“Καθεστώς έκτακτης ανάγκης” και καπιταλισμός της ασφάλειας | Συνέντευξη με τον Mathieu Rigouste

“Καθεστώς έκτακτης ανάγκης” και καπιταλισμός της ασφάλειας | Συνέντευξη με τον Mathieu Rigouste

  • |

O Mathieu Rigouste είναι πρεκάριος, ενεργός στους κοινωνικούς αγώνες και στο ευρύτερο επαναστατικό κίνημα. Χρησιμοποιεί τις κοινωνικές επιστήμες για να κάνει έρευνα και να συμβάλει στη δημιουργία εργαλείων προς χρήση των χειραφετικών κινημάτων. Έχει γράψει διάφορα βιβλία, ανάμεσα στα οποία το “Εσωτερικός εχθρός, η αποικιακή και στρατιωτική γενεαλογία του δόγματος ασφάλειας στην σύγχρονη Γαλλία” (L’ennemi intérieure, la généalogie coloniale et militaire de l’ordre sécuritaire dans la France contemporaine, éditions La Découverte, Paris, 2009).

  • Μετάφραση: MissInformation

Στις έρευνές σου στοιχειοθετείς μία αποικιακή και στρατιωτική γενεαλογία του σύγχρονου δόγματος ασφάλειας. Τι ρόλο έπαιξε ως προς αυτό η διακήρυξη του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης κατά τη διάρκεια του πολέμου της εθνικής απελευθέρωσης της Αλγερίας;

Το καθεστώς έκτακτης ανάγκης είναι ένα δικαστικό μέσο που δημιουργήθηκε αρχικά με σκοπό να μπορεί να διεξαχθεί ο αποικιακός πόλεμος στην επικράτεια του κράτους χωρίς να παραλύσει όλο το σύστημα της καπιταλιστικής συσσώρευσης. Σε τελική ανάλυση, επιτρέπει να διεξαχθεί ένας αστυνομικού τύπου πόλεμος σε μία μερίδα του πληθυσμού χωρίς να θέσει σε ομηρία ολόκληρη τη χώρα και την οικονομία της. Το Σύνταγμα της 5ης γαλλικής δημοκρατίας δημιουργήθηκε από και για τον πόλεμο ενάντια στον πληθυσμό. Είναι ένα νομικό σύστημα που δίνει σε μόνιμη βάση στον αρχηγό του κράτους, δηλαδή σε μία κυρίαρχη ομάδα της αστικής τάξης μία δεδομένη στιγμή, τη δυνατότητα να καταργήσει τον θεωρητικό διαχωρισμό των εξουσιών. Έτσι, η κυρίαρχη αυτή ομάδα μπορεί να πάρει την πολεμική μηχανή υπό τη διοίκησή της για να τη στρέψει ενάντια σε μία μερίδα του πληθυσμού χωρίς τα εμπόδια της δικαστικό-νομικής νομιμοποίησης που ισχύουν κανονικά στην επικράτεια του κράτους, και που έχουν σαν σκοπό να μυστικοποιούν το “κράτος δικαίου” και να νομιμοποιούν το “δημοκρατικό” σύστημα κυριαρχίας. Είναι ένα συνταγματικό μοντέλο το οποίο ο γαλλικός ιμπεριαλισμός εξήγαγε ταυτόχρονα με τα αντι-εξεγερτικά του δόγματα, προς πάμπολλα νέο-αποικιακά ή/και οικονομικά εξαρτημένα κράτη. Με τον τρόπο αυτό, χώρες όπως η Κολομβία ή αρκετές από τις πρώην γαλλικές αποικίες στην Αφρική απέκτησαν το συγκεκριμένο συνταγματικό “εργαλείο” την ίδια στιγμή που οι ανώτατες στρατιωτικές, και στη συνέχεια αστυνομικές, διοικήσεις τους υιοθετούσαν το γαλλικό δόγμα αντι-εξέγερσης – και συχνά και τα υλικά που πάνε μαζί. Κατά γενικό κανόνα δημιουργήθηκαν στρατιωτικο-αστυνομικές εταιρίες για να πλαισιώσουν την ανάπτυξη υπέρ-φιλελεύθερων αρπακτικών οικονομικών συστημάτων.

Το “καθεστώς έκτακτης ανάγκης” είναι ένα νομικό εργαλείο της αντι-εξέγερσης. Αλλά είναι επίσης ένας από τους άξονες μίας δικαστικο-πολιτικής αναδόμησης του έθνους-κράτους που επιτρέπει στη βιομηχανία της βίας να βγάλει κέρδος από μορφές εσωτερικού πολέμου ποικίλων εντάσεων και διαρκειών. Όπως πολλά άλλα εργαλεία εξαίρεσης που δίνουν την δυνατότητα να μειωθεί το κόστος του ελέγχου, το “καθεστώς έκτακτης ανάγκης” θα γίνει αντικείμενο οικειοποίησης από και για τον καπιταλισμό της ασφάλειας.

Το διάταγμα του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης επέτρεψε, κατά τη διάρκεια του πολέμου της Αλγερίας, αλλά και στη Νέα Καληδονία το 1985, στην εξέγερση των λαϊκών συνοικιών το 2005 και ακόμα και σήμερα, να εντατικοποιηθούν τα μέσα για το κυνήγι όσων τα πολιτικά επιτελεία ορίζουν ως “εσωτερικούς εχθρούς”. Επιτρέπει τη χρήση μέσων που έχουν σαν στόχο να παραλύσουν την κοινωνική ζωή όλων εκείνων των τμημάτων του πληθυσμού που θεωρούνται ύποπτα ως “εκκολαπτήρια ανατροπής”. Χρησιμοποιήθηκε για να κηρυχθούν απαγορεύσεις κυκλοφορίας και να βιομηχανοποιηθούν διοικητικές διώξεις, να πολλαπλασιαστούν οι προσαγωγές, οι κατ” οίκον περιορισμοί και οι αυθαίρετες φυλακίσεις. Επιτρέπει να διαλυθούν δίκτυα, να απαγορευτούν ορισμένα μέρη και ολόκληρες περιοχές, να τις αδειάσει κανείς από τους πληθυσμούς τους και να ανοίξει στρατόπεδα συγκέντρωσης καμουφλαρισμένα σε “κέντρα διοικητικής κράτησης”. Κι όλα αυτά ενώ η καπιταλιστική μηχανή συνεχίζει να γυρίζει.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου της Αλγερίας, το “αντι-τρομοκρατικό” μέτωπο αντιμετώπιζε τον αλγερινό αντάρτη ως υποκινούμενο από κομμουνιστές. Στόχος ήταν να εκμηδενιστεί η επαναστατική πολιτικοποίηση του αποικιοκρατούμενου λαού της Αλγερίας, του προλεταριάτου του που είχε μεταναστεύσει στη μητρόπολη και όλων αυτών που μάχονταν ενάντια στον γαλλικό ιμπεριαλισμό στο εσωτερικό της επικράτειας.

Επομένως, οι αποικιακοί πόλεμοι της δεκαετίας του ’50 υπήρξαν εργαστήρια και μήτρες νέων μορφών εξουσίας και συσσώρευσης, που βασίζονταν στη δυνατότητα μείωσης του κόστους του ελέγχου μέσω μίας βιομηχανικής και ορθολογικής χρήσης της τρομοκρατίας του κράτους. Στο σημείο αυτό πρέπει να διευκρινίσουμε ότι κατά τη διάρκεια των δύο παγκόσμιων πολέμων, οι παραγωγοί εμπορευμάτων σχετικών με τον πόλεμο οργανώθηκαν και απέκτησαν ιδιαίτερη δύναμη στο εσωτερικό των αστικών τάξεων της Δύσης. Εξελίχθηκαν σε στρατιωτικό-βιομηχανικά συμπλέγματα που τρέφονται από τον μόνιμο πόλεμο. Στο εσωτερικό των μεγάλων δυνάμεων, τα συμπλέγματα αυτά επανοικειοποιήθηκαν τα μεγάλα εμπορικά Μ.Μ.Ε. για να “προωθήσουν την λογική της άμυνας και της ασφάλειας στον πληθυσμό”, όπως λένε οι ίδιοι.

Κάθε πόλεμος, και πλέον κάθε εσωτερική μάχη, λειτουργεί σαν εμπορική βιτρίνα, ένα παγκόσμιο διαφημιστικό πεδίο με επίδειξη σε πραγματικές συνθήκες για τα εμπορεύματα των εμπλεκομένων στρατιωτικο-βιομηχανικών συμπλεγμάτων. Και αυτά τα τελευταία έχουν κάθε συμφέρουν οι πόλεμοι να διαρκούν.

Κατά τη διάρκεια αυτής της πρώτης περιόδου του 20ου αιώνα το κόστος του ελέγχου του πληθυσμού αυξήθηκε ιδιαίτερα και οι διαχειριστές του αναγκάστηκαν να βρουν τρόπους να το μειώσουν. Κάπως έτσι, οι μορφές εξουσίας που διέπουν τον ιμπεριαλιστικό κόσμο άρχισαν να εστιάζουν και να βάζουν στο κέντρο της παραγωγής της κοινωνικής τάξης παλιότερα ή νέα μέσα που έχουν σαν σκοπό να μετακυλήσουν τον έλεγχο του πληθυσμού στον ίδιο τον πληθυσμό, δηλαδή να προωθήσουν τον αυτοέλεγχο. Εισήγαγαν κυρίως συστήματα γνώσης και εξουσίας που δημιουργήθηκαν από τους κυρίαρχους των εποίκων με σκοπό την υποταγή των τελευταίων. Αργότερα, στα χρόνια που ακολούθησαν το 1968, ο έλεγχος μετατράπηκε σε μία από τις σημαντικότερες αγορές. Ο καπιταλισμός, αναγκασμένος καθώς είναι να αναδομείται λόγω των κρίσεων που δημιουργεί, εξασφάλισε τη δυνατότητα να ιδιωτικοποιεί τον έλεγχο, σαν μία μορφή βαλβίδας εκτόνωσης. Στην συνέχεια, η εμπορευματοποίηση του “εσωτερικού πολέμου”, δηλαδή η αγορά της ασφάλειας, έγινε μία από τις προοπτικές για την επιβίωσή του. Μετά τον “στρατιωτικό κεϋνσιανισμό”, που είχε επιτρέψει στον καπιταλισμό να βγάλει κέρδος από την κρίση του 1930, είμαστε πλέον αντιμέτωποι με μία μορφή “κεϋνσιανισμού της ασφάλειας”. Για όλους αυτούς τους λόγους, αλλά και επειδή επωφελείται εδώ και πολλούς αιώνες από τις αποικίες και τους ενδοαποικιακούς θύλακες, μέσα στους οποίους μπορεί και πειραματίζεται με νέες μορφές ελέγχου και εκμετάλλευσης, ο γαλλικός ιμπεριαλισμός παίζει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στην ιστορία των κρατών και της μετάβασης σε μία κοινωνία ασφάλειας.

Κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του 2005 εξαγγέλθηκε επίσης κατάσταση έκτακτης ανάγκης από τον Chirac. Ποιες λογικές οδήγησαν σε αυτή την απόφαση;

Υπήρχε ένα συμβολικό κομμάτι, της σκηνοθεσίας και θεαματοποίησης της εκδίκησης του κράτους. Ήταν κυρίως μία δήλωση: “Προσοχή, το κράτος βρίσκεται πράγματι σε πόλεμο στο εσωτερικό του!”. Από τη στιγμή που στον καπιταλισμό της ασφάλειας οι κυβερνήσεις και τα κυρίαρχα Μ.Μ.Ε. περνάνε τον καιρό τους κηρύσσοντας τον πόλεμο σε ό,τι κουνιέται, πρέπει να επενδύσουν στη σκηνοθεσία για να προκαλέσουν και να διαχειριστούν τον θαυμασμό ή τον τρόμο. Άλλος ένας στόχος ήταν να συγκεντρωθούν οι ενέργειες όλων των θεσμών στην “ειρήνευση” των λαϊκών και απομονωμένων συνοικιών, για να μη χρειαστεί να στείλουν τον στρατό. Πολλές τάσεις των κυρίαρχων τάξεων σκέφτηκαν σοβαρά αυτήν την πιθανότητα το 2005 γιατί η αστυνομία έφτασε στα όρια της. Το να κηρυχθεί καθεστώς έκτακτης ανάγκης επέτρεψε στην κυριαρχία να πειραματιστεί με ένα είδος στρατιωτικο-αστυνομικής μάχης σε ζωντανό χρόνο, ενάντια “στις γκρίζες ζώνες του εσωτερικού”, όπως τις ονομάζει η ιδεολογία της ασφάλειας. Η λαϊκή εξέγερση του 2005 είναι μια απάντηση στην επισφάλεια και την αστυνομική καταστολή που μαστίζει τις γειτονιές αυτές. Μια απάντηση που μας έδειξε πως το καθεστώς της ασφάλειας, αντίθετα με ό,τι θέλει να μας κάνει να πιστέψουμε, είναι αρκετά εύθραυστο. Προσπαθώντας να βγάλει κέρδος μέσα από τη διαχείριση της “αταξίας” και των “κρίσεων”, των οποίων τις συνθήκες ανάδυσης το ίδιο δημιουργεί, παίζει μόνιμα με δυνάμεις που ενδέχεται να το ανατρέψουν. Το 2005, το κράτος δοκίμασε και σκηνοθέτησε, προς τέρψιν των επιτελείων ολόκληρου του κόσμου, έναν πρότυπο τρόπο ανάπτυξης των αστυνομικών του δυνάμεων “εν καιρώ ειρήνης”, προσπαθώντας δηλαδή να μην επιβραδύνει τη συσσώρευση του κεφαλαίου. Οι εντυπώσεις που άφησε αυτή η άσκηση ενθουσίασαν τα επιτελεία και τις βιομηχανίες του πολέμου και της ασφάλειας ολόκληρου του κόσμου. Γιατί το κόστος και τα μέσα που χρειάζονται για να στηθεί μια μόνιμη στρατιωτικο-αστυνομική διαχείριση του πληθυσμού –δηλαδή των λαϊκών τάξεων– καθορίζουν τη δυνατότητα να πραγματοποιηθούν οι υπέρ-φιλελεύθερες αναδιαρθρώσεις που χρειάζεται το μεγάλο υπέρ-εθνικό κεφάλαιο.

Ας γυρίσουμε στο τώρα. Από τις 13 Νοεμβρίου βρισκόμαστε εκ νέου σε “κατάσταση έκτακτης ανάγκης”. Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Τι έχει συμβεί τις τελευταίες είκοσι μέρες;

Αρχές Δεκέμβρη, το κράτος είχε αφήσει τους κατασταλτικούς του μηχανισμούς –δίνοντάς τους μία σχετική αυτονομία και πλαισιώνοντάς τους εκ των υστέρων– να πραγματοποιήσουν πάνω από 2.000 κατ” οίκον έρευνες, 600 προσαγωγές (εκ των οποίων οι 400 ήταν διαδηλωτές ενάντια στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης ή ενάντια στην COP21 [ΣτΜ: τη διάσκεψη για την κλιματική αλλαγή που έγινε στο Παρίσι] και παραπάνω από 300 κατ” οίκον περιορισμούς (εκ των οποίων περίπου 24 ήταν κόσμος που δραστηριοποιούνταν ενάντια στην COP21). Η απομόνωση και οι αστυνομικοί, μιντιακοί και δικαστικοί εκβιασμοί ενάντια στις λαϊκές γειτονιές και τάξεις εντάθηκαν. Ως συνήθως, οι πιο φτωχοί, οι γυναίκες, όσοι είναι θύματα ρατσισμού, οι μουσουλμάνοι/ες και όσοι δεν έχουν χαρτιά υπέστησαν την αυξανόμενη αγριότητα του συστήματος κυριαρχίας στην ολότητά της και με ποικίλους τρόπους.

Έχοντας ήδη αναπτύξει στρατιωτικές δυνάμεις στο σύνολο της μητροπολιτικής επικράτειας ύστερα από τις επιθέσεις του Ιανουαρίου 2015, αφού κήρυξε την κατάσταση έκτακτης ανάγκης για όλη την επικράτεια, η γαλλική κυβέρνηση ξεκίνησε να πειραματίζεται με μία νέα μορφή στρατιωτικοποίησης της καπιταλιστικής κοινωνίας. Επένδυσε σε 5.000 νέους αστυνομικούς και χωροφύλακες, αύξησε τον αριθμό όσων είναι σε επιφυλακή και έτοιμοι να κινητοποιηθούν από 27.000 σε 40.000 και ενέκρινε τον προϋπολογισμό για την ανάπτυξη και τη μόνιμη πλέον στρατοπέδευση 10.000 στρατιωτικών που παίρνουν μέρος στην επιχείρηση Sentinelle [ΣτΜ: φρουρός].

Η κήρυξη “καθεστώτος έκτακτης ανάγκης” έχει ιστορικά εγγραφεί στη συλλογική συνείδηση της κυρίαρχης τάξης σαν το προτιμώμενο δικαστικό – συμβολικό εργαλείο για τον “εσωτερικό πόλεμο”. Όταν λαμβάνουν χώρα οι “κρίσεις” που το ίδιο το σύστημα προκαλεί λόγω της αδηφαγίας του, μπορεί να επιλέξει μία στρατηγική που έχει σαν στόχο να χρησιμοποιήσει εργαλειακά αυτό το “σοκ” για να αναδομήσει το σύστημα. Θα αντλήσει τότε από τη δεξαμενή των ιδεών και των πρακτικών που έθεσε ιστορικά ο ιμπεριαλισμός στη διάθεσή του και που το κομμάτι της αστικής τάξης που κερδοφορεί από τον στρατό και την ασφάλεια αξιώνει να εφαρμοστούν. Έτσι, από τις αρχές της δεκαετίας του ’70, τα ιμπεριαλιστικά κράτη οδηγούνται από τον καπιταλισμό της ασφάλειας να εφαρμόσουν στρατηγικές σοκ και έντασης, οι οποίες αναδεικνύονται όλο και περισσότερο ως προνομιούχα εργαλεία για τη διαχείριση των “κρίσεων”.
Κάθε πείραμα συγκεντρώνει τα βλέμματα όλων των άλλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, που ψάχνουν λυσσασμένα να αποκτήσουν νέα μέσα για να ενισχύσουν το κοινωνικό απαρτχάιντ στο οποίο στηρίζονται τα συστήματα εκμετάλλευσής τους. Αλλά επίσης για να δούνε με ποιον τρόπο οι βιομηχανίες του ελέγχου, της επιτήρησης και της καταστολής θα επενδύσουν τα οικονομικά και χρηματοπιστωτικά πεδία που δημιουργούνται από αυτή τη μορφή “μόνιμου εσωτερικού πολέμου” που αναπτύσσεται κάθε μέρα και περισσότερο. Έτσι, το 2015 είναι μία χρονιά ρεκόρ για την πώληση των γαλλικών όπλων, κατατάσσοντας τη Γαλλία στην δεύτερη θέση εξαγωγών παγκοσμίως, πίσω από τις Η.Π.Α. και μπροστά από την Ρωσία, με τζίρο 17 δις ευρώ (αρχές Δεκέμβρη).

Οι ιδεολόγοι της ασφάλειας χρησιμοποιούν τον “ισλαμισμό” και την “τρομοκρατία” για να δικαιολογήσουν τους νέους αποικιακούς πολέμους στο Μαλί, την κεντρική Αφρική, το Αφγανιστάν, το Ιράκ ή τη Συρία, αλλά και την καταστολή των λαϊκών συνοικιών που εμποδίζουν την επέκταση του εσωτερικού ιμπεριαλισμού που γίνεται με τη μορφή της αστικής ανάπλασης. Και από τη δεκαετία του ’60 μέχρι σήμερα, το δόγμα της ασφάλειας εφαρμόζει επίσης τα ίδια συστήματα της αντι-εξέγερσης ενάντια στα κοινωνικά και τα επαναστατικά κινήματα.

Οι έρευνές μου δείχνουν πως οι ιμπεριαλιστικές κοινωνίες εισάγουν διαρκώς εργαλεία κυριαρχίας που αντλούν από τους αποικιακούς πολέμους, και με βάση αυτά αναπλάθουν τα μοντέλα εξουσίας που ασκούν. Ανανεώνουν και προσαρμόζουν δόγματα και ιδεολογίες, προσωπικό και δίκτυα, υλικά και τεχνολογίες για την αναδόμηση του κοινωνικού απαρτχάιντ και τον έλεγχο των λαϊκών συνοικιών. Στη συνέχεια, τα προσαρμόζουν και δοκιμάζουν νέους συνδυασμούς με στόχο τον έλεγχο και την πειθάρχηση των κοινωνικών αγώνων και των επαναστατικών κινημάτων. Στη διάρκεια του 20ου αιώνα όλο αυτό έχει επιπλέον μεταμορφωθεί σε μια γιγαντιαία παγκόσμια αγορά.

Το ISIS δεν είναι ένα τέρας, είναι ο άσωτος υιός των ιμπεριαλισμών. Το παιδί που καταριούνται οι γονείς του γιατί, καθώς τους αντιγράφει με πάθος, έγινε ένας από τους κυρίαρχους αντιπάλους τους.

Το σχέδιο στρατιωτικο-αστυνομικής εξουσίας, με το οποίο πειραματίζεται η γαλλική κυβέρνηση στη μητροπολιτική της επικράτεια από τον Ιανουάριο 2015, είναι και αυτό, κατά μία έννοια, επανεισαγωγή, ανανέωση και προσαρμογή μοντέλων διοίκησης που έχουν εκπονηθεί από και για τα κράτη του εποικισμένου κόσμου. Αυτοί οι πρωτότυποι σχεδιασμοί που βρίσκονται σε διαρκή εξέλιξη ενδιαφέρουν τις αστικές τάξεις της Δύσης όσο και τις κυρίαρχες τάξεις της Ανατολής που ψάχνουν μανιωδώς τρόπους για να υποτάξουν τις λαϊκές εξεγέρσεις που δεν θα σταματήσουν να εναντιώνονται στις πολιτικές λιτότητας και στις υπέρ-φιλελεύθερες αναδιαρθρώσεις που βρίσκονται στη βάση της παγκόσμιας καπιταλιστικής στρατηγικής για τα χρόνια που έρχονται.

Η “κατάσταση έκτακτης ανάγκης” επιτρέπει τον πειραματισμό με μία μορφή διακυβέρνησης που στηρίζεται στον εσωτερικό πόλεμο στον πληθυσμό. Μπορεί να διακηρύσσεται σε μόνιμη βάση, αλλά για περιορισμένη χρονική διάρκεια. Αυτό είναι και το εμπόδιο για την ανάπτυξη της αγοράς του εσωτερικού πολέμου και αυτήν τη στιγμή βρίσκεται σε φάση αναδιάρθρωσης. Η γαλλική κυβέρνηση, όντας στην υπηρεσία του καπιταλισμού της ασφάλειας, καταστρώνει ένα νομικό καθεστώς “μόνιμης έκτακτης ανάγκης”, δηλαδή ένα νέο νομικό πλαίσιο που επιτρέπει να εντατικοποιηθούν οι ρυθμοί για το πέρασμα σε μια κοινωνία που θα διοικείται με στρατιωτικο-αστυνομικό τρόπο.

Η μιντιακή κατασκευή του “πολέμου ενάντια στην τρομοκρατία” αποκρύπτει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τη συνεργασία θεωρητικά αντίπαλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, που υποστηρίζουν “αξίες” δήθεν ασύμβατες. Πετρελαιο-μοναρχίες όπως η Σαουδική Αραβία και το Κατάρ τρέφουν και καθορίζουν την ύπαρξη ενός πολύ μεγάλου μέρους του στρατιωτικο-βιομηχανικού γαλλικού συμπλέγματος. Μέσα από την Cofras (Compagnie Française d’Assistance Spécialisée – Γαλλική Εταιρία Ειδικής Βοήθειας), ένα μεγάλο μέρος της γαλλικής “βιομηχανίας της άμυνας” κτίστηκε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 για να μεταδώσει “τη γαλλική στρατιωτική τεχνογνωσία” στα εμιράτα. Τον Μάϊο του 2015, η Dassault-Aviations καυχιόνταν μέσω των δικών της Μ.Μ.Ε. ότι έχει πουλήσει 24 Rafales στο Κατάρ. Ελάχιστα από αυτά τα πολεμικά αεροπλάνα είχαν εξαχθεί μέχρι τη “ζωντανή” χρήση/επίδειξη στις πρόσφατες γαλλικές “Εξωτερικές Επιχειρήσεις” στο Αφγανιστάν (2007-2011), τη Λιβύη (2011), το Ιράκ και την κεντρική Αφρική (2014). Κάθε πόλεμος, και πλέον κάθε εσωτερική μάχη, λειτουργεί σαν εμπορική βιτρίνα, ένα παγκόσμιο διαφημιστικό πεδίο με επίδειξη σε πραγματικές συνθήκες για τα εμπορεύματα των εμπλεκομένων στρατιωτικο-βιομηχανικών συμπλεγμάτων. Και αυτά τα τελευταία έχουν κάθε συμφέρουν οι πόλεμοι να διαρκούν.

Ένα σημαντικό κομμάτι των Γάλλων αστών βιομηχάνων του πολέμου ζει ακόμα από αυτή τη συνεργασία με τις πετρελαιομοναρχίες του Κόλπου. Μέσω αυτών, από τη δεκαετία του ’70 μέχρι και σήμερα, διαφορετικές “ισλαμιστικές κινήσεις” έχουν χρηματοδοτηθεί, εφοδιαστεί με όπλα ή υποστηριχτεί στον βαθμό που το επιτρέπουν τα κοινά συμφέροντα των δυτικών και μεσο-ανατολικών ιμπεριαλισμών.

Έχοντας χρηματοδοτηθεί και οπλιστεί, άμεσα ή έμμεσα, ταυτόχρονα ή εναλλάξ, από τις Η.Π.Α. και την Τουρκία, τη Γαλλία και τη Σαουδική Αραβία, το ISIS έχει γεννηθεί από τη χειραγώγηση της Δύσης γύρω από το ζήτημα του ισλαμισμού και από τις στρατιωτικές, οικονομικές και κοινωνικές καταστροφές που έχουν διαπράξει στην κοντινή και τη μέση ανατολή οι δυνάμεις που έχουν συνασπιστεί γύρω από το ΝΑΤΟ και το ΔΝΤ. Αλλά το ISIS έγινε κράτος στην υπηρεσία ενός άγριου καπιταλισμού, βασιζόμενο στη λεηλασία και το εμπόριο του πετρελαίου, σε ένα σύστημα αυταρχικό και γεμάτο ανισότητες, πατριαρχικό και ρατσιστικό. Είναι μία επεκτατική δύναμη που σκοτώνει, λεηλατεί και καταστέλλει, όπως κάνουν άλλωστε, με άλλο τρόπο και σε κλίμακα απείρως μεγαλύτερη, οι καπιταλιστικές, ρατσιστικές και πατριαρχικές δυνάμεις της Δύσης μέσω των οικονομικών πολιτικών τους και των στρατιωτικών παρεμβάσεών τους σε ολόκληρο τον πλανήτη. Ο δυτικός ιμπεριαλισμός δεν σκοτώνει με επιθέσεις αυτοκτονίας, αλλά κυριαρχεί μέσω βιομηχανικής κλίμακας βομβαρδισμών που φέρνουν σε πέρας “ορθολογικοποιημένοι και πολιτισμένοι” στρατοί. Και το ISIS με την σειρά του είναι ένα ιμπεριαλιστικό κράτος, ακόμα νέο και υπό διαμόρφωση, στο οποίο δίνουν μέγιστη ώθηση οι καταστροφικές πολιτικές του δυτικού ιμπεριαλισμού, πάνω στις οποίες στηρίζεται για να αναπτυχθεί.

Το ISIS δεν είναι ένα τέρας, είναι ο άσωτος υιός των ιμπεριαλισμών. Το παιδί που καταριούνται οι γονείς του γιατί, καθώς τους αντιγράφει με πάθος, έγινε ένας από τους κυρίαρχους αντιπάλους τους. Κι εμείς, παιδιά ενός κατώτερου θεού, έχουμε παγιδευτεί ανάμεσα στις σιαγόνες συστημάτων κατ” επίφαση ανταγωνιστικών. Μοιάζουμε καταδικασμένοι να ζούμε και να πεθαίνουμε για τους πολέμους τους και τις οικονομίες τους. Ένα μέρος των λαϊκών τάξεων του “πρώτου κόσμου”, εκπαιδευμένο καθώς είναι να επιζεί πατώντας σε κεφάλια άλλων, συγκινείται μόνο για τους κοντινούς του νεκρούς, για τα σώματα που φωτίστηκαν από τους προβολείς των μεγάλων Μ.Μ.Ε. Γιατί αυτά τα τελευταία του κρύβουν επίσης τις ανθρώπινες και οικολογικές καταστροφές που προκαλούν καθημερινά οι κυρίαρχες τάξεις της Δύσης στον υπόλοιπο κόσμο. Και αυτές οι εμπορικές μηχανές μυστικοποίησης μας κρύβουν επίσης ότι υπάρχουν και λύσεις. Αποκρύπτουν για παράδειγμα την ακλόνητη αντίσταση του κουρδικού λαού που πολεμάει μόνος του το ISIS, αντιμετωπίζοντας ταυτόχρονα και τις επιθέσεις των δυτικών ιμπεριαλισμών στην περιοχή, ενώ ταυτόχρονα βρίσκεται σε μία επαναστατική αντικαπιταλιστική και φεμινιστική διεργασία στις κοινότητες που απελευθερώνει και συνασπίζει. Τα μέσα των κυρίαρχων κρύβουν ή διαστρεβλώνουν αυτούς τους αγώνες γιατί απειλούνται από αυτούς, όπως απειλούνται και από την πιθανότητα να οργανωθεί μία πραγματική, υλική και χειροπιαστή αλληλεγγύη ανάμεσα στους λαούς. Αυτό το σύστημα υπάρχει κυρίως καταφέρνοντας να διαιρεί και να φέρνει αντιμέτωπους αυτούς και αυτές τους οποίους εκμεταλλεύεται και υποτάσσει. Το δίχως άλλο, θα συνεχίσουμε να υφιστάμεθα αυτήν τη διάσπαση των δυνάμεών μας όσο δεν θα καταφέρνουμε να κτίσουμε μορφές λαϊκής αυτονομίας αρκετά ισχυρές ώστε να διαλύσουν την ιμπεριαλιστική ηγεμονία. Μέσω την “Εθνικής Ενότητας”, διάφοροι δήμιοι που αυτοανακηρύσσονται προστάτες μας καλούν να συμπαραταχθούμε με τους αφέντες μας, γιατί όλοι αυτοί έχουν κάθε λόγο να κρύψουν το γεγονός πως δεν είναι μέρος της λύσης αλλά του προβλήματος. Και πως η μόνη ελπίδα για συλλογική χειραφέτηση βρίσκεται στα δικά μας χέρια.


πηγη: apatris