Νόαμ Τσόμσκι: Οι Antifa κάνουν τεράστιο δώρο στη δεξιά

Νόαμ Τσόμσκι: Οι Antifa κάνουν τεράστιο δώρο στη δεξιά

  • |

Η λέξη «Antifa» χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις αντιφασιστικές οργανώσεις, και αναφέρεται σε ένα μη δομημένο και αποκεντρωμένο συνασπισμό των λαϊκών ομάδων που αντιτίθενται στην άκρα δεξιά.

Το κίνημα «Antifa» έγινε πρωτοσέλιδο μετά τη σύγκρουση στη Charlottesville, της Βιρτζίνια, με νεο-ναζί, μέλη της Κου Κλουξ Κλαν και υποστηρικτές της «alt-right» (εναλλακτική δεξιά!). Μία νέα γυναίκα έχασε τη ζωή της όταν το αυτοκίνητο ενός ακροδεξιού έπεσε σκόπιμα πάνω σε μία ομάδα αντιφασιστών διαδηλωτών.

Ως γνωστόν ο Ντόναλντ Τραμπ έδωσε αέρα στα πανιά της ΚουΚλουξΚλαν (σκίτσο του περιοδικού The New Yorker), δηλώνοντας ότι και οι αντιφασίστες ήταν βίαιοι, και πως και στους ακροδεξιούς υπάρχουν «πολύ καλά άτομα».

Κι ενώ όλα φαινόταν καθαρά και όλος ο κόσμος καταδίκασε την ακροδεξιά και τον Ντόναλντ Τραμπ, έρχεται ο Νόαμ Τσόμσκι, ο διάσημος για την κριτική του στην αμερικανική εξωτερική πολιτική, τον νεοφιλελευθερισμό και τα συστημικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, να κάνει μία δήλωση, που δημιούργησε σάλο, καθώς χαρακτήρισε τους antifa «μία μικρή περιθωριακή ομάδα της αριστεράς», που κάνει «ένα τεράστιο δώρο στη δεξιά».

Η δράση της ομάδας αυτής -λέει ο Τσόμσκι- βασίζεται συχνά σε «λάθος αρχές – όπως η άρνηση του διαλόγου – και η κίνησή της είναι γενικά αυτοκαταστροφική», καθώς υιοθετεί τη βία, όπου όμως κερδίζει ο πιο βίαιος, δηλαδή η ΚουΚλουξΚλαν και οι φασίστες. Η βία αυτή καταστρέφει την εποικοδομητική μαχητικότητα των δομημένων και οργανωμένων σχηματισμών της Αριστεράς, προσθέτει ο διάσημος φιλόσοφος και γλωσσολόγος.

Πολλοί –μεταξύ των οποίων και οι antifa- θεώρησαν ότι ο Τσόμσκι υποστηρίζει την άποψη του Ντόναλντ Τραμπ, που κράτησε ίσες αποστάσεις. Αλλά ουδέν ψευδέστερον αυτού. Ο Τσόμσκι στρέφεται απλώς εναντίον των αμερικανών «μπαχαλάκηδων» που υπονομεύουν την οργανωμένη δράση δομημένων μορφών αγώνα όπως η ένωση για την αλληλεγγύη με τους μετανάστες (το μεταναστευτικό είναι κομβικό σημείο της πολιτικής ιδεολογίας του αμερικανικού κράτους), τα προγράμματα δημόσιας εκπαίδευσης και τα εργατικά συνδικάτα.

Ο Τσόμσκι, με άλλα λόγια, δεν επιθυμεί μία αντιπαράθεση στο γήπεδο της ακροδεξιάς και με τα όπλα της, δηλαδή τη βία. Αντίθετα, θέλει να απονομιμοποιήσει τη βία των νεοναζί και της alt-right, θεωρώντας πως ο αγώνας κατά του φασισμού είναι αγώνας για την εντιμότητα, το σεβασμό, την ηθική και την ευγένεια (σ.σ. που παραπέμπει στον τρόπο πάλης των Ζαπατίστας).

Οι «antifa» όμως υποστηρίζουν ότι οι φασίστες έχουν εκδηλώσει ανοιχτά τις δολοφονικές προθέσεις τους εναντίον των ανθρώπων που δεν έχουν λευκό χρώμα (και άλλων «ανεπιθύμητων»). Ήδη το έκαναν στο Σαρλοτσβιλ σκοτώνοντας μία αντιφασίστρια. Θεωρούν, συνεπώς, ότι η φυσική αντίσταση είναι καθήκον, είναι μια πράξη αυτοάμυνας και «όχι μια αδέξια αναπαράσταση της ηθικής παρακμής της Αριστεράς». Επιπλέον, η μάχη της Cable Street το 1936 και παρόμοιες συγκρούσεις στο Λονδίνο το 1977 έχουν δείξει ότι με τη σωματική δύναμη προστατεύεται ο τοπικός πληθυσμός από τη ρατσιστική βία.

Μάλιστα, η antifa (σ.σ. να ξαναπούμε ότι δεν πρόκειται για το ανάλογο των Ευρωπαίων αντιφασιστών αλλά το αντίστοιχο των μπαχαλάκηδων σε πιο σοβαρή πολιτική μορφή) θεωρούν ότι ο Τσόμσκι «γέρασε» και τάσσεται κατά της αυτόνομης λαϊκής αντίθεσης στο φασισμό. Προβάλλουν δε ως επιχείρημα τη μακρά και πλούσια παράδοση του αντιφασιστικού αγώνα που χρονολογείται από την πάλη ενάντια στα μαύρα πουκάμισα του Μουσολίνι το 1920 και, στη συνέχεια, τα καφέ πουκάμισα του Χίτλερ στις ταβέρνες του Μονάχου. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπως προαναφέραμε, οι αντι-φασίστες κινητοποιήθηκαν ενάντια στους οπαδούς του Oswald Moseley, ηγέτη των Βρετανών φασιστών της Ένωσης Cable Street στο Ανατολικό Λονδίνο τη δεκαετία του 1930 και σε πολλές άλλες περιπτώσεις.

Τι έγινε, όμως, τότε; Ποιος επιβλήθηκε τελικά πολιτικά; Οι φασίστες. Ο πιο βίαιος, όπως λέει ο Τσόμσκι. Αλλά πέραν τούτου, ο Τσόμσκι γνωρίζει πολύ καλά ότι οι βίαιες συγκρούσεις παραπέμπουν στις ΗΠΑ, στον «εμφύλιο των κάτω» τον οποίο προκαλούν οι «από πάνω» για να εξουδετερώνουν την επικίνδυνη λαϊκή δυναμική. Το παράδειγμα των «Συμμοριών της Νέας Υόρκης» είναι πραγματικό –μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Σκορτσέζε-. Εκεί, ήταν έκδηλο πως στη βίαιη σύγκρουση νικούσε ο πιο βίαιος. Αλλά το θέμα απέκτησε πολιτική-ταξική διάσταση, όταν οι «κάτω» ενώθηκαν. Τότε οι «πάνω» βγήκαν από το παρασκήνιο και έριξαν στη μάχη τα ακραιφνή δικά τους όπλα, το στρατό και τα κανόνια, αποκαλύπτοντας την πραγματική, ταξική εικόνα της αντιπαράθεσης.

Κάτι ξέρει, λοιπόν, ο σοφός Νόαμ Τσόμσκι. Και δεν φοβάται. Τόσο επειδή είναι 88 ετών, όσο και γιατί τολμά να πηγαίνει κόντρα στο ρεύμα…

artinews.gr

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος