Γράμμα Μαρξ προς Τσακαλώτο

Γράμμα Μαρξ προς Τσακαλώτο

  • |

Το 2010, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος είχε δεχθεί στον ύπνο του δύο επισκέψεις από τον Τζον Μέιναρντ Κέυνς, που του υπαγόρευσε αντίστοιχες επιστολές προς τον τότε υπουργό Οικονομικών Γιώργο Παπακωνσταντίνου, για τις αντιφάσεις του μνημονίου που προωθούσε. Τριάμισι χρόνια μετά, ο Κέυνς επανήλθε με νέα επιστολή, αυτή τη φορά προς τον Γιάννη Στουρνάρα, για το δεύτερο μνημόνιο (όλες οι επιστολές εδώ). Με το τρίτο μνημόνιο οι ρόλοι άλλαξαν: επιστολογράφος τώρα είναι ο Καρλ Μαρξ και παραλήπτης ο Ευκλείδης Τσακαλώτος. Παραθέτουμε την επιστολή χωρίς δικά μας σχόλια. Δ.Π-Α

Αγα­πη­τέ Ευ­κλεί­δη,

Σου γράφω από τον πα­ρά­δει­σο όπου βρί­σκο­μαι με τον Κέυνς. Συ­χνά-πυ­κνά μου μι­λά­ει για σένα. Σε θυ­μά­ται ακόμα να υπο­στη­ρί­ζεις ότι η φύση της πα­γκό­σμιας κρί­σης έχει ξε­φύ­γει από τις δυ­να­τό­τη­τες των δικών του συ­ντα­γών να την αντι­με­τω­πί­σουν, και την ίδια στιγ­μή να εξη­γείς ότι την ώρα της επί­θε­σης των νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρων, το ση­μα­ντι­κό δεν είναι η δι­καί­ω­ση των δικών μου ανα­λύ­σε­ων. Έπει­τα απ’ όσα έγι­ναν το κα­λο­καί­ρι, μετά δη­λα­δή την απο­τυ­χία της κεϋν­σια­νής συ­ντα­γής της κυ­βέρ­νη­σής σας, αυτό ση­κώ­νει πολλή κου­βέ­ντα· όπως και νάχει όμως, εδώ που εί­μα­στε, απο­λαμ­βά­νου­με ο ένας την παρέα του άλλου. Σε αντί­θε­ση δε μ’ εσάς εκεί κάτω, εδώ έχου­με αρ­κε­τό χρόνο να σκε­φτό­μα­στε τι δεν πήγε καλά.

Ας τα αφή­σου­με όμως αυτά. Δεν σου κρύβω ότι από τον Ιού­λιο ίσαμε σή­με­ρα ανη­συ­χού­σα για σένα, αλλά απέ­φευ­γα να πω οτι­δή­πο­τε, για να μην προ­σθέ­σω πε­ρισ­σό­τε­ρο βάρος. Προ­χτές όμως, ακού­γο­ντάς σε να μιλάς στη Βουλή για τον προ­ϋ­πο­λο­γι­σμό, πραγ­μα­τι­κά τρό­μα­ξα. Δεν ήταν μόνο τα ευ­φυο­λο­γή­μα­τα με τους αριθ­μούς του τζό­κερ προς την πλευ­ρά της Δε­ξιάς, που εν­θου­σιά­ζουν τους βου­λευ­τές σας, κά­νο­ντάς τους να ξε­χνούν ότι η λεπτή ει­ρω­νεία προς τους αντι­πά­λους αντεν­δεί­κνυ­ται όταν δια­ψεύ­δεις τόσο χον­δροει­δώς τις δικές σου δια­κη­ρύ­ξεις, εφαρ­μό­ζο­ντας την πο­λι­τι­κή τους. Ήταν κι αυτή η θλι­βε­ρή προ­σπά­θεια να πεί­σεις τη ΝΔ ότι o προ­ϋ­πο­λο­γι­σμός έχει απλώς μέτρα σαν αυτά που υπο­στή­ρι­ξε και η ίδια η ΝΔ στο δη­μο­ψή­φι­σμα, κι ότι το μνη­μό­νιο που εφαρ­μό­ζει η κυ­βέρ­νη­σή σας του­λά­χι­στον δεν είναι χει­ρό­τε­ρο από το δικό τους. Προ­σπα­θώ να σκε­φτώ τι το μαρ­ξι­στι­κό έχει η σύ­γκρι­ση αυτή και η εν­στι­κτώ­δης απά­ντη­σή μου είναι: τί­πο­τα. Στα δικά μου μάτια είναι ένα είδος πε­ρι­φρό­νη­σης των ερ­γα­ζο­μέ­νων και των ανέρ­γων που συμ­με­τεί­χαν στο δη­μο­ψή­φι­σμα ακρι­βώς για να μην πε­ρά­σουν τα μέτρα αυτά. Οι δε δια­βε­βαιώ­σεις σας, ότι εσείς του­λά­χι­στον θα τα υλο­ποι­ή­σε­τε με λε­πτό­τη­τα, πε­ρισ­σό­τε­ρο βοη­θούν τις δικές σας ενο­χές και λι­γό­τε­ρο τους θιγ­μέ­νους.

Θα μου πεις ότι η κρι­τι­κή από εδώ είναι εύ­κο­λη. Σου θυ­μί­ζω ότι ποτέ δεν μου άρεσε να δίνω συ­ντα­γές: αρ­κέ­στη­κα να πω μόνο ότι το κόμμα μας θα ξε­χώ­ρι­ζε από τα άλλα κόμ­μα­τα ως προς το διε­θνι­σμό και την τα­ξι­κή του με­ρο­λη­ψία. Είναι στε­νά­χω­ρο που στο όνομα ακρι­βώς του διε­θνι­σμού, η κυ­βέρ­νη­σή σας εφαρ­μό­ζει ένα πρό­γραμ­μα αντί­θε­της τα­ξι­κής με­ρο­λη­ψί­ας: αυτό είναι κάθε μνη­μό­νιο, και γι’ αυτό ήσα­σταν τόσο κρι­τι­κοί όλα αυτά τα χρό­νια. Το θέμα ήταν πάντα τι κά­νου­με, όχι αν συμ­φω­νού­με ή όχι με αυτό.

Είναι άδικο για μένα να τσα­λα­κώ­νο­νται κάθε τόσο οι άν­θρω­ποι που ταυ­τί­στη­καν μαζί μου. Όπως θυ­μά­σαι, στο Μα­νι­φέ­στο του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος πρό­τει­να μια δέσμη μέ­τρων που θα ξε­χώ­ρι­ζαν την πο­λι­τι­κή της Αρι­στε­ράς από αυτή των αστών, κι εκεί έδινα με­γά­λη ση­μα­σία στη συ­γκέ­ντρω­ση της πί­στης στα χέρια του κρά­τους – σ’ αυτό που εσείς εί­πα­τε «δη­μό­σιο έλεγ­χο». Τις προ­άλ­λες σε άκου­γα να λες ότι η κυ­βέρ­νη­σή σας είναι θύμα των επι­τυ­χιών της, γι’ αυτό και θα έπρε­πε να πάει γρη­γο­ρό­τε­ρα στην ανα­κε­φα­λαιο­ποί­η­ση των τρα­πε­ζών· παρά την κα­ζού­ρα που προ­κά­λε­σαν οι δη­λώ­σεις αυτές δεξιά και αρι­στε­ρά, πε­ρί­με­να να δω τι θα συμ­βεί. Ο δη­μό­σιος έλεγ­χός απο­δεί­χθη­κε τε­λι­κά ανέκ­δο­το. Αυτό όμως δεν στα­μά­τη­σε την επι­νοη­τι­κό­τη­τά σου να ανα­κα­λύ­πτεις επι­τυ­χί­ες. Σε άκου­σα λοι­πόν και πάλι να επι­κα­λεί­σαι τα συγ­χα­ρη­τή­ρια των «θε­σμών» γιατί η κυ­βέρ­νη­σή σας πέ­τυ­χε να πε­ριο­ρί­σει τις συ­νέ­πειες των capital controls. Ελ­πί­ζω να σε προ­βλη­μα­τί­ζει το γε­γο­νός ότι τα μόνα συγ­χα­ρη­τή­ρια που έχετε να επι­κα­λε­στεί­τε είναι αυτά.

Μη με κα­κί­ζεις αν σου φαί­νο­μαι αυ­στη­ρός: έτσι συμ­βαί­νει με αυ­τούς από τους οποί­ους έχου­με προσ­δο­κί­ες. Με πολ­λούς της κυ­βέρ­νη­σής σας –επί­τρε­ψέ μου να μην ανα­φέ­ρω ονό­μα­τα: συ­νεν­νο­ού­μα­στε– δεν θα ήθελα να ασχο­λη­θώ καν.

Το 1848 έκανα κρι­τι­κή στους ου­το­πι­κούς σο­σια­λι­στές, γιατί γι’ αυ­τούς η μελ­λο­ντι­κή πα­γκό­σμια ιστο­ρία ανα­λύ­ε­ται στην προ­πα­γάν­δα, πράγ­μα που δεν εμπό­δι­σε γε­νιές και γε­νιές αντι­δρα­στι­κών να απα­ξιώ­νουν τους κομ­μου­νι­στές ως ρο­μα­ντι­κούς βο­λο­ντα­ρι­στές· ομο­λο­γώ ότι δεν φα­ντα­ζό­μουν ότι θα έκανε το ίδιο προ­χτές στη Βουλή και ο πρό­ε­δρός σας, που μάλ­λον νο­μί­ζει ότι τον βοηθά να μην έχει αντι­πο­λί­τευ­ση στ’ αρι­στε­ρά του. Αρ­γό­τε­ρα, το 1852, έγρα­φα ότι τί­πο­τα δεν είναι χει­ρό­τε­ρο για τους επα­να­στά­τες από το να υπο­χρε­ω­θούν να ασχο­λη­θούν με άχαρα πρα­κτι­κά πράγ­μα­τα, όπως η προ­μή­θεια του ψω­μιού. Αυτό όμως δεν έχει καμία σχέση με τη διο­λί­σθη­σή σας –και τη δική σου– σ’ αυτό το είδος αφη­ρη­μέ­νης πο­λι­τι­κής, που ξο­δεύ­ει δυ­νά­μεις στη ρη­το­ρι­κή αντι­πα­ρά­θε­ση με τους αστούς πο­λι­τι­κούς, ξε­χνώ­ντας ότι αυτοί είναι ούτως ή άλλως απα­ξιω­μέ­νοι. Το ζή­τη­μα είναι τι κά­νε­τε εσείς για εκεί­νους που δεν εκ­προ­σω­πού­νται πια από τα αστι­κά κόμ­μα­τα. Φο­βά­μαι όμως ότι αυ­τούς δεν τους συ­να­ντά­τε καν. Ο Γιά­νης-με-ένα-νι ίσως μπο­ρεί να ξα­να­κα­τέ­βει στα Εξάρ­χεια. Για σένα φο­βά­μαι ότι θα είναι για καιρό δυ­σκο­λό­τε­ρο.

Το ζή­τη­μα δεν είναι βε­βαί­ως τι λένε τα Εξάρ­χεια. Στις Θέ­σεις για το Φό­υ­ερ­μπαχ είχα πει ότι η αν­θρώ­πι­νη ουσία δεν είναι μια αφαί­ρε­ση που ενυ­πάρ­χει στο με­μο­νω­μέ­νο άτομο, αλλά το σύ­νο­λο των κοι­νω­νι­κών σχέ­σε­ων (6η θέση). Φο­βά­μαι λοι­πόν ότι το σύ­νο­λο των δικών σας σχέ­σε­ων, η συ­να­να­στρο­φή απο­κλει­στι­κά με ευ­ρω­παί­ους αξιω­μα­τού­χους, στε­λέ­χη τρα­πε­ζών, βου­λευ­τές και πα­νε­πι­στη­μια­κούς, σας έχει απο­κό­ψει τε­λεί­ως από τις αγω­νί­ες των αν­θρώ­πων που σας εμπι­στεύ­τη­καν: όσοι είναι έξω από τους κύ­κλους αυ­τούς, και πα­ρε­μπι­πτό­ντως υφί­στα­νται την πο­λι­τι­κή σας, δεν ακού­γο­νται ποτέ τόσο δυ­να­τά στ’ αυτιά σας όσο τα τε­λε­σί­γρα­φα των δα­νει­στών. Το κόμμα σας, που θα μπο­ρού­σε να εξι­σορ­ρο­πεί αυτές τις κακές επιρ­ρο­ές, έχει δια­λυ­θεί κι έχει υπο­κα­τα­στα­θεί πλή­ρως από την κυ­βέρ­νη­ση: είναι χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό ότι ακόμα δεν ξέ­ρε­τε πότε (και αν) θα κά­νε­τε συ­νέ­δριο. Η δε τάση σου, οι «53», μέχρι τώρα πε­ριο­ρί­στη­κε σε δια­πραγ­μα­τεύ­σεις κε­κλει­σμέ­νων των θυρών με τον πρό­ε­δρό σας, λει­τουρ­γώ­ντας ως συ­νι­στα­μέ­νη αξιω­μα­τού­χων του κόμ­μα­τος και της κυ­βέρ­νη­σης, παρά ως ρι­ζο­σπα­στι­κό ρεύμα ιδεών με δη­μό­σια πα­ρέμ­βα­ση. Σή­με­ρα απο­λαμ­βά­νει τόση προ­βο­λή, όσο μι­κρό­τε­ρη είναι η δυ­να­τό­τη­τά της να επη­ρε­ά­ζει πραγ­μα­τι­κά την κα­τά­στα­ση.

Σε θυ­μά­μαι να χλευά­ζεις το «δι­κα­στι­κό δρόμο για το σο­σια­λι­σμό», που πρέ­σβευαν όσοι από το κόμμα σας θε­ω­ρού­σαν ότι ο κα­πι­τα­λι­σμός θα νι­κη­θεί με δι­κα­στή­ρια και εξε­τα­στι­κές επι­τρο­πές. Φυ­σι­κά είχες από­λυ­το δίκιο. Υπάρ­χει όμως άραγε μνη­μο­νια­κός δρό­μος για το σο­σια­λι­σμό; Κι αν ακόμα δεν υπάρ­χει εναλ­λα­κτι­κή πέρα από το δρόμο που βά­δι­σαν οι αντί­πα­λοί σας, τι προ­σφέ­ρει στο κί­νη­μά μας να προ­χω­ρά­τε εσείς πάνω στα ίδια βή­μα­τα, θέ­το­ντας την ευ­φυ­ϊα σας στην υπη­ρε­σία των αντι­πά­λων μας; Πριν πεις ότι δεν σε κα­τα­λα­βαί­νω όσο θα έπρε­πε, σκέ­ψου ότι δεν μου πέ­ρα­σε ποτέ από το μυαλό να γίνω υπουρ­γός, ούτε και θα μπο­ρού­σε να μου πε­ρά­σει: οι φι­λο­δο­ξί­ες των αν­θρώ­πων είναι πάντα τόσο με­γά­λες όσο τους επι­τρέ­πει ο κοι­νω­νι­κός τους πε­ρί­γυ­ρος, και οι δικές μου έφτα­σαν ως εκεί που μπο­ρού­σε να τις χρη­μα­το­δο­τεί ο Έν­γκελς. Νο­μί­ζω όμως ότι η αν­θρω­πό­τη­τα δεν έχασε από αυτό – όπως δεν θα χάσει κι αν εσύ πά­ψεις πια να είσαι υπουρ­γός. Ορι­σμέ­νοι μα­θη­τές σου φαί­νε­ται να θυ­μού­νται ακόμα ότι το κί­νη­μά μας είναι η κί­νη­ση που μπο­ρεί να αλ­λά­ζει την κα­τά­στα­ση των πραγ­μά­των προς το κα­λύ­τε­ρο: όχι η κί­νη­ση που αφο­μοιώ­νε­ται στους κρα­τι­κούς μη­χα­νι­σμούς, εθί­ζο­ντας τους αν­θρώ­πους να χαί­ρο­νται με το μι­κρό­τε­ρο κακό. Ελ­πί­ζω να το θυ­μά­σαι ακόμα κι εσύ.

Με εκτί­μη­ση,

Καρλ Μαρξ

Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος