Έχει ξεκινήσει μια κουβέντα σε ψηφιακά και παραδοσιακά μέσα για τον νεποτισμό στο Χόλυγουντ που μπορεί να γίνει πιο ενδιαφέρουσα από ό,τι είναι τώρα. Την χρονιά που πέρασε το θέμα της οικογενειοκρατίας έγινε τάση του ΤikTok. Oι πιο νεαροί χρήστες του ανακάλυπταν έκπληκτοι ότι οι αγαπημένες τους διασημότητες ήταν τα παιδιά άλλων αγαπημένων διασημοτήτων. Όπως συνήθως συμβαίνει, η κουβέντα πήρε μεγαλύτερη έκταση και η σύνδεσή του με τις άλλες σύγχρονες κριτικές των προνομίων έγινε πιο προφανής όταν ένα πιο καθιερωμένο μέσο ασχολήθηκε μαζί του. Το 2022 ήταν η χρονιά του nepo-baby έγραψε το περιοδικό New York την προηγούμενη εβδομάδα και δημοσίευσε λίστες με τις γενεαλογίες του Χόλυγουντ. Ως νεολογισμός το nepo-baby δεν είναι δύσκολο να ετυμολογηθεί: το συντετμημένο nepo αναφέρεται στον νεποτισμό, την οικογενειοκρατία. Νεπο-γόνος νομίζω ότι θα ήταν ένας αντίστοιχος ελληνικός νεολογισμός.
Βάιος Παπανάγνου*
Προς το παρόν η συζήτηση για τον νεποτισμό εξελίσσεται ως ένας διαξιφισμός μεταξύ ανθρώπων που δραστηριοποιούνται σε πεδία με διαφορετικά κριτήρια για το ποιοι αξίζουν αναγνώριση και φήμη. Στο πεδίο των social media κυριαρχούν οι απόψεις των δημιουργών περιεχομένου που είναι και οι πιο δραστήριοι χρήστες τους. Η βιομηχανία του κινηματογράφου δεν είναι ένα αξιοκρατικό σύστημα, λένε, αλλά μια οικογενειοκρατία όπου τα παιδιά των διάσημων εκμεταλλεύονται τις διασυνδέσεις και το όνομα των γονιών τους για να κατακτήσουν τις δουλειές που φτιάχνουν καριέρες. Τελικά, το Χόλυγουντ, ως η εμβληματική βιομηχανία του τομέα πολιτιστικής παραγωγής, δεν είναι καν η λοταρία για τα παιδιά των μεσαίων και χαμηλών στρωμάτων που προσποιείται ότι είναι, αλλά ένα κλειστό σύστημα προνομίων.
Από την άλλη, οι insiders της βιομηχανίας σπεύδουν κι αυτοί στα social media για να υποστηρίξουν ότι το σύστημα δουλεύει αξιοκρατικά. Η καταγωγή δεν εξασφαλίζει επαγγελματική αναγνώριση – είναι πολλές οι περιπτώσεις που οι γόνοι δεν κατάφεραν να διαδεχθούν τους γονείς τους. Οι επιφανείς, οι διάσημοι, οι επιτυχημένοι προβάλλουν ως απόδειξη τις επιδόσεις τους: την απήχηση στους θεατές, τα εισιτήρια του box office, τα χρόνια αφοσίωσης στο επάγγελμα, τα βραβεία αναγνώρισης των καλλιτεχνικών δεξιοτήτων. Η επιτυχημένη καριέρα σε αυτή την πολιτιστική αγορά δεν είναι δεδομένη για πάντα αλλά υπόκειται συνεχώς σε επαγγελματικά, καλλιτεχνικά και, ακριβώς επειδή είναι μια οικονομία, σε οικονομικά τεστ.
Όντως η βιομηχανία του σινεμά ή ευρύτερα ο χώρος του θεάματος φαίνεται να είναι ένα ανταγωνιστικό πεδίο όπου συνυπάρχουν άνθρωποι με διαφορετικές ιδέες για την κατανομή της αξίας και διαφορετικά πλεονεκτήματα που διαπιστώνονται με διαφορετικά τεστ αξιολόγησης, επίσημα και ανεπίσημα. Σε κάθε περίπτωση, πώς αλλάζουν οι δυναμικές ισορροπίες του κάθε χώρου, ποιες κυρίαρχες συνθήκες διαμορφώνουν και ποιες δεξιότητες απαιτεί η κάθε περίσταση είναι ακριβώς η πολύτιμη γνώση που αποκτά κανείς με την εμπειρία. Η καριέρα ενός ηθοποιού, για παράδειγμα, δεν εξαρτάται μόνο από την κατάρτιση και το ταλέντο του, αλλά και από τις σχέσεις του με άλλους επαγγελματίες, με τους θεατές και τα media, και τη γνώση που έχει για το χώρο γενικά, για το πώς εκφράζεται και πώς συμπεριφέρεται κανείς σε κάθε περίπτωση. Η γνώση αυτή δεν είναι θεωρητική, είναι πρακτική, όπως έχει δείξει ο Μπουρντιέ. Οι νόρμες, οι κανόνες και το λεξιλόγιο του χώρου γράφονται πάνω στη συμπεριφορά του καθενός σε διάρκεια χρόνου, γίνονται βιώματα. Το τι σημαίνει να είσαι καλός ηθοποιός, με λίγα λόγια, μαθαίνεται για χρόνια στην πράξη μέχρι να γίνει ένστικτο. Το πρόβλημα δεν είναι λοιπόν αν οι σταρς του κάθε χώρου είναι άξιοι της επιτυχίας τους – προφανώς είναι. Το πρόβλημα είναι ότι υπάρχει πολύ περισσότερη αξία στην κοινωνία, περισσότεροι άνθρωποι με προσόντα, ταλέντο και εργατικότητα από όσους είχαν την δυνατότητα να τα αποδείξουν.
Αυτή την αξία αναδεικνύουν και εκμεταλλεύονται οι ψηφιακές πλατφόρμες αναδιοργανώνοντας τους διάφορους τομείς σε υβριδικούς χώρους (ψηφιακούς και αναλογικούς). Ιδιαίτερα στον τομέα της πολιτιστικής παραγωγής τα social media απευθύνουν μια πολύ ελκυστική πρόταση σε όλους ανεξαρτήτως συγκεκριμένων δεξιοτήτων, αντιλήψεων, εκπαίδευσης ή εμπειρίας: η κοινωνική αναγνώριση είναι στο χέρι σου. Ο επιτυχημένος δημιουργός social περιεχομένου φτιάχνει μόνος του τη φήμη του, το μπραντ του, μέσω της συνεχούς δικτύωσης και της ακατάπαυστης παραγωγής μηνυμάτων που απευθύνονται σε ένα συγκεκριμένο ακροατήριο. Όσες περισσότερες οι συνδέσεις και οι ακόλουθοι τόσο μεγαλύτερη η φήμη του και η επιδραστικότητά του.
Από την άλλη όμως ξέρουμε πλέον ότι οι πλατφόρμες κεφαλαιοποιούν αυτήν την αξία προς όφελος μερικών μεγάλων εταιρειών, μεγαλοεπενδυτών, και των οικονομικών οργανισμών που τους εξυπηρετούν. Αλλά και στο επίπεδο του χρήστη ο βαθμός επιτυχίας του καθενός δεν είναι ανεξάρτητος από τα εφόδιά του. Όσοι δραστηριοποιούνται σε μεγάλες εθνικές οικονομίες, όσοι έχουν ήδη μια σταδιοδρομία, όσοι είναι ήδη γνωστοί, έχουν πλεονέκτημα, και ακόμα και αυτοί ανταγωνίζονται καθιερωμένους οργανισμούς της τέχνης, του πολιτισμού, της δημοσιογραφίας κλπ. Για τους περισσότερους τα social media είναι ένας επισφαλής τρόπος βιοπορισμού που λίγα προσφέρει προς την αυτοπραγμάτωση. Η αξία του καθενός για να πραγματωθεί χρειάζεται να επιδειχθεί στον κατάλληλο χώρο, να εκφραστεί σύμφωνα με τα κυρίαρχα κριτήρια αξιολόγησης, μπροστά στους ανθρώπους που κρατάνε τα κλειδιά της επαγγελματικής ανέλιξης.
Σε αυτή την διαδικασία προφανώς έχουν προβάδισμα όσοι γεννιούνται μέσα στη βιομηχανία. Επίσης έχουν προβάδισμα όσοι έχουν το κοινωνικό, πολιτιστικό και οικονομικό υπόβαθρο που θα τους επιτρέψει να στηρίξουν την πορεία τους για την κατάκτηση της γνώσης, της τεχνικής και της εμπειρίας. Ξέρουμε ότι η οικογενειακή οικονομική κατάσταση παίζει μεγάλο ρόλο, ιδιαίτερα στην αρχή μιας καριέρας, γιατί δίνει την άνεση να αρνηθείς κακές δουλειές, το χρόνο να συγκεντρωθείς στο χτίσιμο δικτύου και δεξιοτήτων και το δυνατότητα να πάρεις ρίσκα. Η προνομιακή κοινωνική τάξη σε οπλίζει επίσης με την δυνατότητα πρόσβασης στους κατάλληλους ανθρώπους – δεν χρειάζεται να ξοδεύεσαι σε ατέρμονες δημόσιες σχέσεις. Μαζί με αυτά έρχονται και τα κοινωνικά χαρακτηριστικά που εμφανίζονται ως προσωπικές ποιότητες και ενδιαφέροντα. Πως μιλάς και πως στέκεσαι, τι κάνεις στη ζωή σου πέρα από τη δουλειά, ακόμα και πως ντύνεσαι ή τι μουσική ακούς παίζουν μεγάλο ρόλο για το αν θα θεωρηθείς ότι ταιριάζεις σε ένα χώρο. Η σημασία της προσωπικής ταυτότητας είναι ακριβώς και ο λόγος για την διαιώνιση των διακρίσεων με βάση το φύλο και την εθνοτική καταγωγή. Ο παράγοντας όμως που λειτουργεί με λιγότερο προφανή τρόπο είναι το αυτό-σαμποτάζ των ανθρώπων από μη προνομιούχα στρώματα. Η αίσθηση ότι μια καλή δουλειά είναι εκτός των δυνατοτήτων σου ή ότι δεν για σένα, οι αμφιβολίες για το αν θα ταιριάξεις και η αγωνία για το αν πραγματικά αξίζεις υπονομεύουν ακόμα και την δυνατότητα να ονειρευτείς μια σταδιοδρομία ανέλιξης.
Το ενδιαφέρον των διεθνών ακροατηρίων για τους νεπο-γόνους πολύ εύκολα μπορεί να περιοριστεί στο συνηθισμένο μείγμα θαυμασμού και απαξίωσης για τους επιφανείς. Τα περισσότερα βίντεο για τον νεποτισμό στο TikTok είναι απλός χαβαλές και κουτσομπολιό. Κάποια λίγα είναι μαρτυρίες αποκλεισμού και διάκρισης ή δημοσιογραφικές απόψεις με κοινωνιολογική ματιά. Αλλά όταν οι online κουβέντες κάποιες φορές φέρνουν κοινωνικά προβλήματα στο προσκήνιο δημιουργείται η ευκαιρία για πιο ουσιαστική κριτική. Νομίζω ότι μια τέτοιου είδους κριτική για την σχέση αξιοκρατίας και ισότητας έχει ακόμα μεγαλύτερη σημασία για την Ελλάδα, όπου οι επαγγελματικές μας σχέσεις απολήγουν πάντα σε ένα θεσμοποιημένο πλέγμα πολιτικής και οικονομικής οικογενειοκρατίας.
* Ο Βάιος Παπανάγνου είναι διδάκτωρ του London School of Economics και Associate Lecturer στο American College of Greece.
efsyn.gr/