Tο έγκλημα του σκηνοθέτη και του Κόρμπιν δεν ήταν ο αντισημιτισμός, αλλά η επίκληση μιας εποχής όπου η ταξική αλληλεγγύη κινητοποιούσε τον αγώνα για έναν…
Tο έγκλημα του σκηνοθέτη – όπως και εκείνο του Κόρμπιν – δεν ήταν ο αντισημιτισμός, αλλά η επίκληση μιας εποχής όπου η ταξική αλληλεγγύη κινητοποιούσε τον αγώνα για έναν καλύτερο κόσμο.
Τζόναθαν Κουκ
Ο Κεν Λόουτς, ένας από τους διασημότερους Βρετανούς σκηνοθέτες, έχει περάσει περισσότερο από μισό αιώνα δραματοποιώντας τη δυστυχία των φτωχών και των ευάλωτων ομάδων. Οι ταινίες του συχνά απεικονίζουν την απλή αδιαφορία ή την ενεργητική εχθρότητα του κράτους καθώς ασκεί, χωρίς να λογοδοτεί, εξουσία πάνω σε καθημερινούς ανθρώπους.
Τον περασμένο μήνα ο Λόουτς βρέθηκε στο επίκεντρο ενός σκληρού δράματος που θα μπορούσε να είχε βγει κατευθείαν μέσα από κάποια από τις ταινίες του. Αυτός ο βετεράνος χρονικογράφος των κοινωνικών δεινών αναγκάστηκε να παραιτηθεί από τη θέση του ως κριτής σε σχολικό διαγωνισμό κατά του ρατσισμού, ψευδώς κατηγορούμενος ο ίδιος για ρατσισμό και στερούμενος των μέσων για την αποκατάσταση της βλάβης που υπέστη η φήμη του.
Η φωνή των ανίσχυρων
Δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία για τα διαπιστευτήρια του Λόουτς, τόσο ως αντιρατσιστή όσο και ως γνήσιου υποστηρικτή των ανίσχυρων και των αδικημένων. Στις ταινίες του έστρεψε το θαρραλέο του βλέμμα σε μερικά από τα χειρότερα επεισόδια καταστολής και βαρβαρότητας του βρετανικού κράτους εις βάρος της Ιρλανδίας, καθώς και σε ιστορικούς αγώνες κατά του φασισμού σε άλλα μέρη του πλανήτη, από την Ισπανία έως τη Νικαράγουα. Η κριτική του προσοχή, ωστόσο, επικεντρώθηκε κυρίως στον επαίσχυντο τρόπο με τον οποίο η Βρετανία μεταχειρίστηκε τους δικούς της φτωχούς, μειονότητες και πρόσφυγες. Στην πρόσφατη ταινία του “Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ”, διερευνά την αναλγησία που επιδεικνύει η κρατική γραφειοκρατία στην εφαρμογή πολιτικών λιτότητας, ενώ η ταινία που κυκλοφόρησε φέτος “Δυστυχώς απουσιάζατε” (Sorry We Missed You) εστιάζει στις επισφαλείς ζωές εργαζομένων με συμβάσεις μηδενικών ωρών που αναγκάζονται να επιλέξουν μεταξύ της ανάγκης να εργαστούν και της υποχρέωσης να ανταποκριθούν στις οικογενειακές τους ευθύνες.
Αναπόφευκτα, η καυστική έρευνα του σκηνοθέτη πάνω στις κοινωνικές και πολιτικές δυσλειτουρίες της Βρετανικής κοινωνίας (τις οποίες η τρέχουσα πανδημία του κορονοϊού αποκαλύπτει ακόμη πιο έντονα) έχουν ως συνέπεια ο Λόουτς να χαίρει χαμηλότερης εκτίμησης στη χώρα του από ό,τι στον υπόλοιπο κόσμο, όπου οι ταινίες του τιμούνται τακτικά με βραβεία. Και αυτό με τη σειρά του ίσως εξηγεί γιατί οι πρωτοφανείς εναντίον του κατηγορίες για ρατσισμό, και, πιο συγκεκριμένα, για αντισημιτισμό, δεν έχουν καταγγελθεί ευρύτερα ως κακόβουλες.
Εκστρατεία διασυρμού
Τον περασμένο Φεβρουάριο, από τη στιγμή που ανακοινώθηκε ότι ο Λόουτς και ο διάσημος αριστερός συγγραφέας παιδικής ποίησης Μάικλ Ρόουζεν θα συμμετείχαν ως κριτές σε έναν σχολικό καλλιτεχνικό διαγωνισμό κατά του ρατσισμού, βρέθηκαν και οι δύο αντιμέτωποι με μια αδυσώπητη εκστρατεία διασυρμού που ενορχηστρώθηκε σε υψηλά κλιμάκια. Δεδομένου όμως ότι ο Ρόουζεν είναι Εβραίος, ο Λόουτς ήταν εκείνος που δέχθηκε το κύριο βάρος των επιθέσεων.
Ο διοργανωτής της βράβευσης, η οργάνωση Show Racism the Red Card (Σηκώστε Κόκκινη Κάρτα στον Ρατσισμό), η οποία αρχικά αρνήθηκε να υποχωρήσει στον εκφοβισμό, αντιμετώπισε αμέσως επιθέσεις που απειλούσαν να πλήξουν τον φιλανθρωπικό της σκοπό, καθώς και το έργο της για την εξάλειψη του ρατσισμού από το ποδόσφαιρο. Σε δήλωσή της, η Sixteen Films, εταιρεία παραγωγής του Λόουτς, είπε ότι η οργάνωση Show Racism the Red Card έγινε “στόχος μιας εκστρατείας επιθέσεων που είχε σκοπό να πείσει συνδικάτα, κυβερνητικές υπηρεσίες, ποδοσφαιρικούς συλλόγους και πολιτικούς να σταματήσουν τη χρηματοδότηση ή οποιαδήποτε άλλη μορφή υποστήριξης προς τη φιλανθρωπική οργάνωση και το έργο της”. Κυβερνητικοί παράγοντες και ποδοσφαιρικοί σύλλογοι άσκησαν “παρασκηνιακές πιέσεις”, απειλώντας να διακόψουν τους δεσμούς τους με την οργάνωση.
Περισσότερες από 200 εξέχουσες προσωπικότητες του αθλητισμού, της ανώτατης εκπαίδευσης και της τέχνης έσπευσαν να υπερασπιστούν τον Λόουτς, σημείωσε η Sixteen Films, αλλά σύντομα έφτασε να διακυβεύεται “η ίδια η ύπαρξη” του φιλανθρωπικού οργανισμού. Αντιμέτωπος με αυτήν την ανελέητη επίθεση, ο Λόουτς συμφώνησε να παραιτηθεί στις 18 Μαρτίου. Δεν επρόκειτο για μια συνηθισμένη διαμαρτυρία, αλλά για μια καμπάνια που οργανώθηκε αδίστακτα και αποτελεσματικά και που γρήγορα βρήκε ευήκοα ώτα στους διαδρόμους της εξουσίας.
Ισραηλινό λόμπι αμερικανικού τύπου
Στην ηγεσία της εκστρατείας εναντίον του Λόουτς και του Ρόουζεν βρισκόταν το Συμβούλιο Αντιπροσώπων των Βρετανών Εβραίων και το Εβραϊκό Εργατικό Κίνημα – δύο οργανώσεις ήδη γνώριμες σε πολλούς στον χώρο της αριστεράς. Είχαν στο παρελθόν καταβάλει προσπάθειες τόσο στο εσωτερικό όσο και εκτός του Εργατικού Κόμματος να υπονομεύσουν τον Τζέρεμι Κόρμπιν, τον εκλεγμένο ηγέτη του. Ο Κόρμπιν παραιτήθηκε τον Απρίλιο, για να αντικατασταθεί από τον Κιρ Στάρμερ, τον πρώην σκιώδη υπουργό του για το Brexit, αφού έχασε τις γενικές εκλογές του Δεκεμβρίου από το κυβερνών Συντηρητικό Κόμμα.
Οι μακροχρόνιες και συγκαλυμμένες προσπάθειες του Εβραϊκού Εργατικού Κινήματος να ανατρέψει από το αξίωμά του τον Κόρμπιν αποκαλύφθηκαν πριν από δύο χρόνια σε μυστική έρευνα που κατέγραψε το Al-Jazeera. Το Εβραϊκό Εργατικό Κίνημα είναι ένα μικρό, ιδιαίτερα κομματισμένο φιλοϊσραηλινό λόμπι που συνδέεται με το Εργατικό Κόμμα, ενώ το Συμβούλιο Αντιπροσώπων ισχυρίζεται αναληθώς ότι εκπροσωπεί την όλη εβραϊκή κοινότητα της Βρετανίας λειτουργώντας, στην πραγματικότητα, ως λόμπι που εκπροσωπεί τα συμφέροντα των πιο συντηρητικών της στοιχείων. Επαναλαμβάνοντας την τακτική που εφάρμοσανκαι στην τελευταία τους εκστρατεία, εκείνη εναντίον του Λόουτς, οι δύο οργανώσεις κατηγορούσαν ανά τακτά διαστήματα τον Κόρμπιν ως αντισημίτη και προεδρεύοντα ενός “θεσμικά αντισημιτικού”, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους, Εργατικού Κόμματος. Παρά το γεγονός ότι οι κατηγορίες αυτές προσέλκυσαν την άκριτη προσοχή πολλών μέσων ενημέρωσης, καμία από τις δύο οργανώσεις δεν προσκόμισε αποδεικτικά στοιχεία πέρα από ανεπίσημες και ατεκμηρίωτες αναφορές.
Η αιτία πίσω από αυτές τις εκστρατείες διασυρμού έχει σχεδόν αποκαλυφθεί πλήρως. Ο Λόουτς και ο Κόρμπιν μοιράζονται από κοινού μια μακρά ιστορία ένθερμης υπεράσπισης των δικαιωμάτων των Παλαιστινίων, σε μια εποχή που το Ισραήλ εντείνει τις προσπάθειές του να σβήσει κάθε ελπίδα ότι οι Παλαιστίνιοι θα αποκτήσουν ποτέ κρατική οντότητα ή το δικαίωμα αυτοδιάθεσης. Τα τελευταία χρόνια, το Συμβούλιο Αντιπροσώπων και το Εβραϊκό Εργατικό Κίνημα υιοθέτησαν την τακτική ενός λόμπι αμερικανικού τύπου που είναι αποφασισμένο να εξαλείψει κάθε κριτική κατά του Ισραήλ από τη δημόσια σφαίρα. Όχι τυχαία, όσο εντείνεται η καταπίεση των Παλαιστινίων από το Ισραήλ, τόσο μεγαλύτερα εμπόδια θέτουν αυτές οι οργανώσεις στον δημόσιο λόγο υπέρ της δικαιοσύνης για τους Παλαιστινίους.
Ο Στάρμερ, διάδοχος του Κόρμπιν, έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να εξευμενίσει το λόμπι κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για την ηγεσία των Εργατικών τον περασμένο Μάρτιο, συγχέοντας ελαφρά τη καρδία την κριτική απέναντι στο Ισραήλ με τον αντισημιτισμό, έτσι ώστε να αποφύγει μια παρόμοιου τύπου αντιπαράθεση. Η νίκη του χαιρετίστηκε τόσο από το Συμβούλιο όσο και από το Εβραϊκό Εργατικό Κίνημα.
Δολοφονία χαρακτήρα
Ωστόσο, η μεταχείριση του Κεν Λόουτς δείχνει ότι η οπλοποίηση (weaponisation) του αντισημιτισμού δεν έχει τελειώσει ακόμα και θα εξακολουθήσει να χρησιμοποιείται ενάντια σε εξέχοντες επικριτές του Ισραήλ. Είναι μια δαμόκλειος σπάθηπου επικρέμεται πάνω από τους μελλοντικούς ηγέτες των Εργατικών αναγκάζοντάς τους να εξαφανίζουν όποια κομματικά μέλη επιμένουν να επισημαίνουν είτε την εντεινόμενη καταπίεση των Παλαιστινίων από το Ισραήλ, είτε τον σκοτεινό ρόλο φιλοϊσραηλινών ομάδων άσκησης πίεσης, όπως το Συμβούλιο και το Εβραϊκό Εργατικό Κίνημα.
Η βάση των κατηγοριών εναντίον του Λόουτς ήταν, στην καλύτερη περίπτωση, αδύναμη – έχοντας ως άξονα μια κυκλική συλλογιστική η οποία, τον τελευταίο καιρό, έχει γίνει ο κανόνας όταν κρίνονται υποτιθέμενα παραδείγματα αντισημιτισμού. Το αδίκημα του Λόουτς, σύμφωνα με το Συμβούλιο Αντιπροσώπων και το Εβραϊκό Εργατικό Κίνημα, ήταν το γεγονός ότι αρνήθηκε – σύμφωνα με όλα τα στοιχεία – ότι το Εργατικό Κόμμα είναι θεσμικά αντισημιτικό. Το αίτημα προσκόμισης αποδεικτικών στοιχείων για την τεκμηρίωση των ισχυρισμών εκ μέρους των δύο οργανώσεων ότι το Εργατικό Κόμμα τελεί υπό αντισημιτική κρίση αντιμετωπίζεται πλέον ως απόδειξη αντισημιτισμού, και μετατρέπεται σε στάση ισοδύναμη με την άρνηση του Ολοκαυτώματος.
Αλλά όταν η οργάνωση Show Racism the Red Card δεν ενέδωσε στις πρώτες συκοφαντίες, το Συμβούλιο Αντιπροσώπων και το Εβραϊκό Εργατικό Κίνημα πραρουσίασαν έναν συμπληρωματικό ισχυρισμό. Η αντιρατσιστική φιλανθρωπική οργάνωση φάνηκε να χρησιμοποιεί αυτόν τον ισχυρισμό ως πρόσχημα για να βγει από την όλο και πιο δύσκολη θέση της υποστήριξης του Λόουτς. Ο νέος ισχυρισμός εναντίον του Λόουτς αποτελούσε δολοφονία χαρακτήρα μέσω ασθενούς συσχέτισης. Το Συμβούλιο Αντιπροσώπων και το Εβραϊκό Εργατικό Κίνημα αναφέρθηκαν στο ανάξιο λόγου γεγονός ότι πριν από ένα χρόνο ο Λόουτς απάντησε σε μέιλ που έστειλε μέλος του Βρετανικού εργατικού συνδικάτου GMB από το οποίο είχε αποπεμφθεί. Ο Πίτερ Γκρέγκσον ζήτησε την επαγγελματική εκτίμηση του Λόουτς για ένα βίντεο στο οποίο κατηγορούσε το συνδικάτο ότι τον είχε θυματοποιήσει λόγω της αντίθεσής του απέναντι σε έναν νέο καθ’ υπόδειξη ορισμό του αντισημιτισμού που υπαγορεύτηκε από τη Διεθνή Συμμαχία Μνήμης του Ολοκαυτώματος, και ο οποίος έκανε δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ της κριτικής κατά του Ισραήλ και του αντισημιτισμού.
Ο ορισμός που υπαγόρευσε η Συμμαχία επιβλήθηκε πριν από δύο χρόνια στο Εργατικό Κόμμα από τις ίδιες οργανώσεις, το Εβραϊκό Εργατικό Κίνημα και το Συμβούλιο Αντιπροσώπων, σε μεγάλο βαθμό ως ένας τρόπος να απομονωθεί ο Κόρμπιν. Υπήρξαν πολλές διαφωνίες από απλά μέλη του κόμματος.
Αντίσταση απέναντι στον νέο ορισμό
Ο νέος ορισμός άρεσε στο φιλοϊσραηλινό λόμπι (επτά από τα έντεκα παραδείγματα αντισημιτισμού που παραθέτει αφορούν το Ισραήλ, όχι τους Εβραίους) επειδή εμπόδιζε τον Κόρμπιν και τους υποστηρικτές του να ασκούν κριτική στο Ισραήλ χωρίς να έρχονται αντιμέτωποι με ισχυρισμούς περί αντισημιτισμού. Ο Λόουτς βρέθηκε ανάμεσα στο πλήθος των υποστηρικτών του Κόρμπιν που προσπάθησαν να σηκώσουν το ανάστημά τους απέναντι στον ορισμό που επέβαλε η Συμμαχία. Έτσι δεν αποτέλεσε έκπληξη, λαμβάνοντας υπόψη τους ισχυρισμούς του Γκρέγκσον και τις ομοιότητες της ιστορίας του με πολλές από εκείνες που ο Λόουτς κατέγραφε επί δεκαετίες, ότι ο σκηνοθέτης απάντησε εκφράζοντας την κριτική του άποψη σχετικά με το βίντεο.
Ο Λόουτς δεν πληροφορήθηκε παρά μόνον αργότερα ότι είχαν διατυπωθεί μεμονωμένες ανησυχίες σχετικά με τη συμπεριφορά του Γκρέγκσον, συμπεριλαμβανομένης της φημολογίας ότι είχε έρθει σε ρήξη με ένα εβραϊκής καταγωγής μέλος του συνδικάτου. Ο Λόουτς πήρε αποστάσεις από τον Γκρέγκσον και υποστήριξε την απόφαση του GMB. Με αυτό θα έπρεπε να είχε δοθεί τέλος στο συμβάν. Ο Λόουτς είναι ένα δημόσιο πρόσωπο που θεωρεί μέρος του κοινωνικού του ρόλου να έρχεται σε επαφή με απλούς ανθρώπους που χρειάζονται βοήθεια – οτιδήποτε άλλο, δεδομένων των πολιτικών του απόψεων, θα τον έκανε υποκριτή. Αλλά δεν είναι παντογνώστης. Δεν είναι δυνατόν να γνωρίζει το παρασκήνιο της ζωής κάθε ανθρώπου με τον οποίο διασταυρώνεται. Δεν μπορεί να ελέγχει από πριν κάθε παραλήπτη των μέιλ του.
Θα ήταν ανόητο, ωστόσο, να πάρουμε τοις μετρητοίς τις δηλώσεις ανησυχίας που διατυπώθηκαν από το Συμβούλιο και το Εβραϊκό Εργατικό Κίνημα σχετικά με τον Λόουτς. Στην πραγματικότητα, η εναντίωσή τους απέναντί του αφορά μια πολύ πιο θεμελιώδη ρήξη περί του τι μπορεί και τι δεν μπορεί να ειπωθεί γύρω από το Ισραήλ, μια αντιπαράθεση που έχει ως βασικό και κρίσιμο πεδίο τον ορισμό που υπαγορεύει η Συμμαχία.
Τοξικός λόγος
Οι επιθέσεις τους υποδεικνύουν έναν ολοένα και εντονότερα, σκόπιμα τοξικό λόγο γύρω από τον αντισημιτισμό που αυτήν την περίοδο είναι κυρίαρχος στη βρετανική δημόσια ζωή. Με την πρόσφατη δημοσίευση των λεγόμενων δέκα δεσμεύσεών του, το Συμβούλιο Αντιπροσώπων δίνει σε όλους τους μελλοντικούς ηγέτες των Εργατικών τις εξής επιλογές: είτε να αποδεχτούν αυτόν τον τοξικό λόγο, είτε να αντιμετωπίσουν την τύχη του Κόρμπιν.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η υπόθεση του Λόουτς έχει τόσο έντονες ομοιότητες με τον ανελέητο δημόσιο διασυρμό του Κόρμπιν. Τόσο ο Λόουτς όσο και ο Κόρμπιν είναι σπάνια δείγματα προβεβλημένων δημόσιων προσώπων που, επί πολλές δεκαετίες, έχουν αφιερώσει χρόνο και προσπάθεια για να ορθώσουν το ανάστημά τους υπέρ των αδυνάτων και ενάντια στους ισχυρούς, υπερασπιζόμενοι όσους είναι λιγότερο ικανοί να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Και οι δύο είναι από τους τελευταίους επιζώντες μιας φθίνουσας γενιάς πολιτικών ακτιβιστών και διανοουμένων που συνεχίζουν να υπερασπίζονται ανοιχτά την παράδοση της ταξικής πάλης που διεξάγεται στη βάση καθολικών δικαιωμάτων και όχι των πιο σύγχρονων, αλλά εξαιρετικά διχαστικών, πολιτικών ταυτότητας και των πολιτισμικών συγκρούσεων.
Ο Λόουτς και ο Κόρμπιν είναι ό,τι έχει απομείνει από τη βρετανική μεταπολεμική αριστερά, την οποία διαμόρφωσαν ιδέες πολύ διαφορετικές από αυτές του πολιτικού κέντρου και της δεξιάς – καθώς και από τις επιρροές πολλών από τους σημερινούς νέους.
Αγώνας κατά του φασισμού
Στο εσωτερικό, εμπνεύστηκαν από τους αντιφασιστικούς αγώνες ενάντια στους φαιοχίτωνες του Όσβαλντ Μόζλι που έδωσαν οι γονείς τους τη δεκαετία του 1930, όπως τη μάχη της Οδού Κέιμπλ. Και στα νεανικά τους χρόνια εμψυχώθηκαν από την ταξική αλληλεγγύη που οικοδόμησε το Εθνικό Σύστημα Υγείας από τα τέλη της δεκαετίας του 1940 και μετά, η οποία για πρώτη φορά παρείχε υγειονομική περίθαλψη ισότιμα σε όλους τους πολίτες του Ηνωμένου Βασιλείου. Στο εξωτερικό, κινητοποιήθηκαν από το μεγάλης λαϊκής βάσης παγκόσμιο κίνημα ενάντια στον θεσμοποιημένο ρατσισμό του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική, έναν αγώνα που σταδιακά αποδυνάμωσε την υποστήριξη των δυτικών κυβερνήσεων προς το λευκό καθεστώς της χώρας. Και στη συνέχεια βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή της τελευταίας μεγάλης, μαζικής πολιτικής κινητοποίησης ενάντια στην επίσημη εξαπάτηση γύρω από τα αίτια του επιθετικού πολέμου που εξαπέλυσαν οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο κατά του Ιράκ το 2003.
Εντούτοις, όπως συμβαίνει και στους περισσότερους εκπροσώπους αυτής της γενιάς της αριστεράς που οδεύει προς τη δύση της, τους στοιχειώνει η μεγαλύτερη αποτυχία που σημείωσε στον αγώνα της για τη διεθνή αλληλεγγύη. Οι διαμαρτυρίες τους δεν κατάφεραν να σταματήσουν την επί πολλές δεκαετίες αποικιοκρατική καταπίεση που υφίσταται ο παλαιστινιακός λαός και η οποία χρηματοδοτείται από τα ίδια δυτικά κράτη που κάποτε υποστήριζαν τον νοτιοαφρικανικό αγώνα κατά του απαρτχάιντ. Οι παραλληλισμοί μεταξύ αυτών των δύο δυτικοκίνητων, αποικιοκρατικών στρατηγικών, οι οποίοι συγκαλύπτονται από τους Βρετανούς πολιτικούς και τα μέσα ενημέρωσης, είναι για τον Λόουτς και τον Κόρμπιν ξεκάθαροι και βασανιστικοί.
Αποκάθαρση από την ταξική πολιτική
Η δαιμονοποίηση του Λόουτς και του Κόρμπιν ως αντισημιτών, καθώς και οι παράλληλες απόπειρες, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, να επιβληθεί σιωπή στον Μπέρνι Σάντερς (οι οποίες περιπλέκονται λόγω της εβραϊκής του καταγωγής), μαρτυρούν ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μια επιχείρηση τελειωτικής αποκάθαρσης της δημόσιας σφαίρας από αυτό το είδος ταξικής συνείδησης παλαιάς κοπής, που εκτελείται από τα δυτικά κατεστημένα της πολιτικής και της ενημέρωσης.
Ακτιβιστές όπως ο Λόουτς και ο Κόρμπιν ζητουν την ιστορική αναγνώριση της αποικιοκρατικής ανάμειξης της Δύσης σε άλλα μέρη του κόσμου, στην οποία οφείλονται και οι καταστροφικές συνέπειες πολιτικών μακριά από τις οποίες τρέχουν να σωθούν μέχρι και σήμερα οι λεγόμενοι “μετανάστες”. Ήταν η Δύση αυτή που λεηλάτησε ξένα εδάφη για αιώνες, έπειτα όπλισε τους δικτάτορες που υποτίθεται ότι θα έφερναν την ανεξαρτησία στις πρώην αποικίες της, και τώρα εισβάλλει ή επιτίθεται στις ίδιες αυτές κοινωνίες μέσω δήθεν “ανθρωπιστικών επεμβάσεων”.
Παράλληλα, ο διεθνιστικός, ταξικός αγώνας του Λόουτς και του Κόρμπιν απορρίπτει τη λογική των πολιτικών ταυτότητας οι οποίες, αντί να αναγνωρίζουν τη μακρά ιστορία των δυτικών εγκλημάτων που διαπράχθηκαν κατά γυναικών, μειονοτήτων και προσφύγων, διοχετεύουν τη δράση των περιθωριοποιημένων ομάδων σε έναν διαγκωνισμό για το ποιος επιτρέπεται να καθίσει στο τραπέζι της εξουσίας της λευκής ελίτ. Είναι ακριβώς αυτό το είδος της ψευδούς συνείδησης που οδηγεί στην ενθουσιώδη υποστήριξη γυναικών που αναρριχώνται στην ιεραρχία του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος ή σε πανηγυρισμούς όταν ένας μαύρος γίνεται πρόεδρος των ΗΠΑ, μόνο και μόνο για να χρησιμοποιήσει την εξουσία του για να υπερβεί κάθε όριο σε ό,τι αφορά τις εξωδικαστικές δολοφονίες εκτός συνόρων και την καταστολή του πολιτικού αντίλογου στο εσωτερικό.
Ο από τα κάτω ακτιβισμός του Λόουτς και του Κόρμπιν είναι το αντίπαλο δέος σε μια σύγχρονη πολιτική σύμφωνα με την οποία τα εταιρικά συμφέροντα χρησιμοποιούν τον τεράστιο πλούτο τους για να ασκούν πιέσεις και να εξαγοράζουν πολιτικούς, οι οποίοι, με τη σειρά τους, χρησιμοποιούν τους δημαγωγούς τους για να ελέγχουν τον δημόσιο λόγο μέσα από εξαιρετικά κομματισμένα και μεροληπτικά εταιρικά μέσα ενημέρωσης.
Κούφιες ανησυχίες
Το Συμβούλιο Αντιπροσώπων και το Εβραϊκό Εργατικό Κίνημα εγγράφονται σε μεγάλο βαθμό σε αυτήν την πολιτική ατζέντα, εκμεταλλευόμενα μια πολιτική ταυτότητα για να κερδίσουν μια θέση στο τραπέζι της εξουσίας και, στη συνέχεια, να τη χρησιμοποιήσουν για να ασκήσουν πολιτικές πιέσεις υπέρ του ζητήματος του Ισραήλ.
Εάν κάτι τέτοιο φαντάζει άδικο, να θυμάστε ότι όσο το Συμβούλιο Αντιπροσώπων και το Εβραϊκό Εργατικό Κίνημα σφυροκοπούν τον αντίπαλό τους στον δημόσιο λόγο μιλώντας για μια υποτιθέμενη αντισημιτική κρίση στην αριστερά, η οποία προσδιορίζεται κυρίως με γνώμονα την εχθρότητά της προς το Ισραήλ, η δεξιά και η ακροδεξιά έχουν το ελεύθερο να εξαπολύουν τον ολοένα εντεινόμενο λευκό εθνικισμό και ρατσισμό τους κατά μειονοτήτων. Αυτές οι δύο οργανώσεις όχι μόνο απόστρεψαν το βλέμμα τους από την άνοδο της εθνικιστικής δεξιάς (η οποία είναι πλέον ενσωματωμένη στον βρετανικό κυβερνητικό μηχανισμό) αλλά έχουν συσπειρωθεί στο πλευρό της. Συγκεκριμένα, οι ηγέτες του Συμβουλίου, καθώς και ο Αρχιραβίνος Εφραίμ Μίρβις, ο οποίος διέσυρε δημοσίως τον Κόρμπιν ως αντισημίτη λίγες μόνο ημέρες πριν από τις γενικές εκλογές του περασμένου έτους, δεν έκαναν σχεδόν καμία προσπάθεια να κρύψουν την υποστήριξή τους προς την κυβέρνηση των Συντηρητικών και τον πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον.
Οι ισχυρισμοί τους περί ανησυχίας γύρω από τον ρατσισμό και οι επιθέσεις τους που απειλούσαν να πλήξουν τον τον φιλανθρωπικό σκοπό της οργάνωσης Show Racism the Red Card ηχούν ακόμη πιο κούφιες, δεδομένου ότι έχουν το δικό τους ιστορικό υποστήριξης του ρατσισμού. Και οι δύο έχουν επανειλημμένα υποστηρίξει το Ισραήλ σε ζητήματα παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων και σε επιθέσεις εναντίον Παλαιστινίων, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης ελεύθερων σκοπευτών από το Ισραήλ οι οποίοι πυροβολούν άντρες, γυναίκες και παιδιά που διαμαρτύρονται εδώ και πάνω από μία δεκαετία για την ασφυξία που υφίσταται η Γάζα μέσω του αποκλεισμού της.
Οι δύο οργανώσεις εφαρμόζουν μια καλά μελετημένη τακτική σιωπής απέναντι στη ρατσιστική πολιτική του Ισραήλ να επιτρέπει στις ποδοσφαιρικές ομάδες των παράνομων εβραϊκών εποικισμών στη Δυτική Όχθη να παίζουν στο πρωτάθλημα ποδοσφαίρου της παραβιάζοντας τους κανόνες της FIFA. Επιπλέον, υποστηρίζουν τον φιλανθρωπικό χαρακτήρα του Εβραϊκού Εθνικού Ταμείου στη Βρετανία, ακόμη και όταν αυτό χρηματοδοτεί ρατσιστικά προγράμματα εποίκων και προγράμματα δάσωσης που αποσκοπούν στον εκτοπισμό των Παλαιστινίων από τη γη τους. Η υποκρισία τους δεν έχει όρια.
Αντιστροφή της αλήθειας
Το γεγονός ότι το Συμβούλιο Αντιπροσώπων και το Εβραϊκό Εργατικό Κίνημα μπορούν να ασκούν τέτοια επιρροή εναντίον του Λόουτς με βάση αστήρικτους ισχυρισμούς δείχνει τον ενθουσιασμό με τον οποίο το βρετανικό κατεστημένο έχει ενσωματώσει το ισραηλινό λόμπι και εξυπηρετεί τους σκοπούς του. Το Ισραήλ είναι ένας βασικός πυλώνας μιας ανεπίσημης δυτικής στρατιωτικής συμμαχίας που επιθυμεί να επεκτείνει την ισχύ της στην πλούσια σε πετρέλαιο Μέση Ανατολή. Το Ισραήλ εξάγει τεχνολογία καταστολής και συστήματα επιτήρησης, τα οποία αναπτύχθηκαν για τις ανάγκες κυριαρχίας και ελέγχου των Παλαιστινίων, σε δυτικά κράτη που ζητούν όλο και πιο περίπλοκα συστήματα ελέγχου. Το Ισραήλ συνέβαλε, επιπλέον, στη διάλυση των διεθνών κανόνων νομιμότητας, αφενός εδραιώνοντας την κατοχή του, και αφετέρου ανοίγοντας το δρόμο στη νομιμοποίηση των βασανιστηρίων και των εξωδικαστικών εκτελέσεων – που αποτελούν σήμερα κεντρικούς άξονες της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ.
Η κεντρική θέση του Ισραήλ σε αυτό το πλέγμα εξουσίας σπάνια γίνεται αντικείμενο συζήτησης, εφόσον δεν είναι προς το συμφέρον των δυτικών κατεστημένων να τεθούν σε δημόσια έκθεση η κακοπιστία τους και η πολιτική των δυο μέτρων και δυο σταθμών που ακολουθούν. Το Συμβούλιο Αντιπροσώπων και το Εβραϊκό Εργατικό Κίνημα συμβάλλουν στην αστυνόμευση και την επιβολή σιωπής σε ζητήματα γύρω από το Ισραήλ, που είναι βασικός σύμμαχος της Δύσης. Με πραγματικά οργουελική μέθοδο, αντιστρέφουν την κατηγορία περί ρατσισμού αντιγυρίζοντάς την ενάντια στους πιο εξέχοντες και συνειδητούς αντιρατσιστές που έχουμε στη χώρα μας.
Και τι καλύτερο για τα δυτικά κατεστημένα, προσωπικότητες όπως ο Λόουτς και ο Κόρμπιν, βετεράνοι της ταξικής πάλης και επί δεκαετίες μαχητικοί αγωνιστές αφοσιωμένοι στην οικοδόμηση μιας καλύτερης κοινωνίας, να σφυροκοπούνται τώρα στο αμόνι των πολιτικών ταυτότητας μέχρι να χαθούν στη λήθη. Εάν επιτρέψουμε να συνεχιστεί αυτή η διαστροφή του δημοκρατικού μας λόγου, οι κοινωνίες μας θα καταδικαστούν να γίνουν τόποι ακόμη πιο άσχημοι, διχαστικοί και διαιρεμένοι.
Ο Τζόναθαν Κουκ είναι δημοσιογράφος με έδρα τη Ναζαρέτ και κάτοχος του ειδικού δημοσιογραφικού βραβείου Μάρθα Γκέλχορν.
kosmodromio.gr/