Για άλλη μια φορά «το χέρι του θεού» παρενέβη στη Γερμανία και καθόρισε τις πολιτικές εξελίξεις αναδεικνύοντας τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) στην Καγκελαρία. Αυτό συνέβη και το 2002, όταν και πάλι οι πλημμύρες έδωσαν την εκλογική νίκη στον Σοσιαλδημοκράτη Σρέντερ, παρά τις δημοσκοπήσεις που απέκλειαν την επανεκλογή του, δίνοντάς του τη δυνατότητα να ολοκληρώσει το «έγκλημά» του, την «Ατζέντα 2010» των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων με πρόσχημα την υπέρβαση των προβλημάτων της επανένωσης των δύο Γερμανιών, για την οποία εξυμνήθηκε από τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU) ως θεμελιωτής του οικονομικού θαύματος της χώρας.
Δημήτρης Μακροδημόπουλος *
Η αλήθεια είναι ότι με την «Ατζέντα 2010» μετέφερε το κοινωνικό κόστος της επανένωσης στους εργαζόμενους ενώ τον πλούτο της Ανατολικής Γερμανίας τον οικειοποιήθηκε με την ιδιωτικοποίηση το γερμανικό κεφάλαιο. Το ίδιο συνέβη και τώρα με τις πλημμύρες του Αυγούστου που έδωσαν μια απρόσμενη εκλογική νίκη στο SPD με βραχεία κεφαλή από το CDU.
Με άλλα λόγια, μόνο με «θείες» παρεμβάσεις εκλέγονται πλέον οι Σοσιαλδημοκράτες στην εξουσία. Γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι ο τίτλος του κόμματός τους είναι πλέον ψευδεπίγραφος, αντιφατικός με την πολιτική που ευαγγελίζονται. Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου το αντίπαλο δέος του κομμουνισμού επέβαλε την άσκηση κοινωνικής πολιτικής στη Δύση με φορείς τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. Μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ ο ρόλος τους στο πλαίσιο του πολιτικού συστήματος εξέλιπε και για να επιβιώσουν εξωραΐζουν ως προοδευτική τη συντηρητική πολιτική που ακολουθούν. Ποιες είναι οι προοπτικές του SPD μετά την εκλογική του νίκη;
Σε τι μπορεί να ευελπιστεί ο γερμανικός λαός; Αφού υιοθέτησε και υλοποίησε την «Ατζέντα 2010», αφού στήριξε το CDU με καγκελάριο τη Μέρκελ, σήμερα η σύμπραξή του με τους Φιλελεύθερους και τους Πράσινους είναι εντελώς αντιφατική με την επωνυμία του και αδιέξοδη. Με υπουργό Οικονομικών τον επικεφαλής των Φιλελεύθερων Λίντνερ, με ξεκάθαρες νεοφιλελεύθερες τάσεις, τον Χάμπεκ, συμπρόεδρο των Πρασίνων, αντικαγκελάριο και υπερυπουργό Οικονομίας και Περιβάλλοντος και την Μπέρμποκ, την άλλη συμπρόεδρο των Πρασίνων, υπουργό Εξωτερικών, ποια περιθώρια απομένουν στους Σοσιαλδημοκράτες ώστε να ασκήσουν τη δική τους κοινωνική πολιτική;
Η αύξηση του κατώτατου μισθού από 9,6 σε 12 ευρώ την ώρα και η μείωση του κόστους των φαρμάκων που αναγγέλθηκαν δεν αποτελούν στοιχεία μιας ριζοσπαστικής πολιτικής, διότι όταν το κεφάλαιο χορηγεί αυξήσεις με το ένα χέρι, με το άλλο τις παίρνει πίσω, όπως αποδεικνύουν η ενεργειακή κρίση και η εκτόξευση του κόστους ζωής διαρκούσης της πανδημίας. Ομως, όταν ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα προεκλογικά αποκλείει μετά βδελυγμίας τη μετεκλογική συνεργασία του με το αριστερό κόμμα Linke, αυτό σημαίνει ότι έχει ασπαστεί πλήρως τη νεοσυντηρητική πολιτική. Το είχε πει παλαιότερα και η Θάτσερ.
Οταν τη ρώτησαν ποιο ήταν το μεγαλύτερο επίτευγμά της απάντησε: «Το νέο Εργατικό Κόμμα». Και είχε δίκιο. Ο θρίαμβός της ήταν πως ακόμη και οι πολιτικοί εχθροί της υιοθέτησαν τις βασικές οικονομικές πολιτικές της. Διότι ο πραγματικός θρίαμβος δεν είναι η νίκη επί του εχθρού. Ο πραγματικός θρίαμβος συντελείται όταν ο ίδιος ο εχθρός αρχίζει να χρησιμοποιεί την πολιτική σου, ώστε οι ιδέες σου γίνονται το θεμέλιο ολόκληρου του πεδίου.
Ομως ποιες είναι οι δυνατότητες άσκησης διαφορετικής πολιτικής στη Γερμανία; Αν υποθέσουμε ότι στις πρόσφατες εκλογές υπερίσχυε το CDU, πάλι το ίδιο πολιτικό σκηνικό θα προέκυπτε με μοναδική διαφορά τον Λάσετ ως καγκελάριο αντί του Σολτς. Οι Οικολόγοι, που προβλήθηκαν προεκλογικά με την αξιοποίηση της κλιματικής αλλαγής ως εναλλακτική πρόταση, οδηγούν σε ψευδεπίγραφη πολιτική αντιπαράθεση και αποτελούν επιλογή αποπροσανατολισμού, διότι η οικολογία αποτελεί αναπόσπαστη παράμετρο της πολιτικής, που δεν μπορεί να αυτονομηθεί και να επικαλύψει τον ταξικό χαρακτήρα της κοινωνίας.
Θα πρέπει να προβληματίσει την Ευρώπη η ανάθεση του υπουργείου Εξωτερικών της Γερμανίας στην Μπέρμποκ. Οχι μόνο διότι πρόκειται για αδόκιμη πολιτικό που κατηγορήθηκε κατά την προεκλογική περίοδο για τις ανακρίβειες του βιογραφικού της αλλά διότι η επιλογή της αποκαλύπτει και τα όρια του ρόλου που φιλοδοξεί να διαδραματίσει το Βερολίνο διεθνώς συμπαρασύροντας την Ευρωπαϊκή Ενωση. Η Μπέρμποκ έχει ταχθεί κατά της λειτουργίας του αγωγού μεταφοράς φυσικού αερίου Nord Stream 2, προαναγγέλλοντας την επιδείνωση των σχέσεων με τη Ρωσία, που δυνητικά θα προσλάβει και άλλες διαστάσεις.
Εχει επιδοθεί επίσης και σε κριτική αναθεώρησης των σχέσεων με την Κίνα υιοθετώντας τις αιτιάσεις της Ουάσινγκτον. Προαναγγέλλει τη θέση της Γερμανίας και της Ε.Ε. στον νέο Ψυχρό Πόλεμο κατά της Ρωσίας και της Κίνας και εγκλωβίζει τον ρόλο της Ε.Ε. στις επιδιώξεις της Ουάσινγκτον ακυρώνοντας την προοπτική ενός αυτόνομου και διεκδικητικού ρόλου της Ευρώπης.
* πολιτικός μηχανικός
efsyn.gr