Οι επερχόμενες εκλογές: Ο Μητσοτάκης, η αντιπολίτευση και η ριζοσπαστική Αριστερά

Οι επερχόμενες εκλογές: Ο Μητσοτάκης, η αντιπολίτευση και η ριζοσπαστική Αριστερά

  • |

Καμιά εκτίμηση για τις προοπτικές και τα πολιτικά καθήκοντα σχετικά με τις επερχόμενες εκλογές δεν μπορεί να γίνει στα σοβαρά, αν δεν ξεκινά κανείς από τη διαπίστωση της πρωτοφανούς κρίσης που δείχνει τα δόντια της και ήδη έχει μια μεγάλη δυναμική κλιμάκωσης.

Στο διε­θνή Τύπο έχει γίνει της μόδας η πρό­βλε­ψη για μια «τέ­λεια κα­ται­γί­δα» και ο όρος «πο­λύ-κρί­ση», που χρη­σι­μο­ποιεί­ται για να πε­ρι­γρά­ψει τη σύμ­πτω­ση της οι­κο­νο­μι­κής κρί­σης, της κρί­σης των ανε­ξέ­λεγ­κτων αντα­γω­νι­σμών, την απει­λή της κλι­μα­τι­κής κα­τα­στρο­φής, την πο­λι­τι­κή κρίση σε κομ­βι­κές χώρες του διε­θνούς κα­πι­τα­λι­σμού κ.ο.κ.

Αντώνης Νταβανέλος

Ρωγ­μές

Ο πα­ρά­γο­ντας αυτός έχει υπο­σκά­ψει το έδα­φος κάτω από τα πόδια του Μη­τσο­τά­κη. Η διά­βρω­ση των πο­λι­τι­κών προ­ο­πτι­κών του εκ­δη­λώ­νε­ται με «κλασ­σι­κό» τρόπο, μέσα από μια δια­δι­κα­σία όπου στα­δια­κά αλ­λά­ζει η στάση απέ­να­ντι στην κυ­βέρ­νη­ση, τόσο των από κάτω, όσο και των από πάνω.

Η αύ­ξη­ση της μα­ζι­κό­τη­τας στις ερ­γα­τι­κές και λαϊ­κές κι­νη­το­ποι­ή­σεις (γε­νι­κή απερ­γία 9/11, Πο­λυ­τε­χνείο κ.ά.) είναι κα­μπά­να συ­να­γερ­μού για την κυ­βέρ­νη­ση. Ο Μη­τσο­τά­κης ξέρει ότι «ο κά­μπος είναι ξερός», ότι η κυ­βερ­νη­τι­κή πο­λι­τι­κή έχει κάνει τη ζωή αφό­ρη­τη για πλα­τιά κοι­νω­νι­κά στρώ­μα­τα, και αυτό στην Ελ­λά­δα ση­μαί­νει ότι ένα ξέ­σπα­σμα ερ­γα­τι­κής/λαϊ­κής αγω­νι­στι­κό­τη­τας είναι επί­και­ρο και πι­θα­νό. Πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο όταν αυτή την κα­τεύ­θυν­ση «συ­νι­στούν» αξιο­ση­μεί­ω­τες ερ­γα­τι­κές κι­νη­το­ποι­ή­σεις στην Ευ­ρώ­πη (Βρε­τα­νία, Γαλ­λία, Βέλ­γιο και αλλού) που μοιά­ζει να ενο­ποιού­νται γύρω από τα κα­θή­κο­ντα αντι­με­τώ­πι­σης της προ­κλη­τι­κής ακρί­βειας και του πλη­θω­ρι­σμού. Η σύγ­χρο­νη πο­λι­τι­κή ιστο­ρία έχει πολλά πα­ρα­δείγ­μα­τα που δεί­χνουν ότι το ερ­γα­τι­κό/λαϊκό κί­νη­μα εδώ, αντα­πο­κρί­θη­κε συχνά και πρό­θυ­μα σε τέ­τοια διε­θνή «κα­λέ­σμα­τα» κλι­μά­κω­σης της αγω­νι­στι­κό­τη­τας και του διεκ­δι­κη­τι­σμού.

Οι ρωγ­μές από τα πάνω, που προ­ϋ­πήρ­χαν αλλά ήρθαν στο φως με την υπό­θε­ση των υπο­κλο­πών, είναι μια πιο σύν­θε­τη δια­δι­κα­σία. Οι κα­πι­τα­λι­στές θα επι­θυ­μού­σαν την πα­ρά­τα­ση του «κα­θε­στώ­τος» Μη­τσο­τά­κη. Όμως, ως κυ­ρί­αρ­χη τάξη οφεί­λουν να είναι πρα­κτι­κοί και συ­γκε­κρι­μέ­νοι: όταν μια πο­λι­τι­κή δύ­να­μη παύει να μπο­ρεί να τους (εξ)υπη­ρε­τεί με απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα και ασφά­λεια, παύει να έχει την εμπι­στο­σύ­νη τους και κατά συ­νέ­πεια την υπο­στή­ρι­ξή τους χωρίς δεύ­τε­ρες σκέ­ψεις για εναλ­λα­κτι­κές λύ­σεις. Αυτός ο πα­ρά­γο­ντας εκ­δη­λώ­νε­ται με την αύ­ξη­ση του «εν­δια­φέ­ρο­ντος» για κυ­βερ­νή­σεις «ευ­ρύ­τε­ρων συ­ναι­νέ­σε­ων» («με­γά­λου συ­να­σπι­σμού»; «ει­δι­κού σκο­πού»; «έκτα­κτης ανά­γκης»;) που εύ­κο­λα δια­πι­στώ­νει κα­νείς ανά­με­σα στις γραμ­μές του κα­θε­στω­τι­κού Τύπου.

Ο συγ­χρο­νι­σμός αυτών των δύο πα­ρα­γό­ντων –της ενερ­γο­ποί­η­σης της αγα­νά­κτη­σης από τα κάτω και του πε­ριο­ρι­σμού της εμπι­στο­σύ­νης από τα πάνω– συ­νι­στά μια σει­σμι­κή προ­ο­πτι­κή για τον Μη­τσο­τά­κη, μια εξέ­λι­ξη που μπο­ρεί να πε­ρι­γρα­φεί ως η πι­θα­νή αρχή του τέ­λους του. Η συ­νει­δη­το­ποί­η­ση αυτής της επι­κιν­δυ­νό­τη­τας των πο­λι­τι­κών εξε­λί­ξε­ων από τη μεριά της ηγε­σί­ας της ΝΔ απο­τυ­πώ­νε­ται στο παι­χνί­δι με τον χρόνο των εκλο­γών. Ο Μη­τσο­τά­κης που ένα χρόνο πριν κρά­δαι­νε τις εκλο­γές με απει­λη­τι­κό τρόπο –πε­τώ­ντας στα μού­τρα του Τσί­πρα την προ­ο­πτι­κή της «γα­λο­πού­λας στα Χρι­στού­γεν­να», σή­με­ρα ανα­ζη­τά πα­ρά­θυ­ρο ευ­και­ρί­ας για εκλο­γές όπου η αυ­το­δυ­να­μία της ΝΔ δεν θα είναι μια εκ προ­οι­μί­ου κα­τα­δι­κα­σμέ­νη υπό­θε­ση.

Το τέλος του Μη­τσο­τά­κη δεν θα είναι μια εύ­κο­λη υπό­θε­ση, ούτε η έκ­βα­σή της πρέ­πει να θε­ω­ρη­θεί προ­δια­γε­γραμ­μέ­νη. Αυτή η κυ­βέρ­νη­ση λει­τούρ­γη­σε ως πο­λε­μι­κή μη­χα­νή στην υπη­ρε­σία του κε­φα­λαί­ου. Η δρα­στι­κή συ­μπί­ε­ση των ερ­γα­ζο­μέ­νων και η από­λυ­τη «ελευ­θε­ρία» στις αγο­ρές, δη­λα­δή η αύ­ξη­ση του πο­σο­στού εκ­με­τάλ­λευ­σης, οδή­γη­σε –παρά τις δυ­σμε­νείς διε­θνείς συν­θή­κες– τις ελ­λη­νι­κές εται­ρί­ες σε κερ­δο­φο­ρία ρεκόρ στους πρώ­τους 9 μήνες του 2022. Αυτή η κραυ­γα­λέα τα­ξι­κή μο­νο­μέ­ρεια ενέ­χει πο­λι­τι­κή σκο­πι­μό­τη­τα και εκλο­γι­κό σχέ­διο, που διεκ­δι­κεί την αμέ­ρι­στη υπο­στή­ρι­ξη της κυ­ρί­αρ­χης τάξης και την εκλο­γι­κή επιρ­ροή μέσα στις κοι­νω­νι­κές συμ­μα­χί­ες των κα­πι­τα­λι­στών. Για πα­ρά­δειγ­μα, η εγκλη­μα­τι­κή πο­λι­τι­κή ιδιω­τι­κο­ποί­η­σης του ΕΣΥ απευ­θύ­νε­ται σε ένα ολό­κλη­ρο δί­κτυο επιρ­ρο­ής των ασφα­λι­στι­κών εται­ρειών, της ιδιω­τι­κής επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τας στην πε­ρί­θαλ­ψη, των με­γα­λο­για­τρών του ιδιω­τι­κού τομέα κ.ο.κ. Γι’ αυτό ο Μη­τσο­τά­κης βα­δί­ζει προς τις εκλο­γές χωρίς να χα­λα­ρώ­νει ούτε στιγ­μή την οι­κο­νο­μι­κή/κοι­νω­νι­κή πο­λι­τι­κή του, πέρα από τα κού­φια δη­μα­γω­γι­κά τερ­τί­πια του Γε­ωρ­γιά­δη και του Σταϊ­κού­ρα. Γι’ αυτό, επί­σης, οι χι­λιο­τρα­γου­δι­σμέ­νες αντι­δρά­σεις στο εσω­τε­ρι­κό της ΝΔ για τις υπο­κλο­πές υπήρ­ξαν χει­ρό­τε­ρες από υπο­το­νι­κές, πα­ρό­τι έχει γίνει πλέον φα­νε­ρό ότι το Μα­ξί­μου πα­ρα­κο­λου­θού­σε τόσο τη σα­μα­ρι­κή όσο και την κα­ρα­μαν­λι­κή πτέ­ρυ­γα της Δε­ξιάς.

Μέσα σε αυτό το σχέ­διο, ο Μη­τσο­τά­κης δια­κή­ρυ­ξε προς το εσω­τε­ρι­κό της χώρας –αλλά και το εξω­τε­ρι­κό…– ότι ταυ­τί­ζει το πο­λι­τι­κό του μέλ­λον με τη διεκ­δί­κη­ση της αυ­το­δυ­να­μί­ας, χα­ρα­κτη­ρί­ζο­ντας τις κυ­βερ­νή­σεις συ­νερ­γα­σί­ας ως «ακα­τάλ­λη­λες» για τις συν­θή­κες που θα έχει να αντι­με­τω­πί­σει ο ελ­λη­νι­κός κα­πι­τα­λι­σμός. Αυτό του δίνει το πλε­ο­νέ­κτη­μα μιας με­γα­λύ­τε­ρης σα­φή­νειας σε σύ­γκρι­ση με όλους τους αντα­γω­νι­στές του στο πο­λι­τι­κό παι­χνί­δι. Όμως ταυ­τό­χρο­να, του δίνει «ημε­ρο­μη­νία λήξης» αν η προ­ο­πτι­κή της αυ­το­δυ­να­μί­ας δεν επι­βε­βαιω­θεί στο εκλο­γι­κό απο­τέ­λε­σμα, ή αν η πλειο­ψη­φία της κυ­ρί­αρ­χης τάξης με­τα­κι­νη­θεί προς την κα­τεύ­θυν­ση των «ευ­ρύ­τε­ρων συ­ναι­νέ­σε­ων», μέσα από τις δικές της εκτι­μή­σεις για το βάθος της επερ­χό­με­νης κρί­σης, ή ακόμα για τους πο­λι­τι­κούς κιν­δύ­νους κά­ποιων υπο­χρε­ω­τι­κών επι­λο­γών (πχ στο εν­δε­χό­με­νο αμε­ρι­κα­νο­να­τοϊ­κής από­φα­σης για μια «τα­κτο­ποί­η­ση» των σχέ­σε­ων με την Τουρ­κία).

Συ­νο­ψί­ζο­ντας, στις ση­με­ρι­νές συν­θή­κες το πο­λι­τι­κό κα­θή­κον της ανα­τρο­πής της αντι­δρα­στι­κής κυ­βέρ­νη­σης Μη­τσο­τά­κη πέρα από απο­λύ­τως ανα­γκαίο, θα έπρε­πε να είναι αντι­κει­με­νι­κά και ρε­α­λι­στι­κό εφι­κτό. Όμως για να ανα­τρα­πεί η κυ­βέρ­νη­ση, κά­ποιος θα πρέ­πει να επι­χει­ρή­σει στα σο­βα­ρά να την ανα­τρέ­ψει. Η γραμ­μή του «προ­ο­δευ­τι­σμού» -κυ­ρί­ως στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, αλλά και στο ΠΑ­ΣΟΚ- που επι­διώ­κει μια «απαλ­λα­γή» από τον Μη­τσο­τά­κη χωρίς ου­σια­στι­κές δε­σμεύ­σεις απέ­να­ντι στον κόσμο της ερ­γα­σί­ας, χωρίς απει­λές ακόμα και με­τριο­πα­θών κα­τα­κτή­σε­ων απέ­να­ντι στην κα­θε­στω­τι­κή οι­κο­νο­μι­κή/κοι­νω­νι­κή πο­λι­τι­κή των τε­λευ­ταί­ων χρό­νων, κα­τα­λή­γει να απο­τε­λεί την τε­λευ­ταία ευ­και­ρία αντε­πί­θε­σης και ανα­πα­ρα­γω­γής της κυ­ριαρ­χί­ας του Μη­τσο­τά­κη. Σε συν­θή­κες όπου η πτώση της κυ­βέρ­νη­σης θα έπρε­πε να είναι απο­λύ­τως πι­θα­νή και η αυ­το­δυ­να­μία της Δε­ξιάς άπια­στο όνει­ρο για την ηγε­σία της, το κενό της αντι­πο­λί­τευ­σης αφή­νει όλα τα σε­νά­ρια ακόμα ανοι­χτά.

ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ: Από πού πάνε στο μέ­τω­πο;

Ίσως το πιο εντυ­πω­σια­κό χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό των πο­λι­τι­κών εξε­λί­ξε­ων είναι η αδυ­να­μία του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ να συ­γκρο­τή­σει ένα απο­τε­λε­σμα­τι­κό πο­λι­τι­κό ρεύμα «αλ­λα­γής» που, έστω με το με­τριο­πα­θές πρό­γραμ­μα που επέ­λε­ξε η ηγε­σία του, να μπο­ρεί να οδη­γή­σει με αξιο­πι­στία στην πτώση του Μη­τσο­τά­κη.

Η από­φα­ση της ηγε­τι­κής ομά­δας γύρω από τον Αλ. Τσί­πρα να ενα­πο­θέ­σει όλα της τα αυγά στο κα­λά­θι της ανα­μο­νής των εκλο­γών και να συρ­ρι­κνώ­σει όλες τις πο­λι­τι­κές μάχες της πε­ριό­δου μέσα στα όρια των κο­κο­ρο­μα­χιών στη Βουλή, είναι μια με­γά­λη πο­λι­τι­κή υπο­χώ­ρη­ση. Στη βάση της πο­λι­τι­κής (και κατά συ­νέ­πεια εκλο­γι­κής) στα­σι­μό­τη­τας του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ βρί­σκε­ται μια κρίση αξιο­πι­στί­ας με την πιο πλα­τιά και πλήρη έν­νοια. Κρίση αξιο­πι­στί­ας, γιατί η στρο­φή του Τσί­πρα προς τον σο­σιαλ­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό έγινε σε μια ιστο­ρι­κή πε­ρί­ο­δο από­λυ­του εκ­φυ­λι­σμού του σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κού ρεύ­μα­τος, με απο­τε­λέ­σμα­τα ορατά για τον κόσμο (στη Γαλ­λία, στην Ιτα­λία, στη Σου­η­δία κ.ο.κ.). Κρίση αξιο­πι­στί­ας, γιατί το κά­λε­σμα του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ για «απαλ­λα­γή» από τον Μη­τσο­τά­κη δεν εντάσ­σε­ται πλέον σε καμιά με­γά­λη «αφή­γη­ση» που θα προ­σπα­θού­σε να πεί­σει έναν κόσμο ότι χρειά­ζε­ται κάτι πα­ρα­πά­νω από την ψήφο του. Κρίση αξιο­πι­στί­ας γιατί ο Τσί­πρας σή­με­ρα ζη­τώ­ντας την εξου­σιο­δό­τη­ση για να κυ­βερ­νή­σει, δεν ανα­λαμ­βά­νει καμιά ση­μα­ντι­κή δέ­σμευ­ση απέ­να­ντι στον κόσμο της ερ­γα­σί­ας (η άτα­κτη υπο­χώ­ρη­ση από την υπό­σχε­ση για ΑΤΑ στους μι­σθούς και στις συ­ντά­ξεις, μέσα σε μια εβδο­μά­δα μετά την εξαγ­γε­λία της στη ΔΕΘ, είναι ένα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό πα­ρά­δειγ­μα). Κρίση αξιο­πι­στί­ας, γιατί η πο­λι­τι­κή τρα­γω­δία του 2015 έμει­νε χωρίς πει­στι­κή ερ­μη­νεία και ει­λι­κρι­νή αυ­το­κρι­τι­κή (και όποιος εξα­κο­λου­θεί να υπο­τι­μά αυτόν τον πα­ρά­γο­ντα, θα τι­μω­ρη­θεί με τη δια­πί­στω­ση της υψη­λής απο­χής σε κρί­σι­μους για την Αρι­στε­ρά κοι­νω­νι­κούς χώ­ρους).

Απέ­να­ντι σε αυτά, η ηγε­σία του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ανα­ζη­τά για­τρι­κό στην φαρ­δυ-πλα­τύ­τε­ρη προ­γραμ­μα­τι­κή και στε­λε­χι­κή «διεύ­ρυν­ση» του κόμ­μα­τός της. Ένα κόμμα που έχει φτά­σει να συ­ζη­τά­ει σο­βα­ρά την υπο­ψη­φιό­τη­τα του… Από­στο­λου Γκλέ­τσου σε κε­ντρι­κή πε­ρι­φέ­ρεια της χώρας, στέλ­νει κα­θα­ρό μή­νυ­μα ότι απέ­χει πλέον πολύ από το κόμμα σο­βα­ρής πο­λι­τι­κής μάχης που έχει ανά­γκη ο κό­σμος ακόμα και για να υπε­ρα­σπί­σει τις στοι­χειώ­δεις κα­τα­κτή­σεις του.

Στην αρχή της πε­ριό­δου φθο­ράς του Μη­τσο­τά­κη, ο Αλ. Τσί­πρας είχε θέσει το στόχο της «2ης φοράς Αρι­στε­ρά», υπαι­νισ­σό­με­νος ότι τάχα προ­τί­θε­ται να ξα­να­πιά­σει το νήμα που κό­πη­κε βίαια το 2015, συ­μπλη­ρώ­νο­ντας μά­λι­στα ότι «η 2η φορά θα είναι αλ­λιώς…». Αυτοί οι λε­ο­ντα­ρι­σμοί σύ­ντο­μα εγκα­τα­λεί­φθη­καν. Στη θέση τους ήρθε η γραμ­μή για την «προ­ο­δευ­τι­κή κυ­βέρ­νη­ση», δη­λα­δή η εξάρ­τη­ση της όποιας επι­διω­κό­με­νης «αλ­λα­γής» από τις πι­θα­νό­τη­τες μιας κυ­βερ­νη­τι­κής συμ­μα­χί­ας με το ΠΑΣΟΚ του Ν. Αν­δρου­λά­κη. Επρό­κει­το για μια βια­στι­κή πο­λι­τι­κή προ­σαρ­μο­γή στα δη­μο­σκο­πι­κά ευ­ρή­μα­τα που επέ­με­ναν ότι δεν είναι πι­θα­νό να ανα­δει­χθεί ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ως πρώτο κόμμα. Η προ­σαρ­μο­γή όμως είχε συ­νέ­χεια: Δεν πρέ­πει να υπο­τι­μη­θεί η δή­λω­ση του Τσί­πρα ότι δεν προ­τί­θε­ται να επι­χει­ρή­σει συ­γκρό­τη­ση «κυ­βέρ­νη­σης των ητ­τη­μέ­νων». Σε προ­ε­κλο­γι­κή πε­ρί­ο­δο, μπρο­στά σε εκλο­γές απλής ανα­λο­γι­κής, ο επι­κε­φα­λής ενός κόμ­μα­τος που αυ­το­προσ­διο­ρί­ζε­ται ως ρι­ζο­σπα­στι­κή Αρι­στε­ρά, αι­σθάν­θη­κε υπο­χρε­ω­μέ­νος να δη­λώ­σει ότι ο σχη­μα­τι­σμός κυ­βέρ­νη­σης θα αφορά υπο­χρε­ω­τι­κά και… το πρώτο κόμμα! Αν συ­νυ­πο­λο­γί­σει κα­νείς τις δη­μο­σκο­πι­κές προ­βλέ­ψεις, αλλά και τους πο­λι­τι­κούς προ­βλη­μα­τι­σμούς στον κα­θε­στω­τι­κό Τύπο, το νόημα αυτής της μη-ορ­θο­λο­γι­κής πο­λι­τι­κής δέ­σμευ­σης γί­νε­ται σα­φέ­στε­ρο: Ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ-ΠΣ υπό την ηγε­σία του Αλ. Τσί­πρα θα είναι «δια­θέ­σι­μος» για τα σε­νά­ρια των «ευ­ρύ­τε­ρων κυ­βερ­νή­σε­ων» αν αυτά προ­κρι­θούν από τις κα­θε­στω­τι­κές δυ­νά­μεις, παρά τις σχε­τι­κές δια­ψεύ­σεις ηγε­τι­κών στε­λε­χών του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ.

Έτσι, η πραγ­μα­τι­κή αντι­πο­λι­τευ­τι­κή τα­κτι­κή του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ είναι συ­ντη­ρη­τι­κό­τε­ρη από τη γνω­στή τα­κτι­κή πα­θη­τι­κής ανα­μο­νής να πέσει η κυ­βέρ­νη­ση ως «ώριμο φρού­το». Συν­δυά­ζει την πα­θη­τι­κό­τη­τα των αντι­πο­λι­τεύ­σε­ων «ώρι­μου φρού­του», με την καλ­λιέρ­γεια ελά­χι­στων προσ­δο­κιών μέσα στον κόσμο για το κοι­νω­νι­κό πε­ριε­χό­με­νο μιας κυ­βερ­νη­τι­κής «αλ­λα­γής», αλλά και τα δια­δο­χι­κά μη­νύ­μα­τα προς την κυ­ρί­αρ­χη τάξη (και τους διε­θνείς συμ­μά­χους της) ότι η αντι­πο­λί­τευ­ση δεν προ­τί­θε­ται να δώσει στην εν­δε­χό­με­νη πτώση της κυ­βέρ­νη­σης Μη­τσο­τά­κη χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά κα­θε­στω­τι­κής δο­κι­μα­σί­ας, με την αμ­φι­σβή­τη­ση κα­θο­ρι­στι­κών επι­λο­γών στην οι­κο­νο­μι­κή/κοι­νω­νι­κή πο­λι­τι­κή, στην εξω­τε­ρι­κή/διε­θνή πο­λι­τι­κή, στους εξο­πλι­σμούς και στα πο­λε­μι­κά σύμ­φω­να κ.ο.κ.

Αυτή η πο­λι­τι­κή είναι βού­τυ­ρο στο ψωμί του Μη­τσο­τά­κη και ο βα­σι­κός πα­ρά­γο­ντας που αφή­νει ακόμα ανοι­χτό το εν­δε­χό­με­νο μιας πο­λι­τι­κής επι­βί­ω­σής του, μέσα από μια τε­λι­κή επι­κρά­τη­σή του στο γύρο των δια­δο­χι­κών εκλο­γι­κών ανα­με­τρή­σε­ων, ένα εν­δε­χό­με­νο που υπό κα­νο­νι­κές πο­λι­τι­κές συν­θή­κες θα έπρε­πε ήδη να έχει απο­κλει­στεί.

Αυτή η πο­λι­τι­κή είναι, επί­σης, βού­τυ­ρο στο ψωμί του Ν. Αν­δρου­λά­κη που πα­ρό­τι επι­μέ­νει στην από­λυ­τη κοι­νω­νι­κή και πο­λι­τι­κή απροσ­διο­ρι­σία, προ­σπα­θεί να ανα­δεί­ξει το ΠΑΣΟΚ στο ρόλο της «πο­λύ­φερ­νης νύφης» στα σε­νά­ρια των κυ­βερ­νη­τι­κών συμ­μα­χιών στη με­τε­κλο­γι­κή πε­ρί­ο­δο. Η ολο­κλή­ρω­ση της σο­σιαλ­φι­λε­λεύ­θε­ρης με­τάλ­λα­ξης του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, πέρα από τις ευ­και­ρί­ες που έδωσε και δίνει στη Δεξιά, σή­με­ρα δίνει ευ­και­ρί­ες επα­νό­δου στο κέ­ντρο της πο­λι­τι­κής σκη­νής στο κόμμα που άνοι­ξε το δρόμο στη μνη­μο­νια­κή δια­χεί­ρι­ση της κρί­σης του 2008.

Όλα αυτά ση­μαί­νουν ότι στις επερ­χό­με­νες εκλο­γές το αυ­το­νό­η­το κα­θή­κον να μαυ­ρί­σου­με τη ΝΔ του Μη­τσο­τά­κη οφεί­λει να συν­δυα­στεί με μια ξε­κά­θα­ρη επι­λο­γή που δεν θα δίνει καμιά εμπι­στο­σύ­νη στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Μέσα στις συ­γκε­κρι­μέ­νες συν­θή­κες η ψήφος έχει ένα «εκ­παι­δευ­τι­κό»-πο­λι­τι­κό πε­ριε­χό­με­νο: Προ­α­ναγ­γέ­λει τις προ­θέ­σεις για τις διεκ­δι­κή­σεις στη με­τε­κλο­γι­κή πε­ρί­ο­δο. Ο Αλ. Τσί­πρας δεν αφή­νει πλέον κα­νέ­να πε­ρι­θώ­ριο πα­ρερ­μη­νεί­ας για το πώς θα χει­ρι­στεί πο­λι­τι­κά την «εντο­λή» που θα του δίνει κάθε ψήφος προς το κόμμα του.

Για τον κόσμο της Αρι­στε­ράς και των κι­νη­μά­των η ανα­τρο­πή της αντι­δρα­στι­κής κυ­βέρ­νη­σης Μη­τσο­τά­κη θα πρέ­πει να συν­δυα­στεί με ου­σια­στι­κές και συ­γκε­κρι­μέ­νες διεκ­δι­κή­σεις, κυ­ρί­ως στο κοι­νω­νι­κό ζή­τη­μα (μι­σθοί, συ­ντά­ξεις, κοι­νω­νι­κές δα­πά­νες κ.ο.κ.) αλλά όχι μόνο (ρα­τσι­σμός, εθνι­κι­σμός, μι­λι­τα­ρι­σμός, σε­ξι­σμός…). Η ψήφος στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ είναι πλέον αναμ­φι­σβή­τη­τα ένα ακα­τάλ­λη­λο «ερ­γα­λείο» σε σχέση με αυτό τον στόχο.

Και η δια­πί­στω­ση αυτή δη­μιουρ­γεί ιδιαί­τε­ρα κα­θή­κο­ντα πάνω στην πέρα του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ρι­ζο­σπα­στι­κή/αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή Αρι­στε­ρά.

Το ΚΚΕ, το ΜΕ­ΡΑ­25 και η ρι­ζο­σπα­στι­κή Αρι­στε­ρά

Η πέραν του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ Αρι­στε­ρά –το ΚΚΕ, το ΜΕ­ΡΑ­25, οι εκτός Βου­λής δυ­νά­μεις της ρι­ζο­σπα­στι­κής/αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής Αρι­στε­ράς– δεν έχει κα­τορ­θώ­σει, μέχρι στιγ­μής, να δώσει συ­ντο­νι­σμέ­νες απα­ντή­σεις σε κοι­νές πιέ­σεις και προ­κλή­σεις.

Την επό­με­νη ημέρα των εκλο­γών, σε όλα τα πι­θα­νά κυ­βερ­νη­τι­κά σε­νά­ρια που προ­α­ναγ­γέ­λουν οι με­τρή­σεις, οι δυ­νά­μεις που θα μπο­ρεί να αντι­πα­ρα­τά­ξει όλος αυτός ο «χώρος» θα είναι μια ση­μα­ντι­κή πα­ρά­με­τρος για τις δυ­να­τό­τη­τες αντί­στα­σης στις επι­θέ­σεις που θα υπο­στεί ο κό­σμος μας. Λέμε λοι­πόν εξαρ­χής ότι θα θε­ω­ρή­σου­με θε­τι­κό πο­λι­τι­κά γε­γο­νός τη μέ­γι­στη εκλο­γι­κή ενί­σχυ­ση αυτών των δυ­νά­με­ων.

Το ΚΚΕ είναι ένα από τα ελά­χι­στα ΚΚ διε­θνώς, που επι­βί­ω­σε από την κα­τάρ­ρευ­ση του στα­λι­νι­σμού και κα­τόρ­θω­σε να συ­γκρα­τή­σει σο­βα­ρές ορ­γα­νω­μέ­νες δυ­νά­μεις μέσα στους ερ­γα­τι­κούς χώ­ρους. Και μόνο η ύπαρ­ξή του ση­μα­το­δο­τεί μια δια­φο­ρά από πολ­λές άλλες ευ­ρω­παϊ­κές χώρες, όπου η ορ­γα­νω­μέ­νη πο­λι­τι­κή Αρι­στε­ρά μέσα στην ερ­γα­τι­κή τάξη έχει πέσει στο ιστο­ρι­κό ναδίρ, αφή­νο­ντας το χώρο για να ξε­τυ­λί­γο­νται τα δια­λυ­τι­κά φαι­νό­με­να που πε­ρι­γρά­φο­νται με τον όρο «ιτα­λο­ποί­η­ση». Στην  πιο πρό­σφα­τη πο­λι­τι­κή πε­ρί­ο­δο, γύρω από το τε­λευ­ταίο συ­νέ­δριό του, έγινε φα­νε­ρό ότι το ΚΚΕ στρά­φη­κε (δο­κι­μα­στι­κά;) σε κά­ποια «ανοίγ­μα­τα». Σε συ­γκε­κρι­μέ­νους ερ­γα­τι­κούς χώ­ρους δο­κί­μα­σε πιο ενερ­γη­τι­κές μορ­φές ενό­τη­τας στη δράση προ­κει­μέ­νου να υπάρ­ξουν πιο προ­ω­θη­μέ­νες απερ­για­κές αντι­στά­σεις, έδει­ξε να σκέ­φτε­ται και να πει­ρα­μα­τί­ζε­ται πάνω στο εν­δε­χό­με­νο για κά­ποιες μα­κράς διάρ­κειας κοι­νές αγω­νι­στι­κές κα­μπά­νιες απέ­να­ντι σε κα­θο­ρι­στι­κές αντερ­γα­τι­κές απει­λές και μπήκε στιγ­μιαία στα κα­θή­κο­ντα δια­μόρ­φω­σης κοι­νής απά­ντη­σης σε πε­ρι­πτώ­σεις απει­λη­τι­κής κα­τα­στο­λής.

Όμως σύ­ντο­μα έγινε εξί­σου κα­θα­ρό ότι αυτοί οι πει­ρα­μα­τι­σμοί τερ­μα­τί­στη­καν, ότι τα «ανοίγ­μα­τα» έκλει­σαν και μά­λι­στα με εμ­φα­τι­κό τρόπο. Το ΚΚΕ γύ­ρι­σε στην πα­ρα­δο­σια­κή τα­κτι­κή του, όπου βλέ­πει τις δυ­να­τό­τη­τες των κι­νη­μα­τι­κών αντι­στά­σε­ων να κα­θο­ρί­ζο­νται από τις δικές του ορ­γα­νω­μέ­νες δυ­νά­μεις, και ανα­στέλ­λει την όποια πι­θα­νό­τη­τα κλι­μά­κω­σης για όποτε (και εάν…) οι δικές του δυ­νά­μεις γί­νουν αρ­κε­τές και ικα­νές για να την πραγ­μα­το­ποι­ή­σουν. Αν αυτή η τα­κτι­κή είναι προ­βλη­μα­τι­κή στο συν­δι­κα­λι­στι­κό αγώνα, γί­νε­ται πολ­λα­πλά­σια προ­βλη­μα­τι­κή στον πο­λι­τι­κό αγώνα. Σε αυτή τη βάση, πολ­λοί κα­τη­γο­ρούν το ΚΚΕ για «σε­χτα­ρι­σμό». Δεν είναι ακρι­βές. Το ΚΚΕ δεν κάνει «αρι­στε­ρό» λάθος. Το με­γά­λο πρό­βλη­μα στη γραμ­μή και στην τα­κτι­κή του είναι αντί­στρο­φο, είναι η πα­θη­τι­κό­τη­τα στην αντι­με­τώ­πι­ση των εξε­λί­ξε­ων, είναι η άρ­νη­ση να ανα­λά­βει τις κι­νη­μα­τι­κές και πο­λι­τι­κές πρω­το­βου­λί­ες που αντι­στοι­χούν στις ορ­γα­νω­μέ­νες δυ­νά­μεις του.

Όσο αυτή η τα­κτι­κή πα­ρα­μέ­νει ως η κυ­ρί­αρ­χη επι­λο­γή μέσα στις γραμ­μές του ΚΚΕ, τότε φυ­σιο­λο­γι­κά τα όποια «ανοίγ­μα­τα» στην κα­τεύ­θυν­ση μιας ευ­ρύ­τε­ρης ενό­τη­τας στη δράση θα θε­ω­ρού­νται άχρη­στοι (ή και επι­κίν­δυ­νοι…) τα­κτι­κι­σμοί, ενώ η όποια από­πει­ρα «διεύ­ρυν­σης» θα εκ­φυ­λί­ζε­ται σε ατο­μι­κές λί­στες προ­ε­κλο­γι­κών με­τα­γρα­φών. Το αντί­τι­μο είναι ότι το ΚΚΕ πε­ριο­ρί­ζε­ται σε μια πο­λι­τι­κή/εκλο­γι­κή επιρ­ροή δυ­σα­νά­λο­γα μι­κρό­τε­ρη απ’ ό,τι αντι­στοι­χεί στον όγκο των ορ­γα­νω­μέ­νων δυ­νά­με­ών του. Οι επερ­χό­με­νες εκλο­γές θα έχουν δύο (και ίσως τρεις;) δια­δο­χι­κές ανα­με­τρή­σεις, όπου τα δι­λήμ­μα­τα θα γί­νουν ξανά εξαι­ρε­τι­κά πο­λω­τι­κά. Η αν­θε­κτι­κό­τη­τα στις δε­ξιό­στρο­φες κα­θε­στω­τι­κές πιέ­σεις, σε πλα­τιά κλί­μα­κα δεν μπο­ρεί να οι­κο­δο­μη­θεί μόνο με την (ανα­γκαία) προ­πα­γάν­δα, χρειά­ζε­ται απα­ραί­τη­τα πο­λι­τι­κές κι­νή­σεις και πρω­το­βου­λί­ες που θα έπρε­πε εδώ και καιρό να ήταν τρέ­χου­σες και ενερ­γές.

Το ΜΕ­ΡΑ­25 αντι­δρά στην απει­λή κατά της κοι­νο­βου­λευ­τι­κής ανα­πα­ρα­γω­γής του, ρι­ζο­σπα­στι­κο­ποιώ­ντας την πο­λι­τι­κή και τη φυ­σιο­γνω­μία του, και διεκ­δι­κώ­ντας έναν κόσμο που κι­νή­θη­κε και κι­νεί­ται στα αρι­στε­ρά του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Τα απο­τε­λέ­σμα­τα είναι ορατά στις θέ­σεις για τους εξο­πλι­σμούς, τον εθνι­κι­σμό και τον εξο­ρυ­κτι­σμό στην Ανα­το­λι­κή Με­σό­γειο, στις θέ­σεις για τον ρα­τσι­σμό απέ­να­ντι στους πρό­σφυ­γες και τους με­τα­νά­στες, για το σε­ξι­σμό, τον αυ­ταρ­χι­σμό και την κα­τα­στο­λή κ.ο.κ. Ο Γ. Βα­ρου­φά­κης ρι­ζο­σπα­στι­κο­ποιεί την (αυτο)κρι­τι­κή του ανά­λυ­ση για το 2015, ενι­σχύ­ει τους αντι­συ­στη­μι­κούς τό­νους στις ομι­λί­ες του, βάζει «μειο­ψη­φι­κές» αντι­ι­μπε­ρια­λι­στι­κές αιχ­μές (Πα­λαι­στί­νη), ενώ στο διε­θνές πεδίο διευ­ρύ­νει τους «συ­νο­μι­λη­τές» του προς την κα­τεύ­θυν­ση ρι­ζο­σπα­στι­κών τμη­μά­των. Πα­ρό­λα αυτά, η «στρο­φή» είναι πε­ριο­ρι­σμέ­νη και αντι­φα­τι­κή: για πα­ρά­δειγ­μα δεν μπο­ρεί να υπο­στη­ρί­ζει κα­νείς στα σο­βα­ρά τη ρήξη με την Ευ­ρω­ζώ­νη και ταυ­τό­χρο­να να επι­διώ­κει την πα­ρα­μο­νή στην ΕΕ. Το βα­σι­κό πρό­βλη­μα είναι η αντι­με­τώ­πι­ση του «προ­ο­δευ­τι­σμού». Τα­κτι­κά, ο Γ. Βα­ρου­φά­κης απά­ντη­σε σωστά στην έκ­κλη­ση του Τσί­πρα για συ­γκρό­τη­ση «προ­ο­δευ­τι­κής κυ­βέρ­νη­σης» μαζί με τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, απαι­τώ­ντας προ­γραμ­μα­τι­κή συμ­φω­νία πριν τις εκλο­γές και δί­νο­ντας ο ίδιος τα «7+1» ση­μεία δέ­σμευ­σης που το ΜΕ­ΡΑ­25 θε­ω­ρεί ως προ­ϋ­πο­θέ­σεις για μια κυ­βερ­νη­τι­κή συμ­μα­χία. Όμως αυτή η τα­κτι­κή «εξυ­πνά­δα», αν δεν συ­νο­δεύ­ε­ται με στρα­τη­γι­κή κα­θα­ρό­τη­τα απόρ­ρι­ψης του σε­να­ρί­ου μιας σο­σιαλ­φι­λε­λεύ­θε­ρης κυ­βέρ­νη­σης, μπο­ρεί να απο­δει­χθεί αυ­το­πα­γί­δευ­ση. Γιατί το ζή­τη­μα του «προ­ο­δευ­τι­σμού» θα επα­νέλ­θει με έμ­φα­ση με­τα­ξύ 1ου και 2ου γύρου των εκλο­γών και τότε δεν θα υπάρ­χουν οι δια­δι­κα­στι­κές απα­ντή­σεις. Δυ­στυ­χώς, η ορ­γα­νω­τι­κή συ­γκρό­τη­ση του ΜΕ­ΡΑ­25 επι­τεί­νει αυτό το πρό­βλη­μα εμπι­στο­σύ­νης: τις κρί­σι­μες απο­φά­σεις θα πάρει ένας στε­νός κύ­κλος αν­θρώ­πων γύρω από τον Γ. Βα­ρου­φά­κη.

Γνω­ρί­ζου­με ότι προς το ΚΚΕ και το ΜΕ­ΡΑ­25 θα προ­σα­να­το­λι­στεί η με­γά­λη πλειο­ψη­φία των ψήφων της πέραν του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ Αρι­στε­ράς. Στις πα­ρού­σες συν­θή­κες δεν βλέ­που­με κα­νέ­να λόγο για να «τσα­κω­θού­με» με αν­θρώ­πους που σκέ­φτο­νται να ψη­φί­σουν ΚΚΕ ή ΜΕ­ΡΑ­25. Αντί­θε­τα, υπο­γραμ­μί­σα­με ότι θα θε­ω­ρή­σου­με την εκλο­γι­κή ενί­σχυ­σή τους ως θε­τι­κό πο­λι­τι­κό γε­γο­νός για την επό­με­νη ημέρα.

Όμως δεν είναι σωστό να υπο­τι­μή­σει κα­νείς, με βάση τις προ­βλέ­ψεις για την εκλο­γι­κή απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα, το χώρο που αυ­το­προσ­διο­ρί­ζε­ται ως ρι­ζο­σπα­στι­κή/αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή Αρι­στε­ρά. Στους αγώ­νες και στις πο­λι­τι­κές ιδέες έχει απο­δεί­ξει συχνά ότι ανα­λαμ­βά­νει ευ­θύ­νες με­γα­λύ­τε­ρες απ’ ό,τι αντι­στοι­χούν στα ορ­γα­νω­τι­κά με­γέ­θη του.

Είναι υπο­χρε­ω­τι­κό να ξε­κι­νά κα­νείς από μια έντι­μη διά­γνω­ση για την κα­τά­στα­ση αυτού του χώρου. Και η διά­γνω­ση δεν μπο­ρεί να είναι άλλη από τη δια­πί­στω­ση μιας κρί­σης που εκ­δη­λώ­νε­ται με το αδιέ­ξο­δο σχε­δόν όλων των επι­λο­γών συμ­μα­χιών και με­τω­πι­κών συ­γκρο­τή­σε­ων της προη­γού­με­νης πε­ριό­δου.

Η ΛΑΕ βγήκε τραυ­μα­τι­σμέ­νη από την εκλο­γι­κή ήττα του 2019, όπου η ηγε­τι­κή της κο­ρυ­φή (υπό τον Π. Λα­φα­ζά­νη) στρά­φη­κε προς άλλες κα­τευ­θύν­σεις, ενώ απο­χώ­ρη­σαν η ΔΕΑ και η ΑΡΑΝ. Η προ­σπά­θεια ανα­σύ­ντα­ξης μέσω της Αρι­στε­ρής Πρω­το­βου­λί­ας Δια­λό­γου και Κοι­νής Δρά­σης δεν βρήκε ιδιαί­τε­ρη δυ­να­μι­κή, ενώ δο­κι­μά­στη­κε και από τις απο­κλί­νου­σες θέ­σεις για τον πό­λε­μο στην Ου­κρα­νία.

Η εξέ­λι­ξη της ΑΝΤΑΡ­ΣΥΑ είναι χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό πα­ρά­δειγ­μα για όσους/ες ισχυ­ρι­ζό­μα­στε ότι μια αυ­το­α­να­κη­ρυγ­μέ­νη «προ­γραμ­μα­τι­κή κα­θα­ρό­τη­τα» δεν είναι αρ­κε­τή για να αντι­με­τω­πι­στεί απο­τε­λε­σμα­τι­κά η σύν­θε­τη και απαι­τη­τι­κή ση­με­ρι­νή πο­λι­τι­κή συ­γκυ­ρία. Η ΑΝΤΑΡ­ΣΥΑ δια­σπά­στη­κε στις προη­γού­με­νες αυ­το­διοι­κη­τι­κές εκλο­γές και η όποια «με­τω­πι­κή» λει­τουρ­γία της στη βάση έχει ατο­νή­σει. Η πο­λι­τι­κή από­στα­ση ανά­με­σα στις βα­σι­κές συ­νι­στώ­σες της έχει με­γε­θυν­θεί, και σή­με­ρα το ΝΑΡ και το ΣΕΚ ακο­λου­θούν δια­φο­ρε­τι­κούς δρό­μους, συ­μπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων των βα­σι­κών επι­λο­γών για την αντι­με­τώ­πι­ση των επερ­χό­με­νων εκλο­γών, που πλέον τί­θε­νται σε δη­μό­σια συ­ζή­τη­ση σε δια­φο­ρε­τι­κές δια­δι­κα­σί­ες, με δια­φο­ρε­τι­κές πο­λι­τι­κές συν­θέ­σεις.

Προ­ϋ­πο­θέ­σεις

Ξε­κι­νώ­ντας από αυτό το τοπίο, γί­νε­ται σαφές ότι η πι­θα­νό­τη­τα μιας κοι­νής εκλο­γι­κής πα­ρέμ­βα­σης έχει ση­μα­ντι­κές προ­ϋ­πο­θέ­σεις. Σε αυτή τη συ­ζή­τη­ση η ΔΕΑ έχει υπο­στη­ρί­ξει τα εξής:

α) Θα θε­ω­ρού­σα­με θε­τι­κή μια κοινή εκλο­γι­κή πα­ρέμ­βα­ση, όχι γιατί πι­στεύ­ου­με ότι θα έχει εκλο­γι­κή απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα, αλλά γιατί θα ενί­σχυε τις δυ­να­τό­τη­τες μιας «με­τω­πι­κής» αντι­με­τώ­πι­σης της επό­με­νης ημέ­ρας των εκλο­γών, όπου εκτι­μού­με ότι θα αντι­με­τω­πί­σου­με ιδιαί­τε­ρες κι­νη­μα­τι­κές και πο­λι­τι­κές δο­κι­μα­σί­ες.

β) Προς τούτο, θε­ω­ρού­με ση­μα­ντι­κή τη συ­γκέ­ντρω­ση όλου του «φά­σμα­τος», από την ΑΝΤΑΡ­ΣΥΑ ως την ΛΑΕ και άλλες ρι­ζο­σπα­στι­κές/αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κές δυ­νά­μεις. Το κρι­τή­ριο δεν είναι μόνο «πο­σο­τι­κό», πα­ρό­λο που και αυτό δεν μπο­ρεί να υπο­τι­μη­θεί μπρο­στά σε μια δύ­σκο­λη εκλο­γι­κή μάχη. Είναι και πο­λι­τι­κό: Η ύπαρ­ξη δια­φο­ρε­τι­κών ψη­φο­δελ­τί­ων που διεκ­δι­κούν το ίδιο «ακρο­α­τή­ριο» μπο­ρεί να κάνει αφό­ρη­τη την ήδη δύ­σκο­λη εκλο­γι­κή μάχη.

γ) Ο πο­λι­τι­κός χρό­νος είναι ση­μα­ντι­κός. Κα­θα­ρές πο­λι­τι­κές επι­λο­γές θα έπρε­πε να έχουν ήδη εκ­δη­λω­θεί… χθες. Δεν πι­στεύ­ου­με ότι στο παρά πέντε των εκλο­γών, μια βια­στι­κή εκλο­γι­κή συ­γκόλ­λη­ση θα έχει θε­τι­κές και δη­μιουρ­γι­κές προ­ο­πτι­κές. Είναι επί­σης ση­μα­ντι­κό να θυ­μό­μα­στε ότι η ενό­τη­τα στη δράση δεν οι­κο­δο­μεί­ται σο­βα­ρά, αν αρ­χί­ζει κα­νείς από τα κε­ρα­μί­δια. Η κοινή δράση στα σω­μα­τεία, η κοινή τα­κτι­κή στις δια­δη­λώ­σεις, ο κοι­νός σχε­δια­σμός για κά­ποιες σο­βα­ρές πο­λι­τι­κές πρω­το­βου­λί­ες κ.ο.κ. είναι ανα­ντι­κα­τά­στα­τα βή­μα­τα, όπου δο­κι­μά­ζε­ται η ει­λι­κρί­νεια στις προ­θέ­σεις και οι­κο­δο­μεί­ται η ανα­γκαία πο­λι­τι­κή εμπι­στο­σύ­νη.

δ) Η προ­γραμ­μα­τι­κή συ­ζή­τη­ση είναι ση­μα­ντι­κή. Μια «με­τα­βα­τι­κή» απο­τύ­πω­ση των ερ­γα­τι­κών/λαϊ­κών διεκ­δι­κή­σε­ων, των αι­τη­μά­των που απο­τε­λούν ή θα απο­τε­λέ­σουν βα­σι­κές αιχ­μές μα­ζι­κών αγώ­νων, είναι εφι­κτή και η ση­μα­σία της δεν πρέ­πει να υπο­τι­μη­θεί. Είναι γνω­στό ότι υπάρ­χουν ση­μα­ντι­κές δια­φο­ρές στην αντι­με­τώ­πι­ση του πο­λέ­μου, τόσο ως προς την αντι­με­τώ­πι­ση της ρω­σι­κής ει­σβο­λής στην Ου­κρα­νία, όσο και σχε­τι­κά με τον ελ­λη­νο­τουρ­κι­κό αντα­γω­νι­σμό. Θε­ω­ρού­με ότι αυτές οι δια­φο­ρές δεν πρέ­πει να θε­ω­ρη­θούν δια­χω­ρι­στι­κή γραμ­μή, αλλά πεδίο πε­ραι­τέ­ρω συ­ζή­τη­σης και διερ­γα­σί­ας. Υπό την προ­ϋ­πό­θε­ση της σα­φούς απόρ­ρι­ψης των εξο­πλι­σμών και των πο­λε­μι­κών συμ­φώ­νων του ελ­λη­νι­κού κρά­τους, όπως και της σα­φούς αντί­θε­σης στην ανα­βάθ­μι­ση των αμε­ρι­κα­νο­να­τοϊ­κών δρα­στη­ριο­τή­των στο εσω­τε­ρι­κό της χώρας (βά­σεις κλπ). Γιατί αυτές οι επι­λο­γές είναι υπο­χρε­ω­τι­κές για να αντι­με­τω­πι­στεί στα σο­βα­ρά το κοι­νω­νι­κό/πο­λι­τι­κό ζή­τη­μα που εί­χα­με και θα έχου­με να αντι­με­τω­πί­σου­με «στην ίδια μας τη χώρα». Είναι φα­νε­ρό ότι μια προ­γραμ­μα­τι­κή απο­τύ­πω­ση συμ­φω­νί­ας, θα πρέ­πει να συ­νο­δεύ­ε­ται με τη δέ­σμευ­ση για κοι­νές πο­λι­τι­κές συ­ζη­τή­σεις και επε­ξερ­γα­σί­ες που θα επι­τρέ­ψουν την «όσμω­ση» στα θέ­μα­τα όπου υπάρ­χουν δια­φω­νί­ες.

Είναι γνω­στό ότι τα συ­γκε­κρι­μέ­νη ζη­τή­μα­τα συν­δυά­ζο­νται με ένα υφέρ­πον, γε­νι­κό­τε­ρο. Είναι εφι­κτή και πο­λι­τι­κά λει­τουρ­γι­κή μια «έκ­κλη­ση» για γε­νι­κό­τε­ρη κοινή εκλο­γι­κή πα­ρέμ­βα­ση, συ­μπε­ρι­λαμ­βά­νο­ντας το ΚΚΕ και το ΜΕ­ΡΑ­25; Η από­φα­ση της Συν­διά­σκε­ψης της ΛΑΕ βάζει ευ­θέ­ως αυτό το ζή­τη­μα. Γε­νι­κά, ως ευχή, αυτή η κα­τεύ­θυν­ση θα ήταν θε­τι­κή. Αν όμως συ­νυ­πο­λο­γί­σει κα­νείς τις πραγ­μα­τι­κές το­πο­θε­τή­σεις των κομ­μά­των (ιδιαί­τε­ρα του ΚΚΕ), αλλά και το πραγ­μα­τι­κό επί­πε­δο συ­γκρό­τη­σης της ρι­ζο­σπα­στι­κής/αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής Αρι­στε­ράς, γί­νε­ται φα­νε­ρό ότι η πρό­τα­ση αυτή δεν μπο­ρεί να ξε­πε­ρά­σει το επί­πε­δο μιας δή­λω­σης προ­θέ­σε­ων. Πο­λι­τι­κά δεν είναι, ούτε μπο­ρεί να γίνει, ενερ­γή. Ο κίν­δυ­νος μπο­ρεί να εμ­φα­νι­στεί μέσω της «με­ρι­κής» εφαρ­μο­γής της. Πχ μια «προ­νο­μια­κή» επι­λο­γή συ­νερ­γα­σί­ας με το ΜΕ­ΡΑ­25 θα μπο­ρού­σε να κα­τα­λή­ξει να κου­βα­λά­ει νερό σε άλ­λους, ανε­ξέ­λεγ­κτους, μύ­λους…

Αυτά τα ζη­τή­μα­τα, που πρέ­πει να απα­ντη­θούν γρή­γο­ρα και πει­στι­κά, είναι για εμάς προ­ϋ­πο­θέ­σεις για μια κοινή εκλο­γι­κή πα­ρέμ­βα­ση της ρι­ζο­σπα­στι­κής/αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής Αρι­στε­ράς. Αν δεν κα­λυ­φθούν, θα είναι μια απο­τυ­χία. Που θα αφή­νει ως μόνη δυ­να­τό­τη­τα την αντι­με­τώ­πι­ση των εκλο­γών με μια έκ­κλη­ση για ψήφο στην πέραν του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ Αρι­στε­ρά, και την επι­μο­νή σε μια ενω­τι­κή και πο­λι­τι­κά ρι­ζο­σπα­στι­κή τα­κτι­κή στην επό­με­νη των εκλο­γών πε­ρί­ο­δο.

rproject.gr/