Η οικονομία ανακάμπτει στη Λατινική Αμερική, τουλάχιστον ως προς τους ρυθμούς ανάπτυξης που εκτιμώνται στο 2% για το 2018, αλλά οι πολίτες συνεχίζουν να δεινοπαθούν ενώ αυξάνει η δυσπιστία προς τους θεσμούς και τελικά το ίδιο το δημοκρατικό καθεστώς διακυβέρνησης.
Χριστίνα Πάντζου
Οι επισημάνσεις του ΟΟΣΑ είναι εξαιρετικά δυσοίωνες για τις πολιτικές εξελίξεις στην περιοχή σε μια χρονιά κατά την οποία έξι λατινοαμερικανικές χώρες διεξάγουν προεδρικές εκλογές: μετά την Κόστα Ρίκα, την επόμενη εβδομάδα γίνονται στην Παραγουάη, τον Μάιο στη Βενεζουέλα και την Κολομβία, τον Ιούλιο στο Μεξικό και τον Οκτώβριο στη Βραζιλία.
Σύμφωνα με την έκθεση «Επανεξετάζοντας τους θεσμούς για την ανάπτυξη», που εκπονήθηκε από τον ΟΟΣΑ, τη CEPAL (Οικονομική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική) και την Αναπτυξιακή Τράπεζα της Λατινικής Αμερικής σε συνεργασία με την Ε.Ε., οι τρεις στους τέσσερις Λατινοαμερικανούς εμπιστεύονται ελάχιστα ή καθόλου τις κυβερνήσεις τους και ένα 80% πιστεύει ότι η διαφθορά έχει διαβρώσει τους δημόσιους θεσμούς.
Ως συνέπεια, ανάμεσα στα άλλα, το 52% των Λατινοαμερικανών είναι πρόθυμο να φοροδιαφύγει αν μπορεί, απηυδισμένο από τα σκάνδαλα διαφθοράς, από τους πόρους που καταλήγουν στις τσέπες διαπλεκόμενων πολιτικών και επιχειρηματιών και την υποβάθμιση ή και κατάργηση δημόσιων υπηρεσιών και κοινωνικών προγραμμάτων όσο εκείνοι συνεχίζουν να σηκώνουν στις πλάτες τους τις συνέπειες των πολιτικών λιτότητας.
Αυτό εξηγεί γιατί τα φορολογικά έσοδα στη Λατινική Αμερική εκπροσωπούσαν το 2016 κατά μέσο όρο το 22,8% του ΑΕΠ, όταν στον ΟΟΣΑ είναι 34,3%.
Οι μακροοικονομικοί αριθμοί συχνά συγκαλύπτουν την πραγματική οικονομία των νοικοκυριών που δεν τα βγάζουν πέρα μέχρι το τέλος του μήνα και η ανάπτυξη για την οποία μιλάνε σήμερα συνεχίζει να αποτελεί ένα «θεωρητικό κατασκεύασμα» για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού.
Σύμφωνα με την έκθεση της CEPAL Κοινωνικό Πανόραμα Λατινικής Αμερικής 2017, η φτώχεια αυξήθηκε στην περιοχή και από το 28,5% το 2014 πλέον πλήττει το 30,7% του πληθυσμού, δηλαδή περισσότερους από 186 εκατομμύρια ανθρώπους.
Οπως αυξήθηκε και η ακραία φτώχεια που από το 8,2% το 2014 έφτασε στο 10% ή στους 61 εκατομμύρια πολίτες που δεν διαθέτουν τα ελάχιστα βασικά για να επιβιώσουν.
Καλπάζει η ανεργία
Πέρσι η ανεργία στην περιοχή αυξήθηκε για τρίτη συνεχόμενη χρονιά και σύμφωνα με τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας για πρώτη φορά σε περισσότερο από μια δεκαετία το ποσοστό των ανέργων ηλικίας έως 24 ετών στη Λατινική Αμερική έφτασε στο 19,5%: μέσα σε μόλις έναν χρόνο ο αριθμός των ανέργων αυτής της ηλικιακής ομάδας αυξήθηκε από τα 9,8 εκατ. στα 10,2 και πλέον ένας στους πέντε νέους Λατινοαμερικανούς αναζητά εργασία αλλά δεν βρίσκει.
Η Λατινική Αμερική δεν παραμένει μόνο η πιο άνιση περιοχή του πλανήτη, αλλά η ανισότητα αυξήθηκε: σύμφωνα με την έκθεση «Τα πολλά πρόσωπα της ανισότητας στη Λατινική Αμερική» της οργάνωσης InspirAction, πέρσι το κατά κεφαλήν εισόδημα του 10% των πλουσιότερων ήταν 14 φορές μεγαλύτερο από εκείνο του 40% του φτωχότερου πληθυσμού.
Ολα αυτά αποτελούν ένα εκρηκτικό μείγμα που τα τελευταία χρόνια αρχίζει και αποτυπώνεται σε μια εξαιρετικά δυσοίωνη τάση: στην τεράστια δυσπιστία απέναντι στους θεσμούς, το πολιτικό σύστημα, τις κυβερνήσεις και -ακόμη πιο ανησυχητικό- εν τέλει της ίδιας της δημοκρατίας (έτσι όπως στρεβλά αυτή ασκείται).
Είναι ενδεικτικό πως το τελευταίο Λατινοβαρόμετρο (ετήσια έρευνα με 20.000 συνεντεύξεις πολιτών από 18 χώρες) έδειξε ότι η στήριξη προς τη δημοκρατία μειώνεται για πέμπτη συνεχόμενη χρονιά και πλέον μόλις το 53% του πληθυσμού στηρίζει τη δημοκρατία ως μορφή διακυβέρνησης από το 61% το 2010, ενώ για ένα 25% είναι αδιάφορο το εάν είναι δημοκρατικό το καθεστώς.
«Στην περίπτωση της Λατινικής Αμερικής υπάρχουν ενδείξεις ενός συνδρόμου των πολιτικών ελίτ να αδυνατούν να προσφέρουν ικανοποιητικές λύσεις… Η ποιότητα της δημοκρατίας, του οικονομικού συστήματος της αγοράς και της διακυβέρνησης έχει πέσει στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων 12 χρόνων» επισημαίνει το γερμανικό Ιδρυμα Bertelsmann στον τελευταίο του Δείκτη Μεταρρυθμίσεων που δημοσιοποιήθηκε τον Μάρτιο, προειδοποιώντας πως η δημοκρατία χάνει ερείσματα στην περιοχή.
«Αυτή η κρίση εμπιστοσύνης (προς τους θεσμούς) υπονομεύει την ίδια τη νομιμοποίηση των κυβερνήσεων, των οποίων τα ποσοστά αποδοχής -εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων- έχουν μειωθεί σε ιστορικά χαμηλά. Στη Λατινική Αμερική η έλλειψη ικανοποίησης με τη λειτουργία της δημοκρατίας απειλεί να μεταμορφωθεί σε δυσαρέσκεια για την ίδια τη δημοκρατία».
efsyn.gr/