Νέα δεδομένα για την εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας

Νέα δεδομένα για την εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας

  • |

Η κυβέρνηση, από την ανάληψη της εξουσίας (2019), συνεχίζει να εφαρμόζει τις βασικές αρχές του νεοφιλελευθερισμού, που διαμορφώθηκε στις ΗΠΑ ως Θεωρία της Οικονομίας της Προσφοράς και διεθνοποιήθηκε κατά τη 10ετία 1970-80 από τις ΗΠΑ και Αγγλία. Πρόκειται για τη θεωρία η εφαρμογή της οποίας μας οδήγησε στην κρίση (2010-2018).

Το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία δεν έχει αγγίξει ακόμη τα όρια της ύφεσης οφείλεται κατά κύριο λόγο στον πακτωλό ευρωπαϊκών χρηματικών μέσων που εισέρρευσαν στη χώρα από την περίοδο της υγειονομικής κρίσης. Πρόκειται για την έκτακτη οικονομική ενίσχυση του Ταμείου Ανάκαμψης, τα χρηματικά ποσά του ΕΣΠΑ, το σημαντικό χρηματικό «μαξιλάρι» της προηγούμενης κυβέρνησης και τη χαλάρωση της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, που μέσω της ρήτρας διαφυγής έδωσε τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να δανείζεται και να δαπανά χωρίς τους περιορισμούς του Συμφώνου Σταθερότητας.

Η κυβέρνηση θριαμβολογεί τελευταία για την ονομαστική ουσιαστικά αύξηση του εθνικού εισοδήματος, αποσιωπώντας τη μείωση του εισοδηματικού μεριδίου της πλειονότητας των Ελλήνων πολιτών και τη δυσανάλογη αύξηση του αντίστοιχου ποσοστού μιας μικρής μειοψηφίας που καρπώνεται το συνολικό ποσό της εισοδηματικής αύξησης. Η προβαλλόμενη δε μείωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ δεν αντικατοπτρίζει κάποια ουσιαστική βελτίωση αυτού του δείκτη. Το μεν εθνικό εισόδημα αυξήθηκε ονομαστικά όσο περίπου και το ποσοστό του πληθωρισμού, με επουσιώδη δηλαδή πραγματική αύξηση, το δε ύψος του δημόσιου χρέους αυξήθηκε απόλυτα. Στην πραγματικότητα δηλαδή επί των ημερών της σημερινής κυβέρνησης παρατηρούνται τόσο χειροτέρευση της ανισοκατανομής του εισοδήματος εις βάρος της πλειονότητας των Ελλήνων πολιτών όσο και απόλυτη ποσοτική αύξηση του δημόσιου χρέους.

Η πρόσφατη δε αναβάθμιση της χώρας εκ μέρους των διεθνών οίκων αξιολόγησης στην επενδυτική βαθμίδα δεν έχει προσφέρει μέχρι τώρα κάποιο αξιόλογο αποτέλεσμα. Το επιτόκιο δανεισμού της ελληνικής οικονομίας εξακολουθεί να είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη (πάνω από 4%). Η ιεραρχική δε κατάταξη της Ελλάδας μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. με κριτήρια το κατά κεφαλήν εισόδημα σε μονάδες αγοραστικής δύναμης και την παραγωγικότητα εργασίας (ΑΕΠ ανά εργαζόμενο) δεν αφήνει περιθώρια για διθυραμβικές δηλώσεις της κυβέρνησης. Η μέχρι τώρα χρηματοδοτική κάλυψη του ελληνικού εμπορικού ελλείμματος καθώς και η συνέχιση της αναπτυξιακής διαδικασίας εξακολουθούν να παρέχονται ουσιαστικά από τις χρηματικές μεταβιβάσεις των ευρωπαϊκών ταμείων και την προσφυγή στον δανεισμό.

Οι διαφαινόμενες όμως δυσοίωνες προοπτικές για την οικονομία της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν προοιωνίζονται αισιόδοξη εξέλιξη και αντίστοιχο εφησυχασμό για την οικονομική εξέλιξη της Ελλάδας. Αυτό εξηγείται από α) τη συνεχιζόμενη στασιμότητα της παραγωγικής δυναμικότητας και ανταγωνιστικής ικανότητας της Ε.Ε. και πρωτίστως της γερμανικής οικονομίας. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι για πρώτη φορά εμφανίζεται εμπορικό έλλειμμα της Ενωσης απέναντι στην Κίνα ύψους περίπου 400 δισ. ευρώ, β) την επανέναρξη των διαβουλεύσεων για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Η πιθανολογούμενη διατήρηση της περιοριστικής του αυστηρότητας προβλέπεται να προκαλέσει έντονες αντιδράσεις από τις υπερχρεωμένες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, με πρωτοστατούσες την Ελλάδα και την Ιταλία, γ) την κυοφορούμενη διεύρυνση της Ενωσης με την υποδοχή τουλάχιστον ακόμη 7 νέων μελών, δηλαδή των 5 χωρών των Δυτικών Βαλκανίων καθώς και της Ουκρανίας και της Μολδαβίας.

Υπολογίζεται ότι μόνο για την Ουκρανία θα απαιτηθούν περισσότερα από 180 δισ. και συνολικά γύρω στα 250 δισ. ευρώ. Είναι βέβαιο ότι εάν δεν καμφθεί η αντίσταση των χωρών του ευρωπαϊκού Βορρά και δεν ενισχυθεί αισθητά ο κοινοτικός προϋπολογισμός, τότε μερικές σημερινές χώρες-μέλη που υπήρξαν μέχρι τώρα καθαροί εισπράκτορες του κοινοτικού προϋπολογισμού, όπως η Ελλάδα, θα μετατραπούν αναπόφευκτα σε καθαρούς δότες. Το ενδεχόμενο αυτό θα στερήσει τη χώρα μας από μια δυσαναπλήρωτη πηγή χρηματοδότησης με ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις για την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας και το επίπεδο διαβίωσης των Ελλήνων πολιτών.

Μια, τέλος, επίσημα επιλεγμένη 12μελής γαλλογερμανική ομάδα ειδικών προτείνει την προ πολλού συζητούμενη αναδιοργάνωση της Ε.Ε. με τη δημιουργία 4 ομόκεντρων κύκλων με διαφορετικά δικαιώματα και υποχρεώσεις για τα μέλη κάθε κύκλου. Στο σύστημα αυτό προτείνεται να ενταχθούν σταδιακά και τα υποψήφια νέα μέλη. Η ομάδα των 12 ειδικών θεωρεί επιβεβλημένη την αναθεώρηση του σημερινού τρόπου λήψης των αποφάσεων των ευρωπαϊκών οργάνων με κατάργηση του δικαιώματος βέτο ακόμη και για θέματα εξωτερικής πολιτικής και φορολογίας. Αναθεώρησης χρήζουν επίσης, κατά τη γνώμη της επιτροπής, και τα ιδιαίτερα σημαντικά για την Ελλάδα θέματα της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και των Περιφερειακών Ταμείων.

Συμπερασματικά και εν όψει των πρόσφατων δυσμενών και απρόβλεπτων κοινωνικοοικονομικών και γεωπολιτικών εξελίξεων η κυβέρνηση θα πράξει ορθά, αν περιορίσει κατά τι τον υπερβολικό αυτοέπαινο του έργου της, επανεξετάσει τις μελλοντικές δυνατότητες του αναπτυξιακού προτύπου που υπηρετεί και πολιτευθεί τελικά σύμφωνα με το λαϊκό απόφθεγμα: «Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν».

*Ομότιμος καθηγητής Παν/μίου Πατρών

efsyn.gr

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος