Η μαζική ανυπακοή συνταράσσει το καθεστώς στην Ταϊλάνδη

Η μαζική ανυπακοή συνταράσσει το καθεστώς στην Ταϊλάνδη

  • |

Μετά από μια συγκλονιστική εβδομάδα διαδηλώσεων μαζικής ανυπακοής σε όλη τη χώρα, η κυβέρνηση της Ταϊλάνδης υποχρεώθηκε στις 22 Οκτώβρη να ακυρώσει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης που απαγόρευε κάθε συγκέντρωση άνω των 5 ατόμων.

Ήταν ένα ση­μα­ντι­κό ρήγμα στο προ­σω­πείο ενός στρα­τιω­τι­κού κα­θε­στώ­τος που έχει πα­ρά­δο­ση να εκτε­λεί δη­μο­κρα­τι­κούς αγω­νι­στές, να τους εξω­θεί στην εξο­ρία ή και να στέλ­νει τάγ­μα­τα θα­νά­του να τους δο­λο­φο­νή­σουν εκτός συ­νό­ρων. Προς το παρόν, το δη­μο­κρα­τι­κό κί­νη­μα αμ­φι­σβη­τεί ισχυ­ρά τους στρα­τη­γούς και το έχει κάνει με συ­γκλο­νι­στι­κό τρόπο.

Λίαμ Γουόρντ | μετάφραση Πάνος Πέτρου

Τις τε­λευ­ταί­ες 10 μέρες (ΣτΜ: το άρθρο γρά­φτη­κε στις 25 Οκτώ­βρη) υπήρ­ξαν κα­θη­με­ρι­νές μα­ζι­κές δια­δη­λώ­σεις σε όλη τη χώρα, με κι­νη­τή­ρια δύ­να­μη τους φοι­τη­τές και τη συμ­με­το­χή κά­ποιων με­γά­λων μπλοκ ορ­γα­νω­μέ­νων χει­ρώ­να­κτων ερ­γα­τών. Τα συ­γκε­ντρω­μέ­να πλήθη βρί­ζουν ενω­μέ­να τον πρω­θυ­πουρ­γό Prayut Chan-o-cha και δια­τυ­πώ­νουν αι­τή­μα­τα ενά­ντια στη μο­ναρ­χία -σκη­νές που θα ήταν αδια­νό­τη­τες μόλις ένα χρόνο πριν.

Το κα­θε­στώς μια βδο­μά­δα νω­ρί­τε­ρα είχε δια­τά­ξει την κα­τά­στα­ση εκτά­κτου ανά­γκης, απα­γο­ρεύ­ο­ντας πολλά επι­κρι­τι­κά ΜΜΕ και αυ­ξά­νο­ντας δρα­μα­τι­κά τον αριθ­μό των συλ­λή­ψε­ων. Αυτό είχε ως πρό­θε­ση να πε­ριο­ρί­σει το κύμα δη­μο­κρα­τι­κών δια­δη­λώ­σε­ων που έχει ξε­κι­νή­σει από τον Φλε­βά­ρη και που έχει φτά­σει σε επί­πε­δα αυ­θε­ντι­κής μα­ζι­κής εξέ­γερ­σης από τον Αύ­γου­στο.  Η κυ­βέρ­νη­ση ήλ­πι­ζε του­λά­χι­στον να τρο­μο­κρα­τή­σει αρ­κε­τούς αν­θρώ­πους ώστε οι επό­με­νες δια­δη­λώ­σεις να ήταν αρ­κε­τά μι­κρό­τε­ρες ώστε να μπο­ρέ­σουν οι μπά­τσοι και οι στρα­τιώ­τες να τις κα­τα­στεί­λουν. Οι μπά­τσοι το επι­χεί­ρη­σαν, εκτο­ξεύ­ο­ντας χη­μι­κά μέσα από αντλί­ες νερού ενά­ντια στους νε­α­ρούς φοι­τη­τές που αγνό­η­σαν πρώ­τοι το διά­ταγ­μα.

Αλλά οι φοι­τη­τές άντε­ξαν στις θέ­σεις τους. Μά­λι­στα αντε­πι­τέ­θη­καν ενά­ντια στα ΜΑΤ. Όταν οι ει­κό­νες από αυτές τις σκη­νές κα­τέ­κλυ­σαν τα κοι­νω­νι­κά δί­κτυα, τρο­φο­δό­τη­σαν τον προ­ϋ­πάρ­χο­ντα βαθύ θυμό του λαού και κα­τέ­βη­καν στους δρό­μους πε­ρισ­σό­τε­ροι δια­δη­λω­τές από κάθε άλλη φορά. Καθώς άρ­χι­σαν να φτά­νουν στα νο­σο­κο­μεία τραυ­μα­τί­ες φοι­τη­τές, την άλλη μέρα εκα­το­ντά­δες για­τροί από όλη την Μπαν­γκόγκ υπέ­γρα­ψαν μια ανοι­χτή επι­στο­λή κα­τα­δί­κης της κυ­βέρ­νη­σης. Από την κή­ρυ­ξη έκτα­κτης ανά­γκης και μετά, κάθε μέρα εκα­το­ντά­δες χι­λιά­δες δια­δη­λω­τές πα­ρα­λύ­ουν την Μπαν­γκόγκ και άλλες πό­λεις. Όταν τε­λι­κά το διά­ταγ­μα απο­σύρ­θη­κε, οι μα­ζι­κές δια­δη­λώ­σεις συ­νέ­χι­σαν. Πρό­κει­ται αναμ­φί­βο­λα για τη με­γα­λύ­τε­ρη πρό­κλη­ση που έχει αντι­με­τω­πί­σει το κα­θε­στώς από όταν ανέ­λα­βε την εξου­σία με το στρα­τιω­τι­κό πρα­ξι­κό­πη­μα του 2014 και για το κο­ρυ­φαίο ση­μείο στο οποίο έχει φτά­σει ο αγώ­νας για δη­μο­κρα­τία μετά την εξέ­γερ­ση των Κόκ­κι­νων Που­κα­μί­σων το 2010.

Η δρα­μα­τι­κή κλι­μά­κω­ση των δια­δη­λώ­σε­ων στις 14 Οκτώ­βρη συ­νέ­πι­πτε με την επέ­τειο της μα­ζι­κής εξέ­γερ­σης του 1973 που είχε ανα­τρέ­ψει μια πα­λιό­τε­ρη γενιά στρα­τη­γών. Είναι συ­νη­θι­σμέ­νο για τους σχο­λια­στές των με­γά­λων ΜΜΕ να κά­νουν ανά­λα­φρα υπο­τι­μη­τι­κά σχό­λια για τον αριθ­μό των πρα­ξι­κο­πη­μά­των που έγι­ναν τις δε­κα­ε­τί­ες που ακο­λού­θη­σαν. Μετά το πρα­ξι­κό­πη­μα του 2014, ένα άρθρο του πε­ριο­δι­κού Time ήταν εν­δει­κτι­κό αυτού του μο­τί­βου, πε­ρι­γρά­φο­ντας την Ταϊ­λάν­δη ως «γη των πρα­ξι­κο­πη­μά­των» και «την πιο ευ­ε­πί­φο­ρη σε πρα­ξι­κο­πή­μα­τα χώρα στον πλα­νή­τη». Οι πε­ρισ­σό­τε­ροι από αυ­τούς τους απο­λο­γι­σμούς διέ­γρα­φαν από την ιστο­ρία τους απλούς αν­θρώ­πους και αγνο­ού­σαν τον υπο­κεί­με­νο μα­ζι­κό αγώνα που είναι μό­νι­μο χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό αυτής της χώρας -συ­γκε­κρι­μέ­να, τις μα­ζι­κές λαϊ­κές εξε­γέρ­σεις του 1973, του 1992, του 2010 και τώρα του 2020. Με­τα­ξύ αυτών των εκρή­ξε­ων, γε­νιές Ταϊ­λαν­δών ορ­γα­νώ­νουν τη δράση τους πότε ανοι­χτά και πότε στην πα­ρα­νο­μία, ενά­ντια σε απί­στευ­τες δυ­σκο­λί­ες. Δεν νι­κή­θη­καν ποτέ πραγ­μα­τι­κά, παρά τα δια­δο­χι­κά πρα­ξι­κο­πή­μα­τα. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, αυτό που δια­μορ­φώ­νει την πο­λι­τι­κή σκηνή στην Ταϊ­λάν­δη πε­ρισ­σό­τε­ρο από οτι­δή­πο­τε άλλο είναι ο αδιά­κο­πος αγώ­νας για δη­μο­κρα­τία.

Η πο­λι­τι­κή κρίση που πυ­ρο­δό­τη­σε το πρα­ξι­κό­πη­μα του 2006 εξε­λί­χθη­κε τα επό­με­να 3 χρό­νια με τη μορφή μιας σύ­γκρου­σης που έγινε διά­ση­μη από τα χρώ­μα­τά της: Κόκ­κι­να Που­κά­μι­σα ενα­ντί­ον Κί­τρι­νων. Πολ­λοί εκτός Ταϊ­λάν­δης αρ­νή­θη­καν να πά­ρουν θέση σε αυτή τη μάχη, επι­μέ­νο­ντας ότι όλη η ιστο­ρία ήταν μια σύ­γκρου­ση με­τα­ξύ δύο πτε­ρυ­γών της ταϊ­λαν­δέ­ζι­κης ελίτ. Αλλά η εξέ­γερ­ση των Κόκ­κι­νων Που­κα­μί­σων ήταν ένα μα­ζι­κό λαϊκό κί­νη­μα για δη­μο­κρα­τι­κά δι­καιώ­μα­τα, ενώ τα Κί­τρι­να Που­κά­μι­σα απο­τε­λού­σαν στην ουσία φα­σι­στι­κό όχλο. Φι­λε­λεύ­θε­ροι πα­ρα­τη­ρη­τές συχνά αρ­νού­νταν να πα­ρα­δε­χτούν τον πρω­τεύ­ο­ντα ρόλο που έπαι­ζε η συ­νει­δη­τή πα­ρέμ­βα­ση των μαζών καθώς προ­σπα­θού­σαν να δια­μορ­φώ­σουν το μέλ­λον τους, να αγω­νι­στούν για να ακου­στούν οι φωνές τους και να γίνει σε­βα­στή η ψήφος τους. Αντί­θε­τα, θε­ω­ρού­σαν ότι όλο αυτό ήταν «συ­μπλη­ρω­μα­τι­κό θέαμα» στις τάχα «πραγ­μα­τι­κές» πο­λι­τι­κές μάχες που κρί­νο­νταν μέσα στους δια­δρό­μους της εξου­σί­ας και σε πα­λα­τια­νές ίντρι­γκες. Όπως ήταν ανα­με­νό­με­νο, δεν ήταν σε θέση να κα­τα­νο­ή­σουν τη μα­ζι­κή δη­μο­κρα­τι­κή εξέ­γερ­ση του 2010, πόσο μάλ­λον να στα­θούν αλ­λη­λέγ­γυοι με τα Κόκ­κι­να Που­κά­μι­σα όταν στρα­τιώ­τες δο­λο­φό­νη­σαν πάνω από 100 μέλη τους στο κέ­ντρο της Μπαν­γκόγκ.

Όταν τε­λι­κά η χού­ντα επέ­τρε­ψε να γί­νουν εκλο­γές το 2011, το δη­μο­φι­λές Κόμμα Pheu Thai κέρ­δι­σε με έναν ανα­με­νό­με­νο θρί­αμ­βο. Για άλλη μια φορά, ο φα­σι­στι­κός όχλος των Κί­τρι­νων Που­κα­μί­σων κα­τέ­βη­κε στους δρό­μους για να προ­κα­λέ­σει μια πα­ρα­τε­τα­μέ­νη κρίση. Κά­ποια στιγ­μή έφτα­σαν να κα­τα­λά­βουν το διε­θνές αε­ρο­δρό­μιο χωρίς καμία αντί­δρα­ση  από τον στρα­τό, την αστυ­νο­μία ή τα δι­κα­στή­ρια. Ο στό­χος τους ήταν να ανοί­ξουν το δρόμο για το πρα­ξι­κό­πη­μα που έγινε το 2014, το οποίο ανέ­τρε­ψε άλλη μια δη­μο­κρα­τι­κά εκλεγ­μέ­νη και δη­μο­φι­λή κυ­βέρ­νη­ση. Οι εκλο­γές του 2019 ήταν μια απάτη, στη­μέ­νη εξαρ­χής από την χού­ντα για να απο­κτή­σει ένα προ­κά­λυμ­μα δη­μο­κρα­τί­ας η στρα­τιω­τι­κή δι­κτα­το­ρία. Άλ­λω­στε, ο «εκλεγ­μέ­νος» πρω­θυ­πουρ­γός Prayut είναι ο στρα­τη­γός που κα­θο­δή­γη­σε το πρα­ξι­κό­πη­μα του 2014. Σε αυτό το υπό­βα­θρο προ­έ­κυ­ψε η επα­νεμ­φά­νι­ση του δη­μο­κρα­τι­κού κι­νή­μα­τος το 2020.

Το νέο κί­νη­μα άρ­χι­σε το Φλε­βά­ρη, όταν οι Ταϊ­λαν­δέ­ζι­κες Αρχές διέ­λυ­σαν το αντι­πο­λι­τευό­με­νο κόμμα «Το Μέλ­λον Μπρο­στά». Πρό­κει­ται για ένα βα­σι­κό επα­να­λαμ­βα­νό­με­νο μο­τί­βο: εμ­φα­νί­ζε­ται ένα αντι­πο­λι­τευ­τι­κό κόμμα το οποίο κερ­δί­ζει την υπο­στή­ρι­ξη της πλειο­ψη­φί­ας του πλη­θυ­σμού κι έπει­τα ο στρα­τός ή τα δι­κα­στή­ρια το θέ­τουν εκτός νόμου και το δια­λύ­ουν. Συ­νέ­βη τόσες φορές μετά το πρα­ξι­κό­πη­μα του 2006 που εύ­κο­λα χά­νε­ται το μέ­τρη­μα. Αλλά αυτήν τη φορά υπάρ­χουν ση­μα­ντι­κές δια­φο­ρές. Αν και το Κόμμα «Το Μέλ­λον Μπρο­στά» είναι ασφα­λώς ένα αστι­κό κόμμα, εμ­φα­νί­ζε­ται ως ρι­ζο­σπα­στι­κό, προ­ο­δευ­τι­κό και υπέρ των ίσων δι­καιω­μά­των. Αν και αρ­νή­θη­κε να αμ­φι­σβη­τή­σει τους κα­νό­νες που έχει ορί­σει η χού­ντα, του­λά­χι­στον δια­κη­ρύσ­σει την ενα­ντί­ω­σή του στα στρα­τιω­τι­κά πρα­ξι­κο­πή­μα­τα. Αξιο­ση­μεί­ω­τα, το κόμμα αυτό κέρ­δι­σε 80 έδρες στις εκλο­γές του 2019 (παρά τους νο­θευ­μέ­νους εκλο­γι­κούς κα­νό­νες). Μέσα σε 12 μήνες μετά την ίδρυ­σή του, το κόμμα έχει απο­κτή­σει μια μα­ζι­κή εκλο­γι­κή βάση, ιδιαί­τε­ρα στη νε­ο­λαία. Οπότε όταν ο στρα­τός το έθεσε εκτός νόμου, αυτό πυ­ρο­δό­τη­σε άμεση αντί­στα­ση και με­γά­λες φοι­τη­τι­κές δια­δη­λώ­σεις.

Οι δια­δη­λώ­σεις που αρ­χι­κά δή­λω­ναν τη στή­ρι­ξή τους στο κόμμα, γρή­γο­ρα με­τε­ξε­λί­χθη­καν σε ευ­ρύ­τε­ρο κί­νη­μα ενά­ντια στο κα­θε­στώς συ­νο­λι­κά. Ήταν εμ­φα­νές ότι ερ­χό­ταν κα­ται­γί­δα. Η παν­δη­μία και νέες απα­γο­ρεύ­σεις στις συ­να­θροί­σεις επι­βρά­δυ­ναν το κί­νη­μα για ένα διά­στη­μα. Αλλά στις 18 Ιούλη, η μα­ζι­κή δράση επα­νέ­καμ­ψε, με μια με­γά­λη πα­ρά­νο­μη δια­δή­λω­ση στο Μνη­μείο Δη­μο­κρα­τί­ας της Μπαν­γκόγκ. Ήταν η με­γα­λύ­τε­ρη δια­δή­λω­ση μετά το πρα­ξι­κό­πη­μα του 2014 ως τότε. Και για πρώτη φορά, οι δια­δη­λω­τές δια­τύ­πω­σαν τα τρία αι­τή­μα­τά τους: διά­λυ­ση της Βου­λής, τερ­μα­τι­σμός της τρο­μο­κρά­τη­σης του λαού και νέο σύ­νταγ­μα.

Από εκεί­νη τη στιγ­μή και μετά, το κί­νη­μα εξερ­ρά­γη. Οι φοι­τη­τές και οι μα­θη­τές σε όλη τη χώρα έχουν πε­ρά­σει τους τε­λευ­ταί­ους 4 μήνες να ορ­γα­νώ­νουν κι­νη­το­ποι­ή­σεις. Σε ένα τρο­με­ρό πε­ρι­στα­τι­κό τον Αύ­γου­στο, 400 μα­θη­τές που αυ­το­α­πο­κα­λού­νται «οι Κακοί Μα­θη­τές» πο­λιόρ­κη­σαν το γρα­φείο του υπουρ­γού Παι­δεί­ας. Όταν βγήκε για να τους απευ­θύ­νει το λόγο, ξέ­σπα­σε ένα μπα­ράζ απο­δο­κι­μα­σιών, κα­τη­γο­ρώ­ντας τον ότι είναι θλι­βε­ρός λακές του στρα­τού. Σε μια χώρα όπου οι μα­θη­τές ακόμα υπό­κει­νται σε φυ­σι­κή βίαιη τι­μω­ρία στο σχο­λείο και πρέ­πει να υπο­κύ­πτουν σιω­πη­λά στην εξου­σία, ήταν μια στιγ­μή που σου έκοβε την ανάσα! Οι «Κακοί Μα­θη­τές» συ­νέ­χι­σαν να λει­τουρ­γούν ως καρ­διά της εξέ­γερ­σης, πε­ριο­δεύ­ο­ντας από σχο­λείο σε σχο­λείο με ένα φορ­τη­γά­κι βαμ­μέ­νο με γκρά­φι­τι, δί­νο­ντας αυ­το­σχέ­διες επι­τό­πιες ομι­λί­ες σε πύλες σχο­λεί­ων όπου κα­λού­σαν τους άλ­λους μα­θη­τές να αφή­σουν τις τά­ξεις και να ενω­θούν μαζί τους.

Ο νε­α­νι­κός χα­ρα­κτή­ρας αυτού του κι­νή­μα­τος έχει προ­σελ­κύ­σει και μια σειρά άλλων κοι­νω­νι­κών αγώ­νων κάτω από την ομπρέ­λα του. Για πα­ρά­δειγ­μα, σε μια μα­ζι­κή δια­δή­λω­ση στις 25 Ιούλη, χι­λιά­δες ΛΟ­ΑΤ­ΚΙ ακτι­βι­στές ορ­γά­νω­σαν μια δια­μαρ­τυ­ρία υπέρ της δη­μο­κρα­τί­ας υπό την ση­μαία του ου­ρά­νιου τόξου. Έκτο­τε, είναι πα­ρό­ντες και πα­ρού­σες με δικά τους μπλοκ σε κάθε δια­δή­λω­ση.  Είναι μια ση­μα­ντι­κή εξέ­λι­ξη γιατί τα πρώτα χρό­νια μετά το πρα­ξι­κό­πη­μα του 2006 και ξανά μετά το 2014, η χού­ντα έκανε κά­ποιες επι­φα­νεια­κές κι­νή­σεις «ροζ ξε­πλύ­μα­τος» του κα­θε­στώ­τος. Καθώς χι­λιά­δες ΛΟ­ΑΤ­ΚΙ ακτι­βι­στές-στριες ζη­τούν την πτώση της κυ­βέρ­νη­σης, είναι ασφα­λές να πούμε ότι αυτές οι προ­σπά­θειες απέ­τυ­χαν. Αντί­στοι­χα, οι δη­μο­κρα­τι­κές δια­δη­λώ­σεις έχουν προ­σελ­κύ­σει στις γραμ­μές τους ακτι­βί­στριες υπέρ της επι­λο­γής που ζη­τούν δι­καιώ­μα­τα έκτρω­σης. Και φυ­σι­κά, είναι πα­ρό­ντες ξανά στους δρό­μους οι βε­τε­ρά­νοι της εξέ­γερ­σης των Κόκ­κι­νων Που­κα­μί­σων του 2010, αρ­κε­τοί από αυ­τούς με σφαί­ρες και θραύ­σμα­τα ακόμα μέσα στις σάρ­κες τους, από την κα­τα­στο­λή της προη­γού­με­νης εξέ­γερ­σής τους.

Από τον Αύ­γου­στο και μετά, το κί­νη­μα έχει υιο­θε­τή­σει μια πιο κα­θα­ρή ενα­ντί­ω­ση στη μο­ναρ­χία, που εκ­φρά­ζε­ται μέσα από τα 10 αι­τή­μα­τα που πε­ρι­λαμ­βά­νουν το τέλος κάθε πα­ρέμ­βα­σης του μο­νάρ­χη στην πο­λι­τι­κή, την απε­λευ­θέ­ρω­ση όλων των πο­λι­τι­κών κρα­του­μέ­νων, το τέλος των νόμων που κά­νουν πα­ρά­νο­μη την προ­σβο­λή της βα­σι­λι­κής οι­κο­γέ­νειας, τον τερ­μα­τι­σμό της βα­σι­λι­κής ασυ­λί­ας από κάθε δίωξη κ.ά.

Με την ανοι­χτή επί­θε­ση στα δι­καιώ­μα­τα και τις εξου­σί­ες της μο­ναρ­χί­ας, το κί­νη­μα προ­χω­ρά σε μια βαθιά αμ­φι­σβή­τη­ση ενός βα­σι­κού ιδε­ο­λο­γι­κού πυ­λώ­να της ταϊ­λαν­δέ­ζι­κης άρ­χου­σας τάξης. Ο στρα­τός είναι αυτός που πα­ρα­μέ­νει το βα­σι­κό εμπό­διο για τη δη­μο­κρα­τία στην Ταϊ­λάν­δη, αλλά ο στρα­τός χρη­σι­μο­ποιεί τη μο­ναρ­χία ως όπλο: Αφε­νός για να καλ­λιερ­γεί τον εθνι­κι­σμό και την πα­θη­τι­κό­τη­τα και αφε­τέ­ρου για να φι­μώ­νει, φυ­λα­κί­ζει και δο­λο­φο­νεί τους αγω­νι­στές-στριες της αντι­πο­λί­τευ­σης -κα­θώς κάθε κρι­τι­κή στο κα­θε­στώς μπο­ρεί να πα­ρου­σια­στεί ως προ­σβο­λή του βα­σι­λιά.

Στις 19 Σε­πτέμ­βρη, στην επέ­τειο του πρα­ξι­κο­πή­μα­τος του 2006, πάνω από 100.000 δη­μο­κρα­τι­κοί δια­δη­λω­τές συ­γκε­ντρώ­θη­καν στο Sanam Luang της Μπαν­γκόγκ, το με­γά­λο δη­μό­σιο πάρκο δίπλα στο Βα­σι­λι­κό Πα­λά­τι. Όρ­μη­σαν πάνω στις αστυ­νο­μι­κές γραμ­μές, τις πέ­ρα­σαν και πο­ρεύ­τη­καν ως τις πύλες του πα­λα­τιού. Αρ­κε­τές δε­κά­δες χι­λιά­δες άν­θρω­ποι πα­ρέ­μει­ναν στο χώρο δια­δη­λώ­νο­ντας όλη τη νύχτα. Ήταν με δια­φο­ρά η με­γα­λύ­τε­ρη δια­δή­λω­ση που είχε δει η Ταϊ­λάν­δη εδώ και πάνω από μια δε­κα­ε­τία και απο­τέ­λε­σε μια απο­φα­σι­στι­κή κλι­μά­κω­ση του δη­μο­κρα­τι­κού κι­νή­μα­τος. Ήταν τόσο με­γά­λης κλί­μα­κας κι­νη­το­ποί­η­ση που, το επό­με­νο πρωί, αστυ­νο­μι­κοί και στρα­τιώ­τες υπο­χρε­ώ­θη­καν να στέ­κο­νται αμή­χα­νοι καθώς οι δια­δη­λω­τές ορ­γά­νω­σαν μια τε­λε­τή όπου εγκα­τέ­στη­σαν μια μπρού­τζι­νη πι­να­κί­δα στο μο­νο­πά­τι έξω από το πα­λά­τι. Η επι­γρα­φή έλεγε: «Σε αυτό το μέρος, ο λαός εξέ­φρα­σε τη θέ­λη­σή του: ότι αυτή η χώρα ανή­κει στο λαό και δεν είναι ιδιο­κτη­σία του μο­νάρ­χη που μας εξα­πά­τη­σε». Οι Αρχές αφαί­ρε­σαν την επι­γρα­φή μετά από 24 ώρες, αφό­του τα πλήθη είχαν απο­μα­κρυν­θεί ορι­στι­κά. Έπει­τα συ­νέ­λα­βαν κά­ποιους από τους νε­α­ρούς ακτι­βι­στές που έπαι­ξαν ηγε­τι­κό ρόλο στην ενέρ­γεια. Αλλά η επι­γρα­φή έχει πλέον εντα­χθεί στην «ει­κο­νο­γρα­φία» του κι­νή­μα­τος, κι εμ­φα­νί­ζε­ται σε μπλου­ζά­κια και σε αφί­σες πα­ντού.

Αλλά αυτή η στιγ­μή επί­σης οδή­γη­σε στην αφε­τη­ρία μιας κα­τα­σταλ­τι­κής αντε­πί­θε­σης, με 81 συλ­λή­ψεις αγω­νι­στών-στριών τον ερ­χό­με­νο μήνα. Μαζί με φοι­τη­τές-τριες, οι συλ­λή­ψεις πε­ρι­λάμ­βα­ναν μια σειρά από πα­λιό­τε­ρες προ­σω­πι­κό­τη­τες του δη­μο­κρα­τι­κού κι­νή­μα­τος, όπως ο Somyot Pruksakasemsuk, συν­δι­κα­λι­στής και δη­μο­σιο­γρά­φος που πέ­ρα­σε 7 χρό­νια στη φυ­λα­κή για προ­σβο­λή της μο­ναρ­χί­ας το 2011-18. Η αστυ­νο­μία πλέον διώ­κει τον Somyot για «στάση» και του αρ­νού­νται ανα­στο­λή ή εγ­γύ­η­ση.

Αν και οι συλ­λή­ψεις είναι ένα ανη­συ­χη­τι­κό ση­μά­δι, ισχύ­ει εξί­σου ότι το κί­νη­μα κα­τα­κτά μι­κρές αλλά ση­μα­ντι­κές νίκες. Την ίδια μέρα που άρ­θη­κε η κα­τά­στα­ση έκτα­κτης ανά­γκης, τα δι­κα­στή­ρια διέ­τα­ξαν την απε­λευ­θέ­ρω­ση της διά­ση­μης φοι­τή­τριας αγω­νί­στριας Patsaravalee «Μυαλό» Tanakitvibulpon, δη­λώ­νο­ντας ότι θα έπρε­πε να είναι ελεύ­θε­ρη να πα­ρα­κο­λου­θή­σει τις εξε­τά­σεις της αντί να κά­θε­ται σε ένα κελί. Είναι μια αξιο­ση­μεί­ω­τη εξέ­λι­ξη, που δεί­χνει για άλλη μια φορά ότι η κα­τά­στα­ση της κυ­βέρ­νη­σης είναι δυ­νη­τι­κά επι­σφα­λής. Ανα­φο­ρές στα κοι­νω­νι­κά δί­κτυα ισχυ­ρί­ζο­νται ότι του­λά­χι­στον 78 από τους 81 συλ­λη­φθέ­ντες έχουν πλέον αφε­θεί με ανα­στο­λή.

Εν τη απου­σία κά­ποιου τρό­που να εκτρα­πεί το κί­νη­μα ή να εν­σω­μα­τω­θεί η ηγε­σία του, το βα­σι­κό ερ­γα­λείο του κα­θε­στώ­τος πα­ρα­μέ­νουν τα όπλα του. Σε αυτή τη φάση, η με­γα­λύ­τε­ρη αδυ­να­μία του δη­μο­κρα­τι­κού κι­νή­μα­τος είναι το γε­γο­νός ότι η ερ­γα­τι­κή τάξη της Ταϊ­λάν­δης είναι ανορ­γά­νω­τη. Πέρα από τις συ­γκλο­νι­στι­κές συ­νε­χι­ζό­με­νες μα­ζι­κές δια­δη­λώ­σεις, αξί­ζει να ση­μειώ­σου­με ότι οι φοι­τη­τές έβγα­λαν έκ­κλη­ση για γε­νι­κή απερ­γία στις 14 Οκτώ­βρη η οποία δεν συ­νέ­βη. Το φοι­τη­τι­κό κί­νη­μα δεν είναι σε θέση να ορ­γα­νώ­σει μια απερ­γία, όσο πολύ κι αν θέλει να την δει να συμ­βαί­νει. Την κα­τά­στα­ση επι­δει­νώ­νει το γε­γο­νός ότι μέσα στην μακρά πο­λι­τι­κή κρίση από το 2006 και μετά, κά­ποια από τα πια ορ­γα­νω­μέ­να τμή­μα­τα της ερ­γα­τι­κής τάξης είναι σε υπη­ρε­σί­ες (λευκά κο­λά­ρα) των οποί­ων τα συν­δι­κά­τα είναι –ντρο­πια­στι­κά– υπο­στη­ρι­κτι­κά στα πρα­ξι­κο­πή­μα­τα και εχθρι­κά προς τις δη­μο­κρα­τι­κές με­ταρ­ρυθ­μί­σεις.

Τα μικρά δείγ­μα­τα ορ­γα­νω­μέ­νης ερ­γα­τι­κής συμ­με­το­χής στο δη­μο­κρα­τι­κό κί­νη­μα την τε­λευ­ταία εβδο­μά­δα χρειά­ζε­ται να απο­τε­λέ­σουν αφε­τη­ρία για διεύ­ρυν­ση. Το σο­σια­λι­στι­κό κί­νη­μα υπέ­φε­ρε βαριά από την φο­νι­κή κα­τα­στο­λή των ρι­ζο­σπα­στι­κών φοι­τη­τι­κών κύ­κλων το 1976 και έκτο­τε είτε αντι­με­τω­πί­ζει εμπό­δια από την στρα­τιω­τι­κή εξου­σία είτε το «κα­τα­πί­νουν» μα­ζι­κά κι­νή­μα­τα που ξε­περ­νούν κατά πολύ την ικα­νό­τη­τά του να ασκή­σει επιρ­ροή. Πα­ρα­μέ­νει η πιε­στι­κή η ανά­γκη για τη συ­γκρό­τη­ση ενός επα­να­στα­τι­κού σο­σια­λι­στι­κού κόμ­μα­τος.

Όσον αφορά το ευ­ρύ­τε­ρο κί­νη­μα, οι αγω­νί­στριες-ες για δη­μο­κρα­τία έχουν δώ­σουν προ­θε­σμία στο κα­θε­στώς να αντα­πο­κρι­θεί στα αι­τή­μα­τά τους. Απί­στευ­τος τσα­μπου­κάς! Αλλά φαί­νε­ται ότι ξε­δι­πλώ­νο­νται τρεις πι­θα­νό­τη­τες. Το κί­νη­μα να κερ­δί­σει κά­ποιες με­ταρ­ρυθ­μί­σεις, ελ­πί­ζου­με ση­μα­ντι­κές και ρι­ζο­σπα­στι­κές. Το κα­θε­στώς να πα­ρα­μεί­νει ακλό­νη­το και το κί­νη­μα να χάσει την ενέρ­γειά του. Ή το κα­θε­στώς να κλι­μα­κώ­σει την κα­τα­στο­λή. Αν και ο αγώ­νας έχει μακρύ δρόμο μπρο­στά του και το κα­θε­στώς δε δεί­χνει πρό­θε­ση να κάνει βήμα πίσω, η εξέ­γερ­ση του 2020 δια­σφά­λι­σε ότι τα πράγ­μα­τα δεν θα είναι ποτέ ξανά τα ίδια.

*Φωτό: Όταν προ­βλή­θη­κε το δεύ­τε­ρο μέρος της τρι­λο­γί­ας Hunger Games, στο οποίο ξε­κι­νά η αντί­στα­ση ενά­ντια στο κα­θε­στώς, οι νέοι στην Ταϊ­λάν­δη υιο­θέ­τη­σαν το χαι­ρε­τι­σμό με τα 3 δά­χτυ­λα ως “σιω­πη­λό” σύμ­βο­λο ανυ­πα­κο­ής -χρη­σι­μο­ποιώ­ντας τον ατο­μι­κά σε εμπο­ρι­κά κέ­ντρα, σε πλα­τεί­ες, σε προ­αύ­λια σχο­λών και σχο­λεί­ων. Σή­με­ρα δε­κά­δες χι­λιά­δες υψώ­νουν τα 3 δά­χτυ­λα στις αντι­κα­θε­στω­τι­κές δια­δη­λώ­σεις.

//rproject.gr

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος