Κυριακή πρωί

Κυριακή πρωί

  • |
  • του Wallace Stevens
    Μετάφραση-επίμετρο: Στάθης Καββαδάς
    ——————–———–—––———————–

Ι
Η απολαυστική γαλήνη της μέσα στο neglige
τα πορτοκάλια κι ο καφές, το ηλιόλουστο δωμάτιο
κι η ολοπράσινη ελευθερία του παπαγάλου
πάνω στο χαλί, διώχνουν μακριά
τις άφωνες σκιές του αρχαίου μαρτυρίου.
Όμως ξανά΄ονειροπολεί και τότε νιώθει μέσα της
ν’ απλώνεται το ρίγος της παλιάς καταστροφής
όπως όταν το πέλαγος έξαφνα σκοτεινιάζει.
Τα πορτοκάλια, ευωδιαστά, τα πράσινα λαμπρά φτερά
μοιάζουν ν’ ανήκουν σε μια ακολουθία νεκρών
που ξετυλίγεται πάνω από θάλασσα πλατιά και χωρίς ήχο.
Η μέρα είναι μια θάλασσα πλατιά και χωρίς ήχο
σταματημένη για να τη διασχίσει μέσα στ’ όνειρό της
και να ‘ρθει
στην Παλαιστίνη τη βουβή
τον τόπο του αίματος, τον τάφο.

Η «Κυριακή πρωί» μιλάει για τα φαντάσματα των θεών που εξατμίζονται, για την τραγική ομορφιά ενός κόσμου όπου ο θάνατος είναι τελεσίδικος. Ο μυθοπλαστικός του οίστρος, η δραματική του δύναμη κι η πλούσια σε αποχρώσεις μουσική του το κάνουν ένα από τα πιο αξιομνημόνευτα ποιήματα που γράφτηκαν ποτέ. (MARK RABINOWITZ)

Υπάρχει στο Αρμόνιο ένα ποίημα που ξεχωρίζει με τη σοβαρότητά του όπως από τις Λυρικές Μπαλάντες του Wordsworth ξεχωρίζει το «Στίχοι γραμμένοι λίγα μίλια πάνω από το Αβαείο του Τίντερν». Πρόκειται για το «Κυριακή πρωί», το πρώτο μεγάλο ποίημα που έγραψε ο Στήβενς και πιθανότατα το πιο γνωστό του, ιδανικό παράδειγμα ποιητικής ιδιοφυΐας μιάς και τίποτα δεν μοιάζει να το προαναγγέλει. Σε κανένα από τα προηγούμενα ποιήματα του Στήβενς δεν συναντάται ακριβώς αυτός ο τόνος και κανένα από αυτά δεν το πλησιάζει σε αξία. Μπορούμε να πούμε ότι το «Κυριακή πρωί» εγκαινιάζει την πρώτη μείζονα περίοδο του Στήβενς (1915-1924). Εδώ, αιφνιδιαστικά, ο ποιητής εμφανίζεται ώριμος, πάνοπλος. Το ποίημα αποτελείται από οκτώ δεκαπεντάστιχες στροφές σε ανομοιοκατάληκτους ιαμβικούς πεντάμετρους (blank verse) που ισάξιούς τους κανένας Άγγλος ποιητής, με εξαίρεση τον Browning, δεν έγραψε μετά τον Wordsworth. (ROBERT REHDER, Η ποίηση του Wallace Stevens, 1988)

Ο Wallace Stevens γεννήθηκε το 1879 ατο Ρέντινγκ της Πενσυλβανίας. Σπούδασε στο Χάρβαρντ και στη Νομική Σχολή της Νέας Υόρκης. Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του (1916-1955) στο Χάρτφορντ του Κοννέκτικατ, όπου ήταν νομικός σύμβουλος σε ασφαλιστική εταιρεία. Η ποίησή του αντλεί στοιχεία από τον Ουίτμαν, τον Έμερσον, τους Άγγλους ρομαντικούς και τους σύγχρονούς του εικονιστές. Η πρώτη δημιουργική περίοδος του Στήβενς ξεκινά γύρω στα 1914 και κλείνει το 1923, με τη δημοσίευση της πρώτης του ποιητικής συλλογής, του Αρμονίου . Το «Κυριακή πρωί», το πιο γνωστό του ποίημα, ανήκει σ’ αυτή την περίοδο. Η δεύτερή του δημιουργική περίοδος ξεκινά γύρω στα 1934 και φτάνει ως το τέλος της ζωής του, το 1955. Στα χρόνια αυτά έγραψε μεταξύ άλλων τα συνθετικά ποιήματα «Ο άνθρωπος με τη γαλάζια κιθάρα» (1937), «Σημειώσεις για έναν υπέρτατο μύθο» (1942), «Καταφάσεις του καλοκαιριού» (1946), «Σελαγισμοί του φθινοπώρου» (1947), «Μια συνηθισμένη βραδιά στο Νιού Χέηβεν» (1949) καθώς και μια σειρά δοκιμίων γύρω από τη θεωρία της ποίησης που συγκεντρώθηκαν σ’ έναν τόμο με τίτλο Ο αναγκαίος Άγγελος (1951). Τιμήθηκε με τα βραβεία Bollingen (1950) και Pulitzer (1955).

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος