο­μο­σχέ­διο Μα­κρόν ή πώς να οι­κο­δο­μη­θεί μια υπέρ – φι­λε­λεύ­θε­ρη Γαλ­λία» ] . Και προ­φα­νώς η κα­τάρ­γη­ση της μο­νο­με­ρούς δυ­να­τό­τη­τας προ­σφυ­γής των ερ­γα­τι­κών ορ­γα­νώ­σε­ων στη διαι­τη­σία του ΟΜΕΔ, με δε­δο­μέ­νο ότι η εξαι­ρε­τι­κά υψηλή ανερ­γία εξα­σθε­νεί τα μέ­γι­στα την δια­πραγ­μα­τευ­τι­κή ισχύ της ερ­γα­τι­κής τάξης.

Πα­ράλ­λη­λα, η ευ­ε­λι­ξία της ερ­γα­σί­ας ανα­γο­ρεύ­ε­ται πλέον σε κα­νό­να της αγο­ράς ερ­γα­σί­ας εφό­σον αυτή «δεν μπο­ρεί αμέ­ρι­μνη να ανα­πο­λεί την ορ­γά­νω­ση της ερ­γα­σί­ας στα πρό­τυ­πα του προη­γού­με­νου αιώνα, πράγ­μα που είναι μια αυ­τα­πά­τη». Και άλ­λω­στε για την «ανα­διάρ­θρω­ση μιας με­γά­λης με­ρί­δας προ­βλη­μα­τι­κών επι­χει­ρή­σε­ων η ευ­ε­λι­ξία απο­τε­λεί κρί­σι­μο πα­ρά­γο­ντα επι­βί­ω­σής τους και διά­σω­σης θέ­σε­ων ερ­γα­σί­ας». Σ’ αυτή την πε­ρί­πτω­ση ακο­λου­θεί­ται το πρό­τυ­πο της ερ­γα­σια­κής με­τάλ­λα­ξης  Γκέρ­χαρντ  Σρέ­ντερ του γερ­μα­νι­κού SPD, το οποίο με την Ατζέ­ντα 2010 και τα νο­μο­θε­τή­μα­τα Χάρτζ Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και ΙV (2003 – 2005), θε­σμο­θέ­τη­σε τα Minijobs και τα Midijobs με μη­νιαί­ες απο­δο­χές ύψους 400 και 850 ευρώ αντί­στοι­χα, ωθώ­ντας τα εκα­τομ­μύ­ρια των ανέρ­γων σ’ αυτά και έτσι απο­κρύ­πτο­ντας το πραγ­μα­τι­κό πο­σο­στό της ανερ­γί­ας, και ταυ­τό­χρο­να κα­θιε­ρώ­νο­ντας πρα­κτι­κές απα­σχό­λη­σης που κα­ταρ­γούν ορι­στι­κά την ερ­γα­σια­κή κα­νο­νι­κό­τη­τα  [ Ανα­λυ­τι­κά Ολι­βιέ Συράν «Η κό­λα­ση του γερ­μα­νι­κού θαύ­μα­τος» Μοντ Ντι­πλο­μα­τίκ, Σε­πτέμ­βριος 2017 ] . Ακρι­βώς όπως δη­λα­δή ο υπεύ­θυ­νος ευ­ρω­παϊ­κών υπο­θέ­σε­ων του κι­νε­ζι­κού υπουρ­γεί­ου εμπο­ρί­ου, που με αφορ­μή την εξα­γο­ρά γαλ­λι­κών επι­χει­ρή­σε­ων από κι­νε­ζι­κά κε­φά­λαια, δια­κή­ρυσ­σε «Στην εποχή της πα­γκο­σμιο­ποί­η­σης δεν μπο­ρεί κα­νείς να δια­τη­ρεί τις λε­γό­με­νες κοι­νω­νι­κές κα­τα­κτή­σεις. Πρέ­πει οι γάλ­λοι να αντι­λη­φθούν ότι δεν υπάρ­χουν πλέον δω­ρε­άν γεύ­μα­τα» [ Μαρ­τίν Μπυ­λάρ « Νόμος Μα­κρόν , η επι­λο­γή του πά­ντο­τε  λι­γό­τε­ρα», Μοντ Ντι­πλο­μα­τίκ, Απρί­λιος 2015 ].

rproject.gr

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος