- του Giovanni Pascoli
Απόδοση-επίμετρο: Ευαγγελία Πολύμου
——————–———–—––————-
Κι ανοίγουν τα νυχτολούλουδα,
την ώρα που σκέφτομαι κείνους που αγαπώ.
Καταμεσής στα βιβούρνα ξεπετάγονται
οι πεταλούδες του λυκόφωτος.
Έχουνσιγήσει από ώρα οι φωνές,
μόνο ένα σπίτι εκεί ψιθυρίζει.
Κάτω από τις φτερούγες κοιμούνται οι φωλιές,
καθώς κάτω από τα βλέφαρα τα μάτια.
Από τους ανοιχτούς κάλυκες αναδίδεται
των κόκκινων φραουλών η ευωδία.
Φέγγει ένας λύχνος εκεί στην αίθουσα.
Το χορτάρι φυτρώνει πάνω από τους τάφους.
Γκρινιάζει η αργοπορημένη μέλισσα
βρίσκοντας πιασμένα τα κελιά στις κυψέλες.
Μες στο γαλάζιο αλώνι η Πούλια αλωνίζει
μαζί με τα κλωσσόπουλα που γίνηκαν αστέρια.
Σε όλη τη νύχτα απλώνεται
η ευωδιά που φέρνει ο άνεμος μαζί του.
Περνά το φως μέσ’ απ’ τη σκάλα̇
φεγγίζει στο πρώτο πάτωμα· και σβήνει.
Χαράζει̇ κλείνουν τα πέταλα
λιγάκι ζαρωμένα̇ βλασταίνει
στον μυστικό και υγρό τους κάλυκα
δεν ξέρω ποια καινούργια ευτυχία.