Kόντρα στη φύση, που όλα τα ανθρώπινα αγνοεί και για όλα αδιαφορεί, θα επιμείνω λίγο ακόμη για την αφειδώλευτη ομορφιά της σε ό,τι αφορά τα βίαια ξεσπάσματά της αλλά και τις ηλιόλουστες στιγμές της. Ξαφνικά βαριά σύννεφα σκεπάζουν τον ορίζοντα και δυνατές στάλες βροχής πέφτουν στην ηρεμία της γης και στα διψασμένα χώματά της. Οργασμός φυσικών φαινομένων. Επίσης ξαφνικά το λαμπρό αστέρι επανεμφανίζεται στον ουράνιο θόλο και όλα αποκτούν φως και καθαρότητα – και βεβαίως νόημα [μεγάλες εσωτερικές αναταραχές]. Φυσική δικαιοσύνη, λες, και υποτάσσεσαι στους άγνωστους νόμους της και στον εξευτελισμό κάθε ηθικού φαινομένου. Η φύση δεν γνωρίζει τι σημαίνει ηθική· σεισμοί, πλημμύρες, πυρκαγιές, κατολισθήσεις είναι αδελφωμένα και εκρήγνυνται όποτε αυτά γουστάρουν, όποτε τα καλεί η ώρα τους.
Γιώργος Σταματόπουλος
Αμέτρητα αστέρια στον ουρανό αστράφτουν και φεγγοβολούν μέσα στη νύχτα, που εξακολουθεί να είναι δημοκρατική [και αλλοπρόσαλλη ασφαλώς]. Η λάμψη τους δηλώνει την καταστροφή τους, αλλά ποιος δίνει σημασία στο μακρόχρονο ταξίδι τους μέσα στον χώρο και τον χρόνο; Ουδείς, ευτυχώς. Το πρόβλημα των Γήινων είναι να βρουν ένα αλεξιβρόχιο ή ένα αλεξήλιο ή μια σπηλιά για να προστατευθούν από την «οργή» της φύσης. Για δες, χρώματα και αρώματα και μουσικές παντού, αλλά όλοι έχουμε φαίνεται στραβωθεί και οι μύτες μας αναγνωρίζουν μόνο την τσίκνα και τις χημικές «ευωδιές» – χωρίς τις τελευταίες θεωρούμαστε απολίτιστοι και ολίγον αγροίκοι. Για φαντάσου. Πρωτόγονοι όσοι δεν αρωματίζονται χημικά. Δεν μπορείς να πεις τίποτα.
Ενας παράδεισος το χωριό, αλλά ποιος νέος άνθρωπος να το συνειδητοποιήσει; Ποιος νέος να εγκατασταθεί στον παράδεισο, εννοείται στο χωριό του, τη στιγμή που άπαντες λοιδορούμε και αποστρεφόμαστε την αγροτική ζωή; Και βέβαια ουδείς παραδέχεται ότι η ζωή στην πόλη είναι μια κόλαση [έτσι τουλάχιστον όπως μας παρουσιάζουν την κόλαση οι χριστιανικές εικονογραφήσεις]. Να αρνηθεί κανείς τις επιλογές του; Α, πα, πα, τι λέμε τώρα – οι επιλογές μας θεωρούνται από μας τους ίδιους η κοσμοεικόνα μας, η απόφασή μας να διατρέξουμε έτσι τον βίο μας. Τρέφομαι με φρούτα. Κεράσια αυτή την περίοδο. Με την κόρη μου, πριν από χρόνια, είχαμε τρυγήσει, αφού μας είχε δώσει άδεια ο ιδιοκτήτης του, ολόκληρο το δέντρο – της άρεσαν πολύ τα κεράσια του χωριού. Εφέτος τρυγάω μόνος μου το ίδιο δέντρο. Και πώς να συγκρατήσεις τα δάκρυα;
Φίλος (γ)καρδιακός μού παραγγέλνει από το τηλέφωνο να του φέρω στην Αθήνα κορόμηλα και αδιαφορεί παγερά όταν του λέω ότι είναι μικρά ακόμη και ξινά. «Μόνο έτσι μου αρέσουν -με αποστομώνει- μου αρέσουν να ξινίζουν». Τι να κάνω, θα υπακούσω στην επιθυμία του, στην εντολή του [διότι περί εντολής, στην ουσία, πρόκειται – και τα σκυλιά δεμένα…]. Αλλοι φίλοι με παίρνουν και αυτοί τηλέφωνο και μου λένε να παραμείνω στο χωριό, να μην επιστρέψω στην Αθήνα – αρχίζω να το σκέφτομαι πολύ σοβαρά. Μου τονίζουν ότι πρέπει οι νέοι να ξεκινήσουν μια μεγάλη διαδικασία κατανόησης της έννοιας χωριό-παράδεισος. Πριν από τους νέους δεν θα πρέπει και το αγαπητό μας κράτος να προβληματιστεί για την ίδια έννοια;
efsyn.gr