Από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι. Τόσο ώστε να έχουμε αρκετά δεδομένα για αποτιμήσεις, συγκρίσεις και αξιολογήσεις. Ενα από τα θέματα που αναδείχθηκαν σε αυτό το διάστημα ήταν οι οικονομικές κυρώσεις που επέβαλε η Δύση στη Ρωσία. Στην αρχή οι δυτικοί ηγέτες τις εμφάνισαν ως υπερόπλο, που θα γονάτιζε την επιτιθέμενη Ρωσία. Οι λιγοστές φωνές που προειδοποιούσαν ότι το «υπερόπλο» μπορεί να αποδειχθεί μπούμερανγκ αγνοήθηκαν.
Γιάννης Σιώτος*
Οταν μία μία άρχισαν να εμφανίζονται οι «παρενέργειες», οι ίδιοι ηγέτες προσπάθησαν -και σε σημαντικό βαθμό πέτυχαν- να τις παρουσιάσουν ως το απαραίτητο τίμημα για τη δημοκρατία. Το παράξενο -αλλά όχι ακατανόητο- ήταν ότι στον συνασπισμό που υποστήριζε την επιβολή κυρώσεων υπάρχουν και κάποιοι ηγέτες που προσπαθούν «να φέρουν τη δημοκρατία στα μέτρα τους», αλλά το γεγονός αυτό ελάχιστα -έως καθόλου- προβλήθηκε.
Σήμερα που ο λογαριασμός των κυρώσεων έχει φτάσει στο γραμματοκιβώτιο, είναι ώρα της αποτίμησης τόσο του «υπερόπλου» όσο και αυτών που αποφάσισαν -ή ενέκριναν- την ενεργοποίησή του. Μιας και μας χωρίζουν λίγοι μήνες από τις εκλογές, ας εστιάσουμε στο… σπίτι μας.
Η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη ήταν από αυτές που προβάλλοντας ηθικά επιχειρήματα υποστήριξαν ένθερμα τις οικονομικές κυρώσεις. Ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί του αντέγραψαν και στη συνέχεια προσάρμοσαν στις απαιτήσεις της συγκυρίας την επιχειρηματολογία των πιο σκοταδιστών θρησκευτικών ηγετών και εμφάνισαν τις κυρώσεις ως «ρομφαία του καλού». Βολική προσέγγιση για όσους, θέλοντας να αποφύγουν την ουσία, μετατρέπουν την πολιτική σε πεδίο αντιπαράθεσης «ορθοδόξων» και «αιρετικών» της εποχής του Βυζαντίου. Υπό μία έννοια, η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη βάδισε στο ίδιο μονοπάτι που εδώ και χιλιάδες χρόνια χρησιμοποιούν ηγέτες που οι πράξεις και οι επιλογές τους καθοδηγούνται από γκρίζες σκοπιμότητες.
Η έκρηξη του πληθωρισμού, η άνοδος των επιτοκίων και η απειλή της ύφεσης διέλυσαν τον μύθο και μείναμε να αντιμετωπίζουμε τη σκληρή πραγματικότητα. Η κυβέρνηση, αντί να μιλήσει τη γλώσσα της αλήθειας και να παραδεχθεί την αρχή «δράση-αντίδραση», συνέχισε να ακολουθεί το ίδιο μονοπάτι. Επικαλείται την «ηθική» και το «καλό», φορτώνει το βάρος στο Κρεμλίνο μιλώντας για τον «πληθωρισμό του Πούτιν», ώστε να απομακρύνει τη σκέψη των ανθρώπων ακόμα περισσότερο από την ουσία του ζητήματος και την ευθύνη της.
Η πιο βαριά ευθύνη από όλες είναι ότι προσπάθησε να αποκρύψει την αλήθεια για την αποτελεσματικότητα της πολιτικής των κυρώσεων. Σίγουρα η Ιστορία προσφέρει πολλά παραδείγματα χρήσης των οικονομικών κυρώσεων και οι ναυτικοί αποκλεισμοί είναι ένα από αυτά. Την τελευταία δεκαετία χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον. Το 2012, οι Ηνωμένες Πολιτείες απέκοψαν το Ιράν από το SWIFT κάνοντας «ταραξίες» και υποψήφιους «ταραξίες» να αναρωτηθούν αν θα μπορούσαν να είναι οι επόμενοι. Το 2014, οι δυτικές χώρες επέβαλαν κυρώσεις στη Ρωσία μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, ωθώντας τη Μόσχα να θέσει την οικονομική αυτονομία ως προτεραιότητα. Το 2017, η Ουάσινγκτον ξεκίνησε έναν εμπορικό πόλεμο με το Πεκίνο, ο οποίος σύντομα επεκτάθηκε και σε τεχνολογικό. Με το να περιορίσουν τις εξαγωγές αμερικανικής τεχνογνωσίας ημιαγωγών στην Κίνα, οι Ηνωμένες Πολιτείες έδωσαν στους αντιπάλους τους να καταλάβουν πόσο ευάλωτη ήταν η πρόσβασή τους σε κρίσιμη τεχνολογία.
Και το αποτέλεσμα; Αυτοί που υφίστανται τις κυρώσεις συνασπίστηκαν με τους άλλους που φοβούνται ότι θα τις υποστούν και εφάρμοσαν… αντίμετρα.
Στον χρηματοοικονομικό τομέα για παράδειγμα, καθιέρωσαν διμερείς ανταλλαγές νομισμάτων για να εξαλείψουν την ανάγκη χρήσης του δολαρίου και του ευρώ. Περισσότερες από 60 χώρες, μεταξύ των οποίων η Κίνα, η Αργεντινή, το Πακιστάν, η Ρωσία, η Νότια Αφρική, η Νότια Κορέα, η Τουρκία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, έχουν υπογράψει συμφωνίες ανταλλαγής νομισμάτων συνολικής αξίας σχεδόν 500 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Το 2020, για πρώτη φορά, η Κίνα διευθέτησε πάνω από το ήμισυ των εμπορικών συναλλαγών της με τη Ρωσία σε νόμισμα διαφορετικό από το δολάριο.
Και οι επιπτώσεις στο ευρώ, στο διεθνές εμπόριο, στις τιμές, στην επάρκεια…; Γιατί αποφεύγουν να μιλήσουν γι’ αυτές; Η κυβέρνηση δεν εγκαταλείπει την «αλήθεια» της, η αντιπολίτευση επενδύει στα εύκολα κέρδη της ακρίβειας και της ανέχειας που απορρέουν απ’ αυτήν και οι «σοφοί» περιφέρουν την πραμάτεια τους προσφέροντάς τους άλλοθι. Οι κυρώσεις που είναι ένα από τα -πολλά- σημάδια των παράλληλων κόσμων που κατασκευάζουν οι εξουσίες για να προωθούν συμφέροντα και ιδεοληψίες ίσως είναι η αφορμή για να αναδειχθεί ένα κρίσιμο ερώτημα: «Πού μπορεί να φτάσει η απληστία για πλούτο και εξουσία;»
*Δημοσιογράφος, συγγραφέας
efsyn.gr/